
Σε όλες του τις πρόσφατες τηλεοπτικές εμφανίσεις ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται μετριοπαθής, διαλλακτικός μακριά από τον σκληρό αριστερό λόγο. Μάλιστα φροντίζει πάντα να υπενθυμίζει ότι τώρα πια ξέρει πως είναι να κάθεται ένας αρχηγός κόμματος στην καρέκλα του πρωθυπουργού. Παρουσιάζει εαυτόν ρεαλιστή κι όχι ιδεολόγο – ουτοπιστή. Στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ ξέρουν ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να αποδομήσει το προφίλ του Αλέξη Τσίπρα -παρουσιάζοντας τον να χάνει την δημοφιλία του καθώς γνωρίζουν πως ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, είναι το δυνατό χαρτί της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, το μεγάλο όπλο για να παραμείνει ο ΣΥΡΙΖΑ δυναμικά στο πολιτικό παιχνίδι.
Κάποιοι μάλιστα ισχυρίζονται (off the record) ότι εάν δεν υπήρχε το ιστορικό προηγούμενο του Ανδρέα Παπανδρέου θα είχαν επιχειρήσει να τον μπλέξουν και στην υπόθεση Παπαγγελόπουλου θεωρώντας ότι έτσι θα ξεμπέρδευαν μια και καλή από τον Αλέξη Τσίπρα.
Η αυτοκριτική για την μεσαία τάξη
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πάντως το τελευταίο διάστημα εμφανίζεται με διάθεση αυτοκριτικής απέναντι στην μεσαία τάξη, αφού τουλάχιστον δύο φορές μιλώντας για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και θέλοντας να εξηγήσει την απομάκρυνση της κυβέρνησης του από την μεσαία τάξη είπε ότι ο στόχος τους ήταν να βγουν την χώρα από τα μνημόνια και να θωρακίσουν την οικονομία .
Ο Αλέξης Τσίπρας επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους ότι το κόμμα του δεν κάνει αντιπολίτευση μόνο για να χτυπήσει την κυβέρνηση και μάλιστα στην συνέντευξη του στον ALPHA παραδέχτηκε πως του ασκήθηκε εσωκομματική κριτική για τη στάση που κράτησε την περίοδο της υγειονομικής κρίσης, παρ’ όλα αυτά επέλεξε να «μην κουνήσει το δάχτυλο.
Προφανώς ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η συγκολλητική ουσία μεταξύ των σκληροπυρηνικών ΣΥΡΙΖΑίων και των ΠΑΣΟΚογενών, οι οποίοι δεν εμφανίζουν ιδεολογική ταύτιση, ούτε αντιπολιτευτική.
Ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΚΙΝΑΛ
Στην Κουμουνδούρου γνωρίζουν ωστόσο πολύ καλά ότι η προσέγγιση του μεσαίου χώρου συνεπάγεται και εξομάλυνση των σχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ με το ΚΙΝΑΛ καθώς και τα δύο αυτά κόμματα απευθύνονται στην ίδια δεξαμενή. Για να πιούν λοιπόν … νερό θα πρέπει να υπάρξουν σημαντικές εξελίξεις που θα επιτρέψουν μια ενδεχόμενη μετεκλογική συνεργασία .
Το εντυπωσιακό πάντως είναι ότι το τελευταίο διάστημα στελέχη από την «παλαιά φρουρά» -από τους λεγόμενους κομματικούς – όπως ο Νίκος Βούτσης αρχίζουν να βλέπουν με θετικό μάτι το ενδεχόμενο μιας συνεργασίας με το ΚΙΝΑΛ που πριν από λίγο καιρό δεν ήθελαν ούτε να την ακούσουν. Φυσικά σε αυτή την αλλαγή έχει παίξει ρόλο και ότι το κόμμα της Φώφης Γεννηματά το τελευταίο διάστημα εμφανίζεται να έχει σηκώσει ιδιαίτερα τους τόνους απέναντι στην κυβέρνηση.
Σε συνέντευξη του στο indicator.gr ο πρώην πρόεδρος της Βουλής αναφερόμενος στο ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΚΙΝΑΛ είπε:
«Οι εκλογές θα γίνουν με απλή αναλογική, κάτι το οποίο θεωρούμε κατάκτηση. Ευθύτατα είχαμε πει από το 2016, που ψηφίσαμε την απλή αναλογική, ότι είναι το πρόκριμα και ο εμβρυουλκός για συσπείρωση και σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας για τη διαμόρφωση και κυβερνητικής λύσης. Άρα, αυτό το ζήτημα είναι επί τάπητος, είναι στην ατζέντα μας συστηματικά, εργαζόμαστε έτσι ώστε να υπάρξει μέσα στη Βουλή, μέσα στην κοινωνία και μέσα στα κινήματα, μία σύγκλιση των κοινωνικών και των πολιτικών δυνάμεων που έχουν ένα λόγο απέναντι στη δεξιά και στη νεοφιλελεύθερη λογική.
Είναι μία σοβαρή στρατηγική από την πλευρά μας, διότι ανταποκρίνεται και σε κινήσεις που γίνονται σε κλίμακα Ευρώπης, σας παραπέμπω και στο κάλεσμα κοινής δράσης των 150 στη Γαλλία για την αντιμετώπιση της φτώχειας: κάλεσμα ριζοσπαστών, οικολόγων, Αριστερών και σοσιαλδημοκρατών. Γίνονται ευρύτερες προσπάθειες για συγκλίσεις ανάμεσα σε αυτούς τους πολιτικούς χώρους σε κλίμακα Ευρώπης. Για εμάς είναι πάρα πολύ σημαντική αυτή η πλευρά του πολιτικού σκηνικού, μαζί βεβαίως με την ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.
Άλλωστε, έχουμε σημειώσει τη μετακίνηση της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ, ως προς την βασική παραδοχή ότι η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία πρέπει να αποδεσμευτεί πλήρως από τα φιλελεύθερα δόγματα και τις νεοφιλελεύθερες επιταγές που ήταν ακριβώς επί μία εικοσαετία το μοντέλο της κοινής ατζέντας με τους νεοφιλελεύθερους και οδήγησε τη σοσιαλδημοκρατία εκεί που την οδήγησε.»