Υπάρχει προηγούμενο με την αλλαγή ονόματος κράτους με ξένη παρέμβαση; Είναι πρωτοφανές ένα κράτος να αλλάξει το Σύνταγμά του με διεθνή συνθήκη; Το… βελγικό Λουξεμβούργο και το Λουξεμβούργο – Υπηκοότητα, ιθαγένεια και γλώσσα – Μπορεί να ακυρωθεί, καταγγελθεί ή λυθεί η Συμφωνία των Πρεσπών;
Μιχάλης Στούκας – Αναδημοσίευση από Πρώτο Θέμα
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο γράψαμε ένα άρθρο με τίτλο «Μακεδονικό 1920 – 1991: Τα μεγάλα λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων». Το άρθρο αυτό είχε πολύ μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες μας και πολλά σχόλια. Στον αρχικό σχεδιασμό του άρθρου ήταν να συμπεριλάβουμε και κάποια άλλα στοιχεία για το «μακεδονικό» και τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά θα προέκυπτε ένα… άρθρο – ποταμός.
Αποφασίσαμε το άρθρο αυτό να το γράψουμε σήμερα. Πιστεύουμε ότι θα αναδείξουμε, όπως κάνουμε πολλές φορές, άγνωστα στοιχεία και για το λεγόμενο μακεδονικό, καθώς και κάποια στοιχεία από τη Συμφωνία των Πρεσπών στα οποία μάλλον δεν δόθηκε η δέουσα σημασία.
Αλλαγή ονόματος κράτους με ξένη παρέμβαση
Το 2018 ο νυν υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Άγγελος Συρίγος, ο οποίος ωστόσο ως καθηγητής του Πάντειου Πανεπιστημίου είναι γνωστός κυρίως για τις εξαιρετικές γνώσεις του σε θέματα διεθνούς δικαίου και εξωτερικής πολιτικής και ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, καθηγητής της Ιστορίας του Μεταπολεμικού Κόσμου στο ΕΚΠΑ, έγραψαν ένα εξαιρετικό βιβλίο με τίτλο «Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ (Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ). Το βιβλίο αυτό, στο οποίο υπάρχουν πολύ ενδιαφέρουσες και άγνωστες πληροφορίες για το «μακεδονικό ζήτημα» και τη Συμφωνία των Πρεσπών, αποτέλεσε τη βασική πηγή για το σημερινό μας άρθρο.
Όταν γινόταν κουβέντα για το αν μπορεί η γειτονική χώρα ν’ αλλάξει το όνομά της λόγω ελληνικής επιθυμίας (ή αξίωσης-απαίτησης), η απάντηση των εκάστοτε κυβερνώντων και των εξαπτέρυγών τους ήταν ότι αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ στην παγκόσμια ιστορία, είναι αδύνατον και μπορεί να γίνει μόνο με χρήση βίας (πόλεμο δηλαδή ουσιαστικά).
Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει. «Η αλλαγή ονόματος ενός κρατικού συμβόλου ιστορικά έχει γίνει δύο φορές», γράφουν οι Α. Συρίγος – Ε. Χατζηβασιλείου. Η μία μάλιστα αφορά την Ελλάδα! Ο Όθωνας είχε τον τίτλο «Βασιλεύς της Ελλάδος». Όταν ανέβηκε στο θρόνο ο Γεώργιος Α’(1863), ακολουθώντας το παράδειγμα του Λουδοβίκου Φιλίππου της Γαλλίας, θέλησε να ονομαστεί «βασιλεύς των Ελλήνων –Roi de Grecs».
Η Υψηλή Πύλη (το σουλτανικό ανάκτορο) δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να δεχθεί τη νέα ονομασία, γιατί θεωρούσε ότι στον όρο Έλληνες – Grecs περιλαμβάνονται και οι ελληνικής εθνικότητας Οθωμανοί υπήκοοι. Τελικά οι Μεγάλες Δυνάμεις υποχρέωσαν τον Γεώργιο Α’να χρησιμοποιεί στα γαλλικά τον όρο Roi de Hellenes. Βέβαια, στη μετάφραση στα ελληνικά του νέου όρου δεν υπήρχε διαφορά σε σχέση με την ονομασία που είχε αρχικά επιλέξει. Όμως, ο όρος Hellenes θεωρήθηκε ότι περιόριζε την εξουσία του Γεώργιου στους υπηκόους του ελληνικού βασιλείου για να ικανοποιηθεί η Πύλη.
Η δεύτερη περίπτωση αφορά στην Αυστρία. Τον Νοέμβριο του 1918 και ενώ η Αυστροουγγαρία διαλυόταν, οι βουλευτές των γερμανόφωνων περιοχών της αυτοκρατορίας κήρυξαν τη δημιουργία της γερμανικής Αυστρίας (Deutsch-Osterreich). Το άρθρο 61 του γερμανικού Συντάγματος της Βαϊμάρης του Ιουλίου του 1919 ονόμαζε το κράτος «Γερμανική Αυστρία» και αναφερόταν στη δυνατότητα ένωσής του με τη Γερμανία. Οι συμμαχικές δυνάμεις αντέδρασαν έντονα. Επέβαλαν στη Γερμανία να ανακοινώσει τον Σεπτέμβριο του 1919 ότι το άρθρο 61 του Συντάγματος είναι τελείως άκυρο. Με τη συνθήκη του Αγίου Γερμανού (Σεπτέμβριος 1919) καθορίστηκε ρητά ότι το όνομα του νέου κράτους είναι Αυστρία.
Το άρθρο 88 της Συνθήκης απαγόρευε οποιαδήποτε αλλαγή του καθεστώτος ανεξαρτησίας του νέου κράτους χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών. Διαφορετική εξέλιξη είχε η διαμάχη Μ. Βρετανίας και Ιρλανδίας σχετικά με το όνομα που χρησιμοποιεί η τελευταία. Το 1922 είκοσι έξι κομητείες του νησιού της Ιρλανδίας ίδρυσαν το «Irish Free State» («Ιρλανδικό Ελεύθερο Κράτος»).Το 1937 το κράτος μετονομάστηκε σε Έιρε και στα αγγλικά ,σε Ιρλανδία. Η Μ. Βρετανία θεώρησε το όνομα αυτό ευθεία απειλή ως προς το έδαφος της Βορείου Ιρλανδίας.
Ποτέ δεν αποκάλεσε το γειτονικό κράτος Ιρλανδία, αλλά Έιρε. Μετά τον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο η Μ. Βρετανία χρησιμοποίησε τον όρο «Δημοκρατία της Ιρλανδίας», ενώ η Ιρλανδία… παρέμεινε Ιρλανδία. Μόλις το 1998 με τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, η Μεγάλη Βρετανία δέχτηκε να υπογράψει συμφωνία όπου η κυβέρνηση της γειτονικής χώρας αποκαλείται κυβέρνηση της Ιρλανδίας. Βέβαια, η Ιρλανδία υποχρεώθηκε με τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής να τροποποιήσει τα άρθρα 2 και 3 του Συντάγματος ως προς πιθανές εδαφικές διεκδικήσεις της σε βάρος του Ηνωμένου Βασιλείου.
Σε αντίθεση με τη Συμφωνία των Πρεσπών η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998 είχε περιλάβει το ακριβές κείμενο των τροπολογιών που όφειλε να εφαρμόσει η Ιρλανδία στο Σύνταγμά της. Έτσι δεν αφέθηκε τίποτα στην τύχη και αποφεύχθηκαν λάθη όπως αυτά που διαπιστώθηκαν κατά την προσχηματική αναθεώρηση του Συντάγματος της γειτονικής μας χώρας. Ακούστηκε πολλές φορές ότι η αλλαγή του Συντάγματος των Σκοπίων με τη Συμφωνία των Πρεσπών δεν έχει ξανασυμβεί ιστορικά. Ούτε αυτό ισχύει όμως. Το 1995 με την Ενδιάμεση Συμφωνία τα Σκόπια υποχρεώθηκαν και τότε να τροποποιήσουν το Σύνταγμά τους.
Όπως φαίνεται, ουσιαστικά μόνο αν ήθελαν οι Μεγάλες Δυνάμεις θα άλλαζε το όνομά της η γειτονική χώρα. Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε, αντίθετα έσπευσαν να την αναγνωρίσουν ως «Μακεδονία».
Το Λουξεμβούργο… και το βελγικό Λουξεμβούργο
Η ελληνική πλευρά απαιτούσε πάντα να μην επιτρέπεται η χρήση των όρων «Μακεδονία»(χωρίς επιθετικό προσδιορισμό ή σύνθετο όνομα) και «Μακεδόνες» για να δηλωθεί ένας άλλος λαόςτης περιοχής, καθώς ο άλλος λαός θα εμφανιζόταν ο νόμιμος μνηστήρας της ευρύτερης περιοχής. Αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο, καθώς η ελληνική Μακεδονία (το 51% της συνολικής Μακεδονίας) ,αποτελεί το 1 / 3 της ελληνικής εθνικής επικράτειας και πληθυσμός της το 1 / 4 του ελληνικού πληθυσμού.
Ως αντεπιχείρημα στην ελληνική θέση προβάλλεται ο αντίλογος ότι ένα όνομα χρησιμοποιείται αυτούσιο από δύο χώρες. Έτσι υπάρχει το Λουξεμβούργο (το κράτος) και δίπλα του το βελγικό Λουξεμβούργο, το οποίο αποσπάστηκε από το Λουξεμβούργο το 1839. Ποτέ όμως το Λουξεμβούργο δεν διεκδίκησε το βελγικό Λουξεμβούργο. Η περίπτωση της Μακεδονίας δεν είναι η ίδια. Εδώ και πολλά χρόνια οι ιθύνοντες του γειτονικού κράτους είτε ως ομόσπονδη Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας είτε ως ανεξάρτητο κράτος δεν κρύβουν τις αλυτρωτικές τους βλέψεις προς την ελληνική Μακεδονία.
Ισχυρίζονται πολλοί ότι η Ελλάδα δεν κινδυνεύει από μια μικρή, φτωχή χώρα στα βόρεια σύνορά της. Ας δούμε ένα παρεμφερές παράδειγμα. Η ΛΔ της Κίνας έχει πληθυσμό περισσότερο από 1,4 δις. Η γειτονική Ταϊβάν 23,5 εκατομμύρια. Προφανώς η Κίνα δεν κινδυνεύει από την Ταϊβάν. Όμως δείχνει πάντα ευαισθησία σε θέματα που αφορούν τη γειτονική της χώρα, γιατί την απασχολεί, και σωστά ,η ύπαρξη της αμφισβήτησης και ποιες ξένες δυνάμεις μπορούν να συνταχθούν πίσω από την Ταϊβάν…
Τα ονόματα των χωρών, μόνο τυχαία δεν είναι. Η Ταϊλάνδη ήταν γνωστή ως το 1949 με το όνομα Σιάμ. Μετά τις 11 Μαΐου 1949, πήρε το σημερινό της όνομα (Thailand = η γη, η χώρα των Τάι). Γιατί έγινε αυτό; Διότι στη χώρα των 65 εκατομμυρίων κατοίκων, υπάρχει μία σημαντική κινέζικη μειονότητα (9-10 εκατομμύρια), η οποία εξακολουθεί να ονομάζει την Ταϊλάνδη Σιάμ. Είναι ευνόητοι οι λόγοι της αλλαγής του ονόματός της χώρας νομίζουμε…
Βόρεια Μακεδονία… με Μακεδόνες πολίτες
Όπως γράφουν ο Α. Συρίγος και ο Ε. Χατζηβασιλείου, «αφού με τη Συμφωνία των Πρεσπών καταλήξαμε ότι η χώρα θα ονομάζεται «Βόρεια Μακεδονία», θα ήταν αυτονόητο ο συγκεκριμένος όρος να παρασύρει οτιδήποτε σχετίζεται με το κράτος. Εδώ κανονικά θα έπρεπε να εφαρμοστεί το άρθρο 1 παράγραφος Ζ της Συμφωνίας που ορίζει ότι:
Ο επιθετικός προσδιορισμός για το Κράτος, τα επίσημα όργανα του και τις άλλες δημόσιες οντότητες θα ευθυγραμμίζεται με το επίσημο όνομα…. « της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» ή «της Βόρειας Μακεδονίας».
Συνεπώς, αφού η χώρα λέγεται «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» , οι πολίτες της θα έπρεπε να λέγονται «Βορειομακεδόνες» και οτιδήποτε σχετικό μ’ αυτή «βορειομακεδονικό». Δυστυχώς, στη συμφωνία των Πρεσπών οι κάτοικοι της χώρας τα αποκαλούνται «Μακεδόνες/ πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας» και η γλώσσα τους «μακεδονική». Τα διαβατήρια της χώρας θα έχουν τον όρο «Μακεδόνες/ πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας». Όπως είδαμε και πρόσφατα όμως το «πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας» δεν χρησιμοποιείται.
«Έμεινε», όπως ήταν αναμενόμενο, το «Μακεδόνες». Ας δούμε όμως τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο με χώρες που έχουν σύνθετες γεωγραφικές ονομασίες: Νότια Αφρική, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Νότιο Σουδάν, Ανατολικό Τιμόρ, Βόρεια και Νότια Κορέα και Ισημερινή Γουινέα.
Όπως γράφουν οι Α. Συρίγος και Ε. Χατζηβασιλείου η ονομασία του κράτους συμπαρασύρει και τους επιθετικούς προσδιορισμούς που το αφορούν:
«Εμείς, ο λαός της Νότιας Αφρικής» (We, the People of South Africa)
«Ο κεντροαφρικανικός λαός» (Le Peuple Centrafrician)
«Εμείς, ο λαός του Νότιου Σουδάν» (We, the People of South Sudan)
«Ο λαός του Ανατολικού Τιμόρ» (Poro de Timor-Leste)
«Εμείς, ο λαός της Ισημερινής Γουινέας» (We, the People of Equatorial Guinea)
Η ιθαγένεια/υπηκοότητα, είναι αντίστοιχα νοτιοαφρικανική, νοτιοσουδανική κλπ. Το Νότιο Σουδάν, που αποσχίστηκε από το Σουδάν και έγινε επίσημα ανεξάρτητο κράτος στις 9 Ιουλίου 2011, δεν διεκδίκησε σουδανική ιθαγένεια/υπηκοότητα. Αλλά και το Ανατολικό Τιμόρ που έγινε ανεξάρτητο κράτος του 2002 (το δυτικό τμήμα του Τιμόρ ανήκει στην Ινδονησία) στο άρθρο 3 του Συντάγματος του, αναφέρει ως ιθαγένεια την ιθαγένεια του Ανατολικού Τιμόρ και μόνο.
Στον νόμο περί ιθαγένειας στα πορτογαλικά, μία από τις βασικές γλώσσες της χώρας, αναφέρεται ο όρος «timoreuse» (τιμοριανή). Στο αγγλικό κείμενο του νόμου περί ιθαγένειας, αναφέρεται ότι η ιθαγένεια είναι αυτή του Ανατολικού Τιμόρ. Άλλωστε το Ανατολικό Τιμόρ, ποτέ δεν επιδίωξε να αναγνωριστεί ως «Τιμόρ». Και φυσικά, οι πολίτες της Νότιας Κορέας, λέγονται Νοτιοκορεάτες και οι πολίτες της Βόρειας, Βορειοκορεάτες. Ούτε οι μεν, ούτε οι δε, εμφανίζονται ως «Κορεάτες».
Η μοναδική πολύπλοκη περίπτωση, την οποία δεν αναφέρουν στο βιβλίο τους οι δύο πανεπιστημιακοί, είναι τι γίνεται με τα δύο Κονγκό. Υπάρχει η Δημοκρατία του Κονγκό και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Ζαΐρ ως το 1997). Όταν λέμε «οι Κονγκολέζοι» στους πολίτες ποιας χώρας αναφερόμαστε; Ως το 1997 υπήρχαν Κονγκολέζοι και Ζαϊρινοί. Έκτοτε τι γίνεται; Δυστυχώς με τη Συμφωνία των Πρεσπών, παραχωρήσαμε το όνομα «Μακεδόνες» και τη γλώσσα («μακεδονική»).
Γιατί δεχτήκαμε αλήθεια να λέγεται η γλώσσα μακεδονική; Στα Σλαβικά, ονομάζεται «makedonski jasik». Μπορούσε κάλλιστα να λέγεται (αμετάφραστα), μακεντόνσκι. Στη Νότια Αφρική, υπάρχει γλώσσα των Μπόερς, τα αφρικάανς. Κανείς δεν διανοήθηκε ποτέ να τα μεταφράσει ως «αφρικανικά».
Άλλη παραχώρηση, αφορά τους κωδικούς της χώρας. Η Συμφωνία των Πρεσπών, αναφέρει ότι με εξαίρεση τις πινακίδες των αυτοκινήτων, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις θα χρησιμοποιούνται τα ακρωνύμια MK ή MKD. Με βάση όμως το νέο όνομα «North Macedonia», ο κωδικός της χώρας θα έπρεπε να είναι NK ή NMK. Η Συμφωνία των Πρεσπών αναφέρεται σε αυτό το σημείο στον Διεθνή Οργανισμό Τυποποιήσεως, ο οποίος με το ISO 3166, υιοθετούσε (ως το 2018), για το πλήρες όνομα της γειτονικής χώρας, το «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» και ως αρκτικόλεξα τα MD και MKD.
Η χρήση του όρου nationality (εθνικότητα/υπηκοότητα)
Στο άρθρο 1, παρ. 3β της Συμφωνίας των Πρεσπών, αναγράφονται τα εξής:
«The nationality of the Second Party shall be Macedonian/citizen of Republic of North Macedonian as it will be registered in all travel documents»
(«Η ιθαγένεια του Δευτέρου Μέρους θα είναι Μακεδονική/Πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας όπως αυτή αναγράφεται σε όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα»)
Ο όρος nationality, αποδίδεται στα ελληνικά ως ιθαγένεια/υπηκοότητα. Στα αγγλικά όμως, σημαίνει και εθνικότητα. Η ιθαγένεια δεν συμπίπτει με την εθνικότητα. Κατά τους Α. Συρίγο – Ε. Χατζηβασιλείου, ο πραγματικά σύγχρονος όρος για να περιγραφεί η νομική σχέση ενός ατόμου με το κράτος του οποίου είναι η «ιδιότητα του πολίτη», που αποδίδεται στα αγγλικά ως citizenship. Είναι προφανές ότι οι βόρειοι γείτονές μας, επέμεναν στον όρο nationality, γιατί ήθελαν να επωφεληθούν από τη διπλή του σημασία. Και δυστυχώς, η Ελληνική πλευρά το δέχτηκε.
Γενικότερα, με τη Συμφωνία των Πρεσπών, η χώρα μας, που θεωρητικά και πρακτικά είναι ισχυρότερη της γειτονικής πήρε ελάχιστα (αλλαγή του ονόματος από «Μακεδονία» σε «Βόρεια Μακεδονία», χρήση του ονόματος Βόρεια Μακεδονία «erga omnes», «έναντι όλων» δηλαδή, αναγνώριση ότι η «Βόρεια Μακεδονία» δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία ελληνική ιστορία και τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τέλος «διορθωτικές ενέργειες» της γειτονικής χώρας σε μνημεία, δημόσια κτίρια και υποδομές που βρίσκονται στο έδαφος της και σχετίζονται με την αρχαία ελληνική ιστορία και τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και έδωσε πολύ περισσότερα.
Οι γείτονες καπηλεύτηκαν τα πάντα από την Ελλάδα και από Vardaska Banovina το 1939, μετατράπηκαν σε «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ελληνική πλευρά, διαχρονικά, για να μην τα «σπάσει» με τον Τίτο, κάτω και από τις πιέσεις των Αμερικανών, δεν αντιμετώπισε το θέμα έγκαιρα και τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Αλήθεια, η Κοινή Διεπιστημονική Επιτροπή για τα εκπαιδευτικά θέματα και τα σχολικά εγχειρίδια, λειτουργεί; Σε τι στάδιο βρίσκεται;
Η τσαπατσουλιά που διακρίνει την ελληνική εξωτερική πολιτική, φαίνεται από το γεγονός ότι έγινε λάθος στη μετάφραση από τα αγγλικά στα ελληνικά του άρθρου 8 παρ. 5 της Συμφωνίας: «within one month of the signing of this Agreement», γράφει το άρθρο αυτό. Και ένα παιδάκι Δημοτικού, θα μετέφραζε «εντός ενός μηνός από την υπογραφή (signing) αυτής (της παρούσης) Συμφωνίας». Γλωσσομαθείς του ΥΠΕΞ μετέφρασαν «εντός ενός μηνός από τη θέση σε ισχύ (!) της παρούσης Συμφωνίας»… Χωρίς σχόλια… Μπορούν επίσης οι αρμόδιοι να μας ενημερώσουν πόσες χώρες αναγνωρίζουν πλέον τη γειτονική χώρα ως «Βόρεια Μακεδονία» και όχι ως «Μακεδονία». Φοβόμαστε ότι ούτε αυτό γνωρίζουν…
Μπορεί να ακυρωθεί, καταγγελθεί ή λυθεί η Συμφωνία των Πρεσπών;
Ο γενικός κανόνας για τις διεθνείς συμφωνίες είναι ότι: «τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρούνται» (pacta sunt servand). Μόνο σε ειδικές περιπτώσεις είναι δυνατή η ακύρωση ή η καταγγελία μιας διεθνούς Συμφωνίας. Αυτές οι περιπτώσεις έχουν συμπεριληφθεί στην Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών (1969), που δεσμεύει την Ελλάδα (1974), αλλά και τη γειτονική χώρα (1999). Βάσει των σημερινών δεδομένων, δεν προκύπτει κάποιος λόγος που να «επιτρέπει» την ακύρωση της Συμφωνίας. Τι ισχύει όμως για την καταγγελία; Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν περιέχει ρητή αναφορά για καταγγελία της εκτός από το άρθρο 20.
Παρ.9: οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας θα παραμένουν σε ισχύ για αόριστο χρονικό διάστημα και είναι αμετάκλητες. Δεν επιτρέπεται καμία τροποποίηση της παρούσης Συμφωνίας που περιέχεται στο άρθρο 1 (3) και στο άρθρο 1 (4). Πρόκειται για τις παραγράφους που αφορούν το όνομα, την αναγνώριση ιθαγένειας/υπηκοότητας και την αναγνώριση γλώσσας. Προφανώς, οι συντάκτες της Συμφωνίας των Πρεσπών, θέλησαν να δημιουργήσουν μία συμφωνία Πλαίσιο που θα διέπει στο διηνεκές τις σχέσεις των δύο χωρών. Ωστόσο, είναι δυνατή η καταγγελία της Συμφωνίας, εκτός των επίμαχων παραγράφων για το όνομα την ιθαγένεια και τη γλώσσα. Η καταγγελία θα ισχύσει σε 12 μήνες από τη στιγμή που το ένα από τα δύο συμβαλλόμενα κράτη γνωστοποιήσει στο άλλο τη σχετική πρόθεσή του.
Ακόμα και οι επίμαχες παράγραφοι μπορούν ν’ αλλάξουν με μεταγενέστερη συμφωνία των δύο κρατών. Υπάρχει βέβαια και η πιθανότητα μη κύρωσης της Συμφωνίας από την ελληνική πλευρά (ας μην ξεχνάμε ότι εκκρεμεί η ψήφιση των τριών εφαρμοστικών νόμων της Συμφωνίας από τη Βουλή, κάτι που ίσως φέρει σε δύσκολη θέση την Κυβέρνηση). Το σίγουρο είναι, ότι θα πρέπει η Ελλάδα να παρακολουθεί αν η άλλη πλευρά ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της που πηγάζουν από τη Συμφωνία και να προβαίνει σε καταγγελίες, όταν δεν τηρούνται αυτές οι υποχρεώσεις (βλ. παρασπονδίες των γειτόνων στο Euro).
Εκείνο που μας κάνει πάντως να μελαγχολούμε περισσότερο είναι ότι αν με τα Σκόπια ή την Αλβανία υπογράφεις ανάλογες Συμφωνίες, τι θα πας να διαπραγματευτείς με την Τουρκία; Μήπως θα πούμε, όπως εισηγήθηκε ομοτράπεζος του τέως πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη «ας δώσουμε 40-50 βραχονησίδες στην Τουρκία» (Γιάννης Καψής, «Κουβεντιάζοντας με τον Ανδρέα, Ρητά και Απόρρητα») και μετά θα πάμε στη Χάγη για να δώσουν οι δικαστές και το υπόλοιπο Αιγαίο;
Πηγή: ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΥΡΙΓΟΣ – ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, «Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ, 6η ΕΚΔΟΣΗ, 2019