Πού το πάει ο Τραμπ με την Κίνα | Ο οικονομικός πόλεμος που απειλεί να βάλει φωτιά στον πλανήτη

REUTERS / Dado Ruvic / Illustration

Τα τελευταία τρία χρόνια, η Ουάσιγκτον έχει ισχυριστεί ότι διαθέτει ευρείες εξουσίες να επιβάλλει παγκόσμιους κανόνες που απαγορεύουν στις εταιρείες οπουδήποτε στον κόσμο να στέλνουν στην Κίνα προηγμένα μικροτσίπ ή τα εργαλεία που απαιτούνται για την παραγωγή τους. Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι αυτή η προσέγγιση είναι αναγκαία ώστε η Κίνα να μην αποκτήσει προβάδισμα στον αγώνα για την ανάπτυξη προηγμένης τεχνητής νοημοσύνης.

Όμως, το εκτεταμένο πακέτο περιορισμών που ανακοίνωσε το Πεκίνο την περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι το παιχνίδι μπορούν να το παίξουν και οι δύο πλευρές αναφέρουν οι NYT.

Η κινεζική κυβέρνηση έδειξε τη δύναμή της στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες ανακοινώνοντας νέους κανόνες που περιορίζουν τη ροή κρίσιμων ορυκτών, τα οποία χρησιμοποιούνται από τα μικροτσίπ και τα αυτοκίνητα έως τους πυραύλους. Οι κανονισμοί, που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ αργότερα φέτος, αιφνιδίασαν ξένες κυβερνήσεις και επιχειρήσεις, οι οποίες ίσως χρειαστεί πλέον να λάβουν άδειες από το Πεκίνο για να εμπορευτούν τα προϊόντα τους — ακόμη και εκτός Κίνας.

Με την κυριαρχία της στην παραγωγή των σπάνιων γαιών και τον έλεγχο άλλων στρατηγικών βιομηχανιών, η Κίνα ενδέχεται να έχει ακόμη μεγαλύτερη ικανότητα από τις Ηνωμένες Πολιτείες να χρησιμοποιήσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες ως όπλο, σύμφωνα με αναλυτές.

«Ένας αντίπαλος ικανός να απειλήσει τις ΗΠΑ»

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει πλέον να αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι έχουν έναν αντίπαλο ικανό να απειλήσει σημαντικά τμήματα της αμερικανικής οικονομίας», δήλωσε ο Χένρι Φάρελ, πολιτικός επιστήμονας στη Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins. Οι ΗΠΑ και η Κίνα βρίσκονται πλέον, όπως είπε, «σε ένα πολύ πιο εύθραυστο στάδιο αμοιβαίας αλληλεξάρτησης».

«Η Κίνα έχει πραγματικά αρχίσει να αντιγράφει τις τακτικές των ΗΠΑ και, κατά μία έννοια, να παίζει αυτό το παιχνίδι καλύτερα απ’ ό,τι το παίζουν σήμερα οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες», πρόσθεσε ο Φάρελ.

Η κίνηση της Κίνας έχει αναζωπυρώσει τις εντάσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, με τον Πρόεδρο Τραμπ να απειλεί ότι θα διπλασιάσει τους ήδη υψηλούς δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές, επιβάλλοντας επιπλέον φόρο 100% την 1η Νοεμβρίου, εκτός εάν το Πεκίνο υποχωρήσει στους νέους περιορισμούς.

Το είδος των περιορισμών στις εφοδιαστικές αλυσίδες που εφαρμόζει τώρα η Κίνα εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2020. Τότε, η Ουάσιγκτον επανέφερε έναν παλαιό και σχετικά άγνωστο κανονισμό, γνωστό ως Foreign Direct Product Rule, για να στοχεύσει τον κινεζικό τεχνολογικό κολοσσό Huawei, τον οποίο η αμερικανική κυβέρνηση θεωρούσε απειλή για την εθνική ασφάλεια.

Ωστόσο, αντί να περιορίσουν μόνο τις εξαγωγές αμερικανικής τεχνολογίας προς τη Huawei, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν τον κανόνα, δηλώνοντας ότι καμία εταιρεία στον κόσμο δεν μπορεί να προμηθεύσει τη Huawei με προϊόν που περιέχει αμερικανικά εξαρτήματα ή έχει κατασκευαστεί με αμερικανικό εξοπλισμό ή λογισμικό.

Εξαιτίας του κρίσιμου ρόλου των ΗΠΑ στη βιομηχανία παραγωγής μικροτσίπ, οι κανόνες αυτοί ουσιαστικά κάλυψαν όλη την προηγμένη τεχνολογία. Ήταν μια ευρεία επίδειξη αμερικανικής οικονομικής ισχύος, που αποτέλεσε τη βάση για μια σειρά παγκόσμιων τεχνολογικών περιορισμών επί της κυβέρνησης Μπάιντεν. Αν και πολλές ξένες κυβερνήσεις δυσαρεστήθηκαν με τις αμερικανικές απαιτήσεις, συνεργάστηκαν, φοβούμενες ότι θα αποκοπούν από την πρόσβαση στην αμερικανική τεχνολογία.

Θα… δράσουν οι κινεζικοί περιορισμοί;

Το ερώτημα τώρα είναι: Θα πείσουν οι κινεζικοί περιορισμοί την κυβέρνηση Τραμπ να υποχωρήσει στους δασμούς ή στους μακροχρόνιους τεχνολογικούς περιορισμούς, ή μήπως η κινεζική κυβέρνηση θα λυγίσει πρώτη υπό την πίεση;

Η αμερικανική κυβέρνηση φάνηκε απροετοίμαστη απέναντι στους νέους περιορισμούς της Κίνας, οι οποίοι θα μπορούσαν να παραλύσουν κρίσιμους κλάδους της αμερικανικής βιομηχανίας. Ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε την Παρασκευή να ακυρώσει μια προγραμματισμένη συνάντηση με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, καθώς και να επιβάλει επιπλέον δασμό 100%. Μετά την κατάρρευση των χρηματιστηρίων, ο πρόεδρος έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την Κυριακή:

«Μην ανησυχείτε για την Κίνα, όλα θα πάνε καλά!»

Την Τρίτη, ο Τραμπ αναζωπύρωσε τις επιθέσεις του, λέγοντας σε δημοσιογράφους και στον Πρόεδρο της Αργεντινής ότι ο Σι «εκνευρίζεται επειδή η Κίνα συνηθίζει να εκμεταλλεύεται τους άλλους — και δεν μπορεί πλέον να εκμεταλλευτεί εμάς».

Το ίδιο απόγευμα, ο Τραμπ έγραψε ξανά στα κοινωνικά δίκτυα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν το ενδεχόμενο να τερματίσουν τις εισαγωγές μαγειρικού λαδιού από την Κίνα, καθώς και πιθανώς άλλες εμπορικές συναλλαγές.

Οι εφοδιαστικές αλυσίδες ως όπλο

Το πρωί της Τετάρτης, ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, και ο Εκπρόσωπος Εμπορίου, Τζέιμσον Γκριρ, χαρακτήρισαν το κινεζικό σύστημα αδειοδότησης ως μια παγκόσμια επίδειξη ισχύος και δήλωσαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να επιβάλουν δασμούς εάν η Κίνα προχωρήσει με την εφαρμογή του.

«Η προσδοκία μας είναι ότι αυτό δεν θα τεθεί ποτέ σε ισχύ», δήλωσε ο κ. Γκριρ.

Οι Κινέζοι αξιωματούχοι εδώ και καιρό επικρίνουν την εξωεδαφική επιβολή οικονομικών μέτρων από τις ΗΠΑ και υποστηρίζουν ότι το Πεκίνο ενεργεί με συνέπεια απέναντι στις συνεχείς απειλές της Ουάσιγκτον.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες μιλούν για συνεργασία από τη μία πλευρά, ενώ από την άλλη καταφεύγουν σε απειλές και εκφοβισμό, επιβάλλοντας βαριούς δασμούς και νέα περιοριστικά μέτρα», δήλωσε την Τετάρτη ο Λιν Τζιάν, εκπρόσωπος του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών.

«Αυτός δεν είναι ο σωστός τρόπος να συνεργαστεί κανείς με την Κίνα».

Ο Τζιανγκ Τιαντζιάο, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Fudan, σημείωσε ότι οι Κινέζοι αξιωματούχοι παρακολουθούν τις πρόσφατες προσπάθειες των ΗΠΑ να αναβιώσουν τη δική τους βιομηχανία σπάνιων γαιών, και επιθυμούν να επιδείξουν τη διαπραγματευτική τους ισχύ πριν από μια πιθανή συνάντηση μεταξύ Τραμπ και Σι.

Σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους και αναλυτές, οι επιπτώσεις του κινεζικού συστήματος αδειοδότησης θα είναι πολύ ευρύτερες από τους τεχνολογικούς περιορισμούς των ΗΠΑ, οι οποίοι επικεντρώνονται μόνο στα πιο προηγμένα μικροτσίπ.

Ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν επίσης ότι οι προσπάθειες της Κίνας να χρησιμοποιήσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες ως όπλο προηγήθηκαν των αμερικανικών ελέγχων στα τσιπ. Από δεκαετίες, η κινεζική κυβέρνηση — ανήσυχη για την εξάρτηση από εχθρικά κράτη σε ενέργεια και τεχνολογία — αναπτύσσει στρατηγικούς βιομηχανικούς τομείς. Μάλιστα, το 2010, η Κίνα διέκοψε τις εξαγωγές σπάνιων γαιών προς την Ιαπωνία κατά τη διάρκεια μιας ναυτικής διένεξης, δείχνοντας ήδη τότε τη δύναμη του ελέγχου της σε κρίσιμες πρώτες ύλες.

Τρόμος με το πόσο μακριά είναι διατεθειμένη να φτάσει η Κίνα

Δεν είναι σαφές πότε ακριβώς οι Κινέζοι αξιωματούχοι άρχισαν να αναπτύσσουν το σύστημα αδειοδότησης για τις σπάνιες γαίες. Ωστόσο, οι επιθετικές κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ — όπως οι νέες χρεώσεις σε κινεζόκτητα πλοία που δένουν σε αμερικανικά λιμάνια — έδωσαν στο Πεκίνο την ευκαιρία να δοκιμάσει αυτά τα μέτρα.

Τον Απρίλιο, μετά την επιβολή πρόσθετων δασμών 34% από τον Τραμπ στην Κίνα, το Πεκίνο εισήγαγε ένα αρχικό σύστημα αδειοδότησης για τις εξαγωγές σπάνιων γαιών προς τις αυτοκινητοβιομηχανίες και τη βιομηχανία άμυνας. Οι αμερικανικές επιχειρήσεις πανικοβλήθηκαν, καθώς οι προμήθειες ορυκτών μειώνονταν δραματικά. Η Ford και άλλες αυτοκινητοβιομηχανίες ανέστειλαν μέρος της παραγωγής τους. Ο Τραμπ αντέδρασε κλιμακώνοντας τους δασμούς του σε τουλάχιστον 145%, γεγονός που παρέλυσε σχεδόν ολοκληρωτικά το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών.

Κατά τις συναντήσεις της άνοιξης και του καλοκαιριού, οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μια εύθραυστη εκεχειρία: οι Ηνωμένες Πολιτείες μείωσαν ορισμένους δασμούς και η Κίνα χαλάρωσε τους περιορισμούς στις εξαγωγές ορυκτών. Ωστόσο, οι ΗΠΑ συνέχισαν να επιβάλλουν τεχνολογικούς περιορισμούς, προκαλώντας οδυνηρά αντίμετρα από το Πεκίνο.

Το πολύ πιο εκτεταμένο σύστημα αδειοδότησης ορυκτών της Κίνας ήρθε ως απάντηση σε μια κίνηση των ΗΠΑ στις 29 Σεπτεμβρίου, με την οποία επεκτάθηκαν οι εμπορικοί περιορισμοί και στις θυγατρικές εταιρειών που βρίσκονται στη λεγόμενη “entity list” — δηλαδή στη λίστα εταιρειών που περιορίζονται στην αγορά αμερικανικής τεχνολογίας.

Αναλυτές αναφέρουν ότι οι Κινέζοι αξιωματούχοι είδαν αυτή την κίνηση ως διατάραξη της εύθραυστης αποκλιμάκωσης, η οποία είχε ξεκινήσει λιγότερο από δύο εβδομάδες νωρίτερα, όταν ο Τραμπ μίλησε τηλεφωνικά με τον Σι Τζινπίνγκ και είχαν συμφωνήσει προκαταρκτικά στην αποκοπή της TikTok από την κινεζική μητρική της εταιρεία.

Το Πεκίνο απάντησε με πρόσθετα περιοριστικά μέτρα:

  • Επέβαλε ελέγχους στον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για την παραγωγή μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων,
  • Ξεκίνησε αντιμονοπωλιακή έρευνα κατά της αμερικανικής Qualcomm,
  • Επέβαλε πρόσθετες λιμενικές χρεώσεις σε αμερικανικά πλοία,
  • Και πρόσθεσε αρκετές αμερικανικές εταιρείες σε μια κινεζική “μαύρη λίστα” εμπορικών περιορισμών.

Ωστόσο, οι περιορισμοί στα ορυκτά ξεχωρίζουν, γιατί παρέχουν στο Πεκίνο την εξουσία να ελέγχει σε παγκόσμια κλίμακα την προμήθεια των μικροσκοπικών τσιπ που τροφοδοτούν σχεδόν κάθε ηλεκτρονική συσκευή.

«Ο υπόλοιπος κόσμος τρομάζει με το πόσο μακριά είναι διατεθειμένη να φτάσει η Κίνα για να ανατρέψει την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα», δήλωσε η Σιαομένγκ Λου, διευθύντρια της Eurasia Group, μιας πολιτικής και ερευνητικής εταιρείας με έδρα την Ουάσιγκτον.

Ο Κρις Μίλερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Tufts και συγγραφέας του βιβλίου “Chip War: The Fight for the World’s Most Critical Technology”, προειδοποίησε ότι οι επιπτώσεις του νέου κινεζικού συστήματος αδειοδότησης μπορεί να είναι εξαιρετικά εκτεταμένες, επηρεάζοντας σχεδόν όλα τα ημιαγωγά που παράγονται παγκοσμίως.

Εταιρείες και κυβερνήσεις σε Ηνωμένες Πολιτείες, Ευρώπη, Ιαπωνία, Ινδία, Νότια Κορέα και αλλού εκφράζουν ανησυχία για το εύρος των εταιρικών πληροφοριών που ζητά η κινεζική κυβέρνηση στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης.

«Μεγάλη αντίσταση»

Ο Δρ. Κρις Μίλερ προέβλεψε ότι θα υπάρξει «μεγάλη αντίσταση» στην παροχή αυτών των στοιχείων από τις ξένες εταιρείες, και τόνισε ότι αυτό θα μπορούσε να επιταχύνει τις προσπάθειες για τη δημιουργία εφοδιαστικών αλυσίδων σπάνιων γαιών εκτός Κίνας. Το επιχείρημα αυτό μοιάζει με εκείνο που εδώ και καιρό διατυπώνουν οι επικριτές των αμερικανικών τεχνολογικών περιορισμών — ότι δηλαδή αυτοί θα μπορούσαν να ωθήσουν τον κόσμο να στραφεί σε μη αμερικανική τεχνολογία μικροτσίπ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα αξιοποιούν εφοδιαστικές αλυσίδες στις οποίες η άλλη πλευρά πασχίζει εδώ και χρόνια να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή. Όμως, ενώ η Κίνα έχει επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια στη βιομηχανία μικροτσίπ, ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη δικών της κατασκευαστών, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να χρειαστούν χρόνια για να επανεκκινήσουν την παραγωγή σπάνιων γαιών.

«Αν η Κίνα καταφέρει να παρακάμψει τους περιορισμούς στα μικροτσίπ, αλλά οι ΗΠΑ καθυστερήσουν να ξεπεράσουν τους ελέγχους στις σπάνιες γαίες, αυτό θα αποτελέσει μεγάλο πρόβλημα για τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε ο Μάρτιν Χορζέμπα, ανώτερος ερευνητής στο Ινστιτούτο Peterson για τη Διεθνή Οικονομία.

Η Γέλινγκ Τανκαθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, σημείωσε ότι τα γεγονότα των τελευταίων μηνών έχουν θέσει την Κίνα σε ισχυρότερη διαπραγματευτική θέση από ό,τι είχε στην πρώτη θητεία του Τραμπ. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι οι περιορισμοί αυτοί ίσως αποδειχθούν δαπανηροί για το Πεκίνο, καθώς οι εξωεδαφικές απαιτήσεις που επιβάλλει μπορεί να θορυβήσουν άλλους εμπορικούς εταίρους.

«Αυτό απειλεί να υπονομεύσει την αξιοπιστία της Κίνας ως αξιόπιστου εμπορικού εταίρου», είπε. «Είναι μια εξαιρετικά λεπτή ισορροπία που πρέπει να διατηρηθεί».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *