Yπήρχαν καλά και κακά νέα στα αναθεωρημένα στοιχεία της Παρασκευής για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυξήθηκε —οριακά— το δεύτερο τρίμηνο του έτους, αντί να συρρικνωθεί όπως είχε εκτιμηθεί προηγουμένως.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Από τον Mark Thompson/CNN Business
Ωστόσο, η τελευταία ενημέρωση από το Γραφείο Εθνικής Στατιστικής έδειξε επίσης ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η μόνη οικονομία της G7 που δεν έχει ανακάμψει πλήρως από την πανδημία, με το ΑΕΠ να εξακολουθεί να είναι 0,2% μικρότερο από ό,τι στις αρχές του 2020. Και, σύμφωνα με την Bank of England, η οικονομία πιθανότατα ήδη συρρικνώνεται ξανά, με τον πληθωρισμό να οδεύει προς το 11%.
«Το σημαντικό [στα στοιχεία της Παρασκευής] ήταν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο αγωνίζεται να αναπτυχθεί και θα αντιμετωπίσει μια πιθανή βαθύτερη ύφεση στην πορεία, και η σημερινή αναθεώρηση δεν το αλλάζει αυτό», δήλωσε ο Craig Erlam, ανώτερος αναλυτής αγοράς στην Oanda.
Μπορεί να χρειαστεί πολύς χρόνος μέχρι να ανακάμψει, δεδομένης της κρίσης που προκλήθηκε από την απόφαση της Πρωθυπουργού Liz Truss την περασμένη εβδομάδα να ανακοινώσει τεράστιες μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές παράλληλα με ένα πολύ μεγάλο πακέτο ενεργειακών επιδοτήσεων. Η κίνηση αυτή, μεγάλου ρίσκου, τρόμαξε τις χρηματοπιστωτικές αγορές και εκτόξευσε το κόστος δανεισμού για τη βρτετανική κυβέρνηση, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
«Έγιναν όλα αυτά μαζί, τα οποία είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση των γενικότερων στόχων για υψηλότερη ανάπτυξη και χαμηλότερο πληθωρισμό», δήλωσε στο CNN νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ο Mohamed El-Erian, ειδικός στην αγορά ομολόγων και σύμβουλος της Allianz. «Και πάλι, η κατάσταση δεν ήταν εξαιρετική από την αρχή. Τώρα, τα προβλήματα όμως έχουν ενισχυθεί».
Μια έκτακτη παρέμβαση της Τράπεζας της Αγγλίας την Τετάρτη ηρέμησε τις αγορές και απέτρεψε την κατάρρευση ορισμένων συνταξιοδοτικών ταμείων. Ωστόσο, το σχέδιο Truss για την τόνωση της ανάπτυξης απέτυχε άσχημα, με τους επενδυτές να αναμένουν τώρα ότι η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια κατά 1,25% ή ακόμα και 1,5% έως τις 2 Νοεμβρίου για να αντιμετωπίσει τον πληθωριστικό αντίκτυπό του.
Το τι θα συμβεί στη συνέχεια δεν είναι ξεκάθαρο. Η Truss και ο υπουργός Οικονομικών της Kwasi Kwarteng επέμειναν την Πέμπτη ότι θα τηρήσουν το σχέδιό τους, αλλά έχουν ένα πολύ στενό παράθυρο -ίσως μόλις δύο εβδομάδων- για να πείσουν τους επενδυτές ότι μπορούν να τους εμπιστευτούν τα οικονομικά της χώρας. Η έκτακτη αγορά ομολόγων της Τράπεζας της Αγγλίας πρόκειται να ολοκληρωθεί στις 14 Οκτωβρίου.
Το μεγάλο πρόβλημα για την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ότι έχει παγιδευτεί ανάμεσα στο ότι πρέπει να καθησυχάσει τις αγορές και τους ψηφοφόρους που γίνονται όλο και πιο οργισμένοι με το αυξανόμενο κόστος των στεγαστικών τους δανείων. «Η αύξηση, η αναβολή ή η εγκατάλειψη των φορολογικών περικοπών θα αποφευχθεί από την Truss πάση θυσία, καθώς μια τέτοια ανατροπή θα ήταν ταπεινωτική και θα μπορούσε να την αφήσει να μοιάζει με κουτσή πρωθυπουργό», έγραψαν νωρίτερα σε άρθρο τους οι Mujtaba Rahman και Jens Larson από την εταιρεία συμβούλων πολιτικού κινδύνου Eurasia Group.
Η μόνη εναλλακτική λύση που θα απομένει για να εξισορροπηθεί η κατάσταση θα ήταν η μείωση των κρατικών δαπανών, και αυτό θα αποδεικνυόταν εξίσου πολιτικά δύσκολο καθώς πλανάται η ύφεση με τις δημόσιες υπηρεσίες υπό τεράστια πίεση και ένα ανήσυχο εργατικό δυναμικό που έχει δείξει ότι είναι έτοιμο να απεργήσει για τις αμοιβές.
Την ίδια στιγμή, τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων για το Συντηρητικό κόμμα έχουν καταρρεύσει. Η βρετανική υπηρεσία Survation κατέγραψε το μεγαλύτερο προβάδισμα που είχε ποτέ το αντιπολιτευόμενο Εργατικό Κόμμα έναντι των κυβερνώντων Συντηρητικών αυτή την εβδομάδα —21 μονάδες.
Η δημοσκόπηση, που διεξήχθη στις 28-29 Σεπτεμβρίου, έδειξε ότι το 49% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα ψήφιζε Εργατικούς εάν διεξαχθούν εκλογές αύριο, ένα ποσοστό αυξημένο κατά έξι μονάδες από την ημέρα πριν την ανάληψη των καθηκόντων της Truss. Μια ξεχωριστή δημοσκόπηση του IpsosUK, που δημοσιεύτηκε επίσης στις 29 Σεπτεμβρίου, έδειξε ότι οι Εργατικοί έχουν ξεκάθαρο προβάδισμα έναντι των Συντηρητικών όσον αφορά τις πολιτικές για την οικονομία, τη διαχείριση φόρων και δημόσιων δαπανών και την κρίση κόστους ζωής.