Δρ. Γαβριήλ Χαρίτος: Συμφωνία Ισραήλ – HAE, ελληνοτουρκική ένταση, Παλαιστινιακό. Αλλάζει η Μ.Ανατολή

Πίνακας Περιεχομένων

Δρ. Γαβριήλ Χαρίτος: Συμφωνία Ισραήλ – HAE, ελληνοτουρκική ένταση, Παλαιστινιακό. Αλλάζει η Μ.Ανατολή
Για πρώτη φορά στην ιστορία στις 31 Αυγούστου 2020 η ισραηλινή Ελ Αλ πραγματοποίησε πτήση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.Στο αεροσκάφος είναι γραμμένη στα Αραβικά και στα Ισραηλινά η λέξη Ειρήνη. Διακρίνονται τρεις σημαίες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Ισραήλ και των ΗΠΑ.  Πρόκειται για ένα νέο πρωτόγνωρο κεφάλαιο στην αραβοϊσραηλινή διένεξη, το οποίο αλλάζει παράλληλα τον χάρτη του αραβικού κόσμου. Οι νέοι μεσανατολικοί συσχετισμοί έχουν μεγάλη σημασία και για την Ελλάδα.

Οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις είναι συνεχείς, ραγδαίες και πρωτοφανείς. Πρώην εχθροί γίνονται σύμμαχοι. Οι μεγάλες δυνάμεις επαναπροσδιορίζουν τις προτεραιότητες τους. Μικροί «παίκτες» προσπαθούν να βρουν τη θέση τους στο μεγάλο παιχνίδι που βρίσκεται σε εξέλιξη και ο Αύγουστος του 2020 θα μας μείνει αξέχαστος.

Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!

Τους τελευταίους μήνες ήρθαν στο προσκήνιο εξελίξεις στη Μέση Ανατολή οι οποίες, λόγω της διαρκούς ελληνοτουρκικής έντασης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν αποκωδικοποιήθηκαν στα ελληνικά ΜΜΕ όσο ίσως θα έπρεπε.

Η συμφωνία ομαλοποίησης των διπλωματικών σχέσεων που σύναψαν το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στις 13 Αυγούστου του 2020, οι συνεχιζόμενες διαβουλεύσεις και τα ερωτηματικά σχετικά με το ποιες άλλες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα των Εμιράτων, η απρόσμενη αναγνώριση του Κοσόβου εκ μέρους του Ισραήλ, η δέσμευση της Σερβίας να μεταφέρει την πρεσβεία της από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ και η ξαφνική ανακοίνωση του Μαλάουι ότι πρόκειται να εγκαταστήσει διπλωματική αντιπροσωπεία στην Ιερουσαλήμ, αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου σημαντικών αλλαγών στο διπλωματικό σκηνικό της Μέσης Ανατολής.

Για όλα αυτά αλλά και για το πώς επηρεάζονται Ελλάδα και Κύπρος και ελληνοτουρκικά από τις πρόσφατες εξελίξεις στις αραβοϊσραηλινές σχέσεις η Huffpost Greece συνομίλησε με τον Γαβριήλ Χαρίτο διδάκτορα Διεθνών Σχέσεων και ερευνητή στο Ινστιτούτο Μπεν-Γκουριόν στο ομώνυμο πανεπιστήμιο του Ισραήλ. 

– Μία από τις βασικότερες διακηρύξεις του Προέδρου Τραμπ όταν ανέλαβε την εξουσία ήταν ότι η άμεση προτεραιότητα της πολιτικής που θα εφάρμοζε στην Μέση Ανατολή θα ήταν η τελική επίλυση του Παλαιστινιακού εντός του πλαισίου του λεγόμενου ‘Deal του αιώνα’, τελικά το ειρηνευτικό του σχέδιο που ανακοίνωσε τον Ιανουάριο του 2020 φαίνεται ότι αντί να φέρνει πιο κοντά Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους, τελικά τους απομάκρυνε ακόμα περισσότερο από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Τελικά, το Σχέδιο Τραμπ απέτυχε;

Για να απαντηθεί αυτή η ερώτηση, θα πρέπει το Σχέδιο Τραμπ να τεθεί στις σωστές του διαστάσεις.

Η κατάσταση επί του εδάφους δεν άλλαξε και οι Συμφωνίες του Όσλο συνεχίζουν να ισχύουν, ασχέτως εάν τα χρονοδιαγράμματα που όριζαν έχουν εκπνεύσει προ πολλού. Στο προοίμιο του Σχεδίου Τραμπ, η Παλαιστινιακή Αρχή περιγράφεται κυρίως ως διεφθαρμένη από την ροή διεθνούς οικονομικής βοήθειας και όχι ως καλόπιστος συνομιλητής. Από την άλλη, θα πρέπει να λάβουμε υπ’όψιν ότι οι διπλωματικές κινήσεις των ΗΠΑ που προηγήθηκαν της ανακοίνωσης του Σχεδίου, ουσιαστικά είχαν ήδη θέσει την Παλαιστινιακή Αρχή στο περιθώριο προ πολλού.

Η μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, η αναγνώριση της ισραηλινής κυριαρχίας στα Υψώματα του Γκολάν και η καθαρά φιλοϊσραηλινή επικοινωνιακή τακτική που επέλεξε προσωπικά ο Πρόεδρος Τραμπ είχαν ως αποτέλεσμα το αμερικανικό σχέδιο να συνταχθεί ερήμην των Παλαιστινίων. Οπότε, εξ αρχής ήταν σαφές ότι το Σχέδιο Τραμπ δεν θα έφερνε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. 

Πρωταρχικός σκοπός του Σχεδίου Τραμπ δεν ήταν τόσο η επίλυση του Παλαιστινιακού υπό τις παρούσες συγκυρίες, αλλά η επισημοποίηση των παρασκηνιακών σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και του σαουδαραβικού παράγοντα.

– Με άλλα λόγια, υποστηρίζετε ότι το Σχέδιο Τραμπ δεν στόχευε στην επίλυση του Παλαιστινιακού;

Θα έλεγα ότι το Σχέδιο Τραμπ στοχεύει στο να καταδείξει ότι οι Συμφωνίες του Όσλο θα πρέπει είτε να καταργηθούν, είτε να αντικατασταθούν με κάποια άλλη διαδικασία διαπραγμάτευσης, που θα είναι προσαρμοσμένη στα τετελεσμένα. Τι θέλω να πω: Ναι μεν η Ιερουσαλήμ αποδίδεται ολόκληρη και αδιαίρετη στο Ισραήλ. Από την άλλη όμως, μακροπρόθεσμα θέτει το Ισραήλ σε νέες περιπέτειες.

Συγκεκριμένα, η διατήρηση των εβραϊκών εποικισμών στην Δυτική Όχθη, θυμίζει την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στη Γάζα πριν την μονομερή αποχώρηση των Ισραηλινών. Εκεί το Ισραήλ ήταν αναγκασμένο να διατηρεί επί χρόνια κάποιες δεκάδες χιλιάδες εποίκους μέσα σε μία περιοχή που κατοικούσαν δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιοι, με δυσανάλογο πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό κόστος. Ήταν μία κατάσταση που δεν οδηγούσε πουθενά. Το 2005 η κυβέρνηση Αριέλ Σαρόν αποφάσισε την μονομερή αποχώρηση από την Λωρίδα της Γάζας και την καταστροφή των εποικισμών – και μάλιστα με την στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας της ισραηλινής κοινής γνώμης.

Παρότι η ισραηλινή κυβέρνηση θεώρησε τον χάρτη του Σχεδίου Τραμπ για την Δυτική Όχθη ως την ’καλύτερη πρόταση λύσης που έγινε ποτέ’ – ο ενθουσιασμός αυτός δικαιολογείται αποκλειστικά και μόνο από την διατήρηση της ισραηλινής κυριαρχίας σε ολόκληρη της πόλη της Ιερουσαλήμ, υπό το παρόν ενιαίο και αδιαίρετο διοικητικό της καθεστώς. Η θέσπιση διάσπαρτων ισραηλινών θυλάκων θα καταστεί με τα χρόνια ένας μεγάλος πονοκέφαλος, που θα περιπλέξει ακόμα περισσότερο την παρούσα κατάσταση.

Διαβάζοντας τον χάρτη με τα προτεινόμενα σύνορα του Σχεδίου Τραμπ, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό είναι ό,τι ακριβώς οδήγησε την ισραηλινή αποχώρηση από την Λωρίδα της Γάζας. Παράλληλα, η δυνατότητα που δίνεται στο Ισραήλ να προσαρτήσει το 30% της Δυτικής Όχθης, και συγκεκριμένα την Κοιλάδα του Ιορδάνη – την μοναδική καλλιεργήσιμη περιοχή που θα απέμενε στο μελλοντικό Παλαιστινιακό κράτος – περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση, μειώνοντας κατά πολύ τον βαθμό αυτάρκειας των Παλαιστινίων, χωρίς αυτό να προσδίδει κάτι περισσότερο στο Ισραήλ.

Αντιθέτως, μία στρατιωτική ισραηλινή παρουσία κατά μήκος των συνόρων με την Ιορδανία, κατά τα πρότυπα της στρατιωτικής ζώνης στην μεθόριο Γάζας-Σινά, θα μπορούσε να αποτρέψει την λαθραία μεταφορά οπλισμού από την Ιορδανία προς τις παλαιστινιακές περιοχές, σε περίπτωση αποσταθεροποίησης της Ιορδανίας.

Έτσι, παρότι η ισραηλινή κυβέρνηση θεώρησε τον χάρτη του Σχεδίου Τραμπ για την Δυτική Όχθη ως την ’καλύτερη πρόταση λύσης που έγινε ποτέ’ – ο ενθουσιασμός αυτός δικαιολογείται αποκλειστικά και μόνο από την διατήρηση της ισραηλινής κυριαρχίας σε ολόκληρη της πόλη της Ιερουσαλήμ, υπό το παρόν ενιαίο και αδιαίρετο διοικητικό της καθεστώς. Η θέσπιση διάσπαρτων ισραηλινών θυλάκων θα καταστεί με τα χρόνια ένας μεγάλος πονοκέφαλος, που θα περιπλέξει ακόμα περισσότερο την παρούσα κατάσταση.

Το Σχέδιο Τραμπ επιδιώκει να δώσει τα κατάλληλα επιχειρήματα σε πολιτικές δυνάμεις που θα ενθαρρυνθούν να αντικαταστήσουν αφ’ ενός την ηγεσία του Μαχμούντ Αμπάς στη Ραμάλλα, αφ’ ετέρου την παρουσία της Χαμάς και της Τζιχάντ στη Γάζα.

 – Οπότε το Σχέδιο Τραμπ ”αγνοεί” την ύπαρξη των Παλαιστινίων.

Κάθε άλλο.

Ουσιαστικά το Σχέδιο Τραμπ επιδιώκει να εκθέσει στα μάτια της παλαιστινιακής κοινής γνώμης τόσο την Φατάχ και την Παλαιστινιακή Αρχή στη Ραμάλλα, όσο και τις οργανώσεις Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ στην Γάζα κατά τον ακόλουθο τρόπο:

Από τη μία,η μετριοπαθής στάση της Παλαιστινιακής Αρχής ως προς το Ισραήλ και η συνεργασία των υπηρεσιών ασφαλείας της με τις αντίστοιχες ισραηλινές, εν τέλει δεν κατάφερε να αποφύγει την ”καντονοποίηση’” της Δυτικής Όχθης, δεν κατάφερε να διώξει τους εποικισμούς και, κυριότερα, δεν κατάφερε να περισώσει την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως ‘παλαιστινιακή πρωτεύουσα’.

Από την άλλη, όταν το Σχέδιο Τραμπ προβλέπει ότι θα δοθούν κίνητρα για την οικονομική ανάπτυξη της Γάζας, φτάνοντας μέχρι και την απόδοση ισραηλινών εδαφών στην μεθόριο με την Αίγυπτο που θα χρησιμεύσουν ως βιομηχανικές και οικιστικές ζώνες που θα συμβάλλουν στην παλαιστινιακή οικονομία – ουσιαστικά ‘εκτίθεται’ η εμμονή της Χαμάς και της Τζιχάντ να διατηρούν τον εαυτό τους στην εξουσία, καταδικάζοντας δύο εκατομμύρια κατοίκους στην εξαθλίωση.

Με άλλα λόγια, το Σχέδιο Τραμπ επιδιώκει να δώσει τα κατάλληλα επιχειρήματα σε πολιτικές δυνάμεις που θα ενθαρρυνθούν να αντικαταστήσουν αφ’ ενός την ηγεσία του Μαχμούντ Αμπάς στη Ραμάλλα, αφ’ ετέρου την παρουσία της Χαμάς και της Τζιχάντ στη Γάζα. Υπενθυμίζεται μάλιστα ότι το Σχέδιο Τραμπ ορίζει ως απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή επιχειρηματικών κινήτρων στην Γάζα τον άμεσο οικειοθελή αφοπλισμό της Χαμάς και της Τζιχάντ. Αυτό, υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι αδύνατον να συμβεί. 

Είναι εντυπωσιακό μάλιστα ότι τα τελευταία πέντε χρόνια, αυξάνονται ολοένα και περισσότερο οι σαουδαραβικές επικρίσεις κατά του Προέδρου Αμπάς, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την συνέχιση του αδιεξόδου που παρατηρείται στο Παλαιστινιακό. Ύστερα μάλιστα από την ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ-Εμιράτων, το Παλαιστινιακό παρουσιάζεται ως ‘τροχοπέδη’ που εμποδίζει την ειρήνη στην περιοχή. Το να ακούγεται κάτι τέτοιο από αραβικά χείλη, θα ήταν τουλάχιστον αδιανόητο λίγα χρόνια πριν.

 Συμπερασματικά, σε καθαρά παλαιστινιακό επίπεδο, το Σχέδιο Τραμπ ουσιαστικά επιδιώκει να προετοιμάσει την διάδοχη κατάσταση στην παλαιστινιακή πολιτική σκηνή, τόσο στην Δυτική Όχθη όσο και στην Λωρίδα της Γάζας. Άλλωστε αυτό υπονοείται ποικιλοτρόπως τα τελευταία χρόνια από πολιτικούς αναλυτές των ΜΜΕ της Σαουδικής Αραβίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και του Μπαχρέιν, αρχικά από το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης και αργότερα, μετά την ανάμιξη του σαουδαραβικού παράγοντα στον εμφύλιο της Συρίας – και μέχρι σήμερα.

Είναι εντυπωσιακό μάλιστα ότι τα τελευταία πέντε χρόνια, αυξάνονται ολοένα και περισσότερο οι σαουδαραβικές επικρίσεις κατά του Προέδρου Αμπάς, θεωρώντας τον υπεύθυνο για την συνέχιση του αδιεξόδου που παρατηρείται στο Παλαιστινιακό. Ύστερα μάλιστα από την ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ-Εμιράτων, το Παλαιστινιακό παρουσιάζεται ως ‘τροχοπέδη’ που εμποδίζει την ειρήνη στην περιοχή. Το να ακούγεται κάτι τέτοιο από αραβικά χείλη, θα ήταν τουλάχιστον αδιανόητο λίγα χρόνια πριν.

– Από τη μια λοιπόν, το Σχέδιο Τραμπ δεν κατάφερε να προκαλέσει τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Από την άλλη όμως, η ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων ώθησε το Ισραήλ να αναστείλει την προσάρτηση εδαφών της Δυτικής Όχθης. Αυτό τελικά είναι το μόνο απτό αποτέλεσμα του Σχεδίου Τραμπ; Και πώς το αξιολογείτε;

Πιστεύω ότι το Ισραήλ δεν θα προχωρούσε στην μονομερή προσάρτηση έτσι κι αλλιώς. Να σημειωθεί επίσης ότι εκπρόσωποι των εποίκων αντέδρασαν σε αυτό το ενδεχόμενο, επειδή θεώρησαν ότι με αυτόν τον τρόπο το Ισραήλ ‘παραδίδει’ την υπόλοιπη Δυτική Όχθη στους Παλαιστινίους. Άλλωστε, όταν το Σχέδιο Τραμπ ανακοινώθηκε, δεν είχε ακόμα σχηματισθεί κυβέρνηση στο Ισραήλ. Όταν αργότερα σχηματίσθηκε η κυβέρνηση Νετανιάχου-Γκαντς, είχε συμφωνηθεί ρητά ότι ένα τέτοιο βήμα προϋπέθετε την σύμφωνη γνώμη των ΗΠΑ.

Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο όχι μόνο δεν έδωσε το πράσινο φως, αλλά μετέβη στο Ισραήλ ειδικά προκειμένου να αποτρέψει κάτι τέτοιο. Τότε βέβαια, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι σκοπός της μονοήμερης επίσκεψής του, εν μέσω του πρώτου κύματος του κορωνοϊού, ήταν η προετοιμασία της ομαλοποίησης των σχέσεων Ισραήλ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Η ισραηλινή ανακοίνωση της αναστολής της προσάρτησης, ουσιαστικά προσέφερε στην ηγεσία των Εμιράτων το κατάλληλο άλλοθι προς την αραβική κοινή γνώμη. Ήταν το ‘φιλοπαλαιστινιακό αντάλλαγμα’ που τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έπρεπε να εμφανίσουν, για να μην κατηγορηθεί η ενέργειά τους ως ‘προδοσία του αγώνα του παλαιστινιακού λαού’. Βέβαια, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν απέφυγαν τις επικρίσεις της Παλαιστινιακής Αρχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υψηλόβαθμος Παλαιστίνιος αξιωματούχος Σάεμπ Αρεκάτ, αποκάλεσε τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ‘σιωνιστικό αραβικό κράτος’ – μια φράση πρωτόγνωρη για τα ενδοαραβικά δεδομένα.

Η αρχή μια σχέσης και το φλέρτ με την Μοσάντ 

– Πώς ξεκίνησε όλη αυτή η διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα;

Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα συστήθηκαν ως κράτος το 1971 και πάγια πολιτική τους ως προς το Παλαιστινιακό ήταν να συντάσσονται με τις θέσεις του Αραβικού Συνδέσμου και της Σαουδικής Αραβίας. Ποτέ δεν κήρυξαν πόλεμο κατά του Ισραήλ.Με την υπογραφή των Συμφωνιών του Όσλο, το Εμιράτο του Ντουμπάι επέτρεπε την είσοδο ισραηλινών πολιτών στο έδαφός του – σε αντίθεση με τα υπόλοιπα Εμιράτα. Αυτή είναι μία λεπτομέρεια που καλό είναι να έχουμε υπ’όψιν μας, σε σχέση με το ιστορικό υπόβαθρο των σχέσεων Ισραήλ-Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι τα πολύ αρχικά στάδια των επαφών του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν άρχισαν δια της επίσημης διπλωματικής οδού. Αντιθέτως, άρχισαν από μία επιχείρηση της Μοσάντ που διαδραματίσθηκε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα τον Ιανουάριο του 2010. 

Μία συντονισμένη ομάδα 26 ισραηλινών πρακτόρων με πλαστά βρετανικά, ιρλανδικά, γερμανικά, γαλλικά και αυστραλιανά διαβατήρια, εντόπισαν τον Μαχμούντ αλ-Μαμπχούχ ανώτατο στέλεχος της Χαμάς, που διέμενε σε δωμάτιο ξενοδοχείου στο Ντουμπάι, όπου και τον εκτέλεσαν. Η επιχείρηση θεωρήθηκε ότι αιφνιδίασε τις μυστικές υπηρεσίες των Εμιράτων.

Ωστόσο, εκ των υστέρων, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση ‘αφέθηκε’ να πραγματωθεί, μιας και δύο άλλα μέλη της Χαμάς που εκτελέσθηκαν κατά τη διάρκεια της ίδιας επιχείρησης, ήταν υπάλληλοι κατασκευαστικής εταιρείας που δραστηριοποιείτο στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ιδιοκτησίας του Μοχάμαντ Νταχλάν, στελέχους της Φατάχ, που διαμένει πλέον μόνιμα στο Ντουμπάι, επειδή θεωρείται ως ο πλέον επικρατέστερος πολιτικός αντίπαλος του Προέδρου της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς. Ισραηλινοί αναλυτές θεωρούν ότι η εκτέλεση του Μαμπχούχ αποτέλεσε και την πρώτη ‘συνάντηση γνωριμίας’ του ισραηλινού βαθέως κράτους με το βαθύ κράτος των Εμιράτων.

Αυτή η εκδοχή δεν είναι απολύτως αβάσιμη, μιας και τότε, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με την ενθάρρυνση της Σαουδικής Αραβίας, συμμετείχαν στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς στον εμφύλιο της Συρίας, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, αλλά με απώτερο στόχο να μειώσουν την ένοπλη παρουσία του Ιράν στα πεδία των μαχών. Τα δύο αυτά γεγονότα κατέδειξαν ότι το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν κοινούς εχθρούς: Το Ιράν, την Χαμάς και το καθεστώς Άσαντ. Αντίστοιχα κατέδειξαν ότι η Σαουδική Αραβία συμπίπτει απόλυτα με τις ισραηλινές ανησυχίες ως προς το ενδεχόμενο εγκαθίδρυσης του Ιράν στην Συρία.

Τον Ιανουάριο του 2016 αναδείχθηκε αρχηγός της Μοσάντ ο Ιόσι Κόεν, έμπιστος συνεργάτης του πρωθυπουργού Νετανιάχου, και πολύ γρήγορα άρχισαν να διαρρέουν οι πληροφορίες ότι η συνεργασία των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ και των Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα γινόταν στενότερη. Πέρσι ο Κόεν, σε δηλώσεις του στον ισραηλινό Τύπο, ανακοίνωσε ότι «το Ισραήλ πολύ σύντομα θα ομαλοποιήσει τις διπλωματικές του σχέσεις με τουλάχιστον μία από τις αραβικές χώρες του Κόλπου», αιφνιδιάζοντας διπλωμάτες καριέρας του Υπουργείου Εξωτερικών.

Το γεγονός αυτό προβλήθηκε ως επιχείρημα ισραηλινών διπλωματικών κύκλων κατά του περιβάλλοντος Νετανιάχου, ως απόδειξη ότι το ΥΠΕΞ της χώρας αφήνεται ανενημέρωτο για τις παρασκηνιακές κινήσεις που πραγματοποιούνται με τον αραβικό κόσμο και ότι ουσιαστικά η διαχείριση των διεθνών σχέσεων του Ισραήλ βρίσκονται στα χέρια των μυστικών υπηρεσιών και του Γραφείου Πρωθυπουργού, ενώ αντιθέτως ο προϋπολογισμός του Υπουργείου Εξωτερικών μειώνεται κατά τρόπο εσκεμμένο. 

Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι οι σχέσεις Ισραήλ-Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα άρχισαν παρασκηνιακά, αναπτύχθηκαν το ίδιο παρασκηνιακά, και εν τέλει η συμφωνία ομαλοποίησης εξέπληξε την λεγόμενη ‘παραδοσιακή διπλωματική οδό’.

Οι αιτιάσεις αυτές δεν είναι αβάσιμες. Συγκεκριμένα, κατά την διάρκεια του πρώτου κύματος κορωνοϊού, στους μήνες Μάρτιο με Μάιο 2020, πλήθαιναν οι πληροφορίες στα τοπικά ΜΜΕ ότι ο Κόεν είχε επανειλημμένως μεταβεί στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προκειμένου το Ισραήλ να προμηθευθεί από τα Εμιρατινά νοσοκομεία ικανό αριθμό αναπνευστήρων, με σκοπό την ενίσχυση των υλικοτεχνικών υποδομών του ισραηλινού συστήματος υγείας.

Η ανακοίνωση της ομαλοποίησης των σχέσεων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στις 13 Αυγούστου 2020 αιφνιδίασε όχι μόνο τον Υπουργό Άμυνας και μέλλοντα εκ περιτροπής πρωθυπουργό Μπένι Γκαντς, αλλά και τον κομματικό του συνεργάτη και νυν Υπουργό Εξωτερικών, Γκάμπι Ασκενάζι. Έτσι, δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι οι σχέσεις Ισραήλ-Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα άρχισαν παρασκηνιακά, αναπτύχθηκαν το ίδιο παρασκηνιακά, και εν τέλει η συμφωνία ομαλοποίησης εξέπληξε την λεγόμενη ‘παραδοσιακή διπλωματική οδό’. 

Ο Αραβικός κόσμος αλλάζει 

– Ποια επιρροή θα έχει η ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων όσον αφορά στην αραβοϊσραηλινή διένεξη, αλλά και γενικότερα για τον αραβικό κόσμο; 

Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από αυτήν την εξέλιξη είναι ότι άνοιξε ο δρόμος ομαλοποίησης των σχέσεων του Ισραήλ με τις αραβικές χώρες που τελούν υπό τη σφαίρα επιρροής της Σαουδικής Αραβίας. Παράλληλα, επιβεβαιώνεται η εκτίμηση, που είχα εκφράσει δημόσια μετά την ανακοίνωση του Σχεδίου Τραμπ, σύμφωνα με την οποία, πρωταρχικός σκοπός του Σχεδίου Τραμπ δεν ήταν τόσο η επίλυση του Παλαιστινιακού υπό τις παρούσες συγκυρίες, αλλά η επισημοποίηση των παρασκηνιακών σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και του σαουδαραβικού παράγοντα. 

Όσο διατηρούνται οι στενοί δεσμοί μεταξύ του Κατάρ και της Τουρκίας, και όσο η Ρωσία ενθαρρύνει την επικοινωνία ανάμεσα στην Τουρκία και το Ιράν – η συνεννόηση μεταξύ του Ισραήλ και των χωρών του Κόλπου είναι εκ των πραγμάτων ασύμβατη με τον ρόλο που η διακυβέρνηση Ερντογάν επιθυμεί να παίξει, τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο και στον εμφύλιο της Λιβύης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ρευστό κλίμα στην Ανατολική Μεσόγειο.

 Ο άξονας Ισραήλ-σαουδαραβικού παράγοντα θα κληθεί να αντιμετωπίσει τον κοινό περιφερειακό αντίπαλο, που δεν είναι άλλος από το Ιράν και τα κράτη ή οι παίκτες της περιοχής που συνεργάζονται με αυτό – είτε εν μέρει, είτε εξ ολοκλήρου.

Έτσι, το αντίπαλο δέος συναποτελούν το Κατάρ, οι σιιτικές ένοπλες ομάδες που δρουν στη Συρία και στο Ιράκ, η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, οι αναθεωρητικές δυνάμεις που δρουν στην Υεμένη, στο Μπαχρέιν και οι φιλοϊρανικοί πυρήνες, που τελούν μέχρι στιγμής υπό έλεγχο στα πλαίσια του πολιτικού συστήματος του Κουβέιτ.

-Το Κατάρ είναι γνωστό ότι έχει στενές σχέσεις με την Τουρκία, όπως γνωστές είναι και οι φιλοδοξίες του Ερντογάν στην Μέση Ανατολή και στην Μεσόγειο. Πώς ο άξονας Ισραήλ – σαουδαραβικού παράγοντα μπορεί να επηρεάσει;

Είναι σαφές ότι, όσο διατηρούνται οι στενοί δεσμοί μεταξύ του Κατάρ και της Τουρκίας, και όσο η Ρωσία ενθαρρύνει την επικοινωνία ανάμεσα στην Τουρκία και το Ιράν – η συνεννόηση μεταξύ του Ισραήλ και των χωρών του Κόλπου είναι εκ των πραγμάτων ασύμβατη με τον ρόλο που η διακυβέρνηση Ερντογάν επιθυμεί να παίξει, τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο και στον εμφύλιο της Λιβύης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ρευστό κλίμα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Από καθαρά ισραηλινής απόψεως, η ομαλοποίηση των σχέσεων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στις αραβοϊσραηλινές σχέσεις. Ωστόσο, ενόσω το Παλαιστινιακό παραμένει άλυτο, το Ισραήλ δεν πρόκειται να ‘εγκλιματισθεί πλήρως’ στον φυσικό του γεωγραφικό χώρο – κάτι που είναι και το μόνιμο ζητούμενο από τη στιγμή που συστάθηκε, το 1948, μέχρι τις μέρες μας.

– Όλοι και περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ αποσύρονται από την Μέση Ανατολή προκειμένου να επικεντρωθούν στον Ειρηνικό και τον περιορισμό την ανόδου της Κίνας και όμως παρατηρούμε έντονη δραστηριότητα των ΗΠΑ στην περιοχή. Πώς το εξηγείτε αυτό;

Πράγματι από αμερικανικής απόψεως, έχει πλέον ωριμάσει ακόμα περισσότερο η διάθεση των ΗΠΑ να απομακρυνθούν σταδιακά από την Μέση Ανατολή και να επικεντρώσουν το ενδιαφέρον τους στην Νοτιοανατολική Ασία και στις κινήσεις της Κίνας. Με βάση αυτήν τη λογική, επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις των δεξαμενών σκέψης, ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν να ‘αφήσουν στο πόδι τους’ στη Μέση Ανατολή επαρκώς συντονισμένους μηχανισμούς ασφαλείας, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν τον έλεγχο του ιρανικού αναθεωριτισμού εκ μέρους του Ισραήλ και των αραβικών χωρών του Κόλπου που τελούν υπό την επιρροή της Σαουδικής Αραβίας.

Το μεγάλο παζάρι των F – 35  

 – Σε ποιο σημείο βρίσκονται οι συνομιλίες των δύο μερών και γιατί δεν έχει ανακοινωθεί η ημερομηνία υπογραφής των σχετικών μνημονίων στον Λευκό Οίκο; Προφανώς κάποια ζητήματα εκκρεμούν.

Τη στιγμή αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πολύ μεγάλο παζάρι ανάμεσα στην Ουάσιγκτον, το Αμπού Ντάμπι και την Ιερουσαλήμ, το οποίο διαρκεί πολύ περισσότερο απ’ όσο οι Ισραηλινοί ίσως θα περίμεναν. Το μήλον της έριδος είναι η διατήρηση της τεχνολογικής υπεροχής στα οπλικά συστήματα που διαθέτει το Ισραήλ στην Μέση Ανατολή.

Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επιδιώκουν να αγοράσουν τα αμερικανικής κατασκευής υπερσύγχρονα αεροσκάφηF-35. Ο ειδικός απεσταλμένος του Προέδρου Τραμπ, Τζέραντ Κούσνερ, έχει επανειλημμένα υπονοήσει ότι τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης του οπλοστασίου των Εμιράτων. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι οι εγγυήσεις που προβάλλονται στους Ισραηλινούς, δεν πείθουν αρκετά τα κέντρα λήψεως αποφάσεων στην Ιερουσαλήμ.

Από την άλλη, είναι λογικό τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να ενδιαφέρονται να αποκτήσουν σημαντικά ανταλλάγματα έναντι της διπλωματικής τους ‘αποσκίρτησης’. Μέχρι τώρα θεωρείτο δεδομένο ότι καμία αραβική χώρα δεν θα ομαλοποιούσε τις σχέσεις της με το Ισραήλ χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια διευθέτηση στο Παλαιστινιακό. Παράλληλα όμως, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιρά υποχρεούνται να διαφυλάξουν τα δικά τους συμφέροντα έναντι του ιρανικού αναθεωρητισμού και θεωρούν ότι με την ενίσχυση του οπλοστασίου τους, θα αποτρέψουν τα χειρότερα. 

Η απόφαση της Ουάσιγκτον να ενισχυθεί το οπλοστάσιο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων πρέπει να θεωρείται ειλημμένη. Εκτιμώ ότι την τελετή στον Λευκό Οίκο για την υπογραφή των μνημονίων Ισραήλ-ΗΑΕ θα την δούμε στις τηλεοράσεις μας πριν τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου.

Κατά τα άλλα, είναι εντυπωσιακοί οι ρυθμοί βελτίωσης του κλίματος ανάμεσα στο Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σε ζητήματα χαμηλής πολιτικής. Κατά την πρόσφατη επίσκεψη στο Αμπού Ντάμπι κοινής αμερικανοϊσραηλινής αποστολής με επικεφαλής τον Τζέραντ Κούσνερ και τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας της ισραηλινής κυβέρνησης, Μεΐρ Μπεν-Σαμπάτ, το τελικό κείμενο των διαφόρων μνημονίων συναντίληψης Ισραήλ-ΗΑΕ αρχίζει να διαμορφώνεται.

Η υπογραφή των μνημονίων συνεργασίας θα αποτελέσουν το επίκεντρο της πανηγυρικής τελετής που αναμένεται να πραγματοποιηθεί στον Λευκό Οίκο τις ερχόμενες εβδομάδες.Τραμπ και Νετανιάχου εύχονται η τελετή αυτή να γίνει όχι αργότερα από τα μέσα Σεπτεμβρίου, ήτοι λίγο πριν από την παραμονή της Εβραϊκής Πρωτοχρονιάς στις 17/9, για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους. Όσο προχωρούν οι μέρες αυτός ο στόχος φαίνεται απραγματοποίητος, αλλά μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου τίποτα δεν αποκλείεται. Θεωρώ ότι ο λόγος που δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα πότε ακριβώς θα συμβεί αυτό, έγκειται στο γεγονός ότι το ‘μεγάλο παζάρι’ των F-35 δεν έχει τελειώσει. Όλα όμως δείχνουν ότι οι διαπραγματεύσεις για αυτό το θέμα δεν αναμένεται να διαρκέσουν για πάρα πολύ ακόμα.

Η απόφαση της Ουάσιγκτον να ενισχυθεί το οπλοστάσιο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων πρέπει να θεωρείται ειλημμένη. Εκτιμώ ότι την τελετή στον Λευκό Οίκο για την υπογραφή των μνημονίων Ισραήλ-ΗΑΕ θα την δούμε στις τηλεοράσεις μας πριν τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου.  

– Αρα είναι θέμα χρόνου να δούμε και πρεσβεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στο Ισραήλ;

Όσο για την πρεσβεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στο Ισραήλ, ο εμιρατινός Υπουργός Εξωτερικών Ανουάρ Γκάργκας δεν έχει καταστήσει ακόμα σαφές πότε θα αρχίσει την λειτουργία της. Όπως δήλωσε ο Γκάργκας σε διαδικτυακό πάνελ της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης AtlanticCouncil μία εβδομάδα μετά την ανακοίνωση της ομαλοποίησης των σχέσεων με το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν πρόκειται να ανοίξουν πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ, όπως ζητούν οι Ισραηλινοί – και αυτό επειδή το Παλαιστινιακό εκκρεμεί ακόμα. Από την άλλη όμως ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προτίθεται να ανοίξει πρεσβεία στο Ισραήλ με έδρα το Τελ Αβίβ – δίνοντας έτσι τέλος στις φήμες που έφεραν τα Εμιράτα να μην επιθυμούν ακόμα να ανοίξουν πρεσβεία στο Ισραήλ, παρά την υπογραφή της ομαλοποίησης των διμερών διπλωματικών τους σχέσεων. Ο χρόνος της έναρξης λειτουργίας της πρεσβείας των Εμιράτων στο Ισραήλ παραμένει ακόμα άγνωστος. Πιστεύεται ότι αυτό θα ανακοινωθεί λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια της επίσημης τελετής στον Λευκό Οίκο. 

Ποιες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων;

– Αναμένουμε και άλλες χώρες στην ευρύτερη περιοχή να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων;

Αυτό επαναλαμβάνει η Ουάσιγκτον και η Ιερουσαλήμ. Αυτός ήταν και ο λόγος της πρόσφατης περιοδείας των Πομπέο και Κουσνέρ στην περιοχή. Δεν πρόκειται για ένα εύκολο εγχείρημα, επειδή κάθε χώρα έχει τις δικές της προτεραιότητες, αλλά και ενδοιασμούς. Από τη μια, το ‘μεγάλο παζάρι’ μεταξύ Ισραήλ-ΗΑΕ-ΗΠΑ για τα F-35 και από την έκβασή του, οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής θα καταλάβουν έως ποίου σημείου η διακυβέρνηση Τραμπ μπορεί να είναι ευέλικτη στην ικανοποίηση των ανταλλαγμάτων που θα της ζητηθούν.

Πέραν αυτού όμως, παρατηρείται μία σχετική απροθυμία των υπόλοιπων αραβικών κρατών της περιοχής να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στο Ισραήλ, παρότι όλες τους διατηρούν εδώ και καιρό παρασκηνιακές σχέσεις με ισραηλινούς αξιωματούχους – κάτι που τα ισραηλινά ΜΜΕ δεν παραλείπουν να τονίζουν.

– Έχουν διαρρεύσει πληροφορίες ότι μία από τις επόμενες χώρες θα είναι το Μπαχρέιν, το Ομάν ή το Σουδάν – ή και όλες μαζί. 

Το Μπαχρέιν θεωρείται ως η πιο πρόθυμη χώρα να κάνει αυτό το βήμα. Ωστόσο, οι επαφές που είχε την περασμένη εβδομάδα ο Τζέραντ Κουσνέρ μάλλον δεν απέφεραν τα ποθητά αποτελέσματα. Ενώ αναμενόταν κάποια ανακοίνωση από πλευράς ΗΠΑ ή Μπαχρέιν, τελικά οι επαφές του Κουσνέρ με αξιωματούχους του Μπαχρέιν ‘υπερκαλύφθηκαν’ από συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων των Εμιράτων, σύμφωνα με την οποία ‘ελπίζει ότι στο απώτερο μέλλον και οι 22 αραβικές χώρες θα ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ’, προσθέτοντας ότι ‘αναμένεται και άλλη αραβική χώρα να ακολουθήσει το παράδειγμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στο Ισραήλ τους επόμενους τέσσερεις μήνες’, χωρίς όμως να την κατονομάζει.

Οι ενδοιασμοί του Μπαχρέιν έγκεινται στην σιιτική πλειοψηφία του πληθυσμού του, μεγάλη μερίδα της οποίας διάκειται θετικά προς το Ιράν. Οι διαδηλώσεις της Αραβικής Άνοιξης στο Μπαχρέιν είχαν έντονο φιλοϊρανικό πρόσημο, γεγονός που ανάγκασε τον βασιλικό οίκο της χώρας να προσκαλέσει τη Σαουδική Αραβία να επέμβει στρατιωτικά – όπερ και εγένετο. Από την άλλη, στο Μπαχρέιν σταθμεύουν ισχυρές ναυτικές δυνάμεις των ΗΠΑ, καθιστώντας την ηγεσία της χώρας ιδιαίτερα ευάλωτη στις πιέσεις της Ουάσιγκτον και του Ριάντ.

Κανείς όμως δεν θα ήθελε να αποσταθεροποιηθεί το ισχύον καθεστώς. Με βάση τα ως άνω, αναμένεται ότι το Μπαχρέιν θα θελήσει να κερδίσει περισσότερο χρόνο, παρότι ο πρέσβης του στην Ουάσιγκτον είχε παραστεί επισήμως στην τελετή ανακοίνωσης του Σχεδίου Τραμπ τον περασμένο Ιανουάριο.

Το Ομάν είχε και εκείνο εκπροσωπηθεί επίσημα στην τελετή ανακοίνωσης του Σχεδίου Τραμπ και θα ανέμενε κανείς ότι η κυβέρνησή του θα είχε κάθε λόγο να ακολουθήσει το παράδειγμα των Εμιράτων. Ωστόσο, ο νέος Σουλτάνος του Ομάν, που ανέλαβε καθήκοντα λίγες μέρες πριν την ανακοίνωση του Σχεδίου Τραμπ, δεν βιάζεται να μεταβάλει την παραδοσιακή στάση ουδετερότητας που τηρεί η χώρα του μεταξύ δύο ισχυρών παικτών της περιοχής, της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν. Και το Ομάν δείχνει ότι θέλει να κερδίσει χρόνο, χρησιμοποιώντας το άλλοθι του εκτενούς ανασχηματισμού της κυβέρνησης που αποφάσισε ο νέος Σουλτάνος. Θα είναι εντυπωσιακό εάν τελικά το Ομάν εγκαταλείψει την πάγια ουδέτερη στάση του.

Το Σουδάν είναι μία χώρα που έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει να αλλάζει στρατόπεδα και περιφερειακές συμμαχίες. Ο εμφύλιος της Υεμένης έδωσε το έναυσμα στην κυβέρνηση του Χαρτούμ να εγκαταλείψει το Ιράν και να προσεταιρισθεί την Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο. Μέσα στο ίδιο πλαίσιο, ενώ ο Αραβικός Σύνδεσμος καταδίκαζε το Σχέδιο Τραμπ, την ίδια ημέρα ο Σουδανός ηγέτης, Αμπντέλ Φάταχ αλ-Μπουρχάν, συναντήθηκε με τον ισραηλινό Πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου στην Ουγκάντα τον Αύγουστο του 2019, προλέγοντας ότι η χώρα του προτίθεται να ομαλοποιήσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ.

Με αυτό το δεδομένο, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο επισκέφθηκε το Σουδάν, χωρίς όμως να λάβει ικανοποιητικές απαντήσεις. Προφανώς, η σουδανική πλευρά προσπαθεί και εκείνη να κερδίσει χρόνο, υποστηρίζοντας ότι η παρούσα κυβέρνηση είναι μεταβατική και ως εκ τούτου, δεν είναι αρμόδια να λάβει μία τόσο σπουδαία απόφαση που άπτεται της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.

Αυτά είναι τα δεδομένα μέχρι σήμερα. Όλα όμως είναι δυνατόν να αλλάξουν εν μία νυκτί, εάν οι ΗΠΑ αποφασίσουν ότι ‘ήρθε η στιγμή να αλλάξουν όλα εν μία νυκτί’ ενόψει των προεδρικών εκλογών του ερχόμενου Νοεμβρίου. Μην ξεχνάμε ότι το Μαρόκο, ήδη από την υπογραφή των Συμφωνιών του Όσλο, διατηρεί μία ιδιότυπη ανεπίσημη επαφή με το Ισραήλ. Δεν αποκλείεται η Μαυριτανία να παρακινηθεί να ανανεώσει εκ νέου τις διπλωματικές της σχέσεις με το Ισραήλ και να ανοίξει ξανά η ισραηλινή πρεσβεία στην Νουακχότ.

Δεν αποκλείεται να παρακινηθεί το Τσαντ, που ήδη έχει ανανεώσει τις επαφές του με το Ισραήλ, ύστερα από την επίσκεψη του Προέδρου του στην Ιερουσαλήμ τον χειμώνα του 2018. Ας μην μένουμε επικεντρωμένοι μόνο στις χώρες του Κόλπου.

Οι χώρες – έκπληξη: Κόσοβο, Σερβία, Μαλάουι

– Μήπως τελικά η ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ-Κοσόβου και η δέσμευση της Σερβίας να μεταφέρει την Πρεσβεία της από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, συνδέεται με την προσπάθεια των ΗΠΑ να πεισθούν ορισμένες αραβικές χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων;

Η ακολουθία των γεγονότων δείχνει αυτό ακριβώς που επισημάνατε. Δηλαδή, όσο διαρκεί το ‘παζάρι’ των F-35 μεταξύ Ισραήλ- Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, καθυστερεί η τελετή υπογραφής των μνημονίων στον Λευκό Οίκο, με κίνδυνο να πληγεί επικοινωνιακά τόσο οι Τραμπ και Νετανιάχου, όσο και το όλο εγχείρημα ομαλοποίησης των σχέσεων Ισραήλ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Με βάση τα ως άνω, είναι επόμενο να μην βιάζονται να ακολουθήσουν τις αμερικανικές παραινέσεις το Μπαχρέιν, το Ομάν, το Σουδάν ή άλλες χώρες της περιοχής. Και έτσι, οι ΗΠΑ, που δεν θέλουν να αφήνουν τον καιρό να περνάει αναξιοποίητος ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου, αποφάσισαν να αξιοποιήσουν την επιρροή τους στα Βαλκάνια, αλλά και στον κύκλο των Ευαγγελιστών πολιτικών ηγετών στην Αφρική.

Η συμφωνία οικονομικής συνεργασίας Σερβίας-Κοσόβου προλέγει πολλά για τον τρόπο που η διακυβέρνηση Βούτσιτς θα διαχειριστεί το ευαίσθητο ζήτημα της ανεξαρτησίας του Κοσόβου. Χωρίς την διαμεσολάβηση και τις πιέσεις των ΗΠΑ, αυτή η συμφωνία δεν θα υπεγράφετο – και ως αντάλλαγμα για τις καλές υπηρεσίες της Ουάσιγκτον, η Σερβία ανακοίνωσε ότι θα μεταφέρει την Πρεσβεία της από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, όχι αμέσως αλλά έως τον Ιούλιο του 2021.

Μία σύντομη επισκόπηση της σερβικής εξωτερικής πολιτικής επί διακυβέρνησης Αλεξάνταρ Βούτσιτς, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το Βελιγράδι εκδηλώνει σημαντική ευελιξία στις κατά καιρούς παραινέσεις της Μόσχας, της Ουάσιγκτον, του Βερολίνου, των Βρυξελλών αλλά και της Άγκυρας σε κάποιες περιπτώσεις, επιδιώκοντας να μην δυσαρεστεί απολύτως κανέναν, ει δυνατόν. Αυτή η στάση έχει μία λογική, μιας και η Σερβία, αν και βρίσκεται στο κέντρο των Βαλκανίων και της Ευρώπης, συνεχίζει να αισθάνεται περίπου μετέωρη σε πολλούς τομείς και για πολλούς λόγους. Το θέμα του Κοσόβου αγγίζει ευαίσθητες χορδές του εθνικού αισθήματος της κοινής γνώμης της χώρας. Η υπογραφή της συμφωνίας Σερβίας-Κοσόβου δεν ήταν μία κίνηση εύκολη για την διακυβέρνηση Βούτσιτς.

Το Ισραήλ επανειλημμένως απέφευγε να ενδώσει στις υποδείξεις των ΗΠΑ να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου για ποικίλους λόγους:Δεν ήθελε να πλήξει τις σχέσεις της με τη Σερβία ούτε να δημιουργήσει άκαιρα προβλήματα στους ισραηλινούς επενδυτές που δραστηριοποιούνται στη χώρα. Παράλληλα, δεν ήθελε να δώσει την αφορμή στη Σερβία ή σε άλλες χώρες να προβούν σε μονομερείς πολιτικές κινήσεις που θα ενίσχυαν το διπλωματικό στάτους της Παλαιστινιακής Αρχής – κατ’ αντιστοιχία της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου, που εκλαμβανόταν από το Βελιγράδι ως μία πράξη αποσχιστική. 

Οι Ισραηλινοί προσπαθούν να εμφανίσουν αυτήν την εξέλιξη ως ‘παράδειγμα μουσουλμανικής ευρωπαϊκής χώρας, που αποδέχεται το ενιαίο και αδιαίρετο της ισραηλινής πρωτεύουσας’. Παράλληλα όμως, η κυβέρνηση της Πρίστινα, με αυτήν της την κίνηση, απομακρύνεται από την όποια επιρροή ασκείται σε αυτήν εκ μέρους της Άγκυρας.

Τέλος – και καλό θα ήταν να μην το παραβλέπουμε -, η κοινή στάση του Ισραήλ και της Ελλάδας όσον αφορά την ανεξαρτησία του Κοσόβου, έφερε Αθήνα και Ιερουσαλήμ πιο κοντά, και δη στα Βαλκάνια. Να μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα προσκάλεσε τον ισραηλινό Πρωθυπουργό Νετανιάχου στην πενταμερή διάσκεψη για την ενέργεια που πραγματοποιήθηκε στη Βάρνα – και στην οποία είχε συμμετάσχει και η Σερβία.

– Όσον αφορά στο Κόσοβο και την αναγνώρισή του από το Ισραήλ με αντάλλαγμα το άνοιγμα της κοσοβάρικης Πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ υπάρχει ένας ιδιαίτερα σημαντικός συμβολισμός δεδομένου ότι η πλειοψηφία των πολιτών του είναι μουσουλμάνοι και το ίδιο το Κόσοβο μέρος της τουρκικής σφαίρας επιρροής.

Πράγματι τώρα που οι σχέσεις Σερβίας-Κοσόβου τείνουν προς ομαλοποίηση, το Ισραήλ αποφάσισε να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του, με αντάλλαγμα το άνοιγμα της κοσοβάρικης Πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ, με τα ισραηλινά ΜΜΕ να τονίζουν ότι η πλειοψηφία των κατοίκων του Κοσόβου είναι μουσουλμάνοι. Οι Ισραηλινοί προσπαθούν να εμφανίσουν αυτήν την εξέλιξη ως ‘παράδειγμα μουσουλμανικής ευρωπαϊκής χώρας, που αποδέχεται το ενιαίο και αδιαίρετο της ισραηλινής πρωτεύουσας’.

Παράλληλα όμως, η κυβέρνηση της Πρίστινα, με αυτήν της την κίνηση, απομακρύνεται από την όποια επιρροή ασκείται σε αυτήν εκ μέρους της Άγκυρας. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον εάν αυτή η – φιλοαμερικανική στη βάση της – απόφαση του Κοσόβου να ανοίξει την πρεσβεία της στην Ιερουσαλήμ, θα μπορούσε ίσως να ‘παρασύρει’ τρόπον τινα και την Αλβανία του Έντι Ράμα σε μία άλλη παρόμοια διπλωματική ενέργεια. Ίσως τελικά με αυτόν τον τρόπο η τουρκική επιρροή θα αρχίσει να μειώνεται στα αλβανικά κέντρα λήψεως αποφάσεων.

Όσο για την δέσμευση της Σερβίας να μεταφέρει την πρεσβεία της από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ – θα πρέπει να δοθεί σημασία στο ότι το Βελιγράδι έδωσε περιθώριο στον εαυτό του να πράξει κάτι τέτοιο τον μακρινό Ιούλιο του 2021. Μέχρι τότε, ουδείς γνωρίζει σήμερα εάν ο Ντόναλντ Τραμπ θα είναι Πρόεδρος των ΗΠΑ, ούτε ποιες θα είναι οι προϋποθέσεις που θα θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Σερβία, για να μπορέσει να φτάσει πιο κοντά στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Η κυβέρνηση του Βελιγραδίου για άλλη μία φορά ικανοποίησε τους συνομιλητές της, δεσμευόμενη ότι θα προβεί σε μία ενέργεια σε βάθος χρόνου.

Παρ’ όλα αυτά, η δέσμευση αυτή, που έχει σχέση με το ευαίσθητο ζήτημα της Ιερουσαλήμ, καταδεικνύει ότι το Βελιγράδι τείνει να επιθυμεί να μειώσει την επιρροή της Άγκυρας. Αυτό σίγουρα αποτελεί μία θετική ένδειξη για την εμβάθυνση των ελληνοσερβικών σχέσεων, σε βαλκανικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Θα είχε ενδιαφέρον να παρατηρηθεί πιο στενά η τουρκική αντίδραση έναντι της δέσμευσης του Βελιγραδίου να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως την πρωτεύουσα του Ισραήλ.    

Σε ό,τι αφορά την Αφρική, το Σάββατο 5/9/2020, ο νέος Πρόεδρος του Μαλάουι, Λάζαρους Τσακουέρα, στις προγραμματικές του δηλώσεις περιέλαβε τη λειτουργία διπλωματικής αντιπροσωπείας στην Ιερουσαλήμ. Ο Τσακουέρα είναι διδάκτωρ Θεολογίας, ανήκει στο ρεύμα των Ευαγγελιστών και είχε επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ πριν από ένα χρόνο. Προφανώς η απόφασή του αυτή παρακινήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες και ειδικότερα από τις χριστιανικές κοινότητες των Ευαγγελιστών, που υποστηρίζουν πολιτικά τον Πρόεδρο Τραμπ.

Η κίνηση του Μαλάουι καταδεικνύει ότι έχει κινητοποιηθεί το Κίνημα των Ευαγγελιστών – γεγονός που μπορεί να οδηγήσει και άλλες χώρες με έντονη επιρροή των Ευαγγελιστών στην Αφρική και στον Ειρηνικό Ωκεανό να λάβουν ανάλογες αποφάσεις. Το διάστημα έως τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον ερχόμενο Νοέμβριο ενδέχεται να παρουσιάσει ενδιαφέρον ως προς το ανοιχτό ζήτημα της αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ και από άλλες χώρες του Τρίτου Κόσμου.

Ο ανταγωνισμός Εμιράτων, Τουρκίας και Κατάρ στην Παλαιστίνη 

 – Θα ήθελα να επανέλθουμε στο Κατάρ. Προκαλεί εντύπωση η σταθερή απομόνωση του Κατάρ σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του Κόλπου και οι τεταμένες του σχέσεις με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με πρόσφατη αφορμή τη συμφωνία ομαλοποίησης των σχέσεων με το Ισραήλ, αλλά και οι στενές του σχέσεις με την Τουρκία. Ποιες επιπτώσεις εκτιμάτε ότι θα υπάρξουν από τώρα και στο εξής;

Η πολιτική του Κατάρ στην περιοχή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πράγματι, η απομόνωση – ή καλύτερα, η αυτοαπομόνωση – του Κατάρ από τις υπόλοιπες χώρες του Κόλπου, του προσέδωσε οφέλη αλλά του δημιουργεί και προβλήματα. Φαίνεται ότι η διείσδυσή του στην οικονομία της Τουρκίας αποφέρει οφέλη, εξ ου και οι σχέσεις Ντόχας-Άγκυρας εμβαθύνονται.

Από την άλλη, το Κατάρ βλέπει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως το αντίπαλο δέος, όχι μόνο στον άμεσο γεωγραφικό του χώρο, αλλά και στην διείσδυση που επιδιώκει το Αμπού Ντάμπι στον συνεχιζόμενο ενδοπαλαιστινιακό ανταγωνισμό αφ’ ενός μεταξύ της Παλαιστινιακής Αρχής και της Χαμάς, αφ’ ετέρου μεταξύ των επίδοξων διαδόχων του Παλαιστινίου Προέδρου, Μαχμούντ Αμπάς.

Δεν είναι τυχαίο ότι, ενόσω η αμερικανοϊσραηλινή αντιπροσωπεία συναντιόταν με τους εμιρατινούς αξιωματούχους στο Αμπού Ντάμπι, το Κατάρ κατάφερε να διαμεσολαβήσει μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, με αποτέλεσμα να επέλθει εκεχειρία στη Λωρίδα της Γάζας που ισχύει εδώ και λίγα εικοσιτετράωρα. 

Θα δούμε τον ανταγωνισμό ανάμεσα στο Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να εντείνεται, ιδιαίτερα μάλιστα σε ενδοπαλαιστινιακό επίπεδο. Συγκεκριμένα, Κατάρ και Τουρκία δεν κρύβουν την αλληλεγγύη τους στην παρούσα ηγεσία της Χαμάς

 Σε απάντηση της επιτυχούς διαμεσολάβησης του Κατάρ – η οποία, ως γνωστόν, έγκειται στην κάλυψη των οικονομικών αναγκών της Χαμάς -, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατηγόρησαν την κυβέρνηση της Ντόχα ότι στηρίζει την διεθνή τρομοκρατία και τον μουσουλμανικό φονταμενταλισμό. 

Θεωρώ ότι στο ερχόμενο διάστημα, θα δούμε τον ανταγωνισμό ανάμεσα στο Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να εντείνεται, ιδιαίτερα μάλιστα σε ενδοπαλαιστινιακό επίπεδο. Συγκεκριμένα, Κατάρ και Τουρκία δεν κρύβουν την αλληλεγγύη τους στην παρούσα ηγεσία της Χαμάς – στο εσωτερικό της οποίας διαφαίνονται σημαντικά ρήγματα.

Από την άλλη, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν κρύβουν τη στήριξή τους στο φερέλπιδα Μωχάμαντ Νταχλάν, ο οποίος έχει εξορισθεί από την Παλαιστινιακή Αρχή και διαβιοί τα τελευταία χρόνια στο Ντουμπάι, έχοντας καλλιεργήσει στενές σχέσεις με το βαθύ κράτος της χώρας, με ο,τιδήποτε αυτό συνεπάγεται.

Όπως είναι φυσικό, ο διαφαινόμενος ανταγωνισμός Κατάρ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων αποτελεί αντικείμενο στενής παρατήρησης εκ μέρους του Ισραήλ.

 Η οικογένεια του Γιάσερ Αραφάτ στο περιθώριο 

Μία σαφής ένδειξη του αναμενόμενου ενδιαφέροντος εκ μέρους του Ισραήλ, αλλά και των όσων πολλών διαδραματίζονται παρασκηνιακά σε ενδοπαλαιστινιακό επίπεδο, αποτελεί η εξής εντυπωσιακή εξέλιξη: Την περασμένη εβδομάδα, η Σούχα Αραφάτ, χήρα του ιστορικού ηγέτη των Παλαιστινίων, Γιάσερ Αραφάτ, παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στην κρατική ισραηλινή τηλεόραση.

Αφορμή γι’ αυτό αποτέλεσε μία δήλωσή της, δια της οποίας κάλεσε τους Παλαιστινίους πολίτες να μην καίνε σημαίες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, διαμαρτυρόμενοι για την συμφωνία ομαλοποίησης με το Ισραήλ. Η δήλωση αυτή προκάλεσε στην Παλαιστινιακή Αρχή πλήθος επικρίσεων κατά της χήρας Αραφάτ και του περιβάλλοντός της, ανασύροντας από το παρελθόν υποθέσεις διαφθοράς που την φέρουν να πρωταγωνιστεί.

Σε απάντηση των επικρίσεων, η Σούχα Αραφάτ παραχώρησε συνέντευξη στο ισραηλινό κρατικό μέσο, λέγοντας ότι «εάν ο σύζυγός της ζούσε, θα έσπευδε να αξιοποιήσει την συνεννόηση που επετεύχθη μεταξύ των Εμιράτων και του Ισραήλ, προς όφελος της επίλυσης του Παλαιστινιακού, και δεν θα υιοθετείτο μία πεισματική αυτοαπομόνωση που είναι καταδικασμένη να μην αποδώσει τίποτα».

Παράλληλα όμως, κατηγόρησε τους στενούς συνεργάτες του Μαχμούντ Αμπάς – χωρίς να τους κατονομάζει – απειλώντας ότι «εάν συνεχιστεί η δυσμενής μεταχείριση που έχει εκείνη, το περιβάλλον του Αραφάτ και οι συγγενείς της» θα δημοσιοποιήσει «όσα ξέρει για κάθε έναν από αυτούς και όσα ο Γιάσερ Αραφάτ έχει γράψει για κάθε έναν από αυτούς στα απομνημονεύματά του».

Ειδικότερα αναφέρθηκε στον αδελφό της, Τζουμπράν Ταουήλ, Πρέσβη της Παλαιστινιακής Αρχής στην Κύπρο, και στην ένορκη διοικητική εξέταση εναντίον του που φέρεται να βρίσκεται σε εξέλιξη εκ μέρους του Παλαιστινιακού Υπουργείου Εξωτερικών, για λόγους τους οποίους δεν ανέφερε. Πλην όμως η Σούχα Αραφάτ αναρωτήθηκε, απευθυνόμενη στον ισραηλινό δημοσιογράφο, εάν τελικά η Παλαιστινιακή Αρχή έχει αποφασίσει να «βάλει τον αδελφό της στην φυλακή». Πολύ λίγη σημασία έχει τι ακριβώς έχει συμβεί ανάμεσα στον Παλαιστίνιο Πρέσβη στη Λευκωσία και το Υπουργείο του. Είναι όμως ενδεικτικό του κλίματος στην Παλαιστινιακή Αρχή μεταξύ επιγόνων του Αμπάς και άλλων εσωτερικών κέντρων επιρροής, και δη ως απόρροια της ομαλοποίησης των σχέσεων Ισραήλ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Έτσι, οι δηλώσεις στην κρατική ισραηλινή τηλεόραση της χήρας Αραφάτ – η οποία επανειλημμένα τόνιζε στη συνέντευξή της ότι ο Μαχμούντ Αμπάς είναι εξαιρετικός ηγέτης και ότι είναι σίγουρη ότι η υγεία του είναι σε άριστη κατάσταση – έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι ο αγώνας της διαδοχής βρίσκεται σε εξέλιξη, με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ να ενδιαφέρονται πολύ για την έκβασή του.

Και στο σημείο αυτό, αξίζει να επισημανθεί ένας από τους βασικούς στόχους του Σχεδίου Τραμπ, όπως ανέφερα απαντώντας σε προηγούμενή σας ερώτηση: Να εκτεθούν ηθικά στα μάτια της παλαιστινιακής κοινής γνώμης οι ηγεσίες τόσο της Φατάχ, όσο και της Χαμάς, με στόχο την αντικατάστασή τους. Τόσο το Κατάρ όσο και τα Εμιράτα δείχνουν να έχουν και τα μέσα και την πρόθεση να παίξουν τον δικό τους διακριτό ρόλο σε αυτό το σημαντικό ζήτημα.  

Γιατί αφορά και την Ελλάδα η συμφωνία ομαλοποίησης των σχέσεων Ισραήλ – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων 

– Τελικά, πόσο αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο η συμφωνία ομαλοποίησης των σχέσεων Ισραήλ – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων;

Οποιαδήποτε περιφερειακή συνεργασία μειώνει την επιρροή της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή και δυσκολεύει τις πράξεις εντυπωσιασμού στην Ανατολική Μεσόγειο, μοιραία ενδιαφέρει την Ελλάδα και την Κύπρο, δεδομένων των στρατηγικών σχέσεων που ανέπτυξαν με το Ισραήλ την τελευταία δεκαετία. Ως εκ τούτου, η συμφωνία ομαλοποίησης των διπλωματικών σχέσεων Ισραήλ – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η οποία προφανώς έχει και στρατιωτικό χαρακτήρα, πρέπει να ενδιαφέρει την Αθήνα και την Λευκωσία.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Για την περίπτωση της Ελλάδας, εναπόκειται στην ίδια να θελήσει να αξιοποιήσει το ενδιαφέρον επενδυτών από τα Εμιράτα, εάν υπάρξει. Εάν η Ελλάδα αποφασίσει να καταστεί περισσότερο φιλόξενη σε ξένες επενδύσεις και δεν επαναληφθούν όσα ατυχή παρατηρήθηκαν κατά το παρελθόν με άλλες ατελέσφορες προσπάθειες από άλλες χώρες του Κόλπου, τότε σαφώς οι σχέσεις Ελλάδας-Εμιράτων θα αποκτήσουν ουσιαστική δυναμική. Διαφορετικά, η Ελλάδα απλώς θα καταστεί η χώρα, στο έδαφος της οποίας υπάρχουν στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ και η ελληνική αεροπορία θα πραγματοποιεί κοινές ασκήσεις με τα αεροσκάφη των Εμιράτων, χωρίς όμως αυτό να σηματοδοτεί κάτι το ιδιαίτερο ή κάτι περισσότερο από αυτό.

Πράγματι, ο ελληνικός εναέριος χώρος είναι ιδεώδης για την διενέργεια ασκήσεων για τα αεροσκάφη των ΗΑΕ. Όμως, η Ελλάδα θα έπρεπε να στοχεύει στην προσέλκυση επενδύσεων, εκμεταλλευόμενη τη συγκυρία της συμφωνίας Ισραήλ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, δημιουργώντας θεσμούς και διαδικασίες που δεν θα φοβίζουν τον ξένο επενδυτή.

Η περίπτωση της Κύπρου

Για την περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα δεδομένα είναι σαφώς διαφορετικά.Ενώ παραδοσιακά ο σαουδαραβικός παράγοντας και οι χώρες του Κόλπου έκριναν το Κυπριακό υπό στενή θρησκευτική διάσταση, τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν μεταβληθεί σημαντικά. Σε αυτό συνετέλεσε η αντιπαλότητα Αιγύπτου-Τουρκίας, αλλά και η προσέγγιση Τουρκίας-Κατάρ που δυσαρέστησε την κυβέρνηση του Ριάντ και τις γειτονικές χώρες που επηρεάζει.

Η στρατηγική σχέση Κύπρου-Ισραήλ δίνει όλες τις δυνατότητες στην Κυπριακή Δημοκρατία να υποβοηθήσει τους δεσμούς που εξυφαίνονται μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Ήδη, στο Ισραήλ γίνεται πολύς λόγος για την ανάπτυξη κοινών επιχειρηματικών πρότζεκτ μεταξύ Ισραηλινών και Εμιρατινών επιχειρηματιών. Ωστόσο, επειδή οι δύο αυτές χώρες δεν ανήκουν στην ΕΕ, αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούν τα κοινά επιχειρηματικά εγχειρήματα να περιβληθούν μίας ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας.

Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει την πείρα και το θεσμικό πλαίσιο να παράσχει νομική έδρα σε επιχειρήσεις ισραηλινών και εμιρατινών συμφερόντων. Είναι ζήτημα πολιτικής απόφασης να ενθαρρύνει τέτοια σχήματα επιχειρηματικής συνεργασίας. Πιστεύω ότι η διάθεση από πλευράς Λευκωσίας υπάρχει ήδη. 

Cyprus Papers: Στην σκιά του ανταγωνισμού Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων – Κατάρ  

 – Ο ρόλος της Κύπρου, όμως, πρόσφατα επικρίθηκε από το καταρινό ενημερωτικό δίκτυο Al  Jazeera, που έφερε στη δημοσιότητα τα λεγόμενα Cyprus  Papers, με φερόμενα σκάνδαλα παροχής κυπριακών διαβατηρίων σε επιχειρηματίες που καταζητούνται για ποινικά κολάσιμες πράξεις. 

Εσείς πιστεύετε ότι ο χρόνος που επέλεξε το Al  Jazeera να φέρει στη δημοσιότητα τις κυπριακές πολιτογραφήσεις ήταν τυχαίος; Δεν νομίζω.

Το ζήτημα των παράτυπων πολιτογραφήσεων είχε αναδειχθεί από τα Κυπριακά ΜΜΕ κατά το παρελθόν και υπάρχουν υποθέσεις που ήδη διερευνώνται. Το Al  Jazeera υπέδειξε και άλλες ύποπτες περιπτώσεις, που μέχρι σήμερα ήταν άγνωστες – οι οποίες και αυτές τώρα διερευνώνται από τις κυπριακές Αρχές. Όπως ήταν φυσικό, το ζήτημα προκάλεσε εκ νέου αντιπαραθέσεις μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στην Κύπρο. 

Οι προθέσεις του Κατάρ θεωρώ ότι επικεντρώνονται στο να δυσκολέψουν τινι τρόπω επενδυτές από το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να ιδρύσουν κοινές εταιρείες με έδρα την Κύπρο, δεδομένου ότι είναι το πλησιέστερο κράτος-μέλος της ΕΕ και μία από τις περισσότερο προσιτές πύλες εισόδου προς την μεγάλη αγορά της Ευρώπης.

Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να μας αποπροσανατολίζει από τα κίνητρα του Κατάρ. Δεν χρειάζεται να επεξηγηθεί ιδιαίτερα γιατί επικρίνεται η Κυπριακή Δημοκρατία από ένα δημοσιογραφικό μέσο, που ελέγχεται από την κυβέρνηση του Κατάρ, η οποία έχει ειδικούς δεσμούς με την Τουρκία.

Θα πρέπει όμως να επισημανθεί και η εξής λεπτομέρεια, που ίσως μέχρι τώρα φαίνεται να μας διαφεύγει: Η ρητορική του Κατάρ εναντίον των υπολοίπων μοναρχιών του Κόλπου που πρόσκεινται στην Σαουδική Αραβία, βασίζεται στην έλλειψη ”ηθικού πλεονεκτήματος” ως προς τις επιχειρηματικές δραστηριότητες είτε μελών των διαφόρων κυβερνήσεων της περιοχής, είτε του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος των εκάστοτε κρατούντων.

Με την ανάδειξη των Cyprus Papers, το Κατάρ ουσιαστικά έστειλε πολλαπλά μηνύματα σε Άραβες επιχειρηματίες του Κόλπου, και κυρίως των ΗΑΕ, ότι το Al  Jazeera είναι σε θέση να βρει στοιχεία και έγγραφα και να εκθέσει τυχόν συνέργειες Αράβων και Ισραηλινών επιχειρηματιών που θα θελήσουν στο μέλλον να συνδυάσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα με την Κυπριακή Δημοκρατία, εγκαθιδρύοντας εκεί μικτές εταιρείες με ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα. Εξ ου και δεν πιστεύω με κανέναν τρόπο ότι η επιλογή του χρόνου για την ανάδειξη μίας εν πολλοίς γνωστής υπόθεσης στη βάση της ήταν απολύτως τυχαία και διεπόταν από αγνή δημοσιογραφική ανάγκη αποκάλυψης της αλήθειας.

Προφανώς το πρόγραμμα πολιτογραφήσεων, όπως εφαρμόσθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία, αποδεικνύεται ότι πάσχει και χρήζει αναπροσαρμογής – αν όχι κατάργησης. Οι προθέσεις του Κατάρ θεωρώ ότι επικεντρώνονται στο να δυσκολέψουν τινι τρόπω επενδυτές από το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να ιδρύσουν κοινές εταιρείες με έδρα την Κύπρο, δεδομένου ότι είναι το πλησιέστερο κράτος-μέλος της ΕΕ και μία από τις περισσότερο προσιτές πύλες εισόδου προς την μεγάλη αγορά της Ευρώπης.

Παρ’ όλα αυτά, θα μπορούσα να θεωρήσω ότι η δημοσιογραφική έρευνα του AlJazeera πράγματι διέπεται από αγνά κριτήρια. Θα περίμενα όμως να διερευνήσει τους καταθέτες των τραπεζών που εδρεύουν στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου. Οι τράπεζες αυτές βρίσκονται εκτός του διεθνούς τραπεζικού συστήματος, μιας και η οντότητα της «ΤΔΒΚ» δεν αναγνωρίζεται από κανένα κράτος πλην της Τουρκίας. Εξ όσων γνωρίζω, τέτοιου είδους δημοσιογραφική έρευνα, το AlJazeera δεν πραγματοποίησε ποτέ μέχρι τώρα. Δεν είναι περίεργο;

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και ελληνοτουρκικά

– Σχετικά με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Ελλάδα αναλυτές στην Ελλάδα ισχυρίζονται ότι η συνεργασία  Ελλάδας-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων ενεργοποιήθηκε με τη συμμετοχή τεσσάρων μαχητικών αεροσκαφών τύπου F- 16 της Π.Α των ΗΕΑ σε αεροναυτική άσκηση με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις στην ανατολική Μεσόγειο. Υποστηρίζεται λοιπόν ότι αυτή η κοινή άσκηση στέλνει σαφές μήνυμα στον Ταγίπ Ερντογάν, ότι η Ελλάδα έχει ένα σημαντικό σύμμαχο, που έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει την ισορροπία δυνάμεων σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική. Μήπως πρόκειται για το προοίμιο για μια  επίσημη  στρατιωτική συμμαχία των ενόπλων δυνάμεων των δύο κρατών, που θα  ενισχύσει τον περιφερειακό άξονα κατά της Τουρκίας;

Θεωρώ παρακινδυνευμένες τέτοιες εκτιμήσεις.

Το μόνιμο ζήτημα ασφάλειας που αντιμετωπίζουν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επικεντρώνεται στην ‘προκλητικότητα του Ιράν’ – όπως χαρακτηριστικά επαναλαμβάνουν τα εμιρατινά ΜΜΕ. Τα πολεμικά αεροσκάφη των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων έχουν ανάγκη από χώρο ασκήσεων. Ο εναέριος χώρος της γειτονικής Σαουδικής Αραβίας δεν προσφέρεται όπως παλαιότερα, κυρίως εξ αιτίας της εστίας έντασης στην Υεμένη. Ο εναέριος χώρος του Κόλπου είναι εξαιρετικά περιορισμένος, λόγω της εγγύτητας με το Ιράν και της μεγάλης κίνησης πολιτικών πτήσεων.

Το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος λύνει πρακτικά προβλήματα για την πολεμική αεροπορία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Αλλά, όπως ανέφερα προηγουμένως, θα ήταν κρίμα η Ελλάδα να περιορίσει το πλαίσιο συνεργασίας της με τα Εμιράτα, αποτελώντας απλώς μία χώρα που τυχαίνει να βρίσκονται στο έδαφός της αμερικανικές βάσεις.

Ισραήλ και ελληνοτουρκικά

– Μιλώντας για την Ελλάδα, ποια η θέση του Ισραήλ σε σχέση με την ελληνοτουρκική διένεξη και τον τουρκικό μαξιμαλισμό; Φαίνεται να μην παίρνει σαφή θέση.

Η ισραηλινή θέση ως προς την τουρκική δραστηριότητα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι σαφής και έχει διατυπωθεί ποικιλοτρόπως τόσο από τον Πρωθυπουργό Νετανιάχου, όσο και από άλλους αξιωματούχους. Το Ισραήλ έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι συντάσσεται με τις ελληνικές και κυπριακές θέσεις περί των ζητημάτων που ανακύπτουν στις θαλάσσιες ζώνες.

Έχει γίνει συνείδηση ότι κάθε πράξη αναθεωρητισμού εκ μέρους της Τουρκίας, δεν στρέφεται μόνο κατά των συμφερόντων της Ελλάδας, της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Αιγύπτου, αλλά κατ’επέκτασιν στρέφεται και κατά των ισραηλινών ενεργειακών σχεδιασμών. Από την άλλη πλευρά, θεωρώ αυτονόητο ότι το Ισραήλ δεν θα επιθυμούσε να κληθεί να λάβει ενεργό ρόλο, βλέποντας την Ανατολική Μεσόγειο να καθίσταται θέατρο ένοπλων εντάσεων οποιασδήποτε μορφής.

Οι Ισραηλινοί αντιλαμβάνονται ότι Αθήνα και Άγκυρα έχουν αποκτήσει επαρκή πείρα στο να διαχειρίζονται ανάλογες περιόδους έντασης. Στο Ισραήλ λαμβάνουν σοβαρά υπ’όψιν ένα κριτήριο που τόσο η ελληνική, όσο και η τουρκική κοινή γνώμη και τα ΜΜΕ σε Ελλάδα και Τουρκία τείνουν να λησμονούν: Ελλάδα και Τουρκία είναι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ και ότι, την κατάλληλη στιγμή, οι ΗΠΑ θα δράσουν πυροσβεστικά.

Αυτή είναι η απλούστατη συλλογιστική που ακολουθεί η ισραηλινή πλευρά, ελπίζοντας ότι ένα θερμό επεισόδιο είτε θα αποφευχθεί την τελευταία στιγμή από τις ΗΠΑ, είτε δεν θα σημειωθεί καν. Ως εκ τούτου, το Ισραήλ δεν αισθάνεται την ανάγκη να εμπλακεί σε μία διμερή διαφορά, που είναι δυνατόν να επιλυθεί άνωθεν – και συγκεκριμένα, μέσω του Λευκού Οίκου.

Από την άλλη, καμία φωνή και καμία εκτίμηση στο Ισραήλ δεν θεωρεί ότι αυτήν την περίοδο υπάρχει το κατάλληλο momentum για έναρξη καλόπιστου διαλόγου ανάμεσα στην Αθήνα και στην Άγκυρα. Τουναντίον μάλιστα. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι και τα ΜΜΕ στο Ισραήλ θεωρούν την διακυβέρνηση Ερντογάν απολύτως υπεύθυνη για τον αναθεωρητισμό που επιδεικνύει η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό έχει καταστεί σαφές με κάθε δυνατή ευκαιρία εδώ στο Ισραήλ.

**************

Ο Γαβριήλ Χαρίτος είναι διδάκτωρ διεθνών σχέσεων, ερευνητής του Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν, στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν του Ισραήλ και ερευνητής του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Ζει στο Ισραήλ. Κυκλοφορούν δύο βιβλία του : «Ο εκδημοκρατισμός των αραβικών χωρών ως προτεραιότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Η περίπτωση της Ιορδανίας και της Τυνησίας», (Νομικές Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα και Ίδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών του καθ. Ηλία Κρίσπη και Δρος Αναστασίας Σαμαρά-Κρίσπη, 2008) «Κύπρος, το Γειτονικό Νησί – Το Κυπριακό μέσα από τα Κρατικά Αρχεία του Ισραήλ, 1946-1960», (Εκδόσεις Παπαζήση, 2020 β΄ έκδοση)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *