Οι εκτιμήσεις πολιτικών και ειδικών που παρουσιάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταλήγουν σε ένα βασικό συμπέρασμα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα έχει διάρκεια και η κρίση που προκαλεί θα συνεχιστεί.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Σημασία έχει το αποτέλεσμα
Μεγάλη σημασία αποδίδεται στο τελικό αποτέλεσμα των εχθροπραξιών. Θα αποτελέσει την αφετηρία για τις μελλοντικές εξελίξεις.
Έχει σημασία, λοιπόν, να αντέξει η Ουκρανία στην επίθεση της Ρωσίας και να έχει στη συνέχεια τη δυνατότητα να αμφισβητήσει τα σημαντικά εδαφικά κέρδη που αναμένεται να έχει η Ρωσία.
Η Ουκρανία δεν πρόκειται να φτάσει στην ειρήνευση τα επόμενα χρόνια. Το πιθανότερο είναι ότι θα έχουμε μία κατάσταση όπως αυτή που προέκυψε με την ενσωμάτωση της Κριμαίας στη Ρωσία το 2014 και την επικράτηση των ρωσόφωνων αυτονομιστών στις ανατολικές περιοχές, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Αν ο Πούτιν επιτύχει τους στρατηγικούς του στόχους και καταλάβει την ανατολική και νότια Ουκρανία αποκόπτοντάς την πλήρως από τη Μαύρη Θάλασσα και ενώνοντας τα εδάφη που ελέγχει με την Τρανσνίστρια, που έχει αποσχισθεί από τη Μολδαβία και ελέγχεται από ρωσόφωνους, θα έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για γενικευμένη αστάθεια στην καρδιά της Ευρώπης.
Αν αποτύχει στην επίτευξη βασικών στρατηγικών στόχων και περιοριστεί στη διεύρυνση του ρωσικού ελέγχου στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, όπως και στην περιθωριοποίηση της ουκρανικής παρουσίας στη Θάλασσα του Αζόφ, τότε θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για έναν πόλεμο φθοράς, ο οποίος μπορεί να εξελιχθεί σε βάθος χρόνου σε βάρος της Ρωσίας.
Όποιο σενάριο και να επικρατήσει, είναι φανερό ότι ο πόλεμος και η κρίση θα συνεχιστούν με πολύ σοβαρές συνέπειες για την ευρωπαϊκή οικονομία, πολύ περισσότερο για την ελληνική με τα γνωστά διαρθρωτικά προβλήματα.
Έπεσαν όλοι έξω
Ενδιαφέρον στοιχείο της αναμέτρησης είναι ότι και οι δύο πλευρές έπεσαν έξω σε βασικές τους εκτιμήσεις.
Ο Πούτιν υποτίμησε το στρατιωτικό δυναμικό των Ουκρανών και την αποφασιστικότητά τους έναντι του εισβολέα.
Το Κρεμλίνο θεωρούσε ότι στις ανατολικές και νότιες περιοχές της Ουκρανίας οι περισσότεροι κάτοικοι θα υποδέχονταν τα ρωσικά στρατεύματα σαν απελευθερωτές. Η εκτίμηση αυτή είχε περάσει και στις στρατιωτικές μονάδες, οι οποίες αιφνιδιασμένες από την αντίδραση των κατοίκων πέρασαν γρήγορα από την αμηχανία στη βαρβαρότητα και τα εγκλήματα πολέμου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σημαντικό τμήμα των ρωσικών στρατευμάτων που επιτέθηκαν στην Ουκρανία αποτελείτο από ένα είδος ένοπλης αστυνομίας, που αποδείχθηκε εντελώς ακατάλληλη για πολεμικές επιχειρήσεις.
Με βάση την ανάλυση που είχε κάνει η ρωσική ηγεσία, το Κίεβο και άλλα αστικά κέντρα θα έπεφταν γρήγορα, οι μάχες θα ήταν σχετικά περιορισμένες και μικρής διάρκειας και γι’ αυτό έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στην αστυνόμευση μετά τη νίκη και την εδραίωση της κατοχής.
Ο Πούτιν έπεσε έξω και στην εκτίμηση των αντιδράσεων των ΗΠΑ και της Ε.Ε., που μπορεί να μην είναι πάντα στο ύψος των περιστάσεων, είναι όμως σε υψηλότερο επίπεδο από αυτήν που είχε συνηθίσει ο Ρώσος πρόεδρος μετά την ενσωμάτωση της Κριμαίας το 2014.
Τα λάθη σε βασικές εκτιμήσεις δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της ρωσικής πλευράς. Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. έπεσαν έξω στον υπολογισμό των κινήσεων του Πούτιν και της πολιτικής αντοχής του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ευρωπαίοι δεν περίμεναν επιθετική κίνηση από την πλευρά του Πούτιν. Γερμανοί και Γάλλοι αγνοούσαν επιδεικτικά τις προειδοποιήσεις των Αμερικανών και των Βρετανών για τη στρατιωτική προετοιμασία της Ρωσίας. Αντιμετώπιζαν επίσης σαν υπερβολικές τις αναλύσεις της Πολωνίας, της Λιθουανίας, της Εσθονίας και της Λετονίας που κατέληγαν όλες στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο να εκδηλωθεί μεγάλης κλίμακας επίθεση της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας.
Το επόμενο βασικό λάθος των Ευρωπαίων, αυτή τη φορά με συμμετοχή των Αμερικανών, ήταν ότι είχαμε να κάνουμε με πόλεμο του Πούτιν και όχι με πόλεμο της Ρωσίας.
Δυστυχώς, η συντριπτική πλειονότητα των Ρώσων στηρίζει τις επιλογές του προέδρου της χώρας. Ακόμα και ανεξάρτητες έρευνες της κοινής γνώμης καταγράφουν αύξηση της αποδοχής της πολιτικής Πούτιν, από το 60% που ήταν πριν την εισβολή σε πάνω από 80%. Επαναλαμβάνεται το ίδιο φαινόμενο, της εκτόξευσης της δημοτικότητάς του, που παρατηρήθηκε μετά την απόσπαση της Κριμαίας από την Ουκρανία.
Επομένως, δεν υπάρχει κανένας εσωτερικός πολιτικός λόγος που θα μπορούσε να οδηγήσει τον Πούτιν στην άμεση εγκατάλειψη της επιθετικής στρατηγικής του.
Θα πρέπει να προηγηθούν η μεγάλη αύξηση των απωλειών των ρωσικών στρατευμάτων, όπως και η σημαντική επιδείνωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης.
Όλα αυτά παίρνουν χρόνο, ενώ οι Ρώσοι είναι εκπαιδευμένοι στην ψυχολογία της περικύκλωσης και στις θυσίες για έναν μεγάλο σκοπό, ο οποίος πολύ συχνά δεν είναι ο σωστός.
Επικίνδυνο όραμα
Οι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί ειδικοί μελετούν ομιλίες και αναλύσεις που έκανε ο Πούτιν μετά το 2008, οπότε η Ρωσία παρενέβη στρατιωτικά και αφαίρεσε από τη Γεωργία το 20% των εδαφών της. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο Πούτιν έχει ένα επικίνδυνο όραμα αναβίωσης της σοβιετικής, ρωσικής αυτοκρατορίας. Σε πρόσφατες ομιλίες και κείμενά του εμφανίζει την Ουκρανία σαν ένα τεχνητό κατασκεύασμα της Δύσης, το οποίο δεν έχει δικαίωμα ύπαρξης σαν κράτος και σαν έθνος.
Κατά συνέπεια, ακόμη και αν υπάρξει προσωρινή παύση των εχθροπραξιών από την πλευρά της Ρωσίας, θα είναι ενταγμένη σε ένα σχέδιο εξουθένωσης της Ουκρανίας με τελικό σκοπό την εξαφάνισή της.
Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες με τον τρόπο που μεταχειρίστηκε ο Χίτλερ την Τσεχοσλοβακία το 1938. Ξεκίνησε διαμαρτυρόμενος για την «καταπίεση» της σημαντικής γερμανικής μειονότητας της χώρας, διεκδίκησε με επιτυχία τα εδάφη στα οποία ήταν συγκεντρωμένη η μειονότητα, στη συνέχεια όμως προχώρησε στην κατάληψη και διάλυση της Τσεχοσλοβακίας.
Ο Χίτλερ διευκολύνθηκε στην επιθετική στρατηγική του από τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες με τη Συμφωνία του Μονάχου –στο όνομα της επιδίωξης της ειρήνης– αποθράσυνε τον Χίτλερ και επιτάχυνε το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε ανάλογη θέση βρίσκονται σήμερα οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. Θα θελήσουν να προσυπογράψουν μία παύση των εχθροπραξιών που μπορεί να γίνει με τους όρους της Ρωσίας και θα προετοιμάζει το επόμενο στάδιο της στρατηγικής του Πούτιν; Θα θελήσουν στο όνομα της ειρήνευσης να προσυπογράψουν μία παύση των εχθροπραξιών που μπορεί να γίνει με τους όρους του Πούτιν, δίνοντάς του τη δυνατότητα να προετοιμάσει την επόμενη φάση της επιθετικής στρατηγικής του;
Ο ρόλος της Γερμανίας
Πολλά θα εξαρτηθούν από τον ρόλο που θα παίξει τελικά η Γερμανία. Πολλοί αναλυτές εστιάζουν στη θριαμβευτική επικράτηση του Όρμπαν στις βουλευτικές εκλογές στην Ουγγαρία και στην πιθανότητα να αρχίσει να ασκεί βέτο στην κοινή πολιτική των «27» έναντι της Ρωσίας, για λογαριασμό του Πούτιν με τον οποίο έχει πολύ καλές σχέσεις συνεργασίας.
Το πρόβλημα όμως της Ε.Ε. είναι πολύ μεγαλύτερο και ακούει στο όνομα Γερμανία. Επί Μέρκελ αναπτύχθηκε εντυπωσιακά η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία, ακόμη και μετά την ενσωμάτωση της Κριμαίας. Είχαμε το παράδοξο η Γερμανία να πρωταγωνιστεί σε οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας και παράλληλα να προχωράει σε πολύ μεγαλύτερη ανάπτυξη της διμερούς συνεργασίας μαζί της.
Πρόκειται για μία διακομματική επιλογή, αν σκεφτούμε ότι στην τελευταία κυβέρνηση Μέρκελ αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών ήταν ο σημερινός Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος, Σολτς. Άλλωστε, ο πρώην Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Γερμανίας, Σρέντερ, κοσμεί με την παρουσία του εδώ και χρόνια τα διοικητικά συμβούλια των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών.
Υποτίθεται ότι μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η γερμανική ηγεσία έχει κάνει μία στροφή στην πολιτική της χώρας που περιλαμβάνει και τη μεγάλη αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Θα πρέπει να περιμένουμε για να δούμε αν αυτή η στροφή έχει στρατηγικό βάθος ή είναι περισσότερο επικοινωνιακή. Ο καγκελάριος Σολτς εξακολουθεί να εναντιώνεται στην επιβολή ευρωπαϊκού εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, με το σκεπτικό ότι θα μπορούσε να προκαλέσει βαθιά ύφεση στη γερμανική οικονομία.
Ο μεγάλος κίνδυνος είναι να χρησιμοποιήσει η Γερμανία το μεγάλο ειδικό βάρος της στην Ε.Ε. για να υπάρξει ένα σύγχρονο Μόναχο. Μια συμφωνία που θα ακρωτηριάζει εδαφικά την Ουκρανία και θα δημιουργεί μία ψευδαίσθηση ειρήνευσης, ενώ στην ουσία θα προετοιμάζει την επόμενη φάση της επιθετικής στρατηγικής του Πούτιν.
Παρατηρώντας τις δηλώσεις των εκπροσώπων της γερμανικής κυβέρνησης μπορούμε να πούμε ότι δεν έχουν πάρει ακόμη τις αποφάσεις τους. Χρησιμοποιούν μία αρκετά σκληρή φρασεολογία σε βάρος του Πούτιν, τα μέτρα όμως στα οποία συμφωνούν δεν αντιστοιχούν στη φρασεολογία και τον κίνδυνο που περιγράφουν.
Αναποτελεσματικές οι κυρώσεις
Ο πόλεμος έχει μέλλον και γιατί οι κυρώσεις που επιβάλλουν οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. σε βάρος της Ρωσίας είναι, σε γενικές γραμμές, αναποτελεσματικές.
Όπως έγραψε η γαλλική «Le Monde», οι εκπρόσωποι της Ε.Ε. αντιμετωπίστηκαν με ειρωνικό τρόπο από τον υπουργό Εξωτερικών της Ινδίας, όταν του ζήτησαν να συμβάλλει η Ινδία στην αποτελεσματική εφαρμογή των κυρώσεων και να μην αυξήσει τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία.
Τους υπενθύμισε ότι η Ινδία καλύπτει μόλις το 3% των συνολικών εισαγωγών πετρελαίου που πραγματοποιεί από τη Ρωσία, ενώ η Ε.Ε. αύξησε κατά 15% στη διάρκεια του Μαρτίου –δηλαδή μετά το ξέσπασμα του πολέμου– την εισαγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Το ίδιο θέμα έθιξε, με τον δικό του τρόπο, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπεύθυνος για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, Μπορέλ, μιλώντας στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την Τετάρτη 6 Απριλίου 2022.
Όπως χαρακτηριστικά είπε, θεωρούμε ότι έχουμε κάνει το καθήκον μας έναντι της Ουκρανίας αποφασίζοντας να την ενισχύσουμε με οπλικά συστήματα αξίας ενός δισ. ευρώ. Από την άλλη πλευρά όμως, έχουμε στείλει στον Πούτιν από την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, 35 δισ. ευρώ για εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πρόκειται για μια «γιγαντιαία διαφορά».
Στη νέα λίστα των κυρώσεων που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπεται απαγόρευση των εισαγωγών άνθρακα από τη Ρωσία, οι οποίες όμως έχουν αξία 4 δισ. ευρώ τον χρόνο. Το μεγάλο ζήτημα των εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, με τις οποίες χρηματοδοτείται η πολεμική μηχανή του Πούτιν, παραμένει.
Από τη στιγμή που η ίδια η Ε.Ε. δεν πολυπιστεύει στις οικονομικές κυρώσεις που εφαρμόζει, γίνεται πολιτικά και πρακτικά αδύνατη η συνεργασία χωρών όπως η Ινδία και η Κίνα στην επιβολή κυρώσεων ή έστω στην αποτροπή παράκαμψής τους.
Μόνο 40 χώρες συνεργάζονται στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία στη βάση στρατηγικής σημασίας περιορισμών στην εφαρμογή των κυρώσεων.
Ακόμα κι αν υπάρξουν στο άμεσο μέλλον αποτελεσματικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, θα χρειαστεί να περάσουν πολλοί μήνες για να επηρεαστούν η οικονομία και κυρίως η πολεμική βιομηχανία και οι ένοπλες δυνάμεις της.
Όσο πιο διστακτική είναι η Ε.Ε. στην εφαρμογή των κυρώσεων, τόσο θα μεγαλώνουν το στρατηγικό πλεονέκτημα της Ρωσίας έναντι της Ουκρανίας και η απόσταση που μας χωρίζει από την ειρήνευση στην περιοχή.
Η πορεία των επιχειρήσεων
Η πορεία των στρατιωτικών επιχειρήσεων δεν είναι αυτή που θα ήθελε ο Πούτιν. Παρ’ όλα αυτά, όμως, η Ρωσία έχει το πλεονέκτημα και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα φτάσει στη νίκη, οι διαστάσεις της οποίας όμως είναι δύσκολο να προσδιοριστούν από τώρα.
Οι Ουκρανοί κέρδισαν τον διεθνή θαυμασμό και την εκτίμηση με μία ευέλικτη και αποτελεσματική άμυνα και τη δυνατότητά τους να αξιοποιήσουν τα αντιαρματικά και αντιαεροπορικά συστήματα που τους πρόσφεραν Αμερικανοί, Βρετανοί και Ευρωπαίοι.
Οι Ρώσοι φάνηκαν αρκετά πρόχειροι στην πρώτη φάση της εκστρατείας, με τις μεγαλύτερες αδυναμίες τους να εκδηλώνονται στη χαμηλή ποιότητα των μεσαίων στελεχών και την έλλειψη πειθαρχίας στη βάση του στρατεύματος.
Αρκετοί στρατηγοί χάθηκαν πηγαίνοντας στην πρώτη γραμμή του μετώπου για να συντονίσουν τα μεσαία στελέχη. Σύμφωνα με όσα αφηγούνται οι Ουκρανοί στις περιοχές από τις οποίες πέρασαν ρωσικά στρατεύματα αλλά και από πληροφορίες που προκύπτουν από τηλεφωνικές υποκλοπές, πολλοί Ρώσοι στρατιώτες ενδιαφέρονται περισσότερο για το πλιάτσικο παρά για τη συμμετοχή τους στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Οι ειδικοί διακρίνουν τρεις φάσεις στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων των ρωσικών στρατευμάτων. Στην πρώτη φάση πήγαν για γρήγορα αποτελέσματα και κατάληψη μεγάλων αστικών κέντρων για να αποσυντονίσουν πλήρως τους Ουκρανούς και να προκαλέσουν την πτώση της κυβέρνησης.
Απέτυχαν, γι’ αυτό πέρασαν στη δεύτερη φάση, δίνοντας έμφαση στην υπεροπλία που έχουν στο πυροβολικό και στα πυραυλικά συστήματα. Άρχισαν να χτυπούν τη βασική υποδομή της Ουκρανίας και να ισοπεδώνουν τις πόλεις της για να καταπονήσουν την ουκρανική άμυνα και να περιορίσουν τις δικές τους απώλειες. Εκτιμάται ότι για να επικρατήσουν οι επιτιθέμενοι σε ένα αστικό κέντρο με καλά οργανωμένη άμυνα πρέπει να έχουν πλεονέκτημα της τάξης του 6 προς 1 και να είναι έτοιμοι να υποστούν μεγάλες απώλειες.
Τα ρωσικά στρατεύματα έχουν μπει τώρα στην τρίτη φάση των επιχειρήσεών τους. Μεταφέρουν το κύριο βάρος της προσπάθειας στις ανατολικές και νότιες περιοχές της Ουκρανίας και δεν δείχνουν να βιάζονται, θεωρώντας ότι ο χρόνος είναι με το μέρος τους.
Αναπτύσσουν τις δυνάμεις τους με βάση τον ποταμό Δνείπερο που είναι το μοναδικό φυσικό εμπόδιο στην ανάπτυξή τους και ουσιαστικά χωρίζει τα ⅔ της χώρας από το ⅓ που επιδιώκουν να καταλάβουν οι Ρώσοι. Αξιοποιούν επίσης το σιδηροδρομικό δίκτυο για τη μεταφορά των στρατευμάτων και κυρίως των τεθωρακισμένων, ύστερα από τις αρνητικές εμπειρίες που είχαν στην ευρύτερη περιοχή του Κιέβου.
Η γενική εκτίμηση είναι ότι η Μαριούπολη έχει χαθεί οριστικά για τους Ουκρανούς και πως οι Ρώσοι επεκτείνουν τον έλεγχό τους σε στρατηγικής σημασίας περιοχές και αστικά κέντρα φιλοδοξώντας να καταλάβουν και την Οδησσό. Οι Ουκρανοί χρειάζονται –σε αυτή τη φάση– διαφορετικά, πιο σύνθετα οπλικά συστήματα για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον ρωσικό «οδοστρωτήρα» και να διευρύνουν στη συνέχεια ορισμένες επιτυχημένες αντεπιθέσεις τους.
Υβριδικός πόλεμος
Ο πόλεμος που διεξάγεται είναι υβριδικός, με την έννοια ότι δεν περιορίζεται στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Ο Πούτιν χρησιμοποιεί το όπλο των προσφυγικών ρευμάτων σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα απ’ ό,τι ο Ερντογάν.
Δέκα εκατομμύρια Ουκρανοί, περίπου το ¼ του πληθυσμού, έχουν ήδη πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς, με 4 εκατ. από αυτούς να καταφεύγουν στο εξωτερικό. Δημιουργούνται ξανά έτσι οι συνθήκες μεγάλης ευρωπαϊκής πίεσης, ενδεχομένως και αποσταθεροποίησης.
Προς το παρόν, η υποδοχή των προσφύγων, ιδιαίτερα στην Πολωνία, μπορεί να θεωρηθεί υποδειγματική. Αυτό όμως μπορεί να αλλάξει όταν διαπιστωθεί ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες ήρθαν για να μείνουν, εφόσον η συνέχιση του πολέμου αποκλείει τη γρήγορη επιστροφή στην πατρίδα τους.
Επιπλέον, τις επόμενες εβδομάδες αναμένεται να κάνουν την εμφάνισή τους στις γειτονικές χώρες πρόσφυγες από την Ουκρανία που δεν έχουν μεγάλη κινητικότητα και χαρακτηριστικά μεσαίας τάξης –όπως τα πρώτα εκατομμύρια– και γι’ αυτό είναι πιο δύσκολο να προσαρμοστούν χωρίς εντάσεις στη νέα κατάσταση.
Εκτός από το προσφυγικό, ο Πούτιν αξιοποιεί με μαεστρία και την προπαγάνδα. Έχει πείσει τη ρωσική κοινή γνώμη ότι δεν κάνει πόλεμο κατά της Ουκρανίας, αλλά μία «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» για την… «αποναζιστικοποίησή» της.
Επόμενος στόχος του είναι η διεθνής κοινή γνώμη, την οποία προσπαθεί να πείσει ότι η επισιτιστική κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν οφείλεται στον πόλεμο που περιορίζει το παραγωγικό δυναμικό και το εξωτερικό εμπόριο της Ρωσίας και της Ουκρανίας, αλλά στις οικονομικές κυρώσεις που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. σε βάρος της Ρωσίας.
Με την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία που αποφάσισε ο Πούτιν μπήκαμε σε μια σκοτεινή περίοδο μεγάλης διάρκειας πολεμικής αναμέτρησης και μεγαλύτερης διάρκειας διεθνούς κρίσης.