
Τεράστια στρατηγικά πλεονεκτήματα, αλλά και ποικίλες σημαντικές προκλήσεις, επιφυλάσσει για τη χώρα μας η απόκτηση σύγχρονων μαχητικών Rafale και F-35.
Τα Rafale και οι Meteor
Για τα Rafale η συμφωνία ανέρχεται στα 1,8 δισεκ. ευρώ μόνο για την αγορά των αεροσκαφών.
Επιπλέον 120 εκατ. ευρώ θα διατεθούν μόνο για την υποστήριξη τεσσάρων ετών, κι άλλα 300 εκατ. ευρώ για τον οπλισμό τους, που δεν είναι στο οικονομικό πακέτο.
Πρόκειται για τους πυραύλους αέρος – αέρος Meteor οι οποίοι θα δώσουν ασύμμετρο πλεονέκτημα στην Ελλάδα στο Αιγαίο και αφορούν το μεγαλύτερο ποσό των 300 εκατ. ευρώ.
Τα υπόλοιπα θα πάνε σε επαναπιστοποιήσεις, ή και αγορές νέων κομματιών από υπάρχοντα όπλα (Exocet, Scalp, MICA). Το συνολικό «πακέτο» ανέρχεται χονδρικά σε 2,2 δισεκ. ευρώ περίπου.
Τα F-35 και οι προκλήσεις
Όσον αφορά τα F-35 η Ελλάδα ζητά άμεσα έξι αεροσκάφη μέσα στο νέο έτος, με τη διαθεσιμότητα να αποτελεί μεγάλο ερώτημα. Η Ελλάδα θα κληθεί να απορροφήσει τεχνογνωσία για δύο τύπους αεροσκαφών με εντελώς νέα λογική (εκπαίδευση, διαφορετική φιλοσοφία, νέες υποδομές) και ταυτόχρονα έχει και την πρόκληση του εκσυγχρονισμού των F-16.
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, η Ελλάδα θέλει να εκμεταλλευτεί την ευνοϊκή συγκυρία λόγω της άρσης των ευρωπαϊκών περιορισμών χρηματοδότησης εξαιτίας της COVID για να χρηματοδοτήσει το εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Rafale – F35 για την ελληνική πολεμική αεροπορία | Χρονοδιάγραμμα, οπλισμός, εκπαίδευση και κόστοςΜέσα στον Δεκέμβριο αναμένεται να πέσουν οι υπογραφές με τη Γαλλία για την αγορά 18 μαχητικών Rafale, ενώ στις αρχές Ιανουαρίου 4 ‘Ελληνες πιλότοι θα μεταβούν στη Γαλλία προκειμένου να γίνουν οι εκπαιδευτές για τους συναδέλφους τους. Τον Μάρτιο αναμένεται να φτάσουν στην Ελλάδα τα δύο πρώτα αεροσκάφη, ενώ τα υπόλοιπα θα μείνουν στη Γαλλία προκειμένου να γίνει η εκπαίδευση των πιλότων ώστε μέχρι τέλος του χρόνου 12 χειριστές να πιστοποιηθούν και συνολικά 12 αεροσκάφη να έρθουν στην Τανάγρα. Πάντως, μέσα στο 2022 θα ολοκληρωθεί η προμήθεια και των υπόλοιπων αεροσκαφών. Το κόστος του προγράμματος θα αγγίξει τα 2,5 δισ. ευρώ μαζί με τα όπλα που θα φέρουν τα υπερσύγχρονα γαλλικά αεροσκάφη. Παράλληλα, η Ελλάδα εκδήλωσε με τον πλέον επίσημο τρόπο τον ενδιαφέρον της για την αγορά 6 μεταχειρισμένων F-35 μέσα στο 2021. Συνολικά ενδιαφέρεται για την απόκτηση 18-24 αεροσκαφών F-35 ύψους 5 δισ. ευρώ, ενώ η ολοκλήρωση του εν λόγω προγράμματος αναμένεται το 2027.
Δημοσιεύτηκε από De-Facto στις Τρίτη, 24 Νοεμβρίου 2020
Τα πλεονεκτήματα των Rafale και F-35
Με την απόκτηση των δυο μαχητικών επιτυγχάνεται πλήρης κυριαρχία στον αέρα, και αδυναμία εντοπισμού και αναχαίτισης από τους Τούρκους, καθώς το F-35 είναι χαμηλής παρατηρησιμότητας αλλά και το Rafale έχει μειωμένο ίχνος συγκριτικά με το F-16 παρότι δικινητήριο.
Έτσι de facto μηδενίζεται η παρατηρητικότητα του τουρκικού δικδτύου αεράμυνας. To ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-400 είναι κατασκευασμένο για αντιμετώπιση κυρίως συμβατικών μαχητικών, παρότι οι Ρώσοι λένε ότι μπορούν να εντοπίσουν και stealth, αλλά γίνονται και πιο ευάλωτοι.
Το «κινηματογραφικό σύστημα» σε δεύτερο χρόνο
Σημειώνεται ότι η Ελλάδα για τα πρώτα 18 αεροσκάφη Rafale που θα αποκτήσει αρχικά υπήρχαν και σχέδια για κάποια συστήματα αέρος – εδάφους, όπου οι δυνάμεις του πεζικού ουσιαστικά… κατευθύνουν με μεγάλη ακρίβεια σε στόχο εδάφους τον πύραυλο που εκτοξεύεται από το αεροπλάνο.
Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό “κινηματογραφικό σύστημα” που χρησιμοποιούν οι αμερικανικές, και όχι μόνο, δυνάμεις.
Αλλά, αρχικά τουλάχιστον, θα δοθεί έμφαση σε αερομαχίες σε στρατηγική κρούση (Scalp) και αποστολές ναυτικής κρούσης. Τα Rafale θα σταθμεύουν στην αεροπορική βάση της Τανάγρας.
Οι φρεγάτες και το Πολεμικό Ναυτικό
Προκρίνονται γι αγορά οι αμερικανικές ΜΜSC. Αρκετοί επισημαίνουν ότι χωρίς να γίνει διαγωνισμός αποφασίστηκε να αποκτηθεί η πλατφόρμα Multi Mission Surface Combatant (MMSC) που στηρίζεται στο πλοίο «LCS Freedom» του Αμερικανικού Ναυτικού.
Η πλατφόρμα LCS θεωρείται ένα περίπου αποτυχημένο πρόγραμμα.
Αρχικά προβλεπόταν η ναυπήγηση 355(!) πλοίων μέσα στις επόμενες δεκαετίες, όμως το πρόγραμμα διακόπηκε το 2014 και τελικά κατασκευάστηκαν μόλις 16 πλοία.
Διαπιστώθηκαν υπερβάσεις κόστους, μεγάλα τεχνικά προβλήματα και χαμηλή διαθεσιμότητα (ποσοστό 65% του στόλου τους βρίσκεται σε ναυστάθμους για εργασίες), ενώ το ετήσιο κόστος συντήρησης για κάθε πλοίο υπολογίζεται στα 79 εκατ. δολάρια.
Τα τέσσερα πρώτα LCS αποσύρθηκαν, αφού η αναβάθμισή τους κρίθηκε ασύμφορη. Η ανησυχία πολλών στο Πολεμικό Ναυτικό είναι μήπως κάποια από αυτά τα πλοία κατευθυνθούν στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της ενδιάμεσης λύσης για την οποία προϋπολογίζονται 300 εκατ. ευρώ.
Τα τελευταία 24ωρα λόγω της συνειδητοποίησης από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας ότι τα πλοία που προσφέρονται ως ενδιάμεση λύση είναι παρωχημένα, γίνεται προσπάθεια να ξαναμπούν στη συζήτηση οι αμερικανικές φρεγάτες Arleigh Burke, που αποτελούν διακαή πόθο των μάχιμων αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού.
Οι κακές γλώσσες συνδέουν την απόφαση για απόκτηση των φρεγατών MMSC και με τον διαγωνισμό της ιδιωτικοποίησης των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και τις αποφάσεις που αναμένονται σχετικά με το θέμα στις 27 Νοεμβρίου, αφού ο σχεδιασμός προβλέπει τη ναυπήγηση των τριών από τα τέσσερα πλοία στα ΕΝΑΕ, ενδεχόμενο που θα μπορούσε να αποτελεί επίζηλη προίκα για τον επίδοξο αγοραστή.