Πολλά έχουν γραφτεί για την σχέση Ερντογάν και Πούτιν. Κι αν από κάποιον φαίνεται να αντλεί έμπνευση ο Ερντογάν, αυτός είναι σίγουρα ο Πούτιν. Είναι πια όλο και πιο διακριτό ότι από τον Ρώσο πρόεδρο παίρνει μαθήματα και ότι αυτόν προσπαθεί να αντιγράψει.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Όπως με την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και την ανάπτυξη στρατιωτικής δύναμης για να επεκτείνει την σφαίρα επιρροής της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή.
Ο Economist το συνόψισε χθες γράφοντας ότι παρά τις βαθιές ιστορικές αντιπαλότητες που χωρίζουν Τουρκία και Ρωσία, ο δεσμός των δυο ηγετών τους αναμορφώνει την περιφερειακή πολιτική και δημιουργεί δυσεπίλυτα προβλήματα για τους δυτικούς συμμάχους της Τουρκίας.
Όμως, πέρα από την κοινή πλεύση Τουρκίας-Ρωσίας σε όλο και περισσότερα ζητήματα, αν κοιτάξει κανείς την όλο και πιο επιθετική εξωτερική πολιτική της Άγκυρας, είναι σαν ο Ερντογάν να υπήρξε ένας πολύ προσεκτικός μαθητής των μεθόδων Πούτιν.
Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, ο Ερντογάν συνειδητοποίησε ότι η επιθετικότητα δεν τιμωρείται πάντα. Όπως είπε ο εκτελεστικός διευθυντής του Γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών Θεμάτων και Θεμάτων Ασφάλειας, «Η Άγκυρα παρατηρεί αδυναμία, διαφωνίες, αναποφασιστικότητα και σύγχυση στη Δύση και το βλέπει αυτό ως ευκαιρία για παρέμβαση στη γειτονιά της».
Κοπιάροντας τις πρακτικές του Πούτιν, ο Ερντογάν εξασφάλισε επίσημη πρόσκληση από την κυβέρνηση ή για να είμαστε ακριβείς από την μια κυβέρνηση της Λιβύης, ώστε να παρέμβει. Παρόμοια κίνηση με την προσέγγιση της Ρωσίας στη Συρία.
Έτσι, ο Τούρκος πρόεδρος αφενός ενίσχυσε την εικόνα της Τουρκίας ως περιφερειακή δύναμη και αφετέρου, επιχειρώντας να χαλάσει τον σχεδιασμό της Ελλάδας, εμφάνισε μια συμφωνία θαλάσσιων συνόρων με τη Λιβύη. Έστω κι αν αυτή η συμφωνία μοιάζει περισσότερο με παρωδία.
Ο Ερντογάν φαίνεται επίσης να έχει εμπνευστεί από την στρατηγική του Κρεμλίνου που χρησιμοποιεί το φυσικό αέριο για να ασκεί πιέσεις στις ευρωπαικές κυβερνήσεις. Η Τουρκία χρησιμοποιεί με παρόμοιο τρόπο τις ροές των προσφύγων και μεταναστών.
Όταν η ΕΕ ανακοίνωσε μια ναυτική αποστολή για να εμποδίσει την παροχή όπλων στη Λιβύη, η Τουρκία έριξε την απειλή των μεταναστών στη Μάλτα, η οποία στη συνέχεια έδωσε το σήμα ότι θα ασκούσε βέτο στη χρηματοδότηση της ευρωπαικής αποστολής. Τον περασμένο Μάρτιο ο Ερντογάν έστειλε πλήθη μεταναστών στα ελληνικά σύνορα, σε μια μορφή υβριδικής πίεσης στον Έβρο και το Αιγαίο.
Ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις Διεθνείς Σχέσεις (ECFR), Μαρκ Λέναρντ έχει χαρακτηρίσει τον Ερντογάν ως τον «άλλο Πούτιν στο κατώφλι της Ευρώπης».
Υπάρχουν, βέβαια, σημαντικές διαφορές μεταξύ Ερντογάν και Πούτιν.
Ο Ρώσος πρόεδρος, για παράδειγμα, μετά και από τις συνταγματικές αλλαγές που αύξησαν το όριο των θητειών του, θα μπορούσε να παραμείνει στην ηγεσία της χώρας του δια βίου.
Η εξουσία του Ερντογάν είναι λιγότερο μόνιμη. Μπορεί να έχει φυλακίσει αντιπάλους, να έχει ξεδοντιάσει τον Τύπο και να ελέγχει την δικαστική εξουσία, αλλά «πρέπει» ακόμα να κερδίζει εκλογές.
Στις δημοσκοπήσεις, η υποστήριξη για το κόμμα του έχει μειωθεί. Πριν δυο χρόνια έχασε τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης, της οικονομικής καρδιάς της χώρας, αλλά και της Άγκυρας.
Στην Τουρκία, πάντως, θεωρούν ότι η δημογραφική εικόνα και οι μακροπρόθεσμες προοπτικές της χώρας για οικονομική ανάπτυξη είναι πολύ καλύτερες από αυτές της Ρωσίας. Ο πληθυσμός της αυξάνεται, της Ρωσίας συρρικνώνεται. «Η Τουρκία δεν είναι η χώρα που ήταν πριν 30 χρόνια. Η άμυνα και η οικονομική μας ικανότητα έχουν βελτιωθεί. Δεν θεωρούμε ότι μιλάμε με την Ρωσία από θέση αδυναμίας», λένε Τούρκοι αξιωματούχοι.
Ανεξάρτητα απ’ όλα αυτά, η Ρωσία και η Τουρκία απέχουν ακόμη και δεν μπορούν ποτέ να έχουν μια πραγματική συμμαχία, όπως επεσήμανε χθες και ο Economist. «Δεν μιλάμε για μια στρατηγική συνεργασία», λέει ο Ονούρ Ισχί, επικεφαλής του Κέντρου Ρωσικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μπιλκέντ: «Δεν πιστεύω ότι η Τουρκία έχει την πολυτέλεια να διακινδυνεύσει την κατάρρευση ολόκληρης της θεσμικής σχέσης της με τη Δύση».
Όπως και να έχει, όμως, ο αυταρχικός Ερντογάν θαυμάζει τον τρόπο που η Ρωσία του επίσης αυταρχικού Πούτιν κατάφερε να ξαναγίνει ισχυρή περιφερειακή δύναμη και μελετάει προσεκτικά τις μεθόδους που μπορεί να εξυπηρετήσουν τον μεγαλοϊδεατισμό του.