Ο πολίτης που κινείται στο πλαίσιο της πραγματικής οικονομίας δεν πολύ-ασχολείται με το θέμα του πετρελαίου και της μείωσης των τιμών του. Ίσως μόνο να λέει ότι είναι φτηνή η βενζίνη και να αναρωτιέται γιατί δεν είναι πιο φτηνή ακόμα. Πιθανόν και να σκέφτεται πως έχει λίγες μέρες ακόμα για να προμηθευτεί φτηνό πετρέλαιο θέρμανσης. Ωστόσο η πραγματικότητα πάντα είναι λίγο πιο σύνθετη.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Ο πόλεμος του πετρελαίου
Ο πόλεμος του πετρελαίου είναι επί της ουσίας ο πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ, της Ρωσίας και της Σαουδικής Αραβίας. Όταν έχουμε οικονομικό πόλεμο τέτοιων μεγεθών χώρες και επιχειρήσεις κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν.
Όταν χρεοκοπούν κράτη και επιχειρήσεις ακολουθούν ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες. Ασφαλιστικά ταμεία αφού επενδύουν τα χρήματα των ασφαλισμένων (και χάνονται), τράπεζες από τα δάνεια που δεν πληρώνονται. Αν τώρα χώρες της ΕΕ, όπως Γαλλία και Γερμανία επωφελούνται από το φτηνό πετρέλαιο (αφού δεν παράγουν μόνο καταναλώνουν) και είναι χαρούμενες, δεν ισχύει το ίδιο για τις γαλλογερμανικές τράπεζες που δανείζουν όλο τον πλανήτη.
Οι τράπεζες
Ακόμα και βάσει του ηπιότερου σεναρίου, όπου η ανάκαμψη θα επέλθει εντός έξι μηνών, τα έσοδα των επενδυτικών τραπεζών παγκοσμίως αναμένεται πως θα μειωθούν έως και 100%. Στο χειρότερο πιθανό σενάριο μιας βαθιάς ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία, η οποία θα διαρκέσει τουλάχιστον ένα έτος, τα έσοδά τους ενδέχεται να μειωθούν έως και κατά 277%. Ως αποτέλεσμα, οι ζημίες θα κυμαίνονται μεταξύ 200 δισ. και 300 δισ. δολαρίων, ενώ αντιθέτως βάσει του ηπιότερου σεναρίου, θα ανέρχονται μεταξύ 30 δισ. και 50 δισ. δολαρίων.
Σε κάθε περίπτωση, οι μικρότερες τράπεζες βρίσκονται σε ευάλωτη θέση και πάντοτε, σύμφωνα με την έκθεση των Oliver Wyman και Morgan Stanley, ενδέχεται να οδηγηθούν σε συγχωνεύσεις και εξαγορές. Εχοντας μικρό περιθώριο ελιγμού σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, ορισμένες τράπεζες ενδέχεται να οδηγηθούν σε πώληση των περιουσιακών τους στοιχείων ή σε άλλες μεθόδους, προκειμένου να αποσείσουν ένα βάρος από τους ώμους τους, ωστόσο «για ορισμένες η σωστή απάντηση ίσως είναι οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις», όπως αναφέρεται στην έκθεση των Oliver Wyman και Morgan Stanley.
Μολονότι οι τράπεζες έχουν δημιουργήσει μεγάλα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» και έχουν διασφαλίσει ρευστότητα μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, ο οικονομικός αντίκτυπος του κορωνοϊού ξεπερνάει τις δυνατότητές τους. «Μόνο μικρή μερίδα τραπεζών θα αντέξουν σε μία παρατεταμένη περίοδο έντονης πίεσης», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση. Ιδίως ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος αντιμετώπιζε δυσκολίες ακόμα και πριν από την επέλαση του κορωνοϊού. Σύμφωνα με σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα κέρδη των τραπεζών μειώθηκαν στο 5,2% το 2019, ενώ στις ΗΠΑ το ποσοστό ήταν περίπου διπλάσιο.
Οι γερμανικές τράπεζες
Συγκεκριμένα, οι γερμανικές Deutsche Bank και Commerzbank βρίσκονται στην πιο ευάλωτη θέση, διότι παρουσιάζουν ελάχιστα κέρδη. Στην πολύ πιθανή περίπτωση κατά την οποία πολλοί από τους πελάτες τους αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, οι εν λόγω τράπεζες δεν θα μπορούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες. Αντιθέτως, οι ελβετικές Credit Swiss και UBS βρίσκονται σε καλύτερη θέση, κατά κύριο λόγο διότι έχουν μειώσει τις δραστηριότητές τους στην επενδυτική τραπεζική και ασχολούνται περισσότερο με τη διαχείριση κεφαλαίου και περιουσιακών στοιχείων. Οι απώλειες πρόκειται να αντισταθμιστούν εν μέρει από τα έσοδα που προκύπτουν από τις χρηματιστηριακές συναλλαγές, καθώς τις τελευταίες εβδομάδες σημειώθηκε τεράστια κινητικότητα στις αγορές.
Όλα αυτά οδηγούν στην χρεωκοπία των πολιτών. Δυστυχώς πάντα αυτοί είναι που πληρώνουν το μάρμαρο.
Ειδικότερα για την Ελλάδα
Το πρατήριο προμηθεύεται πετρέλαιο από τα ελληνικά διυλιστήρια τα οποία αυτήν τη στιγμή, έχουν στις δεξαμενές το πετρέλαιο που προμηθεύτηκαν πριν 3-4 και παραπάνω μήνες στις τιμές εκείνης της περιόδου.
Αυτό σημαίνει πως αγόρασαν σχετικά ακριβό πετρέλαιο το οποίο τ τώρα αναγκάζονται να το πουλήσουν σε τιμές ζημιογόνες. Δεν ξεχνάμε επίσης πως τα 2/3 της τιμής της βενζίνης είναι φόροι.
Αν οι ζημιές είναι μεγάλες θα χρειαστούν κεφάλαια για να τις αναπληρώσουν. Τα ελληνικά διυλιστήρια είναι ο πλέον δυναμικός κλάδος της ελληνικής βιομηχανίας που κατέχουν τη μερίδα του λέοντος των ελληνικών εξαγωγών. Αν αντιμετωπίσουν αυτές οι επιχειρήσεις προβλήματα τότε μιλάμε για το θάνατο των ελληνικών εξαγωγών. Προς το παρόν κρατιούνται. Για πόσο όμως ακόμα;
Βλέπουμε λοιπόν πως τίποτα δεν είναι τόσο απλό, όσο φαίνεται. Δεν έχουμε καν αναφερθεί σε ζητήματα EastMed ή γενικότερη αλλαγής των γεωστρατηγικών δεδομένων, λόγω αλλαγής της οικονομίας.
Το σίγουρο είναι πως έρχονται δύσκολες μέρες και η Ευρώπη, ούτε αλληλεγγύη εμφανίζει, ούτε ενότητα και κατ’ επέκταση ούτε σύνεση.