Κάθε τρίμηνο τα τελευταία αρκετά χρόνια, ο Ken Vecchione τύπωνε έναν λογιστικό πίνακα συγκρίνοντας την ανάπτυξη της τράπεζας που διευθύνει, με τις τρεις κύριες ανταγωνίστριες της: First Republic, Signature Bank και Silicon Valley Bank.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Από τον Rob Copeland/New York Times
Και κάθε φορά, ο Vecchione ενοχλούνταν επειδή η ανάλυση θα έδειχνε ότι τα δάνεια και οι καταθέσεις της Western Alliance αυξάνονταν παρόμοια με τις άλλες τράπεζες. Το σύνολο του ενεργητικού της τριπλασιάστηκε σε πέντε χρόνια αλλά η τιμή της μετοχής της ποτέ δεν εκτοξεύονταν τόσο ψηλά.
«Οφείλω να ομολογήσω, τους ζηλεύμε λίγο», λέει ο Vecchione, ο οποίος είναι διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας του Phoenix από το 2018.
Σήμερα και οι τρεις αυτές τράπεζες είναι τελειωμένες, χτυπημένες από εκροή καταθέσεων κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης τραπεζικής κρίσης στις ΗΠΑ σε μιάμιση δεκαετία. Η Western Alliance και άλλες τράπεζες που μόλις πριν από λίγους μήνες ήταν μακριά από τα πολύ γνωστά ονόματα του χώρου αγωνίζονται να αποδείξουν ότι δεν μοιάζουν με τις κάποτε ανταγωνίστριες τους που έχουν καταρρεύσει.
«Σίγουρα δεν είδαμε όλο αυτό να έρχεται», παραδέχεται ο Vecchione σε μια συνέντευξη του.
Τρεις μήνες μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, ο τραπεζικός κλάδος στις ΗΠΑ συνεχίζει να βρίσκεται σε αναστάτωση, έστω και σιωπηρή. Αν και η αναταραχή του κλάδου τους πλήγωσε όλους, κλονίζοντας την πίστη των δανειοληπτών και προκαλώντας νέους ελέγχους, ο πανικός σκόρπισε στην κυριολοξία το μάννα μεταξύ των μεγαλύτερων δανειστών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η JPMorgan Chase, η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, μεγάλωσε ακόμη περισσότερο αφού ανέλαβε την καταρρέουσα First Republic και συγκέντρωσε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε καταθέσεις από νευρικούς αποταμιευτές σε μικρότερες τράπεζες.
Σε χλωρό κλαρί έχουν μείνει περίπου 4.100 άλλες τράπεζες, από περιφερειακά ιδρύματα μεγάλων πόλεων όπως η Western Alliance μέχρι μικροσκοπικές τράπεζες αγροτικών κοινοτήτων που λειτουργούν με ένα μόνο υποκατάστημα. Αυτοί οι δανειστές αποτελούν για καιρό το ουσιαστικό επίκεντρο της οικονομίας των ΗΠΑ, χορηγώντας δάνεια και χρηματοδοτώντας μικρές επιχειρήσεις που διαφορετικά θα αγνοούνταν. Διατηρούν περίπου τα δύο τρίτα όλων των καταθέσεων σε αγροτικές περιοχές.
Αυτές οι τράπεζες τυγχάνουν σχετικά μιας χαλαρής μεταχείρισης από τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ, οι οποίες απαιτούν να αποκαλύπτουν λιγότερα για τα οικονομικά τους και να διαθέτουν λιγότερα χρήματα ως απόθεμα ασφαλείας έναντι των καταθέσεων από τις μεγαλύτερες αντίστοιχές τους.
Η φετινή αναταραχή, ωστόσο, έχει εγείρει νέα ερωτήματα σχετικά με τη σοφία αυτής της προσέγγισης. Αν και μόνο τρεις τράπεζες μεσαίου μεγέθους κατέρρευσαν, ο φόβος της οικονομικής μετάδοσης εξαπλώθηκε σε όλο το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα. Με τα πρώτα σημάδια προβλημάτων, οι καταθέτες τράβηξαν χρήματα από περιφερειακές τράπεζες -και πολλοί δεν επέστρεψαν.
Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν φαίνεται να μπορούν να αποφασίσουν τι θέλουν να κάνουν τράπεζες όπως η Western Alliance. Από την οικονομική κρίση του 2008, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στις ΗΠΑ έχουν φρενάρει τα «πολύ μεγάλα για να αποτύχουν» χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, λέγοντας ότι θα προτιμούσαν να κατανεμηθεί ο κίνδυνος πιο ομοιόμορφα μεταξύ των δανειστών. Τώρα, ωστόσο, υπάρχει σκεπτικισμός σχετικά με τις φιλοδοξίες ανάπτυξης με κάθε κόστος των μικρότερων τραπεζών αλλά και υπαινιγμοί για ένα άνοιγμα στις συγχωνεύσεις μεταξύ των δανειστών.
Σε μια ιδιωτική συνάντηση τον περασμένο μήνα με επικεφαλής τραπεζών, συμπεριλαμβανομένου του Jamie Dimon της JPMorgan, η υπουργός Οικονομικών Janet L. Yellen είπε ότι θα καλωσόριζε περισσότερες συγχωνεύσεις, σύμφωνα με ένα άτομο που συμμετείχε στην ενημέρωση, εν μέρει επειδή θα διευκόλυνε τις ρυθμιστικές αρχές να έχουν τον έλεγχο.
Ο Vecchione είπε ότι δεν είχε μιλήσει ποτέ με την Yellen ή το προσωπικό της πριν από φέτος και ότι τώρα λαμβάνει κλήσεις για check-in από τον αναπληρωτή γραμματέα Οικονομικών, Wally Adeyemo.
Ο Vecchione λέει ότι δεν είναι αντίθετος με περισσότερες ρυθμίσεις, αλλά ότι θα αυξήσει το κόστος της τράπεζας που διευθύνει και, τελικά, ότι θα προσφέρει ακόμα ένα πλεονέκτημα σε μεγαλύτερους ανταγωνιστές που θα μπορούσαν να αντέξουν καλύτερα το κόστος. Ο ίδιος αναρωτιέται, «Θέλετε καν να υπάρχουμε;».
Υπάρχει ένα μοντέλο για έναν πιο συγκεντρωμένο τραπεζικό τομέα. Στον Καναδά, έξι τράπεζες κυριαρχούν στο 90% της αγοράς, έναντι του περίπου 50% για τις έξι μεγαλύτερες τράπεζες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ειδικοί λένε ότι υπάρχει μικρό κίνητρο για τις τράπεζες στον Καναδά να αναλάβουν μεγάλους κινδύνους, αν και υπάρχει επίσης σχετικά μικρός ανταγωνισμός, πράγμα που σημαίνει ότι οι δανειολήπτες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν υψηλότερα επιτόκια.
«Δεν νομίζω ότι θέλουμε να φτάσουμε στο σημείο των έξι τραπεζών, γιατί αυτό θα κατέπνιγε πραγματικά τον δανεισμό», δηλώνει ο Ben Gerlinger, περιφερειακός τραπεζικός αναλυτής στο Hovde Group.
Ο Bruce Van Saun, διευθύνων σύμβουλος της Citizens Bank, λέει ότι για πρώτη φορά στην καριέρα του προσπάθησε να μειώσει το δανεισμό της τράπεζας του, εν μέρει αποθαρρύνοντας τους καταθέτες να κλείσουν τους λογαριασμούς τους στα πρώτα σημάδια κρίσης. Ελπίζει ότι αυτό θα πείσει τους επενδυτές ότι η τράπεζα, η 14η μεγαλύτερη της χώρας, είναι σταθερή.
«Πρέπει να δείξετε ότι οι καταθέσεις συρρικνώνονται, διαφορετικά θα μπείτε στη λίστα των “προβληματικών τραπεζών”», λέει ο Van Saun. «Είναι η θεραπεία χειρότερη από την ασθένεια;» αναρωτιέται.
Η Western Alliance έχει συνηθίσει να συρρικνώνεται βιαστικά. Η μετοχή της τράπεζας υποχωρεί περίπου 50% από το υψηλό της σημείο τον Φεβρουάριο. Άλλοι περιφερειακοί δανειστές, όπως η PacWest, η οποία συρρικνώνεται επιθετικά πουλώντας πακέτα δανείων, βρίσκονται σε αυτό το εύρος ή και περισσότερο.
«Μισούμε να μας βάζουν στην ίδια πρόταση με την PacWest», λέει ο Vecchione.
Η Western Alliance, που ιδρύθηκε το 1994, είχε στην ηγεσία της για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της τον δισεκατομμυριούχο Robert Sarver, ο οποίος αναγκάστηκε να πουλήσει τους Phoenix Suns πέρυσι, αφού η Εθνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης διαπίστωσε ότι είχε προβεί σε ρατσιστικές συκοφαντίες και κακοποίηση εργαζομένων, μεταξύ άλλων παραβάσεων. Ο Sarver παραιτήθηκε από τη θέση του προέδρου της Western Alliance εν μέσω της έρευνας που διεξήγαγε η Ομοσπονδία του αθλήματος.
Ο Vecchione, γέννημα-θρέμμα του Κουίνς της Νέας Υόρκης, μοιάζει σαν τον χαρακτήρα που θα μπορούσε να ενσαρκώσει έναν τραπεζίτη σε μια ταινία. Αγοράζει γραβάτες Hermès και συλλέγει ρολόγια υψηλής ποιότητας (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα Rolex, τα οποία λέει ότι είναι πολύ συνηθισμένα). Η αμοιβή του τα τελευταία τρία χρόνια ανήλθε σε σχεδόν 22 εκατομμύρια δολάρια, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών.
Μέχρι πρότινος, η τράπεζα του βρισκόταν σε μια φρενήρη περίοδο επέκτασης. Το 2015, η Western Alliance εξαγόρασε τη Bridge Bank, έναν δανειστή του Σαν Φρανσίσκο που ανταγωνιζόταν τη Silicon Valley Bank όσον αφορά επιχειρηματικές δραστηριότητες από εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Όπως η Silicon Valley Bank, η Bridge Bank διαφήμιζε την ικανότητά της να χρηματοδοτεί νεοφυείς επιχειρήσεις και άλλες εταιρείες που συνήθως διαθέτουν περισσότερα από 250.000 $ στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους —μια επικίνδυνη πρόταση, δεδομένου ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ασφαλίζει καταθέσεις μόνο μέχρι αυτό το ποσό, καθιστώντας τέτοιους λογαριασμούς φυγάδες.
Η Western Alliance δανείζει κυρίως σε επιχειρήσεις, όπως εταιρείες χρονομεριστικής μίσθωσης, προγραμματιστές ακινήτων και ξενοδόχους. Διαθέτει μια συλλογή υποκαταστημάτων σε όλες τις δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες με επωνυμίες όπως Bank of Nevada, Torrey Pine Bank και Alliance Bank of Arizona.
Στο τέλος του έτους, τα περιουσιακά στοιχεία της Western Alliance των 68 δισεκατομμυρίων δολαρίων την έκαναν τον 40ο μεγαλύτερο δανειστή στη χώρα. Το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας είχε εγκρίνει ένα σχέδιο για να αυξηθεί έως και τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια, επεκτείνοντας τις δραστηριότητες εκτός της Δύσης, μια πρωτοβουλία που περιλάμβανε νέα γραφεία στο Μανχάταν, στη λεωφόρο Μάντισον, των οποίων οι τοίχοι είναι επενδεδυμένοι με μάρμαρο.
Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank χτύπησε σαν «έκρηξη», δηλώνει ο οικονομικός διευθυντής της Western Alliance, Dale Gibbons. Τις ώρες μετά το κλείσιμο της, ο Gibbons, ο Vecchione και η ομάδα τους παρακολουθούσαν με το στόμα ανοιχτό καθώς οι λογαριασμοί της τράπεζάς τους λιγόστευαν. Οι μακροχρόνιοι πελάτες υπέβαλλαν αιτήματα ανάληψης χωρίς καν να το συζητήσουν.
Γύρω από το γραφείο του, ο Vecchione έβλεπε τους υπαλλήλους του να μοιράζουν την προσοχή τους σε δύο οθόνες. Στη μία ήταν το συνηθισμένο αντικείμενο της δουλειάς τους και στην άλλη υπήρχαν γραφήματα που έδειχναν την τιμή της μετοχής της τράπεζας. Η αιμορραγία σταμάτησε μόνο αφού η τράπεζα πρόσφερε σε ορισμένους σημαντικούς καταθέτες να κοιτάξουν τις δραστηριότητές της με αντάλλαγμα την υπογραφή συμφωνιών μη αποκάλυψης. Κάποιοι δέχτηκαν την προσφορά.
«Καταλαβαίνω τους καταθέτες –δεν εγγράφηκαν για να γίνουν αναλυτές τραπεζικών μετοχών», λέει ο Gibbons.
Στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2023, η Western Alliance είχε χάσει περίπου το 12%, ή 6 δισεκατομμύρια δολάρια, των καταθέσεων της, αλλά σιγά-σιγά βλέπει κάποια χρήματα να επιστρέφουν. Το επιχειρηματικό της μοντέλο, ωστόσο, είναι πλέον εκτός μόδας. Αυτό για το οποίο υπερηφανεύονταν τα στελέχη της τράπεζας -η γνωριμία με τους πελάτες και η ατομική συνεργασία μαζί τους για δάνεια, μια λεγόμενη προσέγγιση υψηλής αφής- δημιούργησε άβολες ομοιότητες με την First Republic και τη Silicon Valley Bank, οι οποίες διατηρούσαν ζεστές σχέσεις με τους ευκατάστατους πελάτες τους.
Ο Vecchione εκφράζει μια απογοήτευση για όλη την προσοχή που λαμβάνει η τράπεζά του. Στο αποκορύφωμα της κρίσης, όταν κυκλοφόρησαν ειδήσεις ότι η τράπεζα σκέφτεται μια συγχώνευση ή πώληση, αντέδρασε θυμωμένα, διέταξε την ομάδα του να διαψεύσει τα δημοσιεύματα (τα οποία λέει ότι ήταν αβάσιμα), μήπως ο κόσμος πιστέψει ότι η περιφερειακή τράπεζα ήταν αδύναμη. Και δεν αποδέχεται καν το όνομα «περιφερειακή τράπεζα», προτιμώντας αντ’ αυτού να περιγράψει τη Western Alliance ως μια «εθνική τράπεζα με περιφερειακό αποτύπωμα».
Ο Vecchione λέει ότι δεν θα επιτρέψει στην τράπεζά του να γίνει «θύμα». Συνεχίζει να δίνει οδηγίες στους αναδόχους να ανταγωνίζονται σκληρά για δανεισμό και η Western Alliance αύξησε το ποσό που πληρώνει σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου σε λίγο πάνω από 5% ετησίως, μεταξύ των υψηλότερων στη χώρα. «Στους ανθρώπους αρέσει η αυτοπεποίθηση -ψάχνουν να δουν αν είσαι πρόβατο», λέει. «Εχουμε σημασία. Δεν πάμε πουθενά».
*Ο Rob Copeland καλύπτει τη Wall Street και τον τραπεζικό τομέα. Είναι ο συγγραφέας του «The Fund: Ray Dalio, Bridgewater Associates and the Unraveling of a Wall Street Legend».