Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που πιστεύουν πως ζούμε μία αναβίωση του Ψυχρού Πολέμου, μία επιστροφή στο ‘πνεύμα του 1989’. Τα δε πρόσφατα γεγονότα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία θεωρούνται από τους αναλυτές αυτούς επιβεβαίωση της προσέγγισής τους. Ωστόσο άλλοι αναλυτές δεν συμφωνούν. Τονίζουν μάλιστα πως θα μπορούσε για άλλη μια φορά να κάνει τις δυτικές χώρες να “διαβάσουν” λάθος τον κόσμο και τη δική τους δύναμη στο να τον διαμορφώνουν.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Λάθος ανάγνωση
Μια τέτοια ανάγνωση, η οποία συνήθως υπερτονίζεται από ανθρώπους που έζησαν τις μεθυστικές τελευταίες ημέρες του Ψυχρού Πολέμου, είναι επικίνδυνη. Θα μπορούσε για άλλη μια φορά να κάνει τις δυτικές χώρες να “διαβάσουν” λάθος τον κόσμο και τη δική τους δύναμη στο να τον διαμορφώνουν.
Οι σημερινές γεωπολιτικές πραγματικότητες είναι ακόμη πιο περίπλοκες απ’ ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, θολώνοντας κάθε “καθαρή” και κάθετη ηθική αντίθεση μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχίας. To τονίζει ιδιαίτερα ο Pankaj Mishra σε άρθρο του στον Bloomberg. Στρεφόμενες προς τη Βενεζουέλα, πιθανώς ακόμη και προς το Ιράν προκειμένου να μετριάσουν την πίεση στις τιμές του πετρελαίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήδη εξαφανίζουν τη θεωρία της “συμμαχίας των δημοκρατιών”.
Η Κίνα, ένας αξιόπιστος αντισοβιετικός εταίρος στη δεκαετία του 1970, φαίνεται να έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια στενή πρόσδεση στη Δύση δεν είναι ούτε επιθυμητή ούτε βιώσιμη. Επί του παρόντος, το Πεκίνο ενισχύει τη ρωσική προπαγάνδα και λογοκρίνει τις φωνές κατά του Πούτιν εντός της Κίνας.
Το πιο σημαντικό είναι ότι μια μεγάλη ομάδα χωρών φαίνεται έτοιμη να μείνει αμέτοχη και αυστηρά ουδέτερη στον νέο Ψυχρό Πόλεμο μεταξύ μιας βιαστικά επανενωμένης Δύσης και της Ρωσίας.
Οι “ουδέτεροι”
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο δήλωσε ότι η χώρα του “δεν πρόκειται να διαλέξει πλευρά” στη σύγκρουση. Η Νότια Αφρική ήταν μόνον η μεγαλύτερη μεταξύ 17 αφρικανικών χωρών οι οποίες απείχαν κατά την ψηφοφορία για το ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών το οποίο καταδίκαζε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η Αργεντινή, η Τουρκία, το Μεξικό και η Ινδονησία ανήκουν στη μεγάλη πλειοψηφία των κρατών που αρνήθηκαν να επιβάλουν κυρώσεις στη Ρωσία.
Η πιο αποκαλυπτική παρουσία στο μέτωπο των “ουδέτερων” είναι η Ινδία, τυπικά τουλάχιστον η μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο. Οι μακροχρόνιοι δεσμοί με τη Μόσχα – καθώς η Ρωσία καλύπτει περίπου τις μισές ανάγκες της Ινδίας σε στρατιωτικό υλικό – εξηγούν μόνον εν μέρει την άρνηση της Ινδίας να συνταχθεί με τους εταίρους της των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας στην τετραμερή συμμαχία Quad.
Όπως πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, οι οποίες ήδη βρίσκονταν σε μάχη ενάντια στον πολιτικά αδυσώπητο πληθωρισμό, η κυβέρνηση του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι ανησυχεί για την αύξηση της τιμής των βασικών εξαγωγικών προϊόντων και αγαθών της Ρωσίας – πετρελαίου, σιταριού και λιπασμάτων. Ο Μόντι, από την άλλη, σίγουρα εκτιμά τη σταθερή υποστήριξη της Ρωσίας για την αφαίρεση από πλευράς Ινδίας της συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτονομίας της επαρχίας του Κασμίρ.
Για όλους αυτούς τους λόγους και γι’ ακόμη περισσότερους, η Ινδία δεν πρόκειται να απομακρυνθεί από τη θεμελιώδη γεωπολιτική στρατηγική της μη ευθυγράμμισης – παίζοντας με τη μία δύναμη εναντίον της άλλης και διασφαλίζοντας παράλληλα υλικές και διπλωματικές παραχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Οι ψυχροπολεμικοί οι οποίοι επιμένουν στη θέση “μαζί μας ή εναντίον μας” ποτέ δεν αξιολόγησαν στην πραγματική τους διάσταση τις συναλλακτικές και αέναα μεταβαλλόμενες σχέσεις οι οποίες βρίσκονται στον πυρήνα της μη ευθυγράμμισης. Ούτε επιδιώκουν να καταλάβουν πόσο προσεκτικά και επιφυλακτικά σταθμίζουν τα πολυπληθέστερα έθνη του κόσμου τη συνεργασία τους με μια διεθνή τάξη η οποία κυριαρχείται από τη Δύση.
Οι Ινδονήσιοι εξακολουθούν να θυμούνται την οικονομική κατάρρευση του 1998 στη Νοτιοανατολική Ασία, για την οποία ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό δυτικοί επενδυτές. Οι Κινέζοι εθνικιστές συνεχίζουν να επικαλούνται τον βομβαρδισμό του 1999, από πλευράς ΝΑΤΟ, της πρεσβείας της Κίνας στο Βελιγράδι. Οι αναμνήσεις στην Ασία και την Αφρική από την εισβολή στο Ιράκ το 2003 και την καταστροφική επέμβαση της Δύσης στη Λιβύη παραμένουν νωπές.
Για πολλούς Ασιάτες, Λατινοαμερικανούς και Αφρικανούς, ο Πούτιν δεν μοιάζει ένας άνευ προηγουμένου παραβάτης του διεθνούς δικαίου. Η αντιδυτική ρητορική του βρίσκει ακόμη και ευήκοα ώτα – αυτό μπορεί κανείς να το δει, για παράδειγμα, στην προσωπική του δημοτικότητα σε χώρες όπως η Ινδία και η Ινδονησία.
Αποαμερικανοποίηση
Σε κάθε περίπτωση, η δυσπιστία προς τις επιθετικές περιφερειακές δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και το Ιράν εξισορροπείται από την υποψία ότι οι ΗΠΑ είναι μια βαθιά αποδυναμωμένη και εξαιρετικά ασταθής υπερδύναμη. Οι αμφιβολίες αυτές επιβεβαιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ και δεν διαλύονται καθόλου όσο βλέπει κανείς από τη συνεχιζόμενη επιρροή του Τραμπ και του “τραμπισμού” στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ.
Η ιδιοτελής απάντηση της Ευρώπης και της Αμερικής στην παγκόσμια πανδημία βοήθησε να οικοδομηθεί ακόμη μεγαλύτερη δυσαρέσκεια κατά της Δύσης. Αυτή αναμένεται να αυξηθεί με απερίσκεπτες ενέργειες όπως η ακύρωση από τη Λιθουανία της αποστολής εμβολίων κατά της Covid-19 στο Μπαγκλαντές λόγω της άρνησης του τελευταίου να καταδικάσει τη Ρωσία στον ΟΗΕ.
Καθώς οι ΗΠΑ παγώνουν τα αποθέματα σε δολάριο της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας και εμβληματικές για τους καταναλωτές εταιρείες όπως η Apple, η American Express και η McDonald’s αποδεσμεύονται απότομα από τη χώρα, κράτη σε όλο τον κόσμο επανεξετάζουν τη δική τους εξάρτηση από δυτικά αγαθά, τεχνολογίες, χρηματοοικονομικά συστήματα και συστήματα πληρωμών.
Η Κίνα, εξοργισμένη από τον στραγγαλισμό της Huawei Technologies από τον Τραμπ και την επαπειλούμενη αποβολή των κινεζικών εταιρειών από τη Wall Street, επιδιώκει εδώ και καιρό την αυτονομία της στους πολύ σημαντικούς κλάδους των χρηματοοικονομικών και της τεχνολογίας και προσπαθεί να βρει τρόπους να αμφισβητήσει την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου. Άλλες εθνικές προσπάθειες για οικοδόμηση οικονομικής ανθεκτικότητας και διαφοροποίηση των εφοδιαστικών αλυσίδων, από εκείνες των εμβολίων κατά του Covid μέχρι εκείνες των ημιαγωγών, θα επιταχυνθούν επίσης.
Αδιέξοδο ή ήττα
Καθώς το τοπίο της παγκοσμιοποίησης κατακερματίζεται, οι προοπτικές για δημοκρατία θα μειώνονται ταχύτερα, παρά τη ρητορική περί “νέας γέννησης της ελευθερίας”. Αυταρχικά καθεστώτα σε όλο τον κόσμο έχτιζαν ήδη υψηλά ψηφιακά φρούρια για να κρατούν εκτός δημόσιας ζωής την πολιτική αντιπολιτευτική διαφωνία. Η απόσυρση των υπηρεσιών από εταιρείες μέσων επικοινωνίας της Silicon Valley δεν θα τις δυσχεράνει, αλλά μάλλον θα τις βοηθήσει να διατηρήσουν το μονοπώλιό τους στην παραπληροφόρηση.
Ό,τι κι αν συμβεί στην Ουκρανία, λοιπόν, οι ακόλουθες τάσεις πρόκειται μονάχα να εντείνονται: ευκαιριακή “ουδετερότητα”, αποδημοκρατισμός, αποδολαριοποίηση του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος και γενική αποαμερικανοποίηση του πλανήτη.
Ο ψυχρός πόλεμος τελείωσε το 1989 εν μέσω υπερβολικά πολλών φαντασιώσεων για το ηθικό κύρος και τις γεωπολιτικές δυνατότητες του ελεύθερου κόσμου. Ένας δεύτερος ψυχρός πόλεμος ο οποίος θα ξεκινήσει με περισσότερες τέτοιες αυταπάτες οδεύει προς ένα καταστροφικό αδιέξοδο, αν όχι προς ξεκάθαρη ήττα για τους φορείς τους.