
Διέξοδο στο αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η MIG αποτελεί η πώληση της Vivartia στο CVC Capital, σε ένα deal που αποτιμάται στα 630 εκατ. ευρώ και το οποίο έλαβε χθες Παρασκευή, το “πράσινο φως” από την έκτακτη γενική συνέλευση της MIG.
Με την ολοκλήρωση του deal, η MIG θα λάβει από τα 175 εκατ. ευρώ που προσφέρει το CVC Capital για το 100% των μετοχών της Vivartia, τα 161,135 εκατ. ευρώ -η MIG ελέγχει το 92,8% του ομίλου τροφίμων-, μέρος των οποίων θα κατευθυνθεί στη μείωση του δανεισμού της.
Δηλαδή από τα 550 εκατ. ευρώ δάνεια και 49 εκατ. ευρώ ανεξόφλητους συσσωρευμένους τόκους που είχε η MIG με ημερομηνία 31/12/2020, το υπόλοιπο του δανεισμού μετά τη συναλλαγή και την αποπληρωμή του κεφαλαίου αναμένεται να κυμανθεί στα 390 εκατ. ευρώ πλέον των συσσωρευμεμών τόκων, ανέφερε η διοίκηση της MIG κατά τη χθεσινή συνέλευση.
Η συμφωνία με την Τράπεζα Πειραιώς, την οποία έχει επιτύχει η MIG, όπως είπε ο κ. Παναγιώτης Θρουβάλας, πρόεδρος της MIG και της Vivartia, προβλέπει την αναχρηματοδότηση του δανεισμού της για διάρκεια 3+1 έτη. Επίσης συμφωνήθηκε ότι δεν θα υπάρχουν τμηματικές αποπληρωμές αλλά πληρωτέα bullet στη λήξη και εξασφαλίσεις Α και Β ενεχύρου επί των μετοχών της ΑΤΤΙΚΑ Συμμετοχών.
Σε ό,τι αφορά τους τόκους, μετρητοίς θα πληρώνεται ετησίως 1,5 εκατ. ευρώ από 19,1 εκατ. ευρώ που είναι σήμερα και σε είδος 5,2 εκατ. ευρώ έναντι 5,9 εκατ. ευρώ.
“Με αυτή τη συμφωνία αναδιάρθρωσης αυτό που θέλαμε να πετύχουμε και αυτό που έχει γίνει είναι να φύγουν οι πιέσεις από τη δανειακή επιβάρυνση της MIG, να υπάρχει ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον 3 ετών χωρίς αποπληρωμές για να μην δημιουργούν πρόσθετες υποχρεώσεις στην εταιρεία. Να μην πνιγεί η εταιρεία όπως λέμε”, είπε χαρακτηριστικά ο κ. Θρουβάλας.
“Θεωρούμε”, συνέχισε ο κ. Θρουβάλας “ότι είναι μια καλή συμφωνία αναδιάρθρωσης που δίνει έναν αέρα στην εταιρεία (σ.σ. MIG) να μπορέσει τα επόμενα χρόνια να βελτιώσει εν γενεί την οικονομική της θέση χωρίς να έχει την πίεση δανείων που λήγουν και ενδιαμέσων πληρωμών”.
Απαντώντας σε ερωτήσεις μετόχων για επιστροφή κεφαλαίου είπε: “Εάν τυχόν μπορεί να υπάρξει ένα τέτοιο ενδεχόμενο το θέμα αυτό θα εξεταστεί σε κάποια επόμενη γενική συνέλευση”. Ενώ για ενδεχόμενες νέες επενδύσεις και συμμετοχές, σημείωσε: “Προφανώς εάν υπάρξει η δυνατότητα και μπορεί να ανταποκριθεί η MIG θα εξεταστεί και θα αναζητηθούν οι ανάλογοι τρόποι για να γίνει”.
Το deal CVC-Vivartia και οι σύμβουλοι
Σε ό,τι αφορά τη Vivartia, ο κ. Θρουβάλας σημείωσε πως όταν η Eurobank και η Εθνική ανακοίνωσαν, το περασμένο φθινόπωρο, ότι προσέλαβαν σύμβουλο για να προβούν σε πώληση των δανείων του ομίλου τροφίμων, “αυτό δημιούργησε εύλογη ανησυχία για τη διασφάλιση της εύλογης αξίας της εταιρείας”.
Με τον διευθύνοντα σύμβουλο της MIG, κ. Θανάση Παπανικολάου, να αναφέρει πως από την ανακοίνωση της προσφοράς του CVC δεν έγινε γνωστή κάποια επίσημη πρόταση, πλην μιας επιστολής της ΕΜΜΑ Capital.
Όπως είπε ο ίδιος χθες, η Rothschild, ως σύμβουλος, απευθύνθηκε στην ΕΜΜΑ προκειμένου να διερευνήσει το ενδιαφέρον της για τη Vivartia, αλλά από τις επικοινωνίες που ακολούθησαν δεν προέκυψε κάποια ανταγωνιστική προσφορά, ούτε δόθηκε κάποια ένδειξη τιμήματος.
Η Rothschild, είπε ο κ. Παπανικολάου, εξέτασε και την εναλλακτική πρόταση πώλησης επιμέρους κλάδων της Vivartia όπως του Μπάρμπα Στάθη “διαπιστώνοντας όμως”, όπως σημείωσε, “πως μια τέτοια πώληση αφενός δεν θα προσέφερε τίποτε στη MIG, αφού τα τιμήματα θα αποπλήρωναν χρέος της Vivartia και όχι της MIG και αφετέρου θα απαξίωνε τη Vivartia η οποία θα περιοριζόταν στους λοιπούς κλάδους της”.
Απευθυνόμενος στους μετόχους, ο κ. Παπανικολάου είπε πως η Rothschild κατέληξε ότι η προσφορά του CVC, η οποία αντιστοιχεί σε αξία επιχείρησης μεταξύ 602-618 εκατ. ευρώ, βρίσκεται στο άνω όριο του εύρους της αποτίμησης που κυμαίνεται μεταξύ 545-610 εκατ. ευρώ. Η ανάλυση του δεύτερου συμβούλου, της ΕΥ, κατέληξε σε αγοραία αξία του 100% σε ένα εύρος από 140-180 εκατ. ευρώ με μέση αξία τα 159,6 εκατ. ευρώ, ενώ η Alvarez & Marsal όπως ανέφερε ο κ. Παπανικολάου, κατέληξε στο συμπέρασμα πως δύσκολα μπορεί να βρεθεί επενδυτής της ίδιας ποιότητας με το CVC. Έτσι στις 30 Νοεμβρίου το διοικητικό συμβούλιο της MIG ενέκρινε την πώληση της Vivartia.
Οι βασικοί όροι και οι αιρέσεις της συμφωνίας
Ποιοι όμως είναι οι βασικοί όροι της συμφωνίας; Από τα 175 εκατ. ευρώ το τίμημα που ανάλογη στη MIG, δηλαδή στο 92,08% που κατέχει στη Vivartia, ανέρχεται σε 161,135 εκατ. ευρώ. Αυτό το ποσό θα καταβληθεί ολοσχερώς κατά την ημερομηνία ολοκλήρωσης της συναλλαγής. Επίσης η αγοράστρια αναλαμβάνει και το σύνολο του δανεισμού της Vivartia που ανέρχεται στα 455 εκατ. ευρώ μετά και την “ένεση” δανειακής ρευστότητας ύψους 30 εκατ. ευρώ που έλαβε πριν από λίγους μήνες.
Σε ό,τι αφορά τις αιρέσεις, η πρώτη εκπληρώθηκε χθες με την έγκριση της πώλησης από τη γενική συνέλευση των μετόχων της MIG. Η δεύτερη αίρεση είναι η λήψη έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία αναμένεται εντός του μηνός Μαρτίου. Η τρίτη αίρεση είναι η υπογραφή νέων ή τροποποητικών δανειακών συμβάσεων για την αναδιάρθρωση του δανεισμού με τις δανείστριες του ομίλου Vivartia και η συναίνεση τρίτων μερών-δανειστών στο πλαίσο εκκρεμών δανεικακών ή άλλων συμβάσεων της Vivartia.
Όλες αυτές οι αιρέσεις θα πρέπει να πληρωθούν το αργότερο έως τις 30/5/2021, ενώ η ολοκλήρωση της συναλλαγής αναμένεται εντός 10 εργάσιμων ημέρων.
Σε περίπτωση που δεν ολοκληρωθεί η συναλλαγή μέχρι τότε, γιατί κάποιο από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη θα παραβεί τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει, τότε το άλλο συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να δώσει προθεσμία 10 εργάσιμων ημέρων για άρση της παράτασης και σε περίπτωση που αυτή παρέλθει άπρακτη να ζητήσει αποζημίωση ή να υπαναχωρήσει.
Σε περίπτωση που η πωλήτρια γνωστοποιήσει στην αγοράστρια ένα θέμα, γεγονός ή κατάσταση που συνιστά παράβαση εγγυοδοτικών δηλώσεων που δεν μπορεί να θεραπευθεί, τότε μόνο η αγοράστρια μπορεί να υπαναχωρήσει αζημίως από τη συμφωνία.
Η αγοράστρια, δηλαδή το CVC, έχει διενεργήσει νομικό και οικονομικό έλεγχο ενώ υπάρχει πρόβλεψη στη σύμβαση βάσει της οποίας αν προκύψουν ευρήματα που μπορεί να οδηγήσουν στη γέννηση υποχρεώσεων που υπερβαίνουν το ποσό των 10 εκατ. ευρώ η αγοράστρια μπορεί να απαιτήσει από την πωλήτρια αποζημίωση ή ανάληψη σχετικών υποχρεώσεων για το μέλλον.
Επίσης, με βάση τους όρους της συναλλαγής, σε περίπτωση παράβασης των εγγυοδοτικών δηλώσεων αν μεν είναι ουσιώδους σημασίας, όπως η κυριότητα και νομότυπη έκδοση των μετοχών, η ευθύνη της πωλήτριας είναι απεριόριστη, αν όμως προκύψει για τις υπόλοιπες εγγυοδοτικές δηλώσεις, τότε η ευθύνη δεν μπορεί να υπερβεί το 30% του συνολικού τιμήματος.