Γράφει ο Timothy Kudo
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Opinion / The New York Times
Όσοι πήραμε μέρος σε αυτό τον πόλεμο, πρέπει τώρα να αναρωτηθούμε: Πώς είναι δυνατόν να χαρίσαμε τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας για ένα τέτοιο ψέμα;
Οι πόλεις του Αφγανιστάν έπεσαν η μία μετά την άλλη: σαν άνθρωποι ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά. Πρώτα το Zaranj, λίγες μέρες μετά η Kunduz, έπειτα η Kandahar και η Lashkar Gah. Ακολούθησε το Mazar-i-Sharif. Αποκεί οι Ταλιμπάν συνέχισαν αποφασισμένοι την επέλασή τους για να καταλάβουν την Καμπούλ.
Παρακολουθώντας αυτές τις εξελίξεις, αρχικά δεν ένιωθα τίποτα. Όμως, τις νύχτες επέστρεφα στο Αφγανιστάν. Είναι ένας εφιάλτης: ο εχθρός και εγώ είμαστε ο ένας στο στόχαστρο του άλλου. Ποιος θα πυροβολήσει πρώτος; Πιέζω, αλλά η σκανδάλη μαγκώνει. Το δάχτυλο του μαχητή Ταλιμπάν λυγίζει. Ξυπνάω. Πάνε 10 χρόνια που βλέπω το ίδιο όνειρο, από τότε που επέστρεψα από το Αφγανιστάν. Σήμερα, όμως, αισθάνομαι πως ο εφιάλτης έχει γίνει πραγματικότητα.
Δεκαετίες πολέμου έγιναν σκόνη μέσα σε λίγες εβδομάδες. Οι Ταλιμπάν προέλαυναν με μια ταχύτητα που μου θύμισε την κατάληψη της Βαγδάτης από τους Αμερικανούς. Υπάρχουν και άλλες ομοιότητες: οι στρατιές των Ταλιμπάν εισβάλλουν στις χρυσοποίκιλτες εγκαταστάσεις των διεφθαρμένων Αφγανών συμμάχων μας και θαυμάζουν τις χειροπιαστές “αποδείξεις” της πολυετούς αμερικανικής βοήθειας που έκλεψαν οι πρώην κυβερνώντες τους.
Μες στην ημέρα η σκέψη μου επιστρέφει στο παρελθόν. Στην άλλη άκρη του ασύρματου ακούω για μια διμοιρία που έχει ακινητοποιηθεί, ακούω την αναφορά για έναν τραυματισμένο πεζοναύτη και το “σπάσιμο” στην τρομαγμένη φωνή του λοχία, ακούω το τικ-τακ του ρολογιού καθώς χύνεται το αίμα από τον λαιμό του 19χρονου – σπεύδουμε να στείλουμε ένα ελικόπτερο, που όταν φτάσει θα είναι πολύ αργά.
Παρακολουθώ ένα ρεπορτάζ που λέει ότι η αμερικανική πρεσβεία θα καταστρέψει τις σημαίες της για να στερήσει από τους Ταλιμπάν τη νίκη σε επίπεδο προπαγάνδας. Σκέφτομαι την αστερόεσσα που κυμάτιζε πάνω από την παλιά μου βάση, τη λέγαμε “Habib”, που θα πει “αγαπημένη” στα αραβικά. Πέντε άντρες πέθαναν κάτω από αυτήν τη σημαία – για ποιον λόγο;
Τα γεράκια συνεχίζουν να κάνουν κύκλους και να στριγγλίζουν. Οι φωνές των τελευταίων 20 ετών, που μας έσπρωξαν στο πεδίο της μάχης, επιστρέφουν στα βραδινά δελτία ειδήσεων για να μας “πουλήσουν” ότι τα στρατεύματα πρέπει να μείνουν εκεί. “Τίποτα δεν έχει χαθεί ακόμα”, λένε πρώην στρατηγοί, υπουργοί και πρεσβευτές. “Περισσότερα στρατεύματα μπορούν να κρατήσουν τη γραμμή αντιπαράταξης. Η νίκη είναι προ των πυλών”.
Αλλά η ταχύτητα με την οποία επέλασαν οι Ταλιμπάν καθιστά σαφές ότι η τωρινή έκβαση του πολέμου ήταν αναπόφευκτη – πάντα ήταν. Ο εχθρός δεν είχε κανένα λόγο να διαπραγματευτεί ούτε φημιζόταν για την αυτοσυγκράτησή του. Το μόνο ερώτημα ενώπιον του Προέδρου Μπάιντεν ήταν πόσοι Αμερικανοί στρατιώτες θα έπρεπε να πεθάνουν πριν συμβεί αυτό. Και μπορεί η “αποχώρηση τώρα” να είναι η σωστή απόφαση για τις ΗΠΑ, ωστόσο είναι ολέθρια για τον αφγανικό λαό τον οποίο προδώσαμε.
Οι Αφγανοί εξαναγκάζονται να ζήσουν πάλι υπό καθεστώς θρησκευτικής τυραννίας, εξέλιξη ακόμα πιο οδυνηρή μετά τη σύντομη εμπειρία τους από μια κατάσταση ελευθερίας. Τώρα βλέπουν το φως από την άλλη άκρη ενός σκοτεινού τούνελ. Οι πόρτες των σχολείων θα κλείσουν για τα κορίτσια και τα αγόρια θα επιστρέψουν στις θρησκευτικές τους σπουδές. Για τον αφγανικό λαό, το τόξο της ηθικής θα τεντωθεί προς τα πίσω και θα σπάσει.
Η παλιά μου μονάδα, το 1ο Τάγμα Πεζοναυτών 8ος Λόχος, στάλθηκε για να διασφαλίσει την προστασία του αεροδρομίου της Καμπούλ. Ζηλεύω. Και τι δεν θα ’δινα για να βρίσκομαι τώρα εκεί, για να δώσω και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου. Μα είναι αδύνατον. Σύντομα μαθαίνω ότι εγκαθίσταται μια εφεδρική πρεσβεία στο αεροδρόμιο, ότι η θέση μας καταρρέει, ότι η απομάκρυνση των Αμερικανών που έχουν απομείνει στο Αφγανιστάν θα πραγματοποιηθεί -αντί σε διάστημα εβδομάδων- μέσα σε λίγες μέρες, και εντέλει μέσα σε λίγες ώρες: 36, συγκεκριμένα.
Και ενώ “τρέχουν” όλες αυτές οι εξελίξεις, αρχίζουν οι “φανφάρες” για τους διάσημους που πήγαν στο πάρτι για τα 60ά γενέθλια του Μπαράκ Ομπάμα, μια γιορτή την ώρα που ο πόλεμος –που επεκτάθηκε χρονικά κατά τη δική του προεδρική θητεία– έχει ατιμωτική έκβαση. Μα δεν φέρει μόνος του την ευθύνη. Για ό,τι συνέβη φταίνε και οι στρατηγοί μας. Για εμάς που πονάμε κάθε μέρα και αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν να χαρίσαμε τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας για ένα τέτοιο ψέμα, δεν υπάρχει γιορτή.
Η κατάρρευση ήταν αιφνίδια, η αποχώρησή μας τόσο κακοσχεδιασμένη ώστε να μην μπορούμε να απομακρύνουμε τους –ευάλωτους πλέον– Αφγανούς που συνεργάστηκαν μαζί μας. Ζητάμε απελπισμένα από τα συμμαχικά έθνη που πολέμησαν στο πλευρό μας να τους φιλοξενήσουν. Μερικές χιλιάδες εδώ, μερικές χιλιάδες εκεί. Κοιτάζω στο λιμάνι της Νέας Υόρκης προς το Άγαλμα της Ελευθερίας και αναρωτιέμαι γιατί δεν υψώνουμε τον δικό μας πυρσό για τους απόκληρους αυτού του πολέμου. Είναι νεκρός ο δικός μας Κολοσσός ή θα αναστηθεί για να κάνει το χρέος του;
Βλέπω το ελικόπτερο Huey να κλυδωνίζεται πάνω από την αμερικανική πρεσβεία στη Σαϊγκόν, αλλά να είστε σίγουροι, λένε, πως η έκβαση στο Αφγανιστάν θα είναι διαφορετική από του 1975. Ωστόσο, είναι οι πατεράδες και οι παππούδες μας που πολέμησαν και έχασαν αυτή τη μάχη στο παρελθόν και αυτοί κάτι ξέρουν παραπάνω από εμάς. Θα υποφέρουν το ίδιο τα δικά μας παιδιά;
Υπάρχουν πολλές ευθύνες σε όλους. Στο κάτω-κάτω, εάν δεν ήμασταν εμείς που πήγαμε εθελοντές, δεν θα υπήρχε κανείς στο πεδίο της μάχης. Θα ήθελα να εμφανιστώ μπροστά σε εκείνον τον νεαρό που ήμουν, να του δώσω ένα χαστούκι και να του πω να ακολουθήσει άλλον δρόμο. “Θα ψοφήσεις εκεί πέρα”, θέλω να του πω. “Όχι στο σώμα, αλλά στο πνεύμα”. Αλλά αυτός o νεαρός έχει χαθεί, και θα περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου με καρφωμένο το βλέμμα στη σκιά του.
Και τέλος, υπάρχουν οι συμπατριώτες μου Αμερικανοί –Ρεπουμπλικάνοι, Δημοκρατικοί και ανεξάρτητοι– που ψήφισαν επανειλημμένα επί 20 χρόνια όλους αυτούς τους προέδρους και τα μέλη του Κογκρέσο που μας παραπλάνησαν και μας οδήγησαν στην ήττα. Αυτή η εθνική ατίμωση είναι κρίμα στο λαιμό όλων μας.
Ξαφνικά, η πραγματικότητα επιστρέφει στο προσκήνιο. Όλο το Αφγανιστάν είναι δέσμιο. Ακούω τον λαό του να ουρλιάζει. Και σε λίγο καιρό θα ακούσω τον επιθανάτιο ρόγχο του.
Εδώ στην πατρίδα, ο ουρανός του Μανχάταν είναι καθαρός, ο Πύργος της Ελευθερίας λάμπει και το έθνος μας προοδεύει. Αυτή η αμερικανική τραγωδία έφτασε στην τελευταία της πράξη. Και περιμένουμε να πέσει η αυλαία.
* Ο Τίμοθι Κούντο, πρώην λοχαγός Πεζοναυτών που υπηρέτησε στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, γράφει ένα μυθιστόρημα για τον Πόλεμο του Αφγανιστάν.