Τα τουρκικά και ιρανικά συμφέροντα συμπίπτουν στους τομείς της ενέργειας και του εμπορίου, ιδίως λόγω της εξάρτησης της Τουρκίας από το ιρανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά και λόγω των εισαγωγών τουρκικών αγαθών από το Ιράν αναφέρει ανάλυση του Australian Strategic Policy Institute (ASPI). Οι δύο χώρες ευθυγραμμίζονται επίσης με την κοινή τους αντιπάθεια προς το σαουδαραβικό καθεστώς και στην αντίθεσή τους στον κουρδικό αυτονομισμό, γεγονός που απειλεί την εδαφική ακεραιότητα τόσο της Τουρκίας όσο και του Ιράν.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Η αγορά ιρανικού πετρελαίου από την Τουρκία και οι εισαγωγές τουρκικών προϊόντων από το Ιράν μειώθηκαν από το 2018 λόγω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στο Ιράν από τον τέως Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ειδικά μετά τον Απρίλιο του 2019, όταν οι ΗΠΑ επέβαλαν εμπάργκο στην αγορά του ιρανικού πετρελαίου. Το 2019, το μερίδιο του αργού πετρελαίου και των προϊόντων πετρελαίου στις τουρκικές εισαγωγές από το Ιράν μειώθηκε κατά 63% και το εμπορικό πλεόνασμα του Ιράν έπεσε κατά 79%. Ταυτόχρονα, η πίεση που άσκησε η Ουάσινγκτον στην Τεχεράνη περιόρισε την ικανότητα του Ιράν να αγοράζει τουρκικά προϊόντα.
Ωστόσο, και οι δύο χώρες αποδέχτηκαν αυτά τα αρνητικά ποσοστά με την ελπίδα ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν με το τέλος της προεδρίας του Τραμπ. Οι πιο αισιόδοξες προοπτικές επιστροφής της Αμερικής στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν και η σταδιακή κατάργηση των κυρώσεων στο Ιράν μετά την εκλογή του Προέδρου Τζο Μπάιντεν ενδέχεται να συμβάλουν στην αύξηση των οικονομικών σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Ιράν. Παρόλο που ενδέχεται η μεταξύ τους συνεργασία να μην επιστρέψει στο επίπεδο που είχαν επιτύχει πριν από το 2018, το Ιράν πιθανότατα θα παραμείνει ο κορυφαίος προμηθευτής ενέργειας στην Τουρκία και τα τουρκικά προϊόντα θα συνεχίσουν να καλύπτουν ένα μεγάλο μερίδιο της ιρανικής αγοράς λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και του χαμηλού κόστους μεταφοράς.
Ποιος κάνει κουμάντο;
Ενώ το μέλλον των σχέσεων Τουρκίας-Ιράν φαίνεται πιο φωτεινό στον οικονομικό τομέα, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τις γεωπολιτικές σχέσεις. Είναι αλήθεια ότι τόσο η Τεχεράνη όσο και η Άγκυρα ανταγωνίζονται το Ριάντ για το ποια χώρα θα ασκήσει τη μεγαλύτερη επιρροή στη Μέση Ανατολή. Η Σαουδική Αραβία έχει θεωρήσει το Ιράν θανάσιμο εχθρό της από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.
Πιο πρόσφατα, η Τουρκία άρχισε επίσης να αμφισβητεί την πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας για υπεροχή στον αραβικό κόσμο με τη νεο-οθωμανική πολιτική της που προβάλλει την Τουρκία ως τον φυσικό ηγέτη των σουνιτικών χωρών. Αυτό έγινε πολύ σαφές κατά τη διάρκεια του μποϊκοτάζ του Κατάρ από την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, όταν η Άγκυρα υποστήριξε την Ντόχα με αεροπορικές προμήθειες, για να εξουδετερώσει την απειλή που αντιμετώπιζε από το Ριάντ και τους συμμάχους του.
Ή με τις ΗΠΑ ή με το Ιράν
Ωστόσο, κάτω από την επιφάνεια αυτών των συγκλινόντων στρατηγικών συμφερόντων (μεταξύ Άγκυρας και Τεχεράνης) κρύβονται κρίσιμα προβλήματα που τώρα αναδύονται στην επιφάνεια. Πρώτον, η Τουρκία εξακολουθεί να είναι μέλος του ΝΑΤΟ και ως εκ τούτου σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, που είναι ο κυριότερος εχθρός του Ιράν.
Παρόλο που η Άγκυρα έχει λάβει μια προκλητική στάση απέναντι στις ΗΠΑ σε διάφορα θέματα, όπως η αγορά του ρωσικού εξοπλιστικού προγράμματος S-400, η Τεχεράνη δεν μπορεί να είναι σίγουρη πως η Τουρκία θα εγκαταλείψει τη συμμαχία με τις ΗΠΑ για χάρη του Ιράν – ειδικά εάν η Ουάσινγκτον σφίξει περισσότερο τον κλοιό με την Τουρκία. Στην πραγματικότητα, η απόφαση της Άγκυρας να μειώσει τις εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου υπό την απειλή αμερικανικών κυρώσεων, έστειλε στην Τεχεράνη ακριβώς το αντίθετο μήνυμα.
Πρόκληση ο παντουρκισμός
Επίσης, τα τελευταία χρόνια, η επιλογή της Τουρκίας να αντιταχθεί στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία, έρχεται σε αντίθεση με τον ρόλο του Ιράν, τον κυριότερο υποστηρικτή του συριακού καθεστώτος. Τους τελευταίους μήνες, η Τουρκία πραγματοποίησε επίσης συμφιλιωτικές ενέργειες προς το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, κινήσεις που θα έπρεπε να ανησυχούν το Ιράν.
Αλλά η πιο σημαντική πρόκληση είναι η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία, όπου η Τουρκία προωθεί τον παντουρκισμό προσεγγίζοντας τουρκογενείς πληθυσμούς. Τόσο η Ρωσία όσο και το Ιράν διαφωνούν με αυτήν τη συμπεριφορά, καθώς θεωρούν πως για ιστορικούς λόγους αυτές οι περιοχές (στις οποίες επεκτείνεται τώρα η Άγκυρα) ανήκουν στις δικές τους σφαίρες επιρροής.
Οι αντιφάσεις στις τουρκικές και ιρανικές προσεγγίσεις στον Καύκασο ήρθαν στο προσκήνιο κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης Αζερμπαϊτζάν – Αρμενίας, από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο του 2020. Η Τουρκία υποστήριξε το Αζερμπαϊτζάν προμηθεύοντάς το με όπλα, που ήταν καθοριστικός παράγοντας για τη νίκη των Αζέρων στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Το Ιράν, που επέλεξε μια πιο ουδέτερη στάση στην πολεμική σύγκρουση, εξέφρασε την ανησυχία του για την αύξηση της δημοτικότητας της Τουρκίας στους Τουρκμένους της περιοχής. Η νίκη του Αζερμπαϊτζάν, η οποία του έδωσε μεγαλύτερο έλεγχο στην αρμενική επικράτεια, ανέδειξε το ίδιο αλλά και τη σύμμαχό του Τουρκία ως έναν νέο, εναλλακτικό διάδρομο ενέργειας και εμπορίου μεταξύ Ανατολής και Δύσης – παρακάμπτοντας τα βορειότερα και νοτιότερα δρομολόγια που ελέγχονται από τη Ρωσία και το Ιράν αντίστοιχα.
Η κατάσταση που διαμορφώνεται θα μειώσει σημαντικά την επιρροή της Μόσχας και της Τεχεράνης στα κράτη της Κεντρικής Ασίας και θα αυξήσει σημαντικά τον ρόλο της Άγκυρας.
Η Τεχεράνη ανησυχεί ιδιαίτερα ότι η Τουρκία εκμεταλλεύεται την εθνική της ταυτότητα, την οποία μοιράζεται με πολλά κράτη στην Κεντρική Ασία και τον Καύκασο, για να επεκτείνει την επιρροή της. Υπενθυμίζεται πως ο Ερντογάν, απευθυνόμενος σε μια στρατιωτική παρέλαση για τον εορτασμό των εδαφικών κερδών του Αζερμπαϊτζάν απέναντι στην Αρμενία, είχε απαγγείλει ένα ποίημα στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, το Μπακού, για τον χωρισμό των περιοχών που κατοικούνταν κυρίως από Αζέρους ανάμεσα στο Ιράν και τη Ρωσία τον 19ο αιώνα. Το Ιράν υποστήριξε πως το ποίημα αποτελούσε παρέμβαση στις εσωτερικές του υποθέσεις, και κάλεσε στο υπουργείο Εξωτερικών τον Τούρκο πρέσβη. Ως απάντηση η Τουρκία κάλεσε επίσης τον Ιρανό πρέσβη στο τουρκικό ΥΠΕΞ.
Επομένως, οι τουρκοϊρανικές σχέσεις διαπνέονται από στοιχεία συνεργασίας αλλά και σύγκρουσης και οποιαδήποτε επιδείνωση των ισορροπιών θα μπορούσε να αυξήσει την ένταση σε μια ευμετάβλητη περιοχή, κλιμακώνοντας τις εντάσεις μεταξύ των δύο όχι και τόσο αγαπημένων φίλων.
Ισραήλ, η ανατολική Ιερουσαλήμ και ο αραβικός κόσμος
«Αυτή η γη ανήκει στους Εβραίους σχεδόν εκατό χρόνια» επιμένει ο Αρίε Κινγκ, αντιδήμαρχος της Ιερουσαλήμ. «Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Αυτό που άλλαξε είναι ότι ξαφνικά οι Άραβες αποφάσισαν ότι είναι δική τους και δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι είναι εβραϊκή ιδιοκτησία». Περιέργως σκληρά λόγια ακούστηκαν από ηγέτες δύο μη αραβικών χωρών, της Τουρκίας και του Ιράν, που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν πολιτικά τα γεγονότα στην Παλαιστίνη.
Ο πρόεδρος Ερντογάν και ο θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν Αγιατολάχ Χαμενέι προσπαθούν να εμφανιστούν ως υπερασπιστές του αραβικού και ιδιαίτερα σιιτικού κόσμου, αγνοώντας ότι η κατεξοχήν σουνιτική χώρα στον αραβικό κόσμο, η Σαουδική Αραβία, βελτίωσε τις σχέσεις της με το Ισραήλ, αν και διακριτικά. Σε κάθε περίπτωση, όπως πιστεύει η Κέρστιν Μίλερ, σε περίπτωση που οι εντάσεις συνεχιστούν, υπάρχει το ενδεχόμενο να κινδυνεύσουν και άλλα συμφέροντα του Ισραήλ, ανάμεσά τους και η εξομάλυνση των σχέσεών του με τον αραβικό κόσμο.
«Ιρανοποίηση»
Η Τουρκία, όπως το Ιράν το 1979 με την «Επανάσταση» του Αγιατολάχ Χομεϊνί, οδηγείται στην αρχή του ενός ανδρός με την Σαρία να υποκαθιστά τους νόμους της άλλοτε κοσμικής ζωής. Άλλωστε, το βαθύ παρακράτος έχει ριζώσει τόσο τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, που η Τουρκία αυτή τη στιγμή ακόμη και σε περίπτωση ανατροπής του Ερντογάν, θα χρειαστεί ίσως και δεκαετίες για να επανέλθει στην τροχιά της δεκαετίας του ’90.