Η πολιτική δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μόνο διαχείριση

creative protagon

Πέρασαν αρκετές εβδομάδες από τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του καλοκαιριού με τη Νέα Δημοκρατία να αναλαμβάνει εκ νέου εντολή διακυβέρνησης της χώρας. Έκτοτε είχαμε πυρκαγιές, παραίτηση υπουργού, δολοφονία οπαδού της ΑΕΚ και εν συνόλω εμφανίστηκε μια εικόνα αρρυθμίας της κυβέρνησης. Πολλοί έκαναν λόγο για ‘εξαφανισμένο Πρωθυπουργό’.

Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!

O Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε και τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις καλύπτοντας τον χώρο του Κέντρου.

grafida keimeno
Τζουγανάτος Διονύσης

Αυτό το κατάφερε πείθοντας τον κόσμο πως είναι ο καλύτερος διαχειριστής μία κατάστασης σε αντίθεση με την αδυναμία διαχείρισης από πλευράς του βασικού του αντιπάλου (Τσίπρας).

Ήδη στις πρώτες παραγράφους θα έχετε προσέξει τη συνεχή χρήση της λέξης διαχείριση. Διαχείρισης κατάστασεων κι όχι παραγωγή πολιτικής.

Υπάρχουν δύο βασικές σχολές πολιτικής σκέψης:

  • Η μία σχολή λέει να κάνεις την καλύτερη δυνατή διαχείριση των πολλαπλών προβλημάτων στη μικροκλίμακα, και σταδιακά να διευρύνεις το πεδίο δράσης σου.
  • Η δεύτερη σχολή λέει να καθορίζεις τη βασική κατεύθυνση που θες να δώσεις στη μακροκλίμακα, το όραμα με άλλα λόγια, και στη βάση αυτή, ανάλογα, να διαχειρίζεσαι τα πολλαπλά προβλήματα της μικροκλίμακας.

Μάλλον η χρυσή τομή είναι ο συνδυασμός των παραπάνω, όμως η χώρα εδώ και πολλά χρόνια στερείται οράματος, αγνοεί δηλαδή εντελώς τη δεύτερη σχολή πολιτικής σκέψης, γεγονός που γεννά νέα προβλήματα, καθόλου αμελητέα.

Την τελευταία 20ετία όλες οι κυβερνήσεις κάνουν διαχείριση προβλημάτων στη μικροκλίμακα και ζητούν να κρίνονται σε αυτό το πλαίσιο: από την κυβέρνηση Καραμανλή (2004-2009) που χρεοκόπησε τη χώρα και τις μνημονιακές κυβερνήσεις (2010-2019) που διαγωνίστηκαν στο ποια θα εφαρμόσει πιο αξιόπιστα τις δεσμεύσεις έναντι των δανειστών, ως την κυβέρνηση Μητσοτάκη (2019-2023) που αντιμετώπισε την ελληνική εκδοχή εισαγόμενων κρίσεων.

Είναι αυτός όμως ο τρόπος άσκησης πολιτικής επωφελής για τη χώρα;

Τις προάλλες ο γράφων ήταν καλεσμένος σε φιλικό τραπέζι όπου κι ανέπτυξε την εικόνα ενός Πρωθυπουργού που διοικεί τη χώρα ως άλλος CEO εταιρείας με τους υπουργούς σε ρόλους διευθυντών. Σίγουρα αυτός ο τρόπος διακυβέρνησης βοηθά στη διαχείριση του κράτους (κάποιοι διαφωνείτε ωστόσο δεν είναι επί του παρόντος η κριτική στην κυβέρνηση).

Όλοι στο τραπέζι πάντως συμφωνήσαμε πως:

H πολιτική δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μόνο διαχείριση.

Πού είναι οι πολιτικοί με όραμα;

Στην εποχή που θέσεις εργασίας μπορεί να χαθούν λόγω του ΑΙ δεν γίνεται να μην υπάρχει ένα μακρόπνοο σχέδιο από την (εκάστοτε) κυβέρνηση.

Αλήθεια στα ελληνοτουρκικά ποιος είναι ο στόχος της Ελλάδας; Η ειρήνη; Αυτός είναι αυτονόητος στόχος. Πώς όμως θα επιτευχθεί; Με ποιους όρους και με ποιους συμβιβασμούς; Αν θα υπάρξουν ποιοι είναι αυτοί;

Αναφέρονται μόνο κάποια θέματα που αφορούν το μέλλον της χώρας σε ένα νέο, ρευστό , παγκόσμιο σκηνικό που δεν επιτρέπει στασιμότητα. Άλλωστε όσο εμείς διαχειριζόμαστε , κάποιοι παράγουν πολιτική και μας προσπερνούν.

