Η αύξηση του πληθωρισμού και το ερώτημα μιας νέας ύφεσης αυξάνουν την αβεβαιότητα στην παγκόσμια οικονομία
Όπως παρατηρούσαν οι Financial Times οι μεγάλοι αμερικανοί τραπεζίτες άρχισαν να μιλούν σαν… μετεωρολόγοι.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!κείμενο Παναγιώτης Σωτήρης
Την αρχή την έκανε o Jamie Dimon, επικεφαλής της J.P. Morgan που υποστήριξε πριν από λίγες μέρες ότι έβλεπε «μεγάλα σύννεφα θύελλας» στον οικονομικό ορίζοντα, που όμως δεν είχαν ακόμη αποκτήσει χαρακτηριστικά τυφώνα, χωρίς όμως να αποκλείει το ενδεχόμενο.
Λίγες μέρες μετά η πρόβλεψή του ήταν πιο απαισιόδοξη: «Λέω ότι είναι σύννεφα θύελλας, είναι μεγάλα σύννεφα θύελλας εδώ. Είναι ένας τυφώνας. Ο τυφώνας είναι ακριβώς εκεί έξω στο βάθος του δρόμου και έρχεται προς το μέρος μας».
Από τη μεριά του ο επικεφαλής της Bank of America Brian Moynican προσπάθησε να μετριάσει κάπως τον τόνο, χωρίς να αποφεύγει τις αναφορές σε τυφώνες. Απλώς υποστήριξε ότι στην Βόρεια Καρολίνα, όπου και η έδρα της τράπεζας, είναι πάντα προετοιμασμένοι για τυφώνες.
Όσο για τον John Waldron πρόεδρο της Goldman Sachs, το θέμα δεν ήταν οι μετεωρολογικές μεταφορές αλλά το γεγονός ότι υπάρχει μια χωρίς προηγούμενο σύμπτωση σοκ στο οικονομικό σύστημα.
Η αυξανόμενη αβεβαιότητα
Όλα αυτά αποτυπώνουν απλώς μια ολοένα και αυξανόμενη αίσθηση ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε αχαρτογράφητα ύδατα, ακριβώς επειδή για πρώτη φορά φαίνεται να σωρεύονται τόσοι παράγοντες αβεβαιότητας.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το τελευταίο διάστημα συμπίπτουν: Μια μεγάλης κλίμακα πολεμική σύγκρουση που έχει οδηγήσει σε μια διαίρεση που είχε να φανεί από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, με ασαφή τον ορίζοντα πότε θα σταματήσει και κυρίως ποιο βαθμό έντασης και ανοιχτής αντιπαράθεσης θα αφήσει πίσω.
Ένα φάσμα κυρώσεων ως αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης και μάλιστα στα καύσιμα, το κατεξοχήν εμπόρευμα που μπορεί να προκαλέσει συνολικότερα σοκ, καθώς ουσιαστικά περιορίζεται ριζικά η δυνατότητα ρωσικών εξαγωγών σε μια συγκυρία που ο πλανήτης «διψά» για καύσιμα. Διαρκείς αναστατώσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες που προκαλούν αρνητικές αναταράξεις, με ποιο πρόσφατο παράδειγμα τα λοκντάουν σε μεγάλες κινεζικές πόλεις, που έρχονται ύστερα από ανάλογα προβλήματα το προηγούμενο διάστημα που έδειξαν ότι η τρέχουσα δομή των αλυσίδων εφοδιασμού είναι πολύ πιο επισφαλής. Εντυπωσιακή επιστροφή του πληθωρισμού που ολοένα και περισσότερο δείχνει να μην είναι απλώς το αποτέλεσμα συγκυριακών αλλαγών στη ζήτηση και στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Όλα αυτά αυξάνουν την αβεβαιότητα και τον κίνδυνο κάποια από αυτές τις παραμέτρους να οξυνθεί απότομα και να πυροδοτήσει ένα σοκ που δεν θα μπορεί εύκολα να απορροφηθεί.
Ο πληθωρισμός δεν έφτασε στην κορύφωσή του
Παρότι φάνηκε στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός να έχει μια ελαφρά υποχώρηση τον Απρίλη, με 8,3%, σε σχέση με το 8,5% του Μαρτίου, η υποδιοικήτρια της FED Lael Brainard διευκρίνισε ότι είναι πολύ νωρίς για να πούμε ότι ο πληθωρισμός έφτασε στην κορύφωση και ξεκίνησε η αποκλιμάκωση.
Άλλωστε, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός συνέχισε να ανεβαίνει και για τον Μάιο η πρόβλεψη είναι για 8,1%.
Αυτό σημαίνει ότι παραμένει ανοιχτό το ερώτημα για το ποιας κλίμακας αύξηση των επιτοκίων χρειάζεται για να μπορέσει να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός και άρα σε ποια κλίμακα αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια υφεσιακή στροφή της παγκόσμιας οικονομίας.
Το ερώτημα της ύφεσης
Το ερώτημα της ύφεσης επανέρχεται διαρκώς. Ο λόγος είναι ότι φαντάζει πολύ δύσκολο να υπάρξει μια τέτοια μείωση του πληθωρισμού χωρίς εκείνη την αύξηση των επιτοκίων που θα μπορούσε να επιβραδύνει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα, την ώρα που ούτως ή άλλως και άλλες παράμετροι της παγκόσμιας οικονομίας όπως οι ανατροπές στις αγορές ενέργειας, ή οι αναταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες επίσης μπορούν να ενισχύσουν υφεσιακές δυναμικές.
Και το ερώτημα δεν είναι καθεαυτό το εάν θα υπάρξει μια ύφεση, αλλά το μέγεθος, το βάθος, η έντασή της και κυρίως οι κοινωνικές επιπτώσεις που θα έχει.
Στην περίοδο της πανδημίας υπήρξε εκτεταμένη χρήση δημοσίου χρήματος παγκοσμίως για να αποφευχθεί ο κίνδυνος της κοινωνικής κρίσης και τώρα είναι εμφανής η απροθυμία να υπάρξουν εκείνα τα μέτρα που θα οδηγούσαν σε μια εκτίναξη της ανεργίας, παρότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι είναι πολύ δύσκολο να υπάρξουν επιδιωκόμενες μειώσεις του πληθωρισμού χωρίς σημαντική αύξηση της ανεργίας.
Και βέβαια όλα αυτά συνδέονται και με ένα άλλο μεγάλο – και επί της ουσίας αναπάντητο εκ των προτέρων – εάν μπορούν τελικά οι κεντρικές τράπεζες να ελέγξουν τις δυναμικές της οικονομίας στο βαθμό που υπόσχονται.
Θα δώσει διέξοδο η αύξηση της παραγωγής της Σαουδικής Αραβίας;
Η ανακοίνωση στο πλαίσιο του OPEC+ ότι η Σαουδική Αραβία θα αναλάβει μια σημαντική αύξηση της ημερήσιας παραγωγής ώστε η ενδεχόμενη μείωση της προσφοράς πετρελαίου από τη Ρωσία εξαιτίας των σε βάρος της κυρώσεων από την ΕΕ να μην οδηγήσει σε μείωση της συνολικής προσφοράς και άρα αύξηση των τιμών, έγινε δεκτή με σχετική ανακούφιση, όμως στην πραγματικότητα δεν είναι ακόμη δεδομένο θα μπορέσει όντως να λειτουργήσει.
Μάλιστα, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η συμφωνία αυτή είχε περισσότερο να κάνει με διαδικασίες επαναπροσέγγισης με την κυβέρνηση Μπάιντεν και τις αυξημένες εγγυήσεις ασφάλειας που ζητά από τις ΗΠΑ η ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, παρά με τις τιμές του πετρελαίου, ιδίως εάν η Ρωσία επιλέξει να μειώσει ακόμη περισσότερο την παραγωγή ώστε και να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση αλλά και για να πετύχει καλύτερες τιμές από τις εκπτώσεις που προσφέρει τώρα.