Γιατί η Ευρώπη δεν μπορεί να αποτινάξει το βάρος που άφησε η ενεργειακή κρίση

Η ενεργειακή κρίση της περιόδου 2022-23 ήταν ένα μεγάλο σοκ για την Ευρώπη και τα απόνερά της εξακολουθούν να την επηρεάζουν και σήμερα.

Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!

Όπως έχει αναλυθεί εξαντλητικά, υπήρξαν άφθονοι και πολύ συγκεκριμένοι λόγοι που η Γηραιά Ήπειρος έφτασε σε αυτό το σημείο. Καταρχήν, η ενεργειακή μετάβαση, δηλαδή η αντικατάσταση ρυπογόνων πηγών ενέργειας με ανανεώσιμες, συνοδεύτηκε από την ταυτόχρονη μαζική απόσυρση πυρηνικών μονάδων σε χώρες όπως η Γερμανία. Όπως έγινε φανερό, παρόλο που οι ΑΠΕ είναι ανταγωνιστικές σε όρους κόστους, δεν μπόρεσαν εγκαίρως να σηκώσουν το βάρος και του άνθρακα και των πυρηνικών. Αυτό ήταν πρακτικά αδύνατον.

Μοιραία πολλές χώρες στράφηκαν στο φυσικό αέριο για να καλύψουν τα κενά και να πετύχουν τους στόχους για μείωση των εκπομπών τους, αφού πρόκειται για ένα πολύ καθαρότερο καύσιμο σε σύγκριση με τον άνθρακα. Σε εκείνο το σημείο η Ε.Ε. βασιζόταν πλέον υπέρμετρα σε έναν και μόνο ευαίσθητο κρίκο της αλυσίδας.

Στη συνέχεια ξεκίνησαν τα προβλήματα με τη Ρωσία (ήδη πριν τον πόλεμο) και διακόπηκαν οι τεράστιες ροές αερίου από το Nord Stream και τους υπόλοιπους αγωγούς της Κεντρικής Ευρώπης. Η τιμή του αερίου εκτινάχθηκε και παραμένει σήμερα πολύ υψηλότερη από τα επίπεδα προ της κρίσης.

Ένα άλλο κρίσιμο λάθος της Ε.Ε. ήταν που επέτρεψε την είσοδο κερδοσκοπικών κεφαλαίων στις αγοραπωλησίες του ευρωπαϊκού συμβολαίου αερίου TTF. Ο ρόλος τους στη διαμόρφωση των τιμών έχει επισημανθεί από τους ειδικούς και είναι αρκετά έντονος, καθώς οι θέσεις που κατέχουν ανταγωνίζονται ευθέως τις αντίστοιχες των αμιγώς εμπορικών παικτών.

Έτσι η Ευρώπη έφτασε σήμερα να εξαρτάται από ένα καύσιμο εντελώς ανεπιθύμητο σε όρους κόστους, αλλά και από προμηθευτές που έχουν τις δικές τους ατζέντες, όπως οι ΗΠΑ.

Πλέον το στοίχημα είναι να εκμεταλλευτεί η Ε.Ε. τις νέες πηγές ενέργειας, οι οποίες στο μεταξύ έχουν ωριμάσει κι άλλο. Ενδεικτικό είναι ότι οι τιμές των μπαταριών για αποθήκευση ενέργειας έχουν πέσει φέτος σε ιστορικά χαμηλά. Οι επενδύσεις ΑΠΕ τρέχουν με φρενήρεις ρυθμούς και μάλιστα δίχως κρατική στήριξη όπως άλλοτε.

Επειδή, όμως, το νέο αυτό ενεργειακό σύστημα χρειάζεται χρόνο και επενδύσεις, για το ορατό μέλλον η Ευρώπη θα συνεχίσει να βασίζεται στο φυσικό αέριο. Το ίδιο ισχύει και για την πυρηνική ενέργεια που βιώνει στις μέρες μας μια «νεκρανάσταση», αλλά αυτού του είδους τα έργα χρειάζονται πολλά χρόνια για να υλοποιηθούν.

Ένα ακόμη πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η ήπειρος στην προσπάθειά της είναι η κλιματική αλλαγή, που πλέον ασκεί πιέσεις όχι μόνο περιβαλλοντικές, αλλά και ενεργειακές. Η ζέστη και η ξηρασία επηρεάζουν τόσο τα υδροηλεκτρικά, όσο και τις πυρηνικές μονάδες που χρειάζονται νερό σε συγκεκριμένη θερμοκρασία για να λειτουργήσουν.

Με βάση όλα τα παραπάνω, διαπιστώνει κανείς ότι το ευρωπαϊκό σύστημα δεν πατάει σήμερα σε τόσο γερά θεμέλια όσο σε προηγούμενες δεκαετίες. Σε συνδυασμό με το κεντρικό μοντέλο που ακολουθεί η αγορά ηλεκτρισμού, παράγονται συχνά ανισορροπίες και εξάρσεις τιμών που πλήττουν τους καταναλωτές.

Τόσο η Κομισιόν, όσο και οι περισσότερες κυβερνήσεις υπόσχονται καλύτερες ημέρες, καθώς η συμμετοχή του φυσικού αερίου θα τείνει να μειώνεται στο ενεργειακό μείγμα. Το όραμα είναι ότι στα τέλη αυτής της δεκαετίας οι μονάδες αυτές θα λειτουργούν κυρίως ως εφεδρείες και δεν θα τις πληρώνουμε τόσο για το ρεύμα που παράγουν. Έτσι, το όφελος από τις φθηνές ΑΠΕ θα μετακυλιστεί επιτέλους στους καταναλωτές.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *