Προεδρικές Εκλογές 2024 – ΗΠΑ | Τι γίνεται αν δεν βγει Πρόεδρος | Τι λέει το Σύνταγμα

Σε περίπτωση που δεν εκλεγεί πρόεδρος μέσω της κανονικής διαδικασίας των εκλογών και του Σώματος των Εκλεκτόρων, το Σύνταγμα των ΗΠΑ προβλέπει ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με την 12η Τροπολογία. Αν κανένας υποψήφιος δεν εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία των εκλεκτόρων (δηλαδή 270 από τους 538), τότε η απόφαση μεταβιβάζεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Στη Βουλή, κάθε πολιτεία διαθέτει μία ψήφο, και απαιτείται η απόλυτη πλειοψηφία των πολιτειών (δηλαδή τουλάχιστον 26 ψήφοι) για να αναδειχθεί πρόεδρος. Οι αντιπρόσωποι κάθε πολιτείας ψηφίζουν για τον υποψήφιο που προτιμούν, και κάθε πολιτεία καθορίζει συλλογικά τη ψήφο της. Κάθε πολιτεία λαμβάνει αντιπροσώπευση στη Βουλή ανάλογα με τον πληθυσμό της αλλά δικαιούται έναν τουλάχιστον Αντιπρόσωπο ως Μέλος του Κογκρέσου. Η πιο πολυπληθής πολιτεία, η Καλιφόρνια, έχει τώρα 53 βουλευτές (αντιπροσώπους).

Παράλληλα, η Γερουσία αναλαμβάνει την εκλογή του αντιπροέδρου, αν και πάλι δεν επιτευχθεί πλειοψηφία εκλεκτόρων για τη θέση αυτή. Στην περίπτωση αυτή, κάθε γερουσιαστής έχει μία ψήφο και απαιτείται πλειοψηφία για την εκλογή του αντιπροέδρου.

Αν ακόμα και με αυτές τις διαδικασίες δεν υπάρξει εκλεγμένος πρόεδρος μέχρι τις 20 Ιανουαρίου (ημέρα ορκωμοσίας), τότε η προεδρία ανατίθεται στον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων ως προσωρινό, μεταβατικό πρόεδρο.

Σημειώνεται πως η επιλογή των εκλεκτόρων γίνεται από τα κόμματα ή τους μεμονωμένους υποψηφίους προ των εκλογών με διαδικασίες που διαφέρουν από κόμμα σε κόμμα, αλλά και από Πολιτεία σε Πολιτεία. Το Σύνταγμα των ΗΠΑ ορίζει ότι η ψηφοφορία του Εκλεκτορικού Κολλεγίου για την ανάδειξη προέδρου και αντιπροέδρου διεξάγεται την ίδια ημέρα για όλες τις Πολιτείες.

Ο Λευκός Οίκος

Ο Λευκός Οίκος AP Photo Susan Walsh

Εκλογές στις ΗΠΑ: Τα προηγούμενα αδιέξοδα

Η εκλογή προέδρου μέσω της Βουλής των Αντιπροσώπων έχει συμβεί δύο φορές στην ιστορία των ΗΠΑ, το 1800 και το 1824:

Εκλογές του 1800: Οι υποψήφιοι Τόμας Τζέφερσον και Άαρον Μπερ έλαβαν ίσο αριθμό ψήφων στο Σώμα των Εκλεκτόρων, καθώς τότε οι εκλέκτορες δεν ξεχώριζαν τις ψήφους τους μεταξύ προέδρου και αντιπροέδρου. Έπειτα από 36 γύρους ψηφοφορίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Τζέφερσον αναδείχθηκε πρόεδρος. Αυτή η κρίση οδήγησε στην υιοθέτηση της 12ης Τροπολογίας το 1804, που διαχώρισε τις ψήφους για πρόεδρο και αντιπρόεδρο.

Εκλογές του 1824: Κανένας από τους τέσσερις υποψήφιους (Άντριου Τζάκσον, Τζον Κουίνσι Άνταμς, Ουίλιαμ Κρόφορντ και Χένρι Κλέι) δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Η Βουλή ανέλαβε την απόφαση και εξέλεξε τον Τζον Κουίνσι Άνταμς, παρόλο που ο Τζάκσον είχε λάβει περισσότερες ψήφους στις εκλογές. Αυτό το γεγονός προκάλεσε μεγάλη αντίδραση από τον Τζάκσον και τους υποστηρικτές του, που το θεώρησαν “παραποίηση” και οδήγησε στην αναδιαμόρφωση του πολιτικού τοπίου της εποχής.

Αυτές οι περιπτώσεις είναι οι μόνες όπου η εκλογή προέδρου έγινε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Από τότε, οι εκλογές προέδρου των ΗΠΑ, ακόμα και σε αμφιλεγόμενες περιπτώσεις, ολοκληρώνονται εντός της διαδικασίας των εκλεκτόρων.

Ρευστό το τοπίο στις φετινές εκλογές

Στις φετινές προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η μάχη μεταξύ του Ρεπουμπλικανού Ντόναλντ Τραμπ και της Δημοκρατικής Καμάλα Χάρις είναι εξαιρετικά αμφίρροπη, με μικρές διακυμάνσεις στα ποσοστά. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο Τραμπ έχει μικρό προβάδισμα σε σημαντικές πολιτείες – κλειδιά όπως η Τζόρτζια, η Αριζόνα και το Μίσιγκαν, ενώ η Χάρις διατηρεί πλεονέκτημα σε άλλες πολιτείες – κλειδιά. Ωστόσο, το αποτέλεσμα παραμένει αβέβαιο, καθώς η τελική έκβαση εξαρτάται από την προσέλευση των ψηφοφόρων στις πολιτείες αυτές.

Οι πολιτείες που συνήθως κρίνουν το αποτέλεσμα στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, γνωστές και ως «swing states», περιλαμβάνουν τις Αριζόνα, Τζόρτζια, Μίσιγκαν, Νεβάδα, Βόρεια Καρολίνα, Πενσυλβάνια και Ουισκόνσιν. Αυτές οι πολιτείες δεν έχουν σταθερή κομματική προτίμηση και η μικρή διαφορά στα ποσοστά των υποψηφίων μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπές, επηρεάζοντας καθοριστικά το αποτέλεσμα στο Σώμα των Εκλεκτόρων.

Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του 2024 στις swing states, η κούρσα μεταξύ Καμάλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ είναι εξαιρετικά αμφίρροπη. Στις επτά βασικές πολιτείες που αναμένεται να καθορίσουν το αποτέλεσμα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μικρά προβαδίσματα με σημαντική διακύμανση:

Αριζόνα: Ο Τραμπ προηγείται με περίπου 1-2%, αν και η διαφορά είναι εντός του περιθωρίου σφάλματος.

Τζόρτζια: Επίσης, ο Τραμπ προηγείται ελαφρώς, αλλά η κατάσταση παραμένει ρευστή.

Μίσιγκαν και Πενσυλβάνια: Η Χάρις κρατά μικρά προβάδισμα, αλλά η διαφορά είναι ελάχιστη.

Βόρεια Καρολίνα και Ουισκόνσιν: Οι δύο υποψήφιοι είναι σχεδόν ισόπαλοι, με εναλλαγές στην πρωτιά ανάλογα με την πηγή.

Νεβάδα: Τα δεδομένα δείχνουν επίσης μικρό προβάδισμα για τον Τραμπ, ενώ η συμμετοχή των ψηφοφόρων και η δυναμική της τελευταίας στιγμής μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα.

Η αβεβαιότητα είναι εμφανής, καθώς οι διαφορές αυτές είναι μικρές και εντός του περιθωρίου σφάλματος, καθιστώντας τη συμμετοχή και τις τελευταίες προεκλογικές προσπάθειες ιδιαίτερα σημαντικές για την τελική έκβαση της αναμέτρησης στις πολιτείες-κλειδιά.

Στις προεδρικές εκλογές του 2020, οι κρίσιμες πολιτείες-κλειδιά (swing states) ψήφισαν ως εξής:

Αριζόνα: Τζο Μπάιντεν

Τζόρτζια: Τζο Μπάιντεν

Μίσιγκαν: Τζο Μπάιντεν

Νεβάδα: Τζο Μπάιντεν

Βόρεια Καρολίνα: Ντόναλντ Τραμπ

Πενσυλβάνια: Τζο Μπάιντεν

Ουισκόνσιν: Τζο Μπάιντεν

Αυτές οι πολιτείες βοήθησαν τον Μπάιντεν να εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία στο Σώμα των Εκλεκτόρων και να επικρατήσει στις εκλογές.

Στις προεδρικές εκλογές του 2020, ο Τζο Μπάιντεν κέρδισε τον Ντόναλντ Τραμπ σε απόλυτες ψήφους, λαμβάνοντας περίπου 81,3 εκατομμύρια ψήφους (51,3%) έναντι 74,2 εκατομμυρίων του Τραμπ (46,8%). Αυτή η διαφορά των περίπου 7 εκατομμυρίων ψήφων έδωσε στον Μπάιντεν τη νίκη σε απόλυτους αριθμούς, παράλληλα με την πλειοψηφία στους Εκλέκτορες.

Στις εκλογές του 2016, η Χίλαρι Κλίντον έλαβε τις περισσότερες ψήφους σε απόλυτους αριθμούς, συγκεντρώνοντας περίπου 65,9 εκατομμύρια ψήφους (48,2%) έναντι 62,9 εκατομμυρίων του Ντόναλντ Τραμπ (46,1%). Παρόλο που η Κλίντον είχε περίπου 3 εκατομμύρια ψήφους περισσότερες, ο Τραμπ κέρδισε την πλειοψηφία των ψήφων στο Σώμα των Εκλεκτόρων, εξασφαλίζοντας έτσι την προεδρία.

Γιατί η Κάμαλα Χάρις δεν είναι το φαβορί των εκλογών;

Nα θυμήσουμε πως η αντικατάσταση του προέδρου Μπάιντεν με την αντιπρόεδρό του το καλοκαίρι οδήγησε πολύ γρήγορα σε μια εντυπωσιακή αλλαγή στο πολιτικό της ύφος, και σε ιστορικά υψηλά δημοφιλίας.

Οι χορηγοί των Δημοκρατικών ενθουσιάστηκαν από την αλλαγή σκυτάλης του καλοκαιριού και το κόμμα “βομβάρδισε” καθ’ όλη την προεκλογική περίοδο τους ψηφοφόρους σε όλη την χώρα, και ειδικά στις κρίσιμες πολιτείες, με διαφημίσεις κολακευτικές για τη Χάρις και δυσοίωνες έως καταστροφολογικές για τον αντίπαλο της. Το κόμμα συνασπίστηκε γύρω από τη Χάρις σε χρόνο ρεκόρ και τα «μεγάλα όπλα», δηλαδή το ζεύγος Ομπάμα και εκπρόσωποι του καλλιτεχνικού και αθλητικού κόσμου, προέτρεψαν τους Αμερικανούς να την προτιμήσουν στις κάλπες.

Αξίζει να θυμήσουμε πως η πρώην αντιδημοφιλής Αντιπρόεδρος ήταν πιο αντιδημοφιλής και από τον Μπάιντεν, στον οποίο πολλοί Αμερικανοί χρεώνουν μέχρι και τις πληγές του Φαραώ για λόγους μάλλον ακατανόητους. Η επιθετική ηγέτης αναγκάστηκε να αλλάξει εκπροσώπους Τύπου δύο φορές μετά από κατηγορίες για bullying. Εν τέλει μετατράπηκε στη φλογερή υποψήφια που ήρθε για να συμφιλιώσει μια διαιρεμένη χώρα και να εξασφαλίσει σιγουριά και ηρεμία στον Λευκό Οίκο.

Ακόμα και επιφανείς Ρεπουμπλικανοί που δηλώνουν ανοιχτά πως θα προτιμήσουν τους υποψήφιους του κόμματός τους στις τοπικές εκλογές ή σε αναμετρήσεις για το Κογκρέσο, δήλωσαν πως η πρόεδρος Χάρις είναι προτιμητέα από την ανασφάλεια και ενδεχόμενη αναρχία στον Λευκό Οίκο που δυνητικά θα προκαλέσει η επιστροφή Τραμπ στο ανώτατο αξίωμα.

Η Κάμαλα Χάρις κατάφερε να κερδίσει τον Τραμπ στο debate (μάλιστα ο δεύτερος αρνήθηκε να κάνει και δεύτερο προφανώς από φόβο) κι εκτός από χιλιάδες εθελοντές έχει μαζέψει εκατομμύρια χρήματα για την προεκλογική της καμπάνια.

Κι όμως….

Την ώρα, όμως, που γράφονται αυτές οι γραμμές, και ενώ πάνω από 13 εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν ήδη ψηφίσει στις πολυάριθμες πολιτείες που επιτρέπουν κάτι τέτοιο πριν τη μέρα των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου, οι δημοσκοπήσεις αλλά και η γενικότερη αίσθηση είναι ότι ο Τραμπ έχει καταφέρει, για ακόμα μια φορά, να συγκεντρώνει τα βλέμματα πάνω του με σοκαριστικές αναφορές, μετατρέποντας τη μονομαχία των δύο σε θρίλερ.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι πάντα αβέβαιο και φυσικά η Κάμαλα Χάρις μπορεί να κερδίσει αλλά δεν είναι φαβορί όπως φαινόταν πριν λίγες εβδομάδες. Γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο;

Το αρχικό πλεονέκτημα της Χάρις ήταν ότι κατάφερε να παρουσιαστεί ως η υποψήφια της αλλαγής (change candidate), την οποία οι ψηφοφόροι δηλώνουν επί σειρά ετών πως επιθυμούν ούτως ώστε να μπει τέλος στο δυσλειτουργικό πολιτικό σύστημα στην Ουάσιγκτον. Ενός συστήματος που λόγω της πόλωσης έχει χάσει την συναίνεση που οι Αμερικανοί, ιδρυτικοί προπάτορες (founding fathers) επεδίωκαν. Ως εδώ καλά.

Τι γίνεται, όμως, όταν έρχεται η ώρα να πραγματοποιήσεις τις διακυρήξεις, με το να ενσωματώσεις ένα νέο πολιτικό πρόγραμμα αλλά και να αποκηρύξεις πτυχές της προεδρίας Μπάιντεν (ο Μπάιντεν μονομαχεί με τον Τραμπ για το ρεκόρ αντιδημοφιλίας μεταξύ των προέδρων όλων των εποχών!), οι οποίες πλήγωσαν την εικόνα της προεδρίας του;

Στον τομέα αυτό η Χάρις μπερδεύτηκε και απώλεσε την ευκαιρία να αποκρούσει αποτελεσματικά τις επιθέσεις του Τραμπ, που συστηματικά τη συσχετίζει με τον Μπάιντεν και την (υποτιθέμενη) αποτυχία του στα ζητήματα πολιτικής που απασχολούν τους απλούς πολίτες, και ιδιαίτερα τον πληθωρισμό τροφίμων και την οικογενειακή τους οικονομική κατάσταση (που, συνεπεία του πληθωρισμού, είναι χειρότερη για τους περισσότερους συγκριτικά με το 2020).

Παρά το πλήθος συνεντεύξεων αποφάσισε να διατρανώσει την αφοσίωσή της στον Μπάιντεν υπερασπιζόμενη την προεδρία του σε απόλυτο βαθμό και αρνούμενη πως θα έκανε κάτι, έστω κάτι μικρό και συμβολικό, διαφορετικά από «τον Τζο».

Σίγουρα είναι αξιέπαινη η στάση της απέναντι στον απερχόμενο Πρόεδρο, ίσως και στα πεπραγμένα της ιδίας, ωστόσο με αυτή την τακτική δεν πείθει πως είναι σε θέση να φέρει την αλλαγή που ευαγγελίζεται.

Κακά τα ψέματα όταν ταυτίζεσαι με ένα πρόσωπο ταυτίζεσαι και με τα κακά που έχει το πρόσωπο αυτό.

Οι Αμερικανοί θέλουν την αλλαγή από έναν γηραιό Πρόεδρο σε ένα πρόσωπο που θα φέρει νέα πνοή φρεσκάδας, ωστόσο η ταύτιση που προαναφέραμε δεν βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση.

Κάποιοι θα επισημάνουν πως το φύλο της δεν την βοηθά και πως μερίδα των ψηφοφόρων δεν είναι έτοιμη να δει μία γυναίκα στη θέση της Προέδρου. Σίγουρα υπάρχουν κι αυτοί οι ψηφοφόροι, συνεπώς κάθε απώλεια, κάθε λάθος της Κάμαλα την πλήττει περισσότερο από ότι τον Τραμπ.

Αξίζει να δούμε όμως και το θέμα από φυλετική άποψη καθώς στις ΗΠΑ έχει (δυστυχώς) ακόμα σημασία.

Αφροαμερικανοί και καταγόμενοι από τη Λατινική Αμερική ψηφοφόροι επιλέγουν τον Τραμπ με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα από το 2016 και εντεύθεν, ανεξαρτήτως αντιπάλου. Η Φλόριντα, προπύργιο των Κουβανών και άλλων πρώην και νυν μεταναστών από την Νότια Αμερική, είναι ιδιαίτερα επιρρεπής στις τρομοκρατικές ανοησίες Τραμπ περί «κομμουνιστών» Δημοκρατικών που έρχονται να υφαρπάξουν περιουσίες, ποντάροντας στα αντανακλαστικά ανθρώπων που έχουν βιώσει, οι ίδιοι ή οι συγγενείς τους, το κουβανικό καθεστώς. Δεν είναι τυχαίο ότι η συγκεκριμένη πολιτεία, που δίνει 29 εκλεκτορικές ψήφους, είναι εδώ και κάποια χρόνια στα χέρια των Ρεπουμπλικανών.

Σε ό,τι αφορά τους άντρες Αφροαμερικανούς, η ψήφος τους μπορεί να αποδειχτεί καθοριστικής σημασίας. Το 2020 δεν δίστασαν να υποστηρίξουν σθεναρά τον Μπάιντεν και να τον χρίσουν πρόεδρο, αλλά φέτος πολλοί είτε διστάζουν να επιλέξουν τη Χάρις είτε μετακινούνται κατευθείαν στον Τραμπ.

Το πρόβλημα για τη Χάρις είναι μεγάλο, κι έτσι ο πρόεδρος Ομπάμα αναγκάστηκε πρόσφατα να προειδοποιήσει τους άνδρες Αφροαμερικανούς για την ανάγκη να εμφανιστούν στις κάλπες και να αγνοήσουν τα κελεύσματα Τραμπ και τα συντηρητικά τους αντανακλαστικά που τους κάνουν να αντιδρούν στην προοπτική μιας γυναίκας προέδρου.

Είναι ο σεξισμός ο μόνος λόγος που οι αφροαμερικανοί άνδρες δεν στηρίζουν Κάμαλα, σύσσωμοι… ;

Προφανώς κι όχι ωστόσο δεν μπορεί να μην παραβλεφθεί κι αυτή η πτυχή.

Επιπρόσθετα, οι λευκοί άνδρες ψηφοφόροι χωρίς πανεπιστημιακή εκπαίδευση, που αποτελούν το 40% του συνόλου των ψηφοφόρων, γοητεύονται σταθερά από τα ρητορικά πυροτεχνήματα Τραμπ εδώ και μια οκταετία.

Γιατί είναι τόσο δημοφιλής ο Τραμπ;

Φυσικά η Κάμαλα Χάρις δεν έχει απέναντί της έναν εύκολο αντίπαλο. Το ακριβώς αντίθετο.

Ο Τραμπ φροντίζει να προκαλεί τους αντιπάλους του για να συσπειρώσει το MAGA κοινό του, αλλά και να παρουσιάζει εαυτόν ως τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας (εμφανιζόμενος πρόσφατα σε κατάστημα McDonalds και σερβίροντας πατάτες τηγανητές), έχοντας παράλληλα εξασφαλίσει και την αμέριστη υποστήριξη, υλική και ψηφιακή, του Ίλον Μασκ και άλλων δεξιόστροφων επιχειρηματιών και celebrities.

Αυτό που εμείς στην Ευρώπη βλέπουμε ως επικίνδυνη πολιτική «καριτούρα» – είναι ένα πρόσωπο που σε κάποιους δίνει ελπίδα. Γιατί; Γιατί τους βλέπει (ή έτσι νομίζουν) . Γιατί τους υπολογίζει.

Τα παρορμητικά, οργισμένα μηνύματά του στο Twitter, οι πάσης φύσεως επιθέσεις σε εσωτερικούς και εξωτερικούς «εχθρούς», οι μονομερείς ενέργειες στην παγκόσμια σκηνή, ο οικονομικός εθνικισμός και οι εμπορικοί πόλεμοι του Τραμπ – κάθε λέξη και κάθε ενέργεια, απευθύνονται στους ψηφοφόρους του:

Στους «Χιλμπίλις», τους κατοίκους των μεσοδυτικών πολιτειών, που την εποχή της βιομηχανοποίησης άκμαζαν και τις δύο τελευταίες δεκαετίες βίωσαν μία βίαιη μετάβαση στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ψηφιακής οικονομίας, με αιμορραγία θέσεων εργασίας και νέες απαιτήσεις από το εργατικό δυναμικό. Είναι αυτοί που έμειναν πίσω, έμειναν ξεχασμένοι. Είναι οι χαμένοι μίας περιόδου, κατά την οποία στον αναπτυσσόμενο κόσμο εκατοντάδες εκατομμύρια βγήκαν από τη φτώχεια και στον ανεπτυγμένο, οι πλούσιοι έκαναν πάρτι με τα χρηματιστηριακά κέρδη. Είναι αυτοί που κατηγορούν τον Μπάιντεν περισσότερο από όλους (για να γυρίσουμε στην ταύτιση της Κάμαλα που αναφέραμε πιο πάνω).

Επίσης η δέσμευση Τραμπ να προστατεύσει τις αμερικανικές θέσεις εργασίας, η λεκτική αποφασιστικότητα στις επιθέσεις του κατά της Κίνας, της Ε.Ε. και άλλων εμπορικών εταίρων, η σκληρή στάση απέναντι στους μετανάστες, απέναντι σε όσους είχε φροντίσει να προσδιορίσει ως «εισβολείς», «απειλή», «κλέφτες», επιβραβεύεται από τους Χιλμπίλις (και όχι μόνο).

Γιατί λέμε όχι μόνο; Διότι είναι λάθος να θεωρούμε πως ο ακραίος λόγος του Τραμπ δεν γοητεύει κι αυτιά πέρα από αυτά των Χιλμπίλιδων.

Σε σφυγμομέτρηση του Reuters, το 54% των ερωτηθέντων συμφωνεί με την εκτίμηση ότι «η μετανάστευση δυσκολεύει τη ζωή όσων έχουν γεννηθεί στις ΗΠΑ». Ο πολιτικός επιστήμων Άντονι ντι Μάτζιο, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Λίχαϊ, θεωρεί ότι υπάρχει συγκεκριμένο πολιτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο, στο οποίο απευθύνεται ο πρώην ένοικος του Λευκού Οίκου.

«Στις ΗΠΑ υπάρχει ένα φασιστικό κίνημα, το οποίο θα ήταν επιπόλαιο να συνδέσουμε αποκλειστικά με τον Ντόναλντ Τραμπ», επισημαίνει. «Υπάρχουν άτομα όπως οι εξεγερθέντες της 6ης Ιανουαρίου, όπως οι οπαδοί της Λευκής Υπεροχής (white supremacists). Υπάρχουν συγκεκριμένα ΜΜΕ που αναπαράγουν αυτές τις απόψεις. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αναθέσει στον εαυτό του πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα σύμπαν εξτρεμισμού και ρητορικής μίσους».

Ο «φόβος της απώλειας»

Στο βιβλίο της «Ξένοι στην ίδια τους τη χώρα», η Άρλι Ράσελ Χόχσιλντ, ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, έχει αναλύσει τον διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας και ιδιαίτερα την αίσθηση του αποκλεισμού και της απογοήτευσης που κυριαρχεί στην πολιτεία της Λουϊζιάνα, σε εκείνους που δεν κατάφεραν να πραγματώσουν το «αμερικανικό όνειρο». Πολλοί από αυτούς αναζητούν καταφύγιο και παρηγοριά στο υπερσυντηρητικό Tea Party των Ρεπουμπλικανών.

«Πίσω από όλα αυτά τα κοινωνικά ζητήματα (που ευνοούν την άνοδο του Τραμπ), κρύβεται ο φόβος της κοινωνικής υποβάθμισης και ο φόβος της απώλειας» λέει η Άρλι Ράσελ Χόχσιλντ. «Και μάλιστα όχι μόνο ο φόβος της απώλειας, αλλά και η διάχυτη ανασφάλεια για το αν μπορεί ποτέ να αναπληρωθεί αυτή η απώλεια…»

Nα συμπληρώσουμε πως οι νόμιμες μετάστες (όπως ήδη αναφέραμε) στηρίζουν Τραμπ σε πολιτείες με αρκετούς εκλέκτορες. Μάλιστα οι ίδιοι πολλές φορές εμφανίζονται ακόμα πιο σκληροί απέναντι στους παράνομους μετανάστες για λόγους που ξεφεύγουν του παρόντος άρθρου.

Στην ουσία ο Τραμπ κερδίζει τα αισθήματα φόβου κι οργής. Άραγε θα καταφέρει να κερδίσει και τη θέση του Προέδρου των ΗΠΑ;

Πληροφορίες από news247

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *