
Η περίπτωση του Ισραήλ είναι ιδιάζουσα. Δεν είναι μια παγκόσμια υπερδύναμη, ούτε μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Είναι ένα κράτος 10 εκατομμυρίων κατοίκων, περικυκλωμένο από εχθρικά καθεστώτα επί δεκαετίες. Αρκεί αυτή η δικαιολογία όμως για να έχει κρυφά πυρηνικά;
Σε έναν κόσμο όπου τα πάντα καταγράφονται, μεταδίδονται και αναλύονται σε πραγματικό χρόνο, είναι εντυπωσιακό ότι το Ισραήλ κατάφερε να διατηρήσει για πάνω από έξι δεκαετίες ένα από τα μεγαλύτερα κρατικά μυστικά του 20ού αιώνα: την απόκτηση πυρηνικών όπλων.
Και όμως, κανένα ισραηλινό κυβερνητικό στέλεχος δεν έχει ποτέ δηλώσει δημόσια ότι το Ισραήλ διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο. Η επίσημη θέση είναι ένα αριστοτεχνικό τέχνασμα: το Ισραήλ «δεν θα είναι το πρώτο κράτος που θα εισαγάγει πυρηνικά όπλα στη Μέση Ανατολή».
Η ιστορία αρχίζει τη δεκαετία του 1950, όταν το νεοσύστατο Ισραήλ, υπό την ηγεσία του Νταβίντ Μπεν Γκουριόν, αναζητά τρόπους να εξασφαλίσει την επιβίωσή του σ’ έναν εχθρικό περίγυρο. Το μάτι στρέφεται στη Γαλλία. Η γαλλική κυβέρνηση, τότε σε εμπόλεμη κατάσταση με την Αίγυπτο του Νάσερ (λόγω Αλγερίας και Σουέζ), βλέπει το Ισραήλ ως χρήσιμο σύμμαχο. Έτσι, χωρίς τυμπανοκρουσίες, η Γαλλία συμφωνεί να βοηθήσει στην κατασκευή ενός «πυρηνικού ερευνητικού αντιδραστήρα» στην έρημο Νεγκέβ, κοντά στην πόλη Dimona.
Μόνο που ο αντιδραστήρας δεν ήταν και τόσο «ερευνητικός». Στη Dimona στήθηκε, με γαλλική τεχνογνωσία και ισραηλινή επιμονή, ένα ολόκληρο εργοστάσιο επεξεργασίας πλουτωνίου, η πρώτη ύλη για την κατασκευή πυρηνικών όπλων. Το πρόγραμμα ήταν τόσο μυστικό, που όταν Αμερικανοί επιθεωρητές απαίτησαν να επισκεφθούν το εργοστάσιο στις αρχές του ’60, οι Ισραηλινοί φαίνεται πως έχτισαν ψεύτικους τοίχους και δωματιάκια, για να κρύψουν το τι πραγματικά συνέβαινε.
Δεκαετίες πριν, η Γαλλία θα βοηθήσει στην κατασκευή ενός «πυρηνικού ερευνητικού αντιδραστήρα» στην έρημο Νεγκέβ. Μόνο που ο αντιδραστήρας δεν ήταν και τόσο «ερευνητικός»…
To «αδήλωτο» πυρηνικό εργοστάσιο του Ισραήλ
Το 1969, υπό τον Πρόεδρο Νίξον και την Γκόλντα Μεΐρ, ΗΠΑ και Ισραήλ κατέληξαν σ’ ένα άτυπο «πυρηνικό μορατόριουμ»: οι Αμερικανοί σταμάτησαν να πιέζουν για επιθεωρήσεις και το Ισραήλ δεσμεύτηκε να μην διεξάγει πυρηνικές δοκιμές, ούτε να κάνει δημόσιες δηλώσεις για το οπλοστάσιό του. Από τότε, αυτό το σύστημα «ασάφειας» έγινε δόγμα.
Η πιο εντυπωσιακή επιβεβαίωση ήρθε το 1986 από έναν άνθρωπο: τον Μορντεχάι Βανούνου. Τεχνικός στη Dimona, αποκάλυψε μέσω της Sunday Times λεπτομέρειες για τις ισραηλινές πυρηνικές εγκαταστάσεις. Λίγες μέρες μετά, απήχθη από τη Μοσάντ στη Ρώμη και μεταφέρθηκε μυστικά στο Ισραήλ, όπου καταδικάστηκε για προδοσία. Το μυστικό είχε όμως διαρρεύσει: το Ισραήλ φερόταν να έχει τουλάχιστον 80 πυρηνικές κεφαλές (άλλες εκτιμήσεις μιλούν για 100 ή και περισσότερες, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με σιγουριά).
Η ύπαρξη ενός «αδήλωτου» πυρηνικού οπλοστασίου θέτει, φυσικά, ζητήματα διεθνούς ηθικής και ισονομίας. Όμως η περίπτωση του Ισραήλ είναι ιδιάζουσα. Δεν είναι μια παγκόσμια υπερδύναμη, ούτε μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Είναι ένα κράτος 10 εκατομμυρίων κατοίκων, περικυκλωμένο από εχθρικά καθεστώτα επί δεκαετίες, που βίωσε επανειλημμένα υπαρξιακές απειλές. Το πυρηνικό του πρόγραμμα –αν υπάρχει– δεν προβάλλεται επιθετικά, δεν επιδεικνύεται με παρελάσεις, δεν εντάσσεται σε κάποια ιδεολογική κοσμοθεωρία. Αντιθέτως, λειτουργεί σαν σκιά πίσω από την πολιτική, βασικά και προς το παρόν ένας μηχανισμός αποτροπής. Αυτό το καθιστά ίσως το μοναδικό παράδειγμα στον κόσμο όπου η πυρηνική ισχύς δεν λέγεται, αλλά υπονοείται, και λειτουργεί ακριβώς επειδή παραμένει στη σιωπή.
Το ενδιαφέρον είναι ότι, παρά το τετελεσμένο γεγονός, το Ισραήλ παραμένει εκτός της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων (NPT) και όμως συνεχίζει να έχει άριστες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γερμανία, τη Βρετανία, την Ινδία. Αντίθετα, χώρες όπως το Ιράν –που υπέγραψε τη Συνθήκη– βρίσκονται συνεχώς υπό καθεστώς διεθνούς αμφισβήτησης και κυρώσεων. Είναι μια ακόμη υπενθύμιση ότι η ισχύς δεν μετριέται μόνο με θεσμούς, αλλά με στρατηγική αξιοπιστία και γεωπολιτικό βάρος.
Το Ισραήλ δεν μιλά για τα πυρηνικά του – και όμως όλοι τα λαμβάνουν υπ’ όψιν.
Όσον αφορά στη χώρα μας, η Ελλάδα, παραδοσιακά δεκτική προς το διεθνές δίκαιο και τη μη διάδοση, ουδέποτε αμφισβήτησε ανοιχτά τη θέση του Ισραήλ. Στη δεκαετία του 2010, όταν οι ελληνοϊσραηλινές σχέσεις γνώρισαν θεαματική άνθηση, με κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και συνεργασία στην ενέργεια, η Αθήνα επέλεξε σιωπή και διακριτικότητα γύρω από το πυρηνικό ζήτημα. Ίσως διότι κατανοεί πως μια σταθερή Ιερουσαλήμ, όσο κι αν δεν το ομολογεί δημοσίως, λειτουργεί αποτρεπτικά σε μια ασταθή Ανατολική Μεσόγειο.
Το Ισραήλ του 2025 διαθέτει πλέον δυνατότητες πυρηνικής δεύτερης απάντησης με τα υποβρύχια τύπου Dolphin, γερμανικής κατασκευής, τα οποία μπορούν να μεταφέρουν πυρηνικούς πυραύλους τύπου Popeye Turbo. Η αποτροπή ενισχύεται.
Ίσως γιατί, όπως έγραψε και ο ίδιος ο Μπεν Γκουριόν, «τα πιο ισχυρά όπλα είναι εκείνα που κανείς δεν βλέπει».