Σε όλα αυτά δε ακόμα και για την καθημερινότητά μας δεν συζητάμε. Τι ποιότητα πολιτεύματος επιθυμούμε και πώς θα το έχουμεl

Ας δούμε ένα ενδεικτικό στοιχείο που αφορά στην ποιότητα της Δημοκρατίας μας, η οποία την τελευταία 20ετία έχει μειωθεί σημαντικά. Τον αριθμό πολιτών που συμμετέχουν στις εθνικές εκλογές: το 2004 7,57 εκατομμύρια συμπολίτες μας προσήλθαν στις κάλπες, και τα δημογραφικά δεδομένα της εποχής έλεγαν ότι 2,1 εκατομμύρια πολιτών ηλικίας 0-18 ετών επρόκειτο να αποκτήσουν σταδιακά δικαίωμα ψήφου μέσα στην επόμενη 20ετία.

πολιτ

Στις εκλογές του Ιουνίου, σχεδόν 20 χρόνια μετά, προσήλθαν στις κάλπες μόλις 6,06 εκατομμύρια πολιτών, χωρίς να έχει μεταβληθεί ο συνολικός πληθυσμός ή η ηλικιακή διαστρωμάτωση της χώρας, δηλαδή 1,5 εκατομμύριο λιγότεροι πολίτες.

Η αποχή αυξανόταν χωρίς εξαιρέσεις σε κάθε επόμενη εκλογική αναμέτρηση μεταξύ 2007-2019. Καθίσταται εύλογη η διαπίστωση ότι ένα σημαντικό μέρος των ανθρώπων που θεμελίωσαν δικαίωμα ψήφου την τελευταία 20ετία δε συμμετέχουν στη δημοκρατική διαδικασία, όπως βέβαια και άνθρωποι μεγαλύτερων ηλικιών που συμμετείχαν, πλέον την έχουν απαξιώσει.

Εξάλλου, στην τελευταία ετήσια έκθεση του Τμήματος Ερευνών του περιοδικού Economist η Ελλάδα κρίνεται ως «ελαττωματική δημοκρατία», όπως συμβαίνει στη σχετική ετήσια έκθεση εδώ και πολλά χρόνια.

Η απουσία συνολικού αφηγήματος για το μέλλον και την πορεία της χώρας έχει αποξενώσει πολλούς πολίτες από τη δημοκρατική διαδικασία. Δε βρίσκουν σημεία ταύτισης με το «πολιτικό παιχνίδι», όπως αυτό έχει καταλήξει να διεξάγεται.

Έπειτα, οι βασικές παροχές που θα έπρεπε να προσφέρει το Κράτος μας προς τον πολίτη, γρήγορη και αμερόληπτη δικαιοσύνη, αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, σωστά διαρθρωμένο και συμπεριληπτικό εθνικό σύστημα υγείας, δημιουργικό εκπαιδευτικό σύστημα, δημοσιονομικά ευσταθές σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, αξιόπιστη ενημέρωση, υπολείπονται σημαντικά των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις και τεχνολογικές εξελίξεις, γεγονός που αποτυπώνεται διαφορικά σε πολλαπλούς δείκτες.

Ενδεικτικά, η Ελλάδα είναι προτελευταία στην «Ευρώπη των 27» στον δείκτη ψηφιακής διακυβέρνησης (και τρίτη από το τέλος στο συνολικό δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας), που καταγράφει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει κακή θέση στον «δείκτη ελευθερίας του Τύπου», είναι προτελευταία πανευρωπαϊκά στον «δείκτη ανθρώπινης ελευθερίας» του Ινστιτούτου CATO, έχει κακή θέση στον «δείκτη αντίληψης της διαφθοράς» της Διεθνούς Διαφάνειας, ενώ τέλος, σύμφωνα με το διαδικτυακό κόμβο δεδομένων IndexMundi, η Ελλάδα καταλαμβάνει κακή θέση στην αντίληψη διαφθοράς στο δικαστικό σώμα και ακόμα χειρότερη στην αντίληψη διαφθοράς στο πολιτικό προσωπικό, ενώ έχει ήδη από το 2017 δημοσιευτεί αναλυτική μελέτη της ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ σχετικά με τη πολυνομία και κακονομία στην Ελλάδα.

(Tα παραπάνω στοιχεία έχει συγκεντρώσει ο Κωνσταντίνος Καλαφατάκης
Ιατρός, Επίκουρος Καθηγητής Ιατρικών Νευροεπιστημών
Γραμματέας του Βολτ Ελλάδας σε δικό του άρθρο στο protagon)

Δικαιοσύνη – ο Μεγάλος Ασθενής

Στο άρθρο των Α. Πεφτίνα και Θ. Παναγιωτίδη στην «Καθημερινή» διαβάζουμε το εξής :

Η απονομή της δικαιοσύνης δεν αρκεί να είναι ορθή· πρέπει να είναι και ταχεία. Η καθυστέρηση στην περάτωση των δικαστικών υποθέσεων οδηγεί σε μια σειρά από παθογένειες: αβεβαιότητα στο καθεστώς των δικαιωμάτων, διαιώνιση έκνομων καταστάσεων, ενθάρρυνση παραβίασης νομικών υποχρεώσεων εν απουσία άμεσων συνεπειών, ακόμη και εν τοις πράγμασι αρνησιδικία.

Σε άλλο σημείο του άρθρου τους αναφέρουν :

Τα δεδομένα χρόνου διευθέτησης πολιτικών διαφορών σε πρώτο βαθμό αναδεικνύουν την Ελλάδα ως τη βραδύτερη χώρα στη δικαστική διευθέτηση διαφορών, μεταξύ 450 και 600 ημερών, ακολουθούμενη από την Ιταλία και τη Γαλλία. Η Γερμανία εμφανίζει χρόνο διευθέτησης της τάξης των 200 ημερών, ακολουθούμενη από τη Δανία και τη Σουηδία. Η Αυστρία και οι Κάτω Χώρες εμφανίζουν τον μικρότερο εκτιμώμενο χρόνο διευθέτησης, ίσο ή μικρότερο των 100 ημερών.

Η κατάταξη δεν μεταβάλλεται ιδιαίτερα όταν προσθέτουμε και τα δεδομένα των υπόλοιπων βαθμών δικαιοδοσίας, όμως η διοικητική δικαιοσύνη εμφανίζει πολύ μεγαλύτερους χρόνους διευθέτησης. Αν και χώρες όπως η Σουηδία διατηρούν τα επίπεδα σε κάτω των 200 ημερών, στις περισσότερες χώρες είναι υψηλότερα, στις δε χώρες που εμφάνιζαν υψηλό χρόνο διευθέτησης στις πολιτικές διαφορές, ο χρόνος για τις διοικητικές εκτινάσσεται. Ετσι, η Ελλάδα παρουσίαζε για το έτος 2012 το υψηλότατο χρονικό διάστημα των περίπου 1.500 ημερών, το οποίο σταδιακά μειώθηκε στις περίπου 550 ημέρες μέχρι το 2018. Υψηλούς χρόνους διευθέτησης παρουσιάζουν επίσης η Ιταλία και η Πορτογαλία.

Η πολυνομία και η κακονομία μαζί με την μεγάλη σημασία του χρόνου απονομής της Δικαιοσύνης, ενθαρρύνουν τον κακόπιστο να μην αναζητεί την επίλυση των υποθέσεων και η κοινωνία ενθαρρύνεται να μην λειτουργεί νόμιμα και καλόπιστα.

Η Δικαιοσύνη είναι η δύναμη που εξισσοροπεί την ισχύ του δυνατού και αδυνάτου. Είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να … δικαιώσει τον αδύνατο ενάντια στην ισχύ είτε του ισχυρού συμπολίτη του είτε ενάντια στην κρατική μηχανή.

Όταν η Δικαιοσύνη χάνεται τότε έχουμε κοινωνική ανισότητα και εν τέλει οι πολίτες οδηγούνται στην παρανομία καθώς θεωρούν πως μόνο έτσι μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Στην ουσία επιστρέφουμε στο νόμο του ισχυρού και η κοινωνία μετατρέπεται σε ζούγκλα.

ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΑ

Όσο οι κυβερνήσεις δεν δίνουν όραμα για το μέλλον και λύσεις για τα προβλήματα τόσο ο κόσμος θα χάνει την εμπιστοσύνη του στο πολιτικό προσωπικό της χώρας.

Όσο οι κυβερνήσεις είναι re-active των καταστάσεων κι όχι pro-active τόσο οι πολίτες απογοητευμένοι θα ωθούνται σε λαικίστικες-ακραίες λύσεις.

Ακόμα υπάρχει ένα παράθυρο χρόνου για να επουλωθεί η σχέση πολιτικών – πολιτών.

Ας μην κλείσει και χαθεί

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *