H Wall Street κατέγραψε πολλά ρεκόρ το πρώτο εξάμηνο του έτους, ωστόσο, κανένα από αυτά δεν ήταν καλό. Η αμερικανική οικονομία βρίσκεται στο κατώφλι μιας ύφεσης, χτυπημένη από τον υψηλό πληθωρισμό και τα αυξανόμενα επιτόκια, τα οποία πλήττουν τους μισθούς, μειώνουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και οδηγούν σε περικοπές θέσεων εργασίας σε επιχειρήσεις. Καθώς το χρηματιστήριο πέφτει, πέφτουν και οι αγορές…
Οι πρώτοι έξι μήνες του 2022 ήταν το χειρότερο πρώτο εξάμηνο του χρηματιστηρίου από το 1970. Ο S&P 500, ο ακρογωνιαίος λίθος πολλών χαρτοφυλακίων μετοχών και λογαριασμών συνταξιοδότησης, κορυφώθηκε στις αρχές Ιανουαρίου και σημείωσε πτώση σχεδόν 21% τους τελευταίους έξι μήνες.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Το sell-off ήταν αξιοσημείωτα ευρύ, με όλους τους κλάδους εκτός από την ενέργεια να πέφτουν από το ξεκίνημα της χρονιάς. Οι Bellwethers, εταιρείες που απτελούν σημείο αναφοράς της οικονομικής τάσης, όπως η Apple, η Disney, η JPMorgan Chase και η Target, έχουν πέσει περισσότερο σε σχέση με τη συνολική αγορά. Και αυτό είναι μόνο ένα μέρος της ιστορίας τρόμου για επενδυτές και εταιρείες φέτος.
Τα ομόλογα, τα οποία θεωρείται ότι παρέχουν χαμηλότερες αλλά πιο σταθερές αποδόσεις για τους επενδυτές, βίωσαν επίσης ένα τρομερό εξάμηνο. Επειδή τα ομόλογα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στις οικονομικές συνθήκες, αντανακλώντας τις μεταβολές του πληθωρισμού και των επιτοκίων πιο άμεσα από τις μετοχές, το γεγονός της πτώσης τους αποτελεί ίσως ένα ακόμη πιο ανησυχητικό σημάδι για την κατάσταση της οικονομίας.
Ένας δείκτης που παρακολουθεί το 10ετές γραμμάτιο του Δημοσίου, σημείο αναφοράς για το κόστος δανεισμού για στεγαστικά δάνεια, επιχειρηματικά δάνεια και πολλά άλλα είδη χρέους, έχει υποχωρήσει περίπου 10% σε τιμή.
Οι αναλυτές της Deutsche Bank χρειάστηκε να επιστρέψουν μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα για να βρουν χειρότερη απόδοση του πρώτου εξαμήνου για ισοδύναμα ομόλογα. «Μην κάνετε λάθος, αυτό ήταν ένα θλιβερό πρώτο εξάμηνο», δήλωσε ο Jim Reid, επικεφαλής πιστωτικής στρατηγικής και θεματικής έρευνας της Deutsche Bank.
Για τον μέσο επενδυτή με ένα διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο μετοχών και ομολόγων, πιθανότατα να αισθάνεται ότι «τίποτα δεν λειτούργησε», δήλωσε η Victoria Greene, επικεφαλής επενδύσεων στο G Squared Private Wealth. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους επενδυτές που αγόρασαν στην αρχή του έτους, όταν οι αγορές είχαν μια πιο ανοδική διάθεση.
«Το σεβαστό χαρτοφυλάκιο του “60-40” δεν έχει αντέξει καθόλου», είπε η Greene, αναφερόμενη στο μείγμα μετοχών 60% και ομολόγων 40% που παραδοσιακά προτείνουν οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι στους επενδυτές για να τους προστατεύσουν από κάποια πτώση.
Από την αρχή του έτους, ο πεισματικά υψηλός πληθωρισμός, ο οποίος τρέχει σήμερα με τους ταχύτερους ρυθμούς σε περισσότερα από 40 χρόνια και επιδεινώθηκε από την άνοδο των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, έχει διαβρώσει τα εταιρικά περιθώρια κέρδους. Αυτό συνέπεσε με τις επίμονες κρίσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας που δυσκόλεψαν επίσης τις εταιρείες να εκπληρώσουν παραγγελίες πελατών και να διαχειριστούν τα αποθέματα τους.
Η αύξηση των τιμών έχει επίσης πλήξει τις καταναλωτικές δαπάνες, το θεμέλιο της οικονομίας των ΗΠΑ. Μια κυβερνητική έκθεση την Πέμπτη έδειξε ότι οι δαπάνες τον Μάιο αυξήθηκαν με τον πιο αδύναμο ρυθμό του έτους ενώ εκείνες για αγαθά, όπου οι τιμές αυξάνονται ταχύτερα, μειώθηκαν. Μια άλλη πρόσφατη έκθεση έδειξε ότι οι καταναλωτικές δαπάνες νωρίτερα μέσα στο έτος αυξήθηκαν πιο αργά από ό,τι είχε εκτιμηθεί προηγουμένως.
Και μια ποικιλία δεικτών που παρακολουθούν τις προβλέψεις των καταναλωτών, σχετικά με το πόσο γρήγορα θα αυξηθούν οι τιμές στο μέλλον, έχουν επίσης αυξηθεί, ένα ανησυχητικό σημάδι ότι ο πληθωρισμός μπορεί να εδραιωθεί περισσότερο από ότι ανεμένονταν στην αμερικανική οικονομία.
Η κατάσταση του Χρηματιστηρίου
Η πτώση του χρηματιστηρίου φέτος ήταν επώδυνη. Και παραμένει δύσκολο να προβλέψουμε τι επιφυλάσσει το μέλλον. Καθώς οι επενδυτές επανεξετάζουν τις προοπτικές, πριν από λίγες εβδομάδες ο S&P 500 έπεσε σε bear market (περίοδος παρατεταμένης πτώσης των τιμών στο χρηματιστήριο), ένα σπάνιο και ζοφερό σημάδι απαισιοδοξίας και σε ένα όριο που η Wall Street ορίζει ως πτώση 20% από την πιο πρόσφατη κορύφωση του.
Ο δείκτης υποχώρησε τις 10 από τις τελευταίες 12 εβδομάδες, με περιστασιακά ράλι να σβήνουν γρήγορα, καθώς μια νέα περίοδος ανησυχιών κατακλύζει την αγορά. Αυτό έχει τρομάξει τις εταιρείες από το να εισέλθουν στο χρηματιστήριο, με τις αρχικές δημόσιες προσφορές το πρώτο εξάμηνο να τρέχουν με τον χαμηλότερο ρυθμό από το 2009, στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η αποφασιστικότητα της αμερικανικής ομοσπονδιακής τράπεζας (Fed) να τιθασεύσει τον πληθωρισμό αυξάνοντας τα επιτόκια είναι ένας σημαντικός παράγοντας στην τρέχουσα αναταραχή της αγοράς. Ο Jerome H. Powell, πρόεδρος της Fed, δήλωσε την Τετάρτη ότι οι προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας για την καταπολέμηση του πληθωρισμού είναι «πολύ πιθανό να συνεπάγονται κάποιο… πόνο».
Το υψηλότερο κόστος δανεισμού «δροσίζει» την οικονομία μειώνοντας τη ζήτηση, η οποία με τη σειρά της μειώνει την πίεση στις τιμές. Οι απότομα υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων, οι οποίες κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση ως προς τις τιμές, έχουν προκαλέσει ζημιές στα χαρτοφυλάκια των επενδυτών ομολόγων. Και αν ο αγώνας της Fed ενάντια στον πληθωρισμό απαιτεί τα επιτόκια να ανέβουν ψηλότερα και τόσο γρήγορα που η οικονομία να οδηγηθεί σε ύφεση, αυτό θα περιορίσει την ικανότητα των εταιρειών να προσλαμβάνουν νέο προσωπικό, να ξοδεύουν σε νέα έργα και να αποπληρώνουν τα χρέη τους, κάτι που είναι δυσοίωνο για μετοχές και ομόλογα.
Επιπλέον, τα περιουσιακά στοιχεία που πιστεύεται ότι δεν επηρεάζονται από αυτές τις τάσεις έχουν επίσης προσφέρει ελάχιστα καταφύγια. Το Bitcoin, το μεγαλύτερο κρυπτονόμισμα, έχει υποχωρήσει περισσότερο από 50% φέτος.
Βλέποντας ξανά τα οικονομικά συντρίμμια, τίθεται σήμερα το ερώτημα: Πόσο κακό θα μπορούσε επιπλεόν να γίνει;
Τις επόμενες εβδομάδες, οι εταιρείες θα αρχίσουν να αναφέρουν τα κέρδη τους για το δεύτερο τρίμηνο, ενημερώνοντας τους επενδυτές για την πορεία των οικονομικών τους. Αυτές οι εκθέσεις θα εξεταστούν για ενδείξεις ότι η κλονισμένη αμερικανική οικονομία μπορεί να πάρει μια στροφή προς το χειρότερο, γεγονός που θα επηρεάσει τις αποφάσεις αγοράς και πώλησης. Εξίσου σημαντικό με το τι θα αποκαλύπτουν οι εταιρείες για το τελευταίο τρίμηνο τους είναι και το τι λένε για το πώς διαμορφώνονται τα πράγματα για τα επόμενα τρίμηνα, δήλωσε ο Steve Sosnick, επικεφαλής στρατηγικής της Interactive Brokers.
«Γενικά, οι προσδοκίες παραμένουν πολύ υψηλές», είπε. Αυτό είναι είτε ένα σημάδι ότι οι συνθήκες μπορεί να μην είναι τόσο κακές όσο φοβούνται κάποιοι, είτε ότι πρόκειται να απογοητευτούν. Οι προβλέψεις των αναλυτών για τα κέρδη σε εταιρείες όπως η Apple και η JPMorgan παρέμειναν σχετικά σταθερές τον περασμένο μήνα.
Ο Andy Sieg, πρόεδρος της Merrill Lynch Wealth Management, ανέφερε ότι δεν είχε δει σημαντική αύξηση στη συναλλακτική δραστηριότητα μεταξύ των πελατών, η οποία μπορεί να είθναι κάτι συνηθισμένο κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αναταραχής. Υπήρξε, ωστόσο, μεγάλη άνοδος στους πελάτες που αναζητούσαν συμβουλές σχετικά με τον οικονομικό προγραμματισμό, τον οποίο περιέγραψε ως μια «εποικοδομητική» προσέγγιση για την αντιμετώπιση της ύφεσης.
«Όταν οι αγορές είναι πιο ασταθείς, τα συναισθήματα αυξάνονται», είπε ο Sieg. «Αυτή είναι απλώς μια φυσιολογική ανθρώπινη αντίδραση στο είδος του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε» πρόσθεσε.
Ακόμα κι αν τα νέα για τα εταιρικά κέρδη ή την οικονομία δεν είναι τόσο άσχημα όσο φοβούνται ορισμένοι, μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να αλλάξει η ζοφερή διάθεση και αυτό που πολλοί πιστεύουν ότι είναι μια άλλη ψεύτικη «αυγή» που θα σηματοδοτήσει μια αποφασιστική καμπή. «Συνήθως μια bear market αλλάζει όταν ο κόσμος εξακολουθεί να αισθάνεται άσχημα», είπε η Greene του G Squared Private Wealth.
«Υπάρχει μόνο ένας αληθινός πάτος», είπε ο Sosnick της Interactive Brokers. «Αυτό είναι πραγματικά το τελευταίο σημείο καμπής. Και έτσι για μένα δεν είναι ξεκάθαρο ότι έχουμε δει ακόμη τις συνθήκες που σηματοδοτούν έναν από αυτούς».
Για τον Reid της Deutsche Bank, «πολλά εξαρτώνται από το χρονοδιάγραμμα της ύφεσης», είπε. Η πτώση των μετοχών μέχρι στιγμής θα ήταν εξαιρετικά ακραία αν δεν συνοδευόταν από ύφεση, σύμφωνα με την έρευνά του. Οι οικονομολόγοι αυξάνουν την πιθανότητα ότι η οικονομία των ΗΠΑ πρόκειται να μπει σε ύφεση και μια συρρικνούμενη οικονομία συμβαδίζει περισσότερο με την κλίμακα της παρακμής της αγοράς που αναμένει ο Reid. Πιστεύει ότι είναι «εύλογο» η χρηματιστηριακή αγορά να πέσει 35 έως 40% από την κορύφωσή της τον Ιανουάριο, πράγμα που σημαίνει ότι η τρέχουσα πτώση είναι μόλις στα μισά του δρόμου…