Η τρέχουσα εκτίναξη των τιμών της ενέργειας φέρνει έσοδα ρεκόρ στη Ρωσία και κρατά όρθια την οικονομία της χώρας που έχει πληγεί από τις κυρώσεις. Ωστόσο, παρόλο που η Μόσχα αποκομίζει τα βραχυπρόθεσμα κέρδη είναι απίθανο να διαρκέσουν.
της Maria Shagina
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Ένας συνδυασμός δυτικών κυρώσεων, επιταχυνόμενης ενεργειακής μετάβασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ορίων που έχει η μετατόπιση της Ρωσίας προς την Ασία, καθιστούν θλιβερές τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της βιομηχανίας πετρελαίου και φυσικού αερίου της χώρας.
Οι παραδοσιακοί ενεργειακοί δεσμοί της Μόσχας με την Ευρώπη δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1960, η ενεργειακή γέφυρα λειτούργησε ως σταθεροποιητικός μηχανισμός και μέσο οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ της Δυτικής Ευρώπης και της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι υποδομές πετρελαίου και φυσικού αερίου αναδείχθηκαν ως φυσική σύνδεση μεταξύ των δύο αντίπαλων μπλοκ και ενθάρρυναν πιο φυσιολογικούς πολιτικούς δεσμούς βασισμένους στο αμοιβαίο οικονομικό συμφέρον.
Από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η απώλεια ελέγχου από πλευράς Ρωσίας στις υποδομές διαμετακόμισης και ο βαθύς μετασχηματισμός των ενεργειακών αγορών της ΕΕ, έχουν μετατρέψει την ενεργειακή γέφυρα σε πηγή εντάσεων. Η εισβολή στην Ουκρανία αύξησε τις εντάσεις αυτές σε οριακό σημείο.
Άμεσες συνέπειες της εισβολής στην Ουκρανία
Μετά την εισβολή, η Δύση επέβαλε σαρωτικά τιμωρητικά μέτρα. Οι κυρώσεις έχουν αποκόψει από τις δυτικές κεφαλαιαγορές καίρια ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η SberBank, η VEB και η Gazprombank, κάτι που θα τους καταστήσει δύσκολο να πραγματοποιήσουν νέες επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα της χώρας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ εκμεταλλεύτηκαν την υψηλή εξάρτηση της Ρωσίας από την ξένη τεχνολογία επιβάλλοντας απαγόρευση εξαγωγών τεχνολογίας υγροποίησης, βασικού στοιχείου για τους τομείς της διύλισης και των πετροχημικών.
Από τον Φεβρουάριο του 2022, μεγάλες δυτικές ενεργειακές εταιρείες και εταιρείες παροχής υπηρεσιών σε κοιτάσματα πετρελαίου έχουν διαγράψει τα ρωσικά assets τους ή περιόρισαν τις ρωσικές τους δραστηριότητες, υπό το φόβο των επιπτώσεων στη φήμη τους. Η ΕΕ συμφώνησε στις 30 Μαΐου σε ένα σταδιακό εμπάργκο του ρωσικού πετρελαίου που θα επιβαρύνει περαιτέρω τη βιομηχανία.
Το εμπάργκο, που θα τεθεί σε ισχύ από τα τέλη του τρέχοντος έτους, θα στοχεύσει τις θαλάσσιες αποστολές αργού και πετρελαϊκών προϊόντων από τη Ρωσία και θα περιλαμβάνει απαγόρευση ναυτιλιακής ασφάλισης. Αναμένεται να ισχύσει για το 90% των ρωσικών εισαγωγών, κάτι που μεταφράζεται σε χαμένα έσοδα 22 δισ. δολαρίων ετησίως για τη Ρωσία.
Η παραγωγή πετρελαίου της χώρας μειώθηκε κατά 10% τον Απρίλιο σε σύγκριση με τον Μάρτιο και αναμένεται να μειωθεί κατά 17% στο έτος μέχρι το τέλος του 2022. Η παραγωγή φυσικού αερίου αναμένεται επίσης να μειωθεί φέτος κατά 5,6%. Η υποχώρηση της εγχώριας ζήτησης και οι αυτο – κυρώσεις από διεθνείς αγοραστές ήταν οι βασικές αιτίες της πτώσης. Οι δυτικοί αγοραστές αναζητούν εναλλακτικές επιλογές για το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Αρκετά κράτη – μέλη της ΕΕ έχουν ξεκινήσει ήδη σταδιακά την απεξάρτησή τους από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα.
Η ΕΕ έχει δρομολογήσει την αύξηση των εισαγωγών αργού από τη Δυτική Αφρική, συμπεριλαμβανομένων της Αγκόλας, της Νιγηρίας και της Σενεγάλης. Τα κράτη της Βαλτικής σταμάτησαν να εισάγουν ρωσικό φυσικό αέριο τον Απρίλιο. Η Βουλγαρία, η Ολλανδία και η Πολωνία δεν θα ανανεώσουν τα συμβόλαια για φυσικό αέριο που έχουν με την Gazprom.
Η Ιταλία υπέγραψε συμφωνία 400 εκατομμυρίων δολαρίων με τη Σιγκαπούρη για μια πλωτή μονάδα αποθήκευσης και μετατροπής LNG, με τη Ρώμη να επιδιώκει να ενισχύσει τις προμήθειες φυσικού αερίου από την Αλγερία. Η Γερμανία ολοκλήρωσε μια συμφωνία υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και υδρογόνου με το Κατάρ και στοχεύει να επιταχύνει την ανάπτυξη της ηλιακής της ενέργειας. Η Ολλανδία έχει συνάψει συνεργασία με τη Shell για την κατασκευή μονάδας ανανεώσιμων πηγών υδρογόνου.
Μπορείτε να δείτε όλο το άρθρο στα αγγλικά εδώ.
+ There are no comments
Add yours