Ένα μέλος του Ανώτατου Πολιτικού Συμβουλίου στην Υεμένη, το εκτελεστικό όργανο της κυβέρνησης των ανταρτών Χούθι που εδρεύει στη Σαναά, προειδοποίησε την Τουρκία ενάντια σε οποιαδήποτε παρέμβαση στη χώρα. Εάν το πράξει, είπε ο Αμπντούλ Γουαχάμπ αλ-Μαχμπάσι, δεν θα είναι καλύτερη από τη Σαουδική Αραβία, η οποία ηγείται ενός πολέμου που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ στη χώρα από το 2015.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Ο αλ-Μαχμπάσι επικαλέστηκε το κρατικό πρακτορείο IRNA του Ιράν, για τις πληροφορίες και είπε: “αν Τούρκοι στρατιώτες μπουν στην Υεμένη θα έχουν μια μοίρα χειρότερη από εκείνη αυτών που επιχείρησαν κάτι παρόμοιο στο παρελθόν”
Τόνισε ότι, “με όλο το πετρέλαιο [χρήματα] στην κατοχή τους, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης των Ηνωμένων Πολιτειών και των Αραβών του Περσικού Κόλπου και μισθοφόροι νικήθηκαν στην Υεμένη και αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και να βρουν μια διέξοδο από το αυτοδημιούργητο τέλμα”. Εάν η Τουρκία εισέλθει στο πεδίο της μάχης στην Υεμένη, ο αξιωματούχος των Χούθι πρόσθεσε, “είναι ένδειξη ότι η χώρα δεν διέπεται από σοφία και σύνεση, και ότι οι Τούρκοι αξιωματούχοι υποφέρουν από παραλογισμό και είναι κοντόφθαλμοι”.
Τα σχόλιά του έρχονται εν μέσω αναφορών ότι τουρκικά στρατιωτικά οχήματα και εξοπλισμός έχουν μεταφερθεί σε λιμάνια της Σομαλίας πριν από την αποστολή τους στο λιμάνι της Κένα της Υεμένης. Ο τουρκικός εξοπλισμός έχει φτάσει σε μια τουρκική στρατιωτική βάση στα ανοικτά των ακτών της πρωτεύουσας της Σομαλίας Μογκαντίσου, με ένα φορτηγό πλοίο που μεταφέρει περίπου 200 θωρακισμένα οχήματα και διάφορα όπλα. Πιστεύεται ότι προορίζεται για την πολιτοφυλακή Islah που υποστηρίζεται από τη Σαουδική Αραβία και πολεμά εξ ονόματος της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Υεμένης που εδρεύει στο Ριάντ. Τον περασμένο Απρίλιο, κατέστη σαφές ότι η Άγκυρα καθιέρωσε στενότερες σχέσεις με το Κόμμα Μεταρρύθμισης (Al-Islah) στην Υεμένη. Πρόκειται ουσιαστικά για το τοπικό παράρτημα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Το Islah “παίζει καθοριστικό ρόλο στο να δώσει στα τουρκικά θεσμικά όργανα και στην τουρκική κυβέρνηση -τα οποία εμφανίζονται μεταμφιεσμένα ως φιλανθρωπικές οργανώσεις- πρόσβαση στις πόλεις της Υεμένης”, είχε δηλώσει ο πολιτικός αναλυτής Μαχμούντ αλ-Ταχίρ εκείνη την εποχή. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ροής Τούρκων αντιπροσώπων από την Υεμένη στη Λιβύη. Αναφορές τον Ιούνιο έδειξαν ότι η Τουρκία μετέφερε αρκετές εκατοντάδες μαχητές του Islah από την Υεμένη στη Λιβύη για να πολεμήσουν στο πλευρό των δυνάμεων του Φαγέζ αλ-Σάρατζ και της Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNA).
Το ότι μεταφέρονται στη Σομαλία δεν αποτελεί έκπληξη, μιας και η χώρα από τη μία έχει μετατραπεί σε αφρικανικό προτεκτοράτο της Τουρκίας, ενώ από την άλλη, χωρίς καμία προσπάθεια να κρυφτούν, οι Τούρκοι της πρεσβείας στο Μογκαντίσου εκπαιδεύουν τον στρατό της χώρας εξ ονόματος της Τουρκίας, σε σημείο που η γλώσσα ομιλίας να είναι τα τουρκικά και οι στρατιωτικοί ύμνοι να είναι στην τουρκική γλώσσα.
Το πρακτορείο ειδήσεων Al-Akhbar του Λιβάνου ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ότι ο φερόμενος ρόλος της Τουρκίας στην Υεμένη έχει κλιμακωθεί μετά τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της Άγκυρας και του Ριάντ. Οι Σύριοι μισθοφόροι λέγεται ότι έχουν κινητοποιηθεί για να πολεμήσουν στην Υεμένη “για την άμυνα” της πόλης Μαρίμπ, η οποία είναι το τελευταίο προπύργιο των δυνάμεων που υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία στο βόρειο τμήμα της χώρας. Οι τελευταίοι πολεμούν ενάντια στις ένοπλες δυνάμεις της Υεμένης που είναι σύμμαχοι των Χούθι, οι οποίοι στηρίζονται από το Ιράν.
Οι ενέργειες της Τουρκίας στη Λιβύη, με τη χρήση Σύρων αντικαθεστωτικών, τζιχαντιστών και εξτρεμιστών μαχητών από τη Συρία, πρέπει να έχουν απήχηση στο Ιράν, το οποίο χρησιμοποιεί πληρεξούσιους μαχητές σε όλη την περιοχή για παρέμβαση σε άλλες χώρες.
Το παραπάνω αποκαλύπτει κατά ένα μόνο ποσοστό το πώς Τουρκία, Ιράν και Μουσουλμανική Αδελφότητα μετά τη Λιβύη άπλωσαν πλοκάμια και στην Υεμένη.
Παρά την προειδοποίησή του, ο αλ-Μπαχμπάσι είπε ότι δεν πίστευε ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα δεσμεύσει Τούρκους στρατιώτες στην Υεμένη, αλλά αντ’ αυτού θα χρησιμοποιήσει μισθοφόρους, παρόμοια τακτική με τις παρεμβάσεις του στη Λιβύη και τη σύγκρουση Ναγκόρνο-Καραμπάχ μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας. “Η εισβολή στην Υεμένη δεν θα έχει καλό τέλος για τον ίδιο τον Ερντογάν, καθώς και για την κυβέρνηση και τον στρατό της χώρας”, επέμεινε.
Πώς Τουρκία, Ιράν και Μουσουλμανική Αδελφότητα μετά τη Λιβύη άπλωσαν πλοκάμια και στην Υεμένη
Τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία έχει επεκτείνει τον περιφερειακό της ρόλο, πρώτα στη Συρία στα σύνορά της, στη συνέχεια στη Λιβύη στις αρχές του έτους, μια παρέμβαση που επηρεάζει την ασφάλεια ολόκληρης της περιοχής της Μεσογείου από το Ισραήλ ως την Ευρώπη, και όλο και περισσότερο στο βόρειο Ιράκ. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία έχει στρατιωτικές θέσεις σε εννέα χώρες, από τη Βοσνία στην Ευρώπη, μέχρι το Κατάρ στον Κόλπο και το Αφγανιστάν. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της δραστηριότητας είναι η καθιέρωση αυτού που ορισμένοι μελετητές αποκαλούν “μίνι αυτοκρατορία”.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η τουρκική κυβέρνηση στηρίχθηκε σημαντικά σε ισλαμιστές αντιπροσώπους και μισθοφόρους, και υπάρχουν ενδείξεις για την επανάληψη αυτού του μοτίβου και στην Υεμένη, η οποία έχει ρημαχτεί από τον πόλεμο. Εάν η Τουρκία αποκτήσει παρουσία εις βάθος στην Υεμένη, θα έχει βάσεις και στις δύο πλευρές του Κόλπου του Άντεν, δεδομένου ότι έχει ήδη παρουσία στη Σομαλία, την οποία έχει καταστήσει προτεκτοράτο και θα είναι σε θέση να απειλήσει την μεγάλης σημασίας υδάτινη οδό Bab al-Mandeb, χρησιμοποιώντας τα λιμάνια του Τζιμπουτί.
Το όπλο “Μουσουλμανική Αδελφότητα” και το Ιράν
Τον Απρίλιο, κατέστη σαφές ότι η Άγκυρα καθιέρωσε στενότερες σχέσεις με το Κόμμα Μεταρρύθμισης (Al-Islah) στην Υεμένη. Πρόκειται ουσιαστικά για το τοπικό παράρτημα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Το Islah “παίζει καθοριστικό ρόλο στο να δώσει στα τουρκικά θεσμικά όργανα και στην τουρκική κυβέρνηση -τα οποία εμφανίζονται μεταμφιεσμένα ως φιλανθρωπικές οργανώσεις- πρόσβαση στις πόλεις της Υεμένης”, είχε δηλώσει ο πολιτικός αναλυτής Μαχμούντ αλ-Ταχίρ εκείνη την εποχή.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι αξιωματούχοι του Islah επισκέπτονταν την Τουρκία, πιο ανοιχτά και πιο συχνά, συνεδριάζοντας με μέλη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η κυβέρνηση Ερντογάν φιλοξένησε εδώ και καιρό και υποστήριξε τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και αυτό ήταν ιδιαίτερα προφανές από την πτώση του προέδρου της Αδελφότητας, Μοχάμεντ Μόρσι στην Αίγυπτο το 2013. Μεγάλο ποσοστό των μελών της Αιγυπτιακής Αδελφότητας μετακόμισε στην Τουρκία, όπου τους επετράπη -σε ένα περιβάλλον ΜΜΕ που κυριαρχείται από θεωρίες συνωμοσίας και εξτρεμιστικό λόγο- ελευθερία όσο αφορά την υποκίνηση ενάντια στη νέα κυβέρνηση, του Αμπντελφατάχ αλ-Σίσι στην Αίγυπτο.
Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ροής Τούρκων αντιπροσώπων από την Υεμένη στη Λιβύη. Αναφορές τον Ιούνιο έδειξαν ότι η Τουρκία μετέφερε αρκετές εκατοντάδες μαχητές του Islah από την Υεμένη στη Λιβύη για να πολεμήσουν στο πλευρό των δυνάμεων του Φαγέζ αλ-Σάρατζ και της Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNA). Είναι ενδιαφέρον ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτή η μεταφορά δυνάμεων του Islah πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας συμφωνίας, ίσως σιωπηρή και όχι ρητή, μεταξύ της Τουρκίας και του πληρεξουσίου του Ιράν, στην Υεμένη, του Ansarallah (ευρύτερα γνωστοί ως μαχητές “Χούδι”), μια εξτρεμιστική πολιτοφυλακή Ζαϊντιτών (θρησκευτική ομάδα των Σιιτών, που κυριαρχεί στην Υεμένη) που ξεκίνησε τον πόλεμο στην Υεμένη το 2014 με πραξικόπημα ενάντια στη νόμιμη κυβέρνηση.
Ενώ η Τουρκία μπορεί να είναι ο κύριος χορηγός της Μουσουλμανικής Αδελφότητας προς το παρόν, η ιδεολογική συγγένεια μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν και της Αδελφότητας είναι καλά τεκμηριωμένη, όπως και οι επιχειρησιακοί δεσμοί, που υπάρχουν. Η πιθανότητα ευθυγράμμισης μεταξύ της Τουρκίας του Ερντογάν, του ισλαμικού καθεστώτος στο Ιράν και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δεν είναι συνεπώς αδιανόητη στην Υεμένη και τη Λιβύη, όπου, εκτός από την ιδεολογία, έχουν κοινά συμφέροντα.
Οι ενέργειες της Τουρκίας στη Λιβύη, με τη χρήση Σύρων αντικαθεστωτικών, τζιχαντιστών και εξτρεμιστών μαχητών από τη Συρία, πρέπει να έχουν απήχηση στο Ιράν, το οποίο χρησιμοποιεί πληρεξούσιους μαχητές σε όλη την περιοχή για παρέμβαση σε άλλες χώρες. Επιπλέον, η Τουρκία, στηρίζοντας τη GNA στη Λιβύη, υποστηρίζει την πλευρά που πολεμά τους (θεωρούμενους) κοσμικούς που υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία. Ένα βασικό μέρος της εξωτερικής πολιτικής του Ιράν από την ισλαμική επανάσταση του 1979 ήταν η μάχη εναντίον της Σαουδαραβικής επιρροής στην περιοχή. https://66a4e83032671bb47ba4835856fa121d.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-38/html/container.html
Υπήρχαν σημάδια ότι κάτι τέτοιο υλοποιείται, δηλαδή μια συμμαχία Τουρκίας-Ιράν-Αδελφότητας, από τα μέσα Ιουνίου. Πρώτον, υπήρξε ανεξήγητη αναφορά για την Υεμένη σε δήλωση του υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν μετά από συνάντηση μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών της Τουρκίας και του Ιράν. Δεύτερον, το ιρανικό καθεστώς δήλωσε την ανοιχτή του υποστήριξη στον Ερντογάν στη Λιβύη.
Διαρκώς αυξανόμενη παρουσία
Τα στοιχεία της αύξησης της τουρκικής παρουσίας στην Υεμένη συνεχίστηκαν τον Μάιο. Πηγές στη χώρα αφορούσαν ειδήσεις για μια προσεκτική, κυρίως συγκεκαλυμμένη, αλλά σταθερή επέκταση της τουρκικής επιρροής στην Υεμένη, κυρίως σε τρεις παράκτιες περιοχές: Σάμπουα, Σοκότρα και αλ-Μούκα στην επαρχία Ταΐζ. Η Σάμπουα έχει περάσει στον έλεγχο του Κόμματος Islah της Αδελφότητας, και ο Τουρκικός Οργανισμός Ανθρωπιστικής Βοήθειας (IHH), ο οποίος έχει συνδεθεί με την Αλ Κάιντα στο παρελθόν, σημειώθηκε ότι δραστηριοποιείται εκεί.
Τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης θέτουν τις βάσεις για τον ρόλο της Τουρκίας στην Υεμένη από το 2018 και τον Ιούνιο του 2020 τα επίσημα μέσα ενημέρωσης της Τουρκίας διαφήμισαν τον ρόλο της χώρας στην Υεμένη, αν και παρουσιάστηκε ως ανθρωπιστική βοήθεια.
Η κατεστραμμένη οικονομία στην Τουρκία εξαιτίας της κακοδιαχείρισης και της διαφθοράς της κυβέρνησης του Ερντογάν, ιδίως όσο αφορά την πανδημία κορονοϊού, θα έπρεπε να είχε αποτρέψει την τουρκική ανάμιξη, ειδικά σε τόσο πολλά μέρη, τόσο μακριά. Ωστόσο, το Κατάρ παρενεβλήθη για να προσφέρει τα χρήματα για της εξορμήσεις της Τουρκίας, πρώτα στη Λιβύη και, όπως φαίνεται, στην Υεμένη. Το μποϊκοτάζ προς το Κατάρ από τους γείτονές του έχει περιορίσει τη δραστηριότητα του Κατάρ, αλλά προφανώς έχει ωφελήσει την Τουρκία.
Συμπέρασμα
Παρόμοια με την υπόθεση της Λιβύης, η τουρκική κλιμάκωση στην Υεμένη έρχεται σε μια στιγμή που οι ειρηνευτικές προσπάθειες δείχνουν ελπιδοφόρα σημάδια. Αντί να ρίχνει το βάρος της σε αυτές τις προσπάθειες, η τουρκική κυβέρνηση ενισχύει τους αδιάλλακτους ριζοσπάστες που υπόσχονται μόνο περαιτέρω αποσταθεροποίηση και δυστυχία.