Ρωσία – Ουκρανία | Τι χωρίζει τις δύο χώρες

Ρωσία – Ουκρανία | Τι χωρίζει τις δύο χώρες

Η Ουκρανία είναι ανεξάρτητη χώρα· αποσχίστηκε από την ΕΣΣΔ το καλοκαίρι του 1990. Το πρόβλημα με την ανεξαρτησία της είναι ότι υπήρξε η πιο εκρωσισμένη και εκσοβιετισμένη δημοκρατία της ΕΣΣΔ με αποτέλεσμα ισχυρά ρωσικά υπολείμματα, όπως το Κόμμα των Περιφερειών το οποίο το 2013 εμπόδισε την προσέγγισή της με την Ευρωπαϊκή Ένωση προκαλώντας βίαιες διαδηλώσεις και κυβερνητική αστάθεια.

Το μετασοβιετικό ουκρανικό πολιτικό τοπίο περιλαμβάνει, εκτός από φιλορωσικές και φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις τις οποίες χωρίζει εγκάρδιο μίσος, ακροδεξιούς εθνικιστές που θεωρούνται νεοναζί και διάφορους «ανεξάρτητους» για τις προθέσεις των οποίων δεν ξέρουμε τίποτα.

Για να βρει η Δύση ένα modus vivendi με τη Ρωσία, πρέπει να καταλάβει πώς βλέπουν οι Ρώσοι το ΝΑΤΟ η σημαία του οποίου κυματίζει στο Ταλίν, 350 χλμ από την Αγία Πετρούπολη. Σίγουρα δεν το βλέπουν ως «αμυντική» συμμαχία ―ποιος μπορεί να τους αδικήσει γι’ αυτή την ιδέα;

Παραλλήλως, βλέπουν την ΕΕ που προσεγγίζει την Ουκρανία σαν τον δούρειο ίππο του ΝΑΤΟ: ο Πούτιν δεν φαίνεται να παίρνει στα σοβαρά την ευρωπαϊκή ισχύ· ο ανταγωνισμός του κατευθύνεται στις ΗΠΑ ―πρόκειται για ένα είδος προεφηβικής κόντρας στις ανατομικές λεπτομέρειες. Σ’ αυτή τη διαρκή διελκυστίνδα ΗΠΑ-Ρωσίας, η ΕΕ παίζει δευτερεύοντα ρόλο ακόμα και ως μεσάζων: επιπλέον, τέσσερα μέλη της―οι τρεις Βαλτικές χώρες και η Πολωνία― δεν θέλουν να βλέπουν τους Ρώσους ούτε ζωγραφιστούς.

Yπάρχουν πολλά σημεία τριβής μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που αφορούν την καταγωγή των λαών και την ιστορική αφήγηση: για τους Δυτικοευρωπαίους το ερώτημα αν ο ουκρανικός λαός είναι ή δεν είναι ξεχωριστός από τον ρωσικό φαίνεται σκέτος αναχρονισμός ―μόνο στα Βαλκάνια ακούγονται ακόμα τέτοιου είδους ερωτήματα.

Αλλά η Ευρασία κινείται σε διαφορετικό χρονικό σημείο: γίνεται ακόμα πολύς λόγος για εθνικό αίμα και εθνικές ταυτότητες τα όρια των οποίων σκληραίνουν εξαιτίας της γενικευμένης φτώχειας, της πολιτικής αστάθειας, της διαφθοράς και της προπαγάνδας χωρίς ενιαίο αφήγημα. Είναι τέτοια η δημογραφική σύνθεση της Ουκρανίας (17% δηλώνουν «Ρώσοι» μολονότι μπορεί να βρίσκονται στην Ουκρανία επί πέντε γενιές) ώστε είναι πολύ δύσκολο να ενωθεί ο πληθυσμός σε κάποιο εθνικό μυθιστόρημα και να αντιμετωπίσει την αντι-ουκρανική προπαγάνδα.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν ξέρουμε τι σκοπό έχει. Αν έχει σκοπό να την κατακτήσει ολοκληρωτικά θα βρεθούμε στα πρόθυρα πολέμου σε ολόκληρη την Ευρασία. Αν εισβάλει με σκοπό κάνει απλώς ένα μεγάλο Μπου η Ρωσία θα έχει απλώς επιδεινώσει τις σχέσεις της με το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, ακόμα και με εκείνο που αναγνωρίζει τους φόβους της.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη όχι μόνο αυτούς τους φόβους ―πραγματικούς και φανταστικούς― καθώς αλλά και την ενεργειακή της ισχύ. Πράγματι, για να εκβιάσει την Ευρώπη, η Ρωσία έχει τη δυνατότητα να την αποκλείσει από πετρέλαιο και αέριο ―οπωσδήποτε με μεγάλες οικονομικές απώλειες για την ίδια: δεν νομίζω ότι θα το κάνει, αν και έχει άλλους υποψήφιους πελάτες· σημασία έχει πάντως ότι μπορεί να το κάνει.

Οι Ρώσοι δεν σκέφτονται όπως οι Δυτικοί: κανείς εκτός από τους Δυτικούς δεν σκέφτεσαι όπως οι Δυτικοί. Ο μαξιμαλισμός των Ρώσων δεν είναι απαραιτήτως οικονομικός· οι ιδέες της εθνικής υπερηφάνειας και του εθνικού μεγαλείου είναι σημαντικότερες, έχουν υπαρξιακό περιεχόμενο.

Δεν ξέρω κατά πόσον ο Άντονι Μπλίνκεν καταλαβαίνει τη ρωσική νοοτροπία κι αν θα καταφέρει να τη διαχειριστεί διαβεβαιώνοντας τους Ρώσους ότι είναι απολύτως ασφαλείς, ότι ουδείς τους υπονομεύει κι ότι δεν υπάρχει πρόθεση «ταπείνωσης». Από την άλλη πλευρά ―κι αυτό είναι το δυσκολότερο― ο Πούτιν πρέπει να καταλάβει ότι για να αξίζει τον σεβασμό που επιθυμεί χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις: μιας και η πλειοψηφία των Ρώσων δεν έχει ευρωπαϊκή συνείδηση δημοκρατίας, ο Πούτιν παραμένει αρκετά δημοφιλής στο εσωτερικό, αλλά στις εξωτερικές υποθέσεις δεν μπορεί να απολαμβάνει την ίδια ατιμωρησία.

Η Δύση έκανε πολλές γκάφες έναντι των Ρώσων από τη στιγμή της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ: ενθάρρυνε τη μετάβαση στην ολιγαρχία ―με την έμμονη ιδέα των ιδιωτικοποιήσεων― και, από άγνοια του σοβιετικού, ρωσικού και ευρασιατικού πολιτισμού πίστεψε στο τέλος της Ιστορίας. Το ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε είναι πού τα θαλάσσωσε και τι πρέπει να κάνει τώρα. Έχουμε απέναντί μας ένα μεγάλο κράτος με ασθενική παγκόσμια λάμψη και μηδενική soft power, αλλά με ισχυρούς και συγκοινωνούντες μηχανισμούς ―κράτος, FSB, Ορθόδοξη Εκκλησία, στρατό ―παραδοσιακό και virtual― και προπάντων με μια ξεπερασμένη αντίληψη για τον πόλεμο και την ειρήνη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *