
Ο διαμεσολαβητικός ρόλος της Άγκυρας μεταξύ Κιέβου και Μόσχας, στον πόλεμο της Ουκρανίας, μπορεί να ενισχύσει τη διεθνή θέση και επιδιώξεις της Τουρκίας. Αυτό συμβαίνει, ίσως όχι τυχαία, σε μία περίοδο όπου ένα πρόσθετο σημαντικό στοιχείο των διπλωματικών επιδιώξεών της είναι η ομαλοποίηση των σχέσεών της με τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Μετά από ένα έντονο τοπικό ανταγωνισμό τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία φαίνεται ότι επιθυμεί συνεργασία με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, διαβλέποντας σημαντικά οφέλη.
Σχέση με Γαλλία και ΗΠΑ
Προκειμένου να διευκολυνθεί σ’ αυτήν την επιδίωξή της η τουρκική ηγεσία επιδιώκει μια βελτίωση της αξιοπιστίας της με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, όπου η τελευταία ενισχύει την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο πρόεδρος Ερντογάν μετά την τελευταία συνάντηση του ΝΑΤΟ μίλησε για βελτίωση των σχέσεων με το Παρίσι.
Η ρωσική επικέντρωση στην Ουκρανία αναγκάζει τις δύο χώρες να έρθουν κοντύτερα και να γεφυρώσουν τις διαφορές τους ειδικά στη Λιβύη. Στο πλαίσιο αυτό η Τουρκία ζήτησε συμμετοχή στη συμπαραγωγή του αντιαεροπορικού συστήματος SAMPT/T, που παράγουν από κοινού Γαλλία και Ιταλία, η οποία συζητάται.
Επίσης, σημειώνεται και μια γεωπολιτική σύγκλιση με τις ΗΠΑ, που καλύπτει το τόξο από το Αφγανιστάν και την περιοχή του Καυκάσου ως την Ουκρανία, παρά τις κυρώσεις CAATSA για την τουρκική αμυντική βιομηχανία, την ακύρωση της πώλησης των F-35 και την εκκρεμότητα της προμήθειας νέων F16.
Διαφαίνεται ότι η Τουρκία θα τείνει να συμπεριφέρεται περισσότερο σαν μέλος του ΝΑΤΟ στον ουκρανικό πόλεμο, όσο περισσότερο αυτός θα διαρκεί, ενώ ανεξάρτητα, θα επιδιώκει να λειτουργεί και σαν αξιόπιστος εταίρος της Δύσης στη Μ. Ανατολή. Στόχος της Άγκυρας είναι να καλύψει το εκεί κενό της αμερικανικής απουσίας από κοινού με το Ισραήλ, αποκομίζοντας σημαντικά γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη.

Οι σχέσεις με το Ισραήλ
Η πρόσφατη επίσκεψη του Ισραηλινού Προέδρου στην Άγκυρα είναι έμμεσο αποτέλεσμα της υπογραφής των Συμφωνιών του Αβραάμ το καλοκαίρι του 2020, μεταξύ των οποίων και Ισραήλ – ΗΑΕ, με τις οποίες ενισχύθηκε η διπλωματική θέση του πρώτου.
Η προσέγγιση Άγκυρας και Ιερουσαλήμ ήλθε μετά την επιτυχή προσπάθεια της πρώτης να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τα ΗΑΕ. Το γεγονός αυτό προκάλεσε μια θετική για την Τουρκία αλληλουχία επαφών με τις χώρες της περιοχής, οι οποίες τα προηγούμενα χρόνια παρατηρούσαν την τουρκική πολιτική με έντονη καχυποψία.
Η Τουρκία και το Ισραήλ, προσπαθούν να διαμεσολαβήσουν μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας για κατάπαυση του πυρός, με προσεκτική διπλωματία. Τούτο, διότι αν κλίνουν προς το μέρος της Ουκρανίας ριψοκινδυνεύουν μια έντονη αντίδραση της Ρωσίας, την οποία θέλουν να αποφύγουν, καθώς θα υπήρχαν ανεπιθύμητες επιπτώσεις στα ζωτικά συμφέροντά τους στη Συρία, όπου η Μόσχα έχει μεγάλη επιρροή.
Ένας άλλος σημαντικός λόγος ο οποίος ενισχύει την προσέγγιση Ισραήλ – Τουρκίας, είναι ότι μετά την αδρανοποίηση του Nord Stream2 και το φάσμα ανεπάρκειας τροφοδοσίας της Ευρώπης με αέριο, ανανεώθηκε το ενδιαφέρον για τα διαπιστωμένα κοιτάσματα αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο καθώς και για νέες έρευνες.
Είναι και πάλι πιθανό ότι η Τουρκία θα επιθυμούσε να λειτουργήσει ως ενδιάμεσος σταθμός για τις εξαγωγές αυτού του αερίου στην Ευρώπη, κάτι το οποίο θα προϋπέθετε την πόντιση αγωγού από Ισραήλ προς Τουρκία, ο οποίος θα διερχόταν από κυπριακή υφαλοκρηπίδα. Η λύση αυτού του θέματος μάλλον θα απαιτούσε ευρύτερες συναινέσεις και συνεργασίες.
Είναι σημαντικό να προστεθεί ότι το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών διαβεβαίωσε ότι η προσέγγιση Ισραήλ – Τουρκίας δεν επηρεάζει τις στρατηγικές σχέσεις της Ιερουσαλήμ με την Κύπρο και την Ελλάδα, οι οποίες υποστηρίζονται άλλωστε από αντίστοιχες διμερείς συμφωνίες. Ένα σημαντικό στοιχείο της επίσκεψης του Ισραηλινού Προέδρου στην Άγκυρα ήταν και η κοινή απόφαση για την καθιέρωση μηχανισμού επίλυσης διαφωνιών, καθώς η σχέση αυτή είναι εύθραυστη λόγω της υποστήριξης των Παλαιστινίων από την Άγκυρα.
Το Ισραήλ κατά δήλωση του πρωθυπουργού του θεωρεί ότι πρέπει να είναι πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή, γεγονός το οποίο απαιτεί τη δημιουργία γεφυρών με τις γειτονικές χώρες, ειδικά καθώς οι ΗΠΑ τείνουν να μειώσουν την παρουσία τους στη Μ. Ανατολή.
Κατά την άποψη της Ιερουσαλήμ η κύρια απειλή για το Ισραήλ προέρχεται από το Ιράν, οπότε η εξομάλυνση των σχέσεων με την Άγκυρα επιτρέπει μια πληρέστερη συγκέντρωση των ισραηλινών προσπαθειών προς την Τεχεράνη, χωρίς διασπάσεις.
Οι σχέσεις με τα ΗΑΕ και τη Σαουδική Αραβία
Αφού επιδίωξε την προληπτική κάλυψη των συμφερόντων της με επεμβάσεις στη Συρία και τη Λιβύη, οι οποίες την απομόνωσαν σε μεγάλο βαθμό από τη διεθνή σκηνή, η Άγκυρα επανέρχεται με μια ηπιότερη εξωτερική πολιτική.
Αυτή η τουρκική στάση αντανακλά τόσο την πολιτική Μπάϊντεν που δίνει προτεραιότητα στη διπλωματία, όσο και σημαντικούς επαναπροσδιορισμούς των θέσεων χωρών της Μ. Ανατολής και ειδικά των ΗΑΕ, της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου.
Ήταν η προσέγγιση της Ντόχα με το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι, η οποία αποκλιμάκωσε τον ανταγωνισμό μεταξύ του άξονα Κατάρ-Τουρκίας και του κουαρτέτου Σ. Αραβίας, ΗΑΕ, Μπαχρέιν και Αιγύπτου.
Τα ΗΑΕ, προηγουμένως από τους κύριους τοπικούς αντιπάλους της Τουρκίας, ήταν η πρώτη χώρα η οποία αποκατέστησε τις σχέσεις μαζί της. Η επίσκεψη του πρίγκηπα διαδόχου των ΗΑΕ στην Άγκυρα το Νοέμβριο 2021, συνοδεύτηκε με συμφωνίες συνεργασίας και με την παροχή $10 δισ. για δημιουργία ταμείου στρατηγικών επενδύσεων στην Τουρκία.
Επιπλέον, τον Ιανουάριο 2022, υπογράφτηκε μια συμφωνία σουάπ $5 δισ. για να υποστηριχθούν τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας και η αναχαίτιση της υποτίμησης της λίρας. Όπως φαίνεται η προσέγγιση Τουρκίας – ΗΑΕ αντανακλά μια αμοιβαία επιθυμία των χωρών για οικονομική συνεργασία, παρά τις γεωπολιτικές τριβές, γεγονός το οποίο έχει την σημασία του καθώς οι τουρκικές εκλογές είναι το επόμενο έτος.
Ως ένα βαθμό, η προσέγγιση με την Τουρκία εξισορροπεί μια ψυχρότητα των σχέσεων ΗΑΕ και ΗΠΑ, καθώς το Άμπου Ντάμπι αποδοκιμάζει τις συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και κρατά ουδέτερη στάση στον πόλεμο της Ουκρανίας επιτρέποντας σε Ρώσους ολιγάρχες να παρκάρουν τα κεφάλαιά τους στην πρωτεύουσα των Εμιράτων.
Όσον αφορά τη Σ. Αραβία δεν είναι ακόμη σαφές αν θα ακολουθήσει τα βήματα των ΗΑΕ. Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκε το Ριάντ τον Μάϊο 2021 και ακολούθησε επίσκεψη του Σ. Άραβα Υπουργού Εμπορίου στην Άγκυρα τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Πιθανότατα, όπως και με τα ΗΑΕ, θα είναι μάλλον οικονομικοί υπολογισμοί εκείνοι οι οποίοι θα κυριαρχήσουν στην τουρκική ατζέντα κατά την επιδιωκόμενη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στη Σ. Αραβία.
Θα πρέπει βέβαια να ξεπεραστούν διαφορετικές απόψεις ως προς τις νέες ισορροπίες στη Συρία, μετά την επικέντρωση της Ρωσίας στην Ουκρανία, και την στήριξη ισλαμικών κινημάτων από την Τουρκία.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι πιθανό να μειωθεί το διεθνές μερίδιο των εξαγωγών πετρελαίου της Ρωσίας, λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ ζήτησαν από την Σ. Αραβία να αυξήσει την δική της παραγωγή. Το Ριάντ αγνόησε την πρόταση των Αμερικανών, κάτι το οποίο συμβαδίζει με τους αυξανόμενους δεσμούς του με την Κίνα.
Η σχέση των δύο χωρών κέρδισε νέο έδαφος με τις συζητήσεις τους για χρήση του κινεζικού γουάν στα συμβόλαια Σαουδικών εξαγωγών πετρελαίου. Αυτό θα βοηθούσε την Κίνα να κάνει το γουάν διεθνές νόμισμα και τη Σ. Αραβία να μην εξαρτάται μόνο από το δολάριο. Είναι ευδιάκριτη η αποστασιοποίηση Σ. Αραβίας και ΗΠΑ και στο κενό το οποίο δημιουργείται ίσως υπάρχει όχι μόνο οικονομικός αλλά και γεωπολιτικός χώρος για την Τουρκία.
Oι σχέσεις με την Αίγυπτο
Οι διμερείς σχέσεις Τουρκίας – Αιγύπτου είχαν έντονα επηρεασθεί από την υποστήριξη την οποία πρόσφερε η πρώτη στη Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία στήριζε το προηγούμενο αιγυπτιακό καθεστώς Μόρσι. Αυτή η αντίθεση πήρε τοπική μορφή και οδήγησε σε πόλωση μεταξύ του άξονα Τουρκίας – Κατάρ από τη μία πλευρά και Σ. Αραβίας, Αιγύπτου και ΗΑΕ από την άλλη.
Οι σχέσεις των δυο χωρών χειροτέρεψαν με τον εμφύλιο στη Λιβύη, όπου υποστήριζαν αντίπαλα στρατόπεδα, καθώς και με τον αποκλεισμό της Τουρκίας από το έργο του Eastmed, η οποία αισθάνθηκε απειλούμενη από την συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ προς την οποία η Αίγυπτος διάκειται φιλικά. Επιπλέον αιγυπτιακές δυνάμεις έλαβαν μέρος σε κοινές αεροναυτικές ασκήσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο.
Είναι αξιοσημείωτο ότι από τον Νοέμβριο του 2013 όταν το Κάϊρο κήρυξε τον Τούρκο πρέσβη persona non grata και η Άγκυρα ανταπέδωσε, αν και οι δύο πλευρές δήλωναν το 2021 ότι σημειώνεται πρόοδος, δεν έχουν μέχρι στιγμής αμοιβαία τοποθετήσει νέους πρεσβευτές. Αυτά βέβαια δεν εμπόδισαν το μεταξύ τους εμπόριο να αυξηθεί από $ 4,4 δισ. το 2007, σε $ 11 δισ. το 2020, ενώ πρόσφατα άρχισαν να πραγματοποιούνται σημαντικές εξαγωγές LNG από την Αίγυπτο στην Τουρκία. Παρά ταύτα εξακολουθεί να υπάρχει ένα πρόβλημα εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών κυρίως λόγω της τουρκικής παρουσίας στη Λιβύη.
Επιπλέον η παρουσία της Τουρκίας στη Σομαλία και η αύξουσα εμπλοκή της στην Αιθιοπία με την οποία η Αίγυπτος είναι σε αντιπαράθεση για τα νερά του Νείλου, εντείνουν τις ανησυχίες του Καΐρου. Έτσι αν και Τουρκία και Αίγυπτος δηλώνουν την πρόθεσή τους να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους, ο συνεχιζόμενος γεωπολιτικός ανταγωνισμός τους περιορίζει το αποτέλεσμα των προσπαθειών.
Η Τουρκία, με νέες επαφές και ευέλικτη πολιτική, αξιοποιώντας και την καλή μαρτυρία του ρόλου της ως διαμεσολαβήτριας στο Ουκρανικό, προσπαθεί να εκμεταλλευθεί προς όφελός της τα κενά τα οποία παρουσιάζονται από την μειούμενη παρουσία των ΗΠΑ στην Μ. Ανατολή.
Σε αυτό την βοηθά και η συγκέντρωση του Ρωσικού ενδιαφέροντος στην Ουκρανία. Αυτή η νέα εξωστρεφής βούληση της Άγκυρας της προσκομίζει αξιόλογα γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
* Ο κ. Νικήτας Σίμος είναι οικονομολόγος, γεωπολιτικός αναλυτής