Οι επιπτώσεις των συγκρούσεων στις αγορές των εμπορευμάτων είναι άμεσες, αλλά οι αναλυτές εκτιμούν ότι θα υπάρξουν μεσοπρόθεσμες αλλά και μακροπρόθεσμες επιδράσεις που θα απεικονιστούν στις τιμές των εμπορευμάτων σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.
Στο επίκεντρο βρίσκεται οι αγορές ενέργειας και τροφίμων, τόσο άμεσα (μέσω υψηλότερους κόστους), όσο και έμμεσα. Ερώτημα είναι οι δευτερογενείς επιπτώσεις μέσω της υψηλότερης/χαμηλότερης αναμενόμενης οικονομικής δραστηριότητας αλλά και οι επιδράσεις στην οικονομική εμπιστοσύνη και πώς θα μεταφραστούν. Στους κινδύνους περιλαμβάνονται η αύξηση του πληθωρισμού, η ύφεση ή ακόμα και ο στασιμοπληθωρισμός.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Στο βασικό σενάριο των αναλυτών που υποθέτει ότι το status quo, δηλαδή οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες, παραμένουν, οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό είναι αυξημένες, οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη μειωμένες, αλλά ακόμη οι αναλυτές δεν προεξοφλούν σε καμία περίπτωση ύφεση ή στασιμοπληθωρισμό.
Οι τρέχουσες προθεσμιακές τιμές για τα ενεργειακά προϊόντα, αν και έχουν κινηθεί ανοδικά όλο το τελευταίο διάστημα, εξακολουθούν να δείχνουν ότι αγορά πιστεύει ότι θα υπάρξουν επαρκείς αναπληρώσεις των δεξαμενών φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ώστε η κρίση εφοδιασμού τον επόμενο χειμώνα να μπορεί να αποφευχθεί και εξακολουθούν να υποθέτουν ότι σοδειές των σιτηρών και του καλαμποκιού σε Ουκρανία και Ρωσία θα είναι υπαρκτές και η διανομή εντός του σχεδιασμού. Σε αυτά τα επίπεδα τιμών, τα μέτρια προβλήματα εφοδιασμού μπορεί να παραταθούν λόγω επιπλοκών στην προμήθεια ορισμένων βιομηχανικών μετάλλων από τη Ρωσία ενώ οι αγορές τροφίμων θα αντιμετωπίσουν περαιτέρω ανατιμήσεις, αλλά δεν θα υπάρξει διακοπή της τροφοδοσίας.
Στο καλό σενάριο που προβλέπει ταχεία αποκλιμάκωση της τρέχουσας σύγκρουσης στην Ουκρανία, η βασική διαφορά σε σχέση με τα παραπάνω είναι η βραχυπρόθεσμη πτώση των ενεργειακών τιμών, καθώς η τιμολόγηση της αγοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου επανέρχεται στα προ της κρίσης επίπεδα, δηλαδή, το πετρέλαιο γύρω στα 90 δολάρια ανά βαρέλι και το φυσικό αέριο στα 20-25 δολάρια ανά MMBtu, και υπάρχει επίσης μικρότερη βραχυπρόθεσμη πίεση στις τιμές των βασικών αγαθών και των τροφίμων.
Στο κακό σενάριο, στο οποίο η σύγκρουση κλιμακώνεται ή μεγεθύνεται με εμπλοκή και άλλων χωρών, οι τιμές που παρατηρούμε στις αγορές είναι χαμηλές. Θα οδηγηθούμε σε ακόμα πιο απότομη αύξηση των τιμών σε ενέργεια βραχυπρόθεσμα, με το πετρέλαιο στα 150 δολάρια ανά βαρέλι και το φυσικό αέριο στα 60 δολάρια ανά MMBtu, καθώς η προσφορά από τη Ρωσία περιορίζεται, ασκώντας περαιτέρω πίεση στους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας.
Σε ένα τέτοιο κακό σενάριο, η Ευρώπη δεν θα μπορεί να «γεμίσει» τις δεξαμενές φυσικού αερίου επαρκώς κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και ως αποτέλεσμα εκτός από τη μείωση της ζήτησης το επόμενο χειμώνα θα υπάρξουν και ελλείψεις στην αγορά.
Μακροπρόθεσμα, θα υπάρξει σημαντική πίεση στην προσφορά βιομηχανικών εισροών και τροφίμων, ενώ η χαμηλότερη εμπιστοσύνη των καταναλωτών αυξάνει τα επίπεδα αποταμίευσης, μειώνοντας την κατανάλωση και συνεπώς τις βασικές πληθωριστικές πιέσεις πιο μακροπρόθεσμα. Αυτό το σενάριο προβλέπει σημαντικά υψηλότερες βραχυπρόθεσμες πληθωριστικές πιέσεις λόγω της ενέργειας και των υψηλότερων τριβών, αλλά στη συνέχεια εντονότερη πτώση του (πυρήνα) πληθωρισμού το 2023, λόγω των ασθενέστερων συνολικών οικονομικών θεμελιωδών μεγεθών.
Οι μέσες εκτιμήσεις
Οι αναλυτές, στη βάση δεδομένων της Factset, τοποθετούν τη μέση τιμή του πετρελαίου για το 2022 στα 82,5 δολάρια και το 2023 στα 76,11 δολάρια περίπου και εν’ συνεχεία οι τιμές του «μαύρου χρυσού» θα κινηθούν ελαφρώς χαμηλότερα επόμενα έτη. Οι εκτιμήσεις αυτές είναι μέσες τιμές από μεγάλο αριθμό καταγραφών και σε μεγάλο βαθμό αντανακλούν το βασικό σενάριο των οίκων, το οποίο δεν προμηνύει «καταιγίδα».
Οι τιμές του φυσικού αερίου στις ΗΠΑ θα κινηθούν ανοδικά φέτος σε 4,13 Mmbtu αλλά όπως και το πετρέλαιο, θα κινηθούν χαμηλότερα τα επόμενα έτη.
Αναφορικά με τα αγροτικά προϊόντα που αποτελούν μείζον ζήτημα για τις οικονομίες και τους καταναλωτές, οι εκτιμήσεις για φέτος κάνουν λόγω για τιμές το Δεκέμβριο φέτος στα 5,20 δολάρια ανά μπούσελ το καλαμπόκι, 7,40 δολάρια ανά μπούσελ το σιτάρι και 11,70 δολάρια ανά μπούσελ η σόγια. Οι τιμές στο τέλος του 2022, εκτιμώνται χαμηλότερες από ότι στο τέλος του 2021 για το καλαμπόκι και τη σόγια, ενώ για το σιτάρι προεξοφλούνται ήδη δυσκολίες.
Τέλος, αναφορικά με τα κατασκευαστικά μέταλλα, ο χαλκός υπολογίζεται σε 9.423 δολάρια ανά μετρικό τόνο και σταθερά υψηλά σε όλα έτη έως και το 2026, το αλουμίνιο στα σχεδόν στα 2.800 δολάρια ανά μετρικό τόσο στο LME και ελαφρώς χαμηλότερα μετά το τέλος του 2023 και μόλυβδος, κασσίτερος και ψευδάργυρος επίσης σε υψηλά επίπεδα και μεγάλη ανησυχία.
*Δείτε σε μεγαλύτερη ανάλυση τον πίνακα με τις προβλέψεις για τις τιμές των εμπορευμάτων στη δεξιά στήλη “Συνοδευτικό Υλικό”