
Η Ελλάδα εμφανίζεται θετική στην αποστολή τεθωρακισμένων BMP-1 στην Ουκρανία, με βασική προϋπόθεση την άμεση αντικατάστασή τους, από οχήματα μεταφοράς προσωπικού και μάχης αντίστοιχων δυνατοτήτων, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η Καθημερινή.
Πέρα από τα ΒΜΡ-1, αιτήματα είτε απευθείας από την Ουκρανία είτε από τις οι ΗΠΑ και τη Γερμανία, υπάρχουν και για άλλα συστήματα, όπως τα αντιαρματικά Stinger αλλά και τους αντιπλοϊκούς πυραύλους τύπου Harpoon. Η πίεση για την παραχώρηση των BMP-1 στην Ουκρανία έρχεται κατά κύριο λόγο από το Βερολίνο.
Σύμφωνα πάντα με το ρεπορτάζ της Καθημερινής η συζήτηση για την πιθανότητα παραχώρησης BMP-1, υπό τις προϋποθέσεις που παρουσιάστηκαν μόλις, μπορεί να παραμένει ανοιχτή, ωστόσο για τα υπόλοιπα συστήματα και, κυρίως, για τους αντιπλοϊκούς πυραύλους τύπου Harpoon η Αθήνα δεν το συζητάει.
Η Ουκρανία, πάντως, ήδη διαθέτει πολύ πιο οικονομικούς και αρκετά αξιόπιστους αντιπλοϊκούς πυραύλους εγχώριας παραγωγής, τους Neptune, γνωστούς πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο από τη βύθιση του καταδρομικού “Μόσκβα”, της ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα.
Ωστόσο η αλλαγή των συνθηκών της σύγκρουσης στην Ουκρανία και η αύξηση της ναυτικής πίεσης προς την ευρύτερη περιοχή από το Μικολάιβ έως τα περίχωρα της Οδησσού και τις εκβολές του Δούναβη, που αποτελεί και την τελευταία πρόσβαση του Κιέβου στη Μαύρη Θάλασσα, αυξάνουν τις ανάγκες για άμυνα κατά πολεμικών πλοίων.

Η ευκαιρία ανταλλαγής των ελληνικών BMP-1 με Marder 1A3
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το άρθρο του Σάββα Βλάσση που παραθέτουμε.
Σύμφωνα με το γερμανικό “Spiegel”, η ανακοινωθείσα στις 21 Απριλίου πρόθεση ανταλλαγής τεθωρακισμένων μεταξύ Γερμανίας και Σλοβενίας, για την ενίσχυση της Ουκρανίας με σοβιετικής προελεύσεως υλικό, αντιμετωπίζει πρόβλημα. Πλέον των δύο εβδομάδων έχουν μεσολαβήσει και δεν έχει οριστικοποιηθεί κάτι, επειδή η Σλοβενία δηλώνει ότι δεν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις της.
Το δημοσίευμα αναφέρεται στην παραχώρηση 30 αρμάτων Τ-72 και 35 αναβαθμισμένων τεθωρακισμένων BMP-1 από την Σλοβενία, στην πραγματικότητα όμως πρέπει να πρόκειται για άρματα μάχης M-84A4 (γιουγκοσλαβικό αντίγραφο του Τ-72) και τεθωρακισμένα οχήματα BVP M-80, επίσης γιουγκοσλαβικής κατασκευής.
Όμως η Γερμανία δεν συμφωνεί στην παραχώρηση αρμάτων μάχης Leopard 2 και τεθωρακισμένων οχημάτων Puma, που ζητεί η Σλοβενία, τα οποία εξάλλου βρίσκονται σε υπηρεσία σε αριθμούς που μόλις και καλύπτουν τις ίδιες τις ανάγκες του Γερμανικού Στρατού. Ο τελευταίος, έχει σε εξέλιξη πρόγραμμα ενισχύσεως την επομένη δεκαετία και είναι κοινός τόπος το ζήτημα της ελλείψεως ισχύος σε αρματικό δυναμικό, σε συνάρτηση με το μέγεθός του.
Αντί των ανωτέρω, η Γερμανία προτείνει την παραχώρηση 50 τεθωρακισμένων Marder 1A3 από τα αποθέματα της Rheinmetall, σε συνδυασμό με τεθωρακισμένα οχήματα αναγνωρίσεως Fuchs. Το υλικό αυτό φυσικά, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτει το κενό που θα αφήσει η παραχώρηση των αρμάτων μάχης, παρόλο που πρέπει να σημειωθεί ότι μιλάμε για υλικό σε αποθήκευση! Φυσικά, στις εναλλακτικές επιλογές που έχει παρουσιάσει η γερμανική πλευρά, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι έχει προταθεί η παραχώρηση Leopard 1A5.
Η υπόθεση, αναδεικνύει την σημασία που έχει αποκτήσει για τις μεγάλες χώρες της Δύσεως, η ενίσχυση της Ουκρανίας με χρήσιμο υλικό σε μείζονα οπλικά συστήματα και κατά προτεραιότητα ανατολικής προελεύσεως, που είναι γνωστό στους Ουκρανούς. Όπως επίσης και την προσπάθεια των “μικρών” χωρών που καλούνται να συνεισφέρουν, οι οποίες επιδιώκουν να αποκομίσουν πολύ καλά ανταλλάγματα.
Καθώς ο Ελληνικός Στρατός διαθέτει περί τα 130 τεθωρακισμένα οχήματα BMP-1 που θα μπορούσαν να διατεθούν άμεσα, χωρίς να δημιουργηθεί κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα αφού μπορούν να αντικατασταθούν από υφιστάμενα Μ113, είναι προφανής η ευκαιρία που υπάρχει για την διεκδίκηση πιο σύγχρονου υλικού από την Γερμανία.
Η κατ’ άμεση αντιστοιχία ανταλλαγής των BMP-1 με Marder 1A5 από την Γερμανία, ιδίως εφόσον βρίσκεται σε εξέλιξη διαπραγμάτευση για ευρύτερη συμφωνία με συνεργασία στρατηγικού επιπέδου, μπορεί να έχει ευεργετικό αποτέλεσμα για τον Ελληνικό Στρατό σε εύλογο χρονικό διάστημα. Εάν υπολογιστεί ότι επιτυγχάνεται με μηδενικό κόστος ο εφοδιασμός τριών Μηχανοκινήτων Ταγμάτων Πεζικού τριών Τεθωρακισμένων Ταξιαρχιών στην Ζώνη Ευθύνης του Δ΄ Σώματος Στρατού, με Marder 1A3, θα πρόκειται για την πλέον σημαίνουσα βελτίωση της μαχητικής τους ικανότητος τα τελευταία 30 χρόνια.
Βεβαίως, το ζήτημα είναι καθαρά θέμα πολιτικής αποφάσεως. Όταν όλη η Δύση έχει κινητοποιηθεί σε τέτοια έκταση και τα πλέον των 100 BMP-1 μπορούν να θεωρηθούν άκρως υπολογίσιμη προσφορά, χωρίς όμως και να συνιστούν κάτι πιο αποφασιστικής σημασίας από πλευράς ισχύος πυρός στο οπλοστάσιο των Ουκρανών, είναι φυσικό να υφίσταται έδαφος για πιο γόνιμη επανεξέταση του ζητήματος από την Αθήνα. Η άσκηση “στρατιωτικής διπλωματίας” ιδίως στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ αλλά και της ΕΕ, δεν εξυπηρετείται μόνο με συνεκπαιδεύσεις με δυνάμεις φίλων και συμμάχων αλλά και με την εκμετάλλευση τέτοιων ευκαιριών.
Η Ελλάδα, δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι θα ενισχύσει την Ουκρανία με στρατιωτικό υλικό, περισσότερο από την Τουρκία η οποία πωλεί μη επανδρωμένα εξοπλισμένα Bayraktar που καταφέρνουν σοβαρά πλήγματα στις ρωσικές δυνάμεις. Ούτε φυσικά παλαιά τεθωρακισμένα οχήματα, μπορούν να συγκριθούν σε φονικότητα και “επιβολή” στο πεδίο της μάχης, με τα συστήματα πυροβολικού που παραχωρούν χώρες της Δύσεως, στον Ουκρανικό Στρατό.
