
[responsivevoice_button voice=”Greek Female” buttontext=”Listen to Post”]
Συμπληρώνονται σήμερα, δώδεκα χρόνια από τον θάνατο του καπετάν Βασίλη Κωνσταντακόπουλου, που άφησε την τελευταία πνοή στις 25 Ιανουαρίου 2011. Ο καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους αυτοδημιούργητος Έλληνας εφοπλιστές, που ξεκίνησε από τζόβενο,έγινε πλοίαρχος και στη συνέχεια δημιούργησε μια από τις μεγαλύτερες στο κόσμο εταιρείες διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων.
Ο καπετάν Βασίλης γεννήθηκε το στις 29 Ιουνίου 1935 στο Διαβολίτσι της Μεσσηνίας, πρόκειται για ένα ορεινό χωριό κοντά στην Καλαμάτα. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα. Ήρθε μετά η Κατοχή. Συμμετείχε στους εθνικούς αγώνες και μέσα από τις γραμμές του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ).
Το έτος 1948 ήρθε στην Αθήνα, ανήμερα της Υπαπαντής, στις 2 Φεβρουαρίου. Το σπίτι που έμενε ήταν στον Κολωνό. Κάθε ημέρα έπαιρνε το λεωφορείο της γραμμής 10, που έκανε τη διαδρομή Βοτανικός – Ιπποκράτους.
Κατέβαινε στη στάση Αραχώβης και πήγαινε στην πλατεία Εξαρχείων, όπου μοίραζε σε σπίτια γάλα της ΕΒΓΑ. Στη συνέχεια, έπιανε δουλειά στις 7.30 το πρωί σε μία βιοτεχνία κουμπιών που βρισκόταν στη διασταύρωση Περικλέους και Ευαγγελιστρίας.
Μετά την εργασία στη βιοτεχνία, κατευθυνόταν στην πλατεία Κουμουνδούρου, όπου ήταν το νυχτερινό Γυμνάσιο. Με το τραμ της γραμμής 4 πήγαινε στο Ρουφ και στη συνέχεια με τα πόδια κατέληγε κατάκοπος στο σπίτι του στον Βοτανικό.
Τον Ιούνιο του 1953, σε ηλικία 18 ετών, πρωτομπαρκάρισε. Όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος, έτσι «άρχισε το όμορφο ταξίδι μου στη ναυτιλία, ταξίδι γεμάτο μεγάλες συγκινήσεις, αγωνίες, λαχτάρες και χαρές».
Μιλώντας στις 27 Ιουλίου 2006 στην τελετή άφιξης του τότε μεγαλύτερου πλοίου κοντέινερ στον κόσμο, παρουσία του πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή, είπε ακόμη ότι: «Θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου που με αυτή την όμορφη γιορτή δίπλα στο μεγάλο και σύγχρονο αυτό πλοίο, στο ίδιο λιμάνι που ξεκίνησα τζόβενο σε ένα παλιό καραβάκι, άμισθος και με πληρωμένη από εμένα την τροφή μου για τους πρώτους τρεις μήνες».
Από τότε εξελίχθηκε σε όλες τις βαθμίδες της ναυτικής ιεραρχίας. Το έτος 1962 συναντά την Κάρμεν, την οποία τα επόμενα δύο χρόνια τη νυμφεύθηκε και απέκτησαν στη συνέχεια τρία αγόρια. Τον Κωνσταντίνο, το 1969, τον Αχιλλέα, το 1971 και τον Χρήστο το 1974.
Από το πρώτο φορτηγό…
Η καριέρα του καπετάν Βασίλη ως εφοπλιστής ξεκίνησε σε ηλικία 27 ετών. Τότε απέκτησε ένα μικρό φορτηγό πλοίο, με δάνειο που πήρε από τον ίδιο τον πωλητή και στη συνέχεια του το χρονοναύλωσε.
Το 1974 ίδρυσε την εταιρεία Costamare Shipping SA και σύντομα αγόρασε το πρώτο καράβι του στόλου, ένα μικρό cargo πλοίο το οποίο μετονόμασε σε CARMEN.
Όταν άρχισε η ναυτιλιακή κρίση, την περίοδο 1982 – 1984, ο καπετάν Βασίλης αγόρασε οκτώ πλοία. Η συνολική τους αξία δεν υπερέβαινε την αξία που θα τα αγόραζαν σε διαλυτήριο πλοίων. Μετά τη χρεοκοπία της εταιρείας τακτικών γραμμών Ελληνικής του Γρηγόρη Καλλιμανόπουλου, προσέλαβε το εξειδικευμένο προσωπικό της και προσπάθησε να εισέλθει δυναμικά στην αγορά των τακτικών γραμμών, ως ναυλωτής πλοίων σε εταιρείες που εξυπηρετούσαν ήδη τις γραμμές. Δίπλα του ήταν ο αδελφός του Θεοφάνης Κωνσταντακόπουλος.
Μέσα σε μία εικοσαετία η εταιρεία γιγαντώθηκε, αφού στη διάρκεια αυτών των χρόνων ανανεώθηκε σημαντικά ο στόλος με νεότερα πλοία. Το έτος 2000, η Costamare διαχειριζόταν 35 πλοία, των οποίων η μεταφορική ικανότητα έφτανε τα 1.560.000 dwt. Το 1996 ο καπετάν Βασίλης εξελέγη πρόεδρος (ο τέταρτος στη σειρά) της Helmepa και στη συνέχεια το 2000 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος.
Από τις αρχές του 2000, η εταιρεία κατήρτισε ένα μεγαλεπήβολο επενδυτικό σχέδιο που προσέγγισε το 1 δισ. δολάρια για την κατασκευή νεότευκτων πλοίων μεταφοράς κοντέινερ.
Μάλιστα, το έτος 2006, η εταιρεία παρέλαβε το μεγαλύτερο πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Το μήκος του μεγαλύτερου πλοίου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο ήταν ίσο με τέσσερα γήπεδα ποδοσφαίρου και μπορούσε να μεταφέρει 9.500 εμπορευματοκιβώτια.
Το προηγούμενο μεγαλύτερο πλοίο κοντέινερ το είχε παραλάβει το 2000, πάλι ο καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος. Το μήκος του πλοίου ήταν 350,56 μέτρα και πλάτος 43 μέτρα, ενώ η ταχύτητα έφτανε μέχρι και τους 25,5 κόμβους την ώρα. Το μέγιστο βύθισμα ήταν 14,5 μέτρα και μετέφερε 107.000 τόνους φορτίου.
Το πλοίο αυτό ήρθε στον Πειραιά στις 27 Ιουλίου του 2006, ονομάσθηκε «Cosco Hellas» και ύψωσε την ελληνική σημαία. Ήταν το πέμπτο πλοίο, στη σειρά της νέας γενιάς νεότευκτων που παρέλαβε συνολικά η Costamare, από τα κινεζικά ναυπηγεία της Σαγκάης. Η συνολική επένδυση των πέντε πλοίων – μαμούθ ανήλθε σε 600 εκατομμύρια δολάρια, ενώ ταυτόχρονα ναυλώθηκαν για δώδεκα χρόνια στον κινεζικό κολοσσό Cosco, με το αστρονομικό ποσό των 900 εκατ. δολαρίων.
Με άλλα λόγια, στα επόμενα χρόνια όχι μόνο εξασφαλίστηκε η απόσβεση των πλοίων, αλλά κατοχύρωσε και κέρδη 300 εκατ. δολαρίων και επιπλέον. Αναφερόμενος ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής στον κ. Β. Κωνσταντακόπουλο, στη διάρκεια της τελετής είπε:
«Καπετάν Βασίλη, είμαι βέβαιος ότι η παρουσία σου σε αυτόν τον χώρο, περισσότερο από μισό αιώνα, σου έδωσε πολλές χαρές αλλά και μεγάλες εμπειρίες. Εκείνο που νομίζω ότι αξίζει να ειπωθεί δημόσια, είναι ότι υπήρξες πρότυπο επιχειρηματικής δράσης και επιτυχίας, αλλά, συνάμα, και κοινωνικής ευθύνης. Και το λέω αυτό, όχι τόσο για να κάνω φιλοφρόνηση όσο γιατί νομίζω ότι αξίζει τον συμβολισμό να χρησιμεύει το δικό σου παράδειγμα, με την ευχή να βρει άξιους συνεχιστές και στην ίδια σου την οικογένεια αλλά και στην ευρύτερη κοινότητα των ναυτικών της χώρας μας. Και, τέλος, μια πατροπαράδοτη ευχή: Καλές θάλασσες στο ”Cosco Hellas”».
Μια πρόταση που τάραξε τα νερά
Η εταιρεία απασχολούσε τότε αποκλειστικά Έλληνες ναυτικούς, που σε ετήσια βάση ξεπερνούσαν τους 1.000, όλων των ειδικοτήτων, οι οποίοι εκτός από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, ήταν ασφαλισμένοι σε ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία, για εφάπαξ 80.000 ευρώ, το οποίο θα εισπράξουν, όταν αυτοί συνταξιοδοτηθούν.
Τη ναυτιλιακή εταιρεία του ομίλου, που δημιούργησε ο Βασίλης Κωνσταντακόπουλος, ανέλαβε ο γιος του Κωνσταντίνος, ενώ με τις επενδύσεις εκτός ναυτιλίας ασχολείται ο δεύτερος γιος του Αχιλλέας και με το εργοστάσιο εξόρυξης και επεξεργασίας ορυκτών ο τρίτος γιος του Χρήστος.
Ο όμιλος Κωνσταντακόπουλου διέθετε συμμετοχές στην αεροπορική εταιρεία Aegean Airlines, ενώ είχε και μεγάλο ποσοστό μετοχών στη First Business Bank, τις οποίες πούλησε το 2006 στον εφοπλιστή κ. Β. Ρέστη.
Ο καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος στην αρχή της χρονιάς του 2005 τάραξε στην κυριολεξία τα νερά όταν στην κοπή της πίτας του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, απαντώντας σε πρόσκληση του υπουργού Εργασίας Πάνου Παναγιωτόπουλου να επενδύσουν οι εφοπλιστές στην πατρίδα τους, τόλμησε να καυτηριάσει την ελληνική γραφειοκρατία. Λίγο αργότερα διατύπωσε δημόσια την πρότασή του να δημιουργηθεί από την κυβέρνηση γραφείο υποδοχής μεγάλων επενδύσεων.
Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής αφουγκράστηκε τις απόψεις του, ύστερα από μια επιστολή που παρέδωσε ο καπετάν Βασίλης στον τότε υπουργό Ναυτιλίας Μανώλη Κεφαλογιάννη, τον κάλεσε σε ιδιαίτερη συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου, ύστερα από μερικές εβδομάδες, στις 5 Απριλίου 2005, και συζήτησαν αναλυτικά για το τι ακριβώς απαιτείται, ώστε να διευκολυνθούν οι εφοπλιστές και οι άλλοι ιδιώτες να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Η πίκρα του καπετάν Βασίλη ήταν δικαιολογημένη από την ταλαιπωρία που είχε υποστεί για την προσπάθειά του να επενδύσει στην ξηρά.
Το έτος 1997 οραματίστηκε μία μεγάλη τουριστική επένδυση στην ιδιαίτερη πατρίδα του στην Καλαμάτα, όπου το συνολικό κόστος θα υπερέβαινε στην πρώτη φάση τα 300 εκατομμύρια ευρώ και η ολοκλήρωσή της τα 600 εκατ. ευρώ.
Ο καπετάν Βασίλης δεν ασχολιόταν μόνο καράβια. Κατασκεύασε, στη Βόρεια Ελλάδα, εργοστάσιο εξόρυξης και επεξεργασίας ορυκτών. Η βιομηχανία ΓΕΩ λειτουργεί στα Γρεβενά. Αυτό που δεν είναι γνωστό στην Ελλάδα, είναι ότι χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες ο Βασίλης Κωνσταντακόπουλος είχε δημιουργήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής μία σύγχρονη πόλη, που η συνολική της έκταση είναι 2.000 τετραγωνικά μέτρα και η κεντρική της λεωφόρος φέρει το όνομα της Μελίνας Μερκούρη.
Επίσης, σε άλλη Πολιτεία έχει αγοράσει 16.000 στρέμματα στα οποία έχει δημιουργήσει έναν πρότυπο αμπελώνα και όλη την παραγωγή την έχει προπωλήσει για μια δεκαετία. Ο ίδιος δήλωνε ότι «δεν θα αφήσω τα καράβια για να γίνω ξενοδόχος και βιομήχανος», όμως, η εξέλιξη των επιχειρήσεων του από τα παιδιά του κινούνται σε πολλούς τομείς της οικονομίας.
Ο καπετάν Βασίλης πέθανε στις 25 Ιανουαρίου του 2011.
Δύσκολα μπορεί κανείς να φέρει στο νού του πλοιοκτήτες που έχουν αφήσει εξ ολοκλήρου θετικό θρύλο. Για ελάχιστους μπορεί να ειπωθεί ότι έχουν κερδίσει ευρύτατα συμπάθεια τόσο εκτός όσο και εντός της ναυτιλιακής κοινότητας. Ωστόσο ο κάπταιν Βασίλης Κ. Κωνσταντακόπουλος, γνωστός σχεδόν παγκόσμια σαν «καπετάν Βασίλης», ήταν εξαίρεση.
Γεννημένος το 1935 στο χωριό Διαβολίτσι, μεγάλωσε στην περιοχή της Μεσσηνίας στην Πελοπόννησο, στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και του πικρού ελληνικού Εμφυλίου. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει πως δεν είχε δεί την θάλασσα ως το 1948 που ήρθε στην Αθήνα. Αποφοίτησε το 1953 από νυκτερινό σχολείο και ξεκίνησε η ναυτιλιακή του σταδιοδρομία την ίδια χρονιά, όταν πήρε το βάπτισμα ως βοηθός καταστρώματος σ’ ένα παληό φορτηγό, αφήνοντας τον Πειραιά.

Ο Βασίλης Κ. Κωνσταντακόπουλος έφτασε στο βαθμό του καπετάνιου και το 1974, μετά την γέννηση του 3ου γιού του βγήκε στην στεριά – για να είναι πιο κοντά στην σύζυγό του, Κάρμεν και στα παιδιά τους. Στις αρχικές επιχειρηματικές σκέψεις περιλαμβανόταν το άνοιγμα ενός μπακάλικου. Αλλά αντ’ αυτού απέκτησε το πρώτο του πλοίο, ένα παληό σκαρί το οποίο μετονόμασε ‘Κάρμεν’ και ίδρυσε την δική του εταιρία, Costamare Shipping Co S.A.
H Costamare ξεκίνησε την πορεία της με tweendeckers, φορτηγά μεταφοράς τσιμέντου και διάφορα είδη πλοίων χύδην φορτίου. Η εταιρία και ο ιδιοκτήτης της αναδύθηκαν από την ναυτιλιακή κρίση στις αρχές της 10ετίας του ’80 με ενισχυμένη φήμη και η εταιρία έγινε πρωτοπόρος της Ελληνικής παρουσίας στην ναυτιλιακή αγορά των containers. Ο καπετάν Βασίλης είδε νωρίς την δυνατότητα που παρείχε η εν λόγω αγορά, ως ο πλέον γρήγορα αναπτυσσόμενος κλάδος για την μεταφορά φορτίων δια θαλάσσης.
Σαν ανεξάρτητη πλοιοκτήτρια εταιρία, η Costamare χρειάστηκε να διεισδύσει στους κύκλους της βιομηχανίας των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, οι οποίοι εκείνους τους καιρούς ήταν σχεδόν αποκλειστικά Αμερικανική και Βορειοευρωπαϊκή λέσχη. Κάνοντάς το δε με μεγάλη επιτυχία και δείχνοντας υψηλού επιπέδου τεχνολογική αξιοπιστία και άριστη εξυπηρέτηση πελατών, η Costamare δημιούργησε ένα πρότυπο για έναν αυξανόμενο αριθμό Ελλήνων πλοιοκτητών που δραστηριοποιούνται στην ναυτιλία των containers σήμερα. Οδήγησε την εταιρία να γίνει μετά από μερικά χρόνια η μεγαλύτερη ανεξάρτητη πλοιοκτήτρια εταιρία στον κλάδο της μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων παγκοσμίως.
Είχε προβλέψει σωστά ότι ο Έλληνας πλοιοκτήτης μπορούσε να παρέχει ένα χρήσιμο συμπλήρωμα στους Βορειοευρωπαίους συναδέλφους του αποκτώντας τα παλαιότερα πλοία τους και μετέπειτα ναυλώνοντας τα εκ νέου στον πωλητή, ενώ ο ίδιος μπορούσε να διαχειρίζεται αυτά τα πλοία πιο αποδοτικά και αποτελεσματικά. Η Costamare εξελίχθηκε από εταιρεία με αποκλειστικά δεύτερο χέρι πλοίων, σε νεότευκτων, στην 10ετία του ΄90 και έγινε δεόντως η πρώτη ανεξάρτητη πλοιοκτήτρια παγκοσμίως που έδωσε παραγγελίες για νεότευκτα post-panamax.
Το ενδιαφέρον του καπετάν Βασίλη για την Κίνα, υπήρξε ο καταλύτης για μια γενική αύξηση στη ναυτιλιακή συνεργασία μεταξύ Κινεζικών ιδρυμάτων και Ελλάδας, κατά την τελευταία 10ετία της ζωής του. Το 2000, ίδρυσε μαζί με την σύζυγό του το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Πεκίνου στην Κίνα.
‘Εζησε να δεί την Costamare Inc. να εισάγεται επιτυχώς στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης το 2010.
Επιπροσθέτως στα πολλά επιτεύγματα της Costamare, ο καπετάν Βασίλης κατόρθωσε μια ευρύτερη συμβολή στην ναυτιλιακή κοινότητα, στην Ελληνική οικονομία και στην κοινωνία.
Με αμείωτο ενδιαφέρον στην ενίσχυση του Ελληνικού τουριστικού προϊόντος, επένδυσε και χρηματοδότησε πολλά έργα τουριστικής ανάπτυξης ακόμα και όταν εργαζόταν για το προσωπικό του όραμα, τη δημιουργία ένος πολυτελή, φιλικού προς το περιβάλλον τουριστικού προορισμού, στην γενέτειρα περιοχή του, την Μεσσηνία.

Το εγχείρημα αυτό ήταν η ναυαρχίδα των συνεχών προσπαθειών του να προστατέψει και να προωθήσει τον τόπο του, ανταποδίδοντας στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Η ενέργειά του αυτή βασισμένη στην αγορά γής κομμάτι με κομμάτι για περισσότερο από δύο 10ετίες, περιέλαβε διάφορες εγκαταστάσεις και γήπεδα του γκόλφ, ανάμεσα στα πρώτα διεθνών προδιαγραφών στην Ελλάδα. Το όνειρο πραγματοποιήθηκε το 2010 όταν άνοιξε το πρώτο τμήμα της Costa Navarino που ήδη έχει ανακηρυχθεί ένας εκ των επιβεβλημένων προορισμών στη Μεσόγειο, φέρνοντας εισόδημα και θέσεις εργασίας τόσο απαραίτητες στην Πελοπόννησο.
Μετά από πρόταση των τοπικών νομαρχών και δημάρχων, οι αρχές το 2012, μετονόμασαν το κεντρικό διεθνές αεροδρόμιο της περιοχής προς τιμήν του: Αεροδρόμιο Καλαμάτας «Καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος».
‘Ιδρυσε επίσης την Costacruising μια εταιρία σκαφών αναψυχής απασχολώντας δύο πολυτελή σκάφη κατασκευασμένα στην Ελλάδα. Μια τρίτη επιχείρηση, η Geohellas, συστάθηκε για να εκμεταλλευτεί αποθέματα αργίλου στον Νομό Γρεβενών. Δομήθηκε ένα σχέδιο για την επεξεργασία και συσκευασία υλικών με ευρεία ποικιλία βιομηχανικών εφαρμογών.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Σύνδεσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Κέντρο Βρυώνης, του Μεσσηνιακού Συνδέσμου, του Ενωμένου Ελληνοαμερικανικού Κογκρέσου και του Αρχαιολογικού Ιδρύματος της Πύλου. Θήτευσε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και συνέβαλε με την σοφία του σε άλλους σκοπούς και επιχειρήσεις, πάρα πολλές για ν’ αναφερθούν.
Εντός της ναυτιλιακής κοινότητας, ο καπετάν Βασίλης θήτευσε στα Διοικητικά Συμβούλια της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και της DVB NedshipBank, και ως αντιπρόεδρος του Swedish Club και πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής της Germanischer Lloyd. Σ΄όλη του τη ζωή ήταν υπέρμαχος της Ελληνικής σημαίας και των Ελλήνων ναυτικών και μια επίμονη φωνή συνείδησης για την κοινωνία. Ήταν ο κύριος χρηματοδότης του σχεδίου Hellas Liberty που έφερε το τελευταίο διασωζόμενο πλοίο Liberty στην Ελλάδα και το ανασκεύασε για πλωτό μουσείο.
Ο Καπετάν Βασίλης, έχοντας αναμιχθεί στο περιβαλλοντικό κίνημα από τις αρχές της 10ετίας του ΄80, κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στην εξέλιξη της Ελληνικής Ένωσης Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος HELMEPA. Μαζί με τον ιδρυτή της HELMEPA Γιώργο Π. Λιβανό και τον δια βίου γενικό διευθυντή της Δημήτρη Μητσάτσο, έχει υπάρξει η πλέον σημαντική προσωπικότητα στην ιστορία της ένωσης, δρώντας τρείς θητείες ως πρόεδρός της καθώς επίσης προήδρευε παράλληλα στο διεθνή σύνδεσμο παρόμοιων οργανισμών, INTERMEPA. Εκτός από τον Γιώργο Λιβανό, ήταν ο μόνος που διατήρησε τον τίτλο του Επίτιμου Προέδρου.
Ακόμα πιο σημαντικό για τον ίδιο, το ότι ήταν ο ιδρυτής και ο κύριος ευεργέτης της HELMEPA Junior για πάνω από 15 χρόνια . Είχε προσωπική επικοινωνία με τα παιδιά που επισκέπτονταν τα γραφεία των Juniors και τα περιβαλλοντικά εκθέματα που φιλοξενούνταν στο ισόγειο του κτιρίου των γραφείων της Costamare.
Πολλά παιδιά μεγάλωσαν με τρυφερές μνήμες από τον πλοιοκτήτη, ενώ πολλοί μεγάλοι νοσταλγούν τις συναντήσεις με μια προσωπικότητα που συνδύαζε σοφία, ευγένεια και απλούς τρόπους.
Για τον θάνατό του, ο δημοσιογράφος Γιώργος Σκορδίλης έγραψε: «Με τα χρόνια ο Καπετάν Βασίλης -ακριβώς λόγω του τρόπου που εργαζόταν ως άνθρωπος- ξεπέρασε τα στενά όρια της ναυτιλιακής βιομηχανίας και εξελίχθηκε σε εθνικό κεφάλαιο για την Ελλάδα».
Εργάστηκα στην COSTAMARE, Εταιρία κόσμημα ΚΑΠΕΤΆΝ ΒΑΣΊΛΗΣ ΑΘΆΝΑΤΟΣ.
Αθάνατος
Κύριος με τά όλα του θά τόν θυμάμαι για πάντα γιατί έζησα τά καλύτερα μου χρόνια μαζί του εργαζόμενος άνθρωπος πού σού έλεγε έλα να σού πω (ΜΑΝΑΡΙ ΜΟΥ) μου λείπεις καπετανιε
Αν δεν κάνω λάθος το όνομα του φιγουράρει και στο Hilton Αθηνών