Πολλά ακούγονται για την ισχύ των ενόπλων δυνάμεων των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Τα της Ελλάδας κι αντίστοιχα της Τουρκίας έχουν αναλυθεί σε πολλά site. Ειδικά τώρα που μία νέα επέκταση στα 12 ν.μ νοτίως και δυτικώς της Κρήτης φαίνεται προ των πυλών.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Ας δούμε τι γίνεται με την Αίγυπτο όμως που είναι σύμμαχος χώρα μας κι έχουμε (επί του παρόντος) κοινά συμφέροντα και κοινό εχθρό.
Οπλοστάσιο Αιγύπτου
Με 240 μαχητικά F-16, 46 επιθετικά ελικόπτερα AH-64D Apache, 30 μεταγωγικά C-130, εννέα αεροσκάφη έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου E2C Hawkeye 2000, η αιγυπτιακή Αεροπορία είναι συγκρίσιμη σε μέγεθος και ισχύ με την τουρκική. Έχει αποκτήσει γαλλικά μαχητικά Rafale, ρωσικά 50 MiG-29 και είναι σε διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για την προμήθεια F-15. Για την αεροπορική άμυνα της, η Αίγυπτος διαθέτει το ρωσικό σύστημα S-300.
Ο αιγυπτιακός στρατός παραμένει από τους μεγαλύτερους στον κόσμο. Διαθέτει πάνω από 1.100 άρματα μάχης Abrams, τα οποία παράγονται τοπικά με άδεια από το 2005. Διαθέτει επίσης περισσότερα από 1.700 άρματα M60 και 500 ρωσικά T-62. Προς παράδοση επίσης είναι 1600 αμερικανικά τεθωρακισμένα πολλαπλών χρήσεων. Όπως και στην αεροπορία, όμως, διαφοροποιεί τις προμήθειές της, εξ ου και η αγορά τουλάχιστον 500 ρωσικών αρμάτων μάχης T-90.
Το Ναυτικό της έχει υποστεί σημαντικό εκσυγχρονισμό. Το 2014 απέκτησε τέσσερα αμερικανικά ταχύπλοα σκάφη MK III και παρήγγειλε τέσσερις γαλλικές κορβέτες Gowind 2.500 τόνων με δυνατότητα αγοράς άλλων δύο. Το 2015 παρέλαβε μια ρωσική πυραυλάκατο P-32 Molniya, μια γαλλική φρεγάτα FREMM και δύο ελικοπτεροφόρα κλάσης Mistral. Τα τελευταία πληρώθηκαν από τη Σαουδική Αραβία και εξοπλίζονται με ρωσικά ελικόπτερα Ka-52.
Αγορές από διαφορετικές χώρες – Νέες Συμμαχίες
Με αυτές τις αγορές, η Αίγυπτος εκσυγχρονίζει τις δυνάμεις της, στρεφόμενη σε προμήθειες από τη Ρωσία, Γαλλία και Γερμανία και τις ΗΠΑ, που παραμένουν η προνομιακή πηγή οπλισμού. Οι πρόσφατες αμυντικές δαπάνες της οφείλονται εν μέρει και στη φιλοδοξία του καθεστώτος Σίσι να επιστρέψει η Αίγυπτος σε ρόλο περιφερειακού ηγέτη.
Στο πλαίσιο αυτό αναπτύσσεται η στρατιωτική συνεργασία με Ελλάδα και Κύπρο, καθώς και με κράτη του Κόλπου, κυρίως με τα Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία. Η επιθυμία τους να περισώσουν την αξιοπρέπεια τους είναι επιπλέον κίνητρο για τους Αιγύπτιους να υπερβούν την παραδοσιακή απροθυμία τους και αποκτήσουν αυξημένες επιχειρησιακές ικανότητες.
Τα όπλα υψηλής τεχνολογίας άφησαν λιγότερα κεφάλαια για συντήρηση και εκσυγχρονισμό των ήδη υπαρχόντων. Οι Αιγύπτιοι ξοδεύουν μόνο το 30% της αμερικανικής βοήθειας για συντήρηση, σε σύγκριση με το ελάχιστο 50% που προτείνουν οι ΗΠΑ. Και είναι αμφισβητήσιμο εάν ακόμη και αυτό το μικρό ποσό δαπανάται αποτελεσματικά. Οι χαμηλές δαπάνες συντήρησης εξηγούν και το χαμηλό ποσοστό χρήσης των διαθέσιμων οπλικών συστημάτων.
Το αιγυπτιακό F-16 πετάει 50% λιγότερο χρόνο ετησίως απ’ όσο το αντίστοιχο αμερικανικό και μόνο ένα μικρό κλάσμα των ωρών πτήσης του ελληνικού. Τα άρματα μάχης M1A1 που παράγονται κοντά στο Κάιρο κάθονται έξω από το εργοστάσιο για μήνες πριν παραδοθούν σε επιχειρησιακές μονάδες. Τα πολεμικά πλοία παραμένουν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου στο λιμάνι.
Το πρόβλημα της εκπαίδευσης
Το χαμηλό ποσοστό χρησιμοποίησης του αιγυπτιακού εξοπλισμού υποδηλώνει εξίσου χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Ανεξάρτητα από τον εξοπλισμό του, κανένας στρατός δεν μπορεί να είναι επιχειρησιακά ικανός, χωρίς αυστηρή και επαναλαμβανόμενη εκπαίδευση. Το πρόβλημα επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι ασκήσεις στην Αίγυπτο στερούνται πρωτοβουλίας, επειδή υιοθετούνται άκαμπτα προγραμματισμένα σενάρια. Δεν αναπτύσσονται κρίσιμες ικανότητες για την επιτυχία σε συνθήκες σύγκρουσης, ιδίως σε αντι-ανταρτικές επιχειρήσεις, οι οποίες αντιμετωπίζουν αναγκαστικά ρευστές και συχνά διφορούμενες περιστάσεις.
Παρά τα πολυάριθμα εκπαιδευτικά προγράμματα και ασκήσεις, ορισμένα και σε συνεργασία με άλλες ένοπλες δυνάμεις, το αιγυπτιακό δόγμα και η οργάνωση παρέμειναν μέχρι πρόσφατα σε μεγάλο βαθμό εστιασμένα σε συμβατικές επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας. Η δομή διοίκησης είναι άκαμπτη και η λήψη αποφάσεων πραγματοποιείτο στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, με τους κατώτερους αξιωματικούς να έχουν ελάχιστη πρωτοβουλία. Πολλά στελέχη εκτελούν τα ίδια καθήκοντα εντός των ίδιων μονάδων για παρατεταμένες περιόδους. Αυτό επιτρέπει υψηλό βαθμό τεχνικής κατάρτισης, αλλά ωθεί σε ακαμψία. Οι ευθύνες και η εξουσία σε όλες τις βαθμίδες των ενόπλων δυνάμεων είναι αισθητά χαμηλότερη από ό,τι π.χ. στις ελληνικές. Αυτό είναι μια διαπίστωση μετά από αρκετές κοινές ασκήσεις.
Προς το παρόν, οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις παραμένουν υπερβολικά μεγάλες, ανεπαρκώς εκπαιδευμένες και επηρεαζόμενες από το χαμηλού μορφωτικού επιπέδου προσωπικό, ιδίως στα κατώτερα επίπεδα. Με αυτό συνδέεται η αρτηριοσκληρωτική οργανωτική κουλτούρα που δεν δέχεται αλλαγές. Για να γίνει κατανοητή η ακαμψία, πριν την αγορά των ρωσικών ελικοπτέρων Ka-52 για χρήση από τα ελικοπτεροφόρα Mistral, τα πλοία δεν είχαν ελικόπτερα, επειδή οργανωτικά όλα τα ελικόπτερα ανήκαν στην Αεροπορία και δεν τα έδινε για επιχειρήσεις του Ναυτικού! Απαιτήθηκαν τροποποιήσεις για να αλλάξει αυτό το δόγμα.
Αίγυπτος και Τουρκία
Οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις είναι ένας γίγαντας που κοιμάται από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, αλλά φαίνεται πλέον να αφυπνίζεται. Αυτή η διαδικασία καθοδηγείται λιγότερο από τη γενναιόδωρη αμερικανική στρατιωτική βοήθεια και περισσότερο από την έντονη πίεση των ΗΠΑ και κυρίως από τις αυξανόμενες εσωτερικές και εξωτερικές απειλές. Ο Σίσι, αντίθετα με τους προκατόχους του Σαντάτ και Μουμπάρακ, έχει ισχυρότερο έλεγχο επί του στρατεύματος κι αυτό του επιτρέπει ανοίγματα προς πολλές κατευθύνσεις. Οι κοινές ασκήσεις, άλλωστε, εκθέτουν τους Αιγύπτιους αξιωματικούς σε νεωτεριστικές ιδέες και σε παραδείγματα ξένων συναδέλφων τους, που έχουν πολύ μεγαλύτερη εμπειρία σε επιχειρησιακές συνθήκες.
Η στρατιωτική ισχύς της Αιγύπτου παραμένει σε ρευστή κατάσταση. Προσπαθεί να ανακτήσει το χαμένος έδαφος δεκαετιών αδράνειας και επανάπαυσης. Το τελευταίο διάστημα, ακολουθώντας έτερα αραβικά κράτη (Σαουδική Αραβία, Εμιράτα) αλλά και το Ισραήλ, η Αίγυπτος γεφυρώνει μερικώς το χάσμα που τη χώριζε με την Τουρκία. Έχουν πραγματοποιηθεί επισκέψεις αξιωματούχων της κυβέρνησης Ερντογάν στην Αίγυπτο, ενώ από τον περασμένο Απρίλιο η Τουρκία διόρισε πρέσβη στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα, μετά από εννέα ολόκληρα χρόνια. Βέβαια, δεν έχουμε επαφές σε ανώτατο επίπεδο, όπως μία συνάντηση Ερντογάν και Σίσι για παράδειγμα.
Σε αντίθεση με την περίοδο υπογραφής του πρώτου τουρκολιβυκού ψευτομνημονίου, η Τουρκία, αν και αποτελεί τον κυριότερο υποστηρικτή της κυβέρνησης της Τρίπολης, έχει πλέον διαύλους και με την Βεγγάζη. Εξάλλου, ο πρωθυπουργός που στηρίζουν η Αίγυπος και οι Χαφτάρ και Σάλεχ, ο Φατί Μπασάγκα, είναι παλιός της γνώριμος. Στο ζήτημα της νέας συμφωνίας Άγκυρας-Τρίπολης, ο Αιγύπτιος υπουργός Εξωτερικών υπενθύμισε πως η κυβέρνηση της Τρίπολης (που ξεκίνησε ως μεταβατική και δεν δείχνει καμία διάθεση να εγκαταλείψει την εξουσία) δεν έχει καμία δικαιοδοσία την υπογραφή διεθνών συμφωνιών.
Προς το παρόν, η Αίγυπτος δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την Τουρκία ως ίσος προς ίσο επί του πεδίου. Για να σταθεί στην Ανατολική Μεσόγειο χρειάζεται τη συμμαχία της Ελλάδας, επειδή οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις μπορούν να συνδυαστούν και να πολλαπλασιάσουν την αιγυπτιακή ισχύ.
Ελλάδα και Αιγυπτος «ανανεώνουν» την στρατιωτική τους συνεργασία για το 2022
Το «Πρόγραμμα Στρατιωτικής Συνεργασίας Ελλάδας-Αιγύπτου» (Military Cooperation Program) για το έτος 2022 υπεγράφη στις 23 Μαρτίου στο Κάιρο της Αιγύπτου από τον διευθυντή της Διεύθυνσης Διεθνών Σχέσεων του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ) ταξίαρχο Νικόλαο Χολέβα και τον επικεφαλής του Κλάδου Στρατηγικού Σχεδιασμού του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου ταξίαρχο Yasser Abdel Moez El-Khatib.
Όπως ανακοινώθηκε σχετικά, το πρόγραμμα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
– Συμμετοχή σε διακλαδικές ασκήσεις, όπως και σε αντίστοιχες των επιμέρους Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων.
– Συνεκπαιδεύσεις σε αντικείμενα επιχειρήσεων σε αστικό περιβάλλον, ηλεκτρονικού πολέμου, έρευνας και διάσωσης, καθώς και μεταξύ Δυνάμεων Ειδικών Επιχειρήσεων.
– Ανταλλαγή εκπαιδευομένων και επισκέψεων σε σχολές και πολυεθνικά σχολεία.
– Επιτελικές συναντήσεις και συνομιλίες επί θεμάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος.
Με την υπογραφή τού προγράμματος, προστίθεται στην ανακοίνωση, επιβεβαιώνεται η διαρκώς αναβαθμιζόμενη στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, ισχυροποιούνται περαιτέρω οι δεσμοί των Ενόπλων Δυνάμεών τους και παράλληλα διευρύνεται το επίπεδο διαλειτουργικότητάς τους, συμβάλλοντας στην ενίσχυση του ρόλου που διαδραματίζουν η Ελλάδα και η Αίγυπτος ως πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Μάλιστα, συνάντηση πραγματοποιήθηκε σήμερσ μεταξύ των ΥΠΕΞ των δύο χωρών, κ. Δένδια και κ. Σούκρι, με θέματα συζήτησης την ενίσχυση της συνεργασίας, την κοινή προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο, την ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια, καθώς και τις εξελίξεις σε Ουκρανία και Ανατολική Μεσόγειο.
O ρόλος της Ελλάδας – Τεράστια δύναμη πυρός
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ετήσιας επισκόπησης του Global Fire Power (στοιχεία 2020), η Ελλάδα έχει τα περισσότερα τανκς από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες (εξαιρουμένης της Ρωσίας), ενώ είναι από τις πρώτες παγκοσμίως(!) σε φρεγάτες, κορβέτες και υποβρύχια