Ο Τάκερ Κάρλσον και οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» της Μόσχας
Ο «τραμπικός» που πήρε συνέντευξη από τον Πούτιν δεν ήταν ο πρώτος Δυτικός δημοσιογράφος που επέλεξε να ευθυγραμμιστεί με τον εχθρό.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Ο Γουόλτερ Ντουράντι, επικεφαλής του γραφείου των New York Times στη Μόσχα μεταξύ 1922-1936 αναμασούσε τη σοβιετική προπαγάνδα, ενώ ο δημοσιογράφος και ποιητής Τζον Ριντ υπήρξε φανατικός υποστηρικτής των Μπολσεβίκων
«Ο Τάκερ Κάρλσον απέχει πολύ από το να είναι ο πρώτος Δυτικός δημοσιογράφος που επέλεξε να ευθυγραμμιστεί με τον εχθρό» έγραφε σε άρθρο του ο Τζέιμι Ντέτμερ του Politico το μεσημέρι της Πέμπτης, λίγες ώρες πριν τη μετάδοση της συνέντευξης που παραχώρησε ο Βλαντίμιρ Πούτιν εντός της εβδομάδας στον διαβόητο αμερικανό «τραμπικό» –περισσότερο τηλευαγγελιστή παρά– δημοσιογράφο.
Οσον αφορά την άποψη του Τάκερ Κάρλσον για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο πρώην απόλυτος σταρ του υπερσυντηρητικού Fox News έχει υποστηρίξει, μεταξύ άλλων, πως οι ΗΠΑ θα έπρεπε να στέκονταν στο πλευρό της Ρωσίας στον πόλεμό της κατά της Ουκρανίας, χαρακτηρίζοντας, μάλιστα, ως «επικίνδυνο τύραννο», όχι τον ρώσο πρόεδρο, αλλά τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Ο Κάρλσον ευθυγραμμίζεται με τον ρώσο πρόεδρο και στο πεδίο της προάσπισης των αποκαλούμενων «παραδοσιακών αξιών», οι οποίες στη Ρωσία του Πούτιν τείνουν να καταστούν συνώνυμο της δίωξης των μελών της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.
Επιστρέφοντας στο παρελθόν, στον περασμένο αιώνα συγκεκριμένα, ο Τζέιμι Ντέτμερ μας πληροφορεί ότι ο πρώτος (αγγλο)αμερικανός δημοσιογράφος που υπήρξε υπέρ το δέον ευμενής, «δουλοπρεπής» σύμφωνα με τον συντάκτη του Politico, απέναντι σε έναν «δεσπότη της Ρωσίας» ήταν ο Γουόλτερ Ντουράντι, επικεφαλής του γραφείου των New York Times στη Μόσχα από το 1922 έως το 1936.
Αφού απέδειξε την πίστη του γράφοντας εγκωμιαστικές ανταποκρίσεις για το Πενταετές Σχέδιο του Στάλιν, εξασφάλισε μια αποκλειστική συνέντευξη από τον σοβιετικό ηγέτη, κατά την οποία, ωστόσο, όχι μόνο δεν έκανε ούτε νύξη για το Χολοντομόρ, τον λιμό που σκότωσε εκατομμύρια Ουκρανούς το 1932 και το 1933, αλλά επιτέθηκε σε όσους προσπάθησαν να αναφερθούν στο γεγονός.
Ο διακεκριμένος αμερικανός ιστορικός Μαρκ βον Χάγκεν, ειδικός στην ιστορία της Ουκρανίας και της Ρωσίας, έγραψε αργότερα ότι τα ρεπορτάζ και τα άρθρα του Ντουράντι ήταν απλώς αναμασήματα της σοβιετικής προπαγάνδας, η οποία ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα «βιώματα των λαών της Ρωσικής και της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας».
«Είχαν, όμως, αντίκτυπο» γράφει ο δημοσιογράφος του Politico επικαλούμενος τη Σάλι Τέιλορ, συγγραφέα μιας κριτικής βιογραφίας του Ντουράντι, όπου υποστήριξε πως οι απόψεις του επικεφαλής του γραφείου των NYT στη Μόσχα ήταν ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στο να αποφασίσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνος Ρούσβελτ να αναγνωρίσει επίσημα την Σοβιετική Ενωση, το 1933. Στη συνέχεια, όταν οι φρικαλεότητες του Στάλιν αποκαλύφθηκαν, ο Ντουράντι αντέδρασε λέγοντας «χωρίς να σπάσεις αυγά, ομελέτα δεν γίνεται».
Σήμερα, οι New York Times αναγνωρίζουν πως η κάλυψη που του χάρισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1932 είναι «σε μεγάλο βαθμό απαξιωμένη». Ωστόσο, ο Γουόλτερ Ντουράντι πίστευε πραγματικά στο όποιο σοβιετικό όραμα, επιμένοντας πως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», όπως αναφέρει ο Τζέιμι Ντέτμερ.
Στον κομμουνισμό πίστευε και ο σοσιαλιστής δημοσιογράφος και ποιητής Τζον Ριντ, συγγραφέας του βιβλίου «Δέκα Μέρες που Συγκλόνισαν τον Κόσμο» (πρόκειται για την προσωπική του μαρτυρία για την Οκτωβριανή Επανάσταση), ο οποίος εργάστηκε για το Λαϊκό Επιτροπείο Εξωτερικών Υποθέσεων μεταφράζοντας διατάγματα και ειδήσεις για την κυβέρνηση των Μπολσεβίκων τις πρώτες ημέρες μετά την επανάσταση του 1917.
Αργότερα επέστρεψε στις ΗΠΑ με τη σύζυγό του Λουίζ Μπράιαντ, μια αμερικανίδα φεμινίστρια και πολιτική ακτιβίστρια, όπου υπερασπίστηκαν την επανάσταση των Μπολσεβίκων και συνίδρυσαν (το 1919) το βραχύβιο Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Αμερικής. Κατηγορούμενος για στάση, στη συνέχεια επέστρεψε, διαφεύγοντας από τις ΗΠΑ, στη Ρωσία, με τον αμερικανό μυθιστοριογράφο Απτον Σίνκλερ να τον περιγράφει ως «ο πλέιμποϊ της Ρωσικής Επανάστασης».
Κάποια στιγμή, όμως, ο αμερικανός κομμουνιστής άρχισε να διαφωνεί με τα σοβιετικά ινδάλματά του (περί επαναστατικών τακτικών). Αλλά δεν πρόλαβε να έρθει σε ρήξη μαζί τους, καθώς υπέκυψε, τελικά, στον τύφο. Κηδεύτηκε με τιμές ήρωα και ενταφιάστηκε στη Νεκρόπολη του Τείχους του Κρεμλίνου, στην Κόκκινη Πλατεία. Πέρα από τον Τζον Ριντ, εκεί αναπαύονται ακόμα τρεις Αμερικανοί, το οποίο σημαίνει, όπως αναφέρει ο Τζέιμι Ντέτμερ, πως «μάλλον υπάρχει χώρος και για τον Κάρλσον».
Οσον αφορά τη συνέντευξη του Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Κάρλσον υπερασπίστηκε την προσέγγισή του υποστηρίζοντας, ψευδώς, ότι τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης δεν μπήκαν καν στον κόπο να προσπαθήσουν να μιλήσουν με τον ρώσο πρόεδρο. Αλλά ακόμη και το Κρεμλίνο ουσιαστικά παραδέχτηκε ότι τον επέλεξε ως «χρήσιμο ηλίθιο», διαψεύδοντας τον εν λόγω ισχυρισμό του.
Ερωτηθείς σχετικά, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πέσκοφ είπε ότι «ο κ. Κάρλσον έκανε λάθος», προσθέτοντας ότι τα αιτήματα των Δυτικών μέσων ενημέρωσης απορρίφθηκαν επειδή «δεν μπορούν να καυχηθούν για οποιαδήποτε προσπάθεια, έστω και για το φαίνεσθαι, παροχής αμερόληπτης (δημοσιογραφικής) κάλυψης». Σε αντίθεση με τον Τάκερ Κάρλσον, ο οποίος, δηλώνοντας πως «υποστηρίζει τη Ρωσία», απέδειξε πόσο άψογα αμερόληπτος είναι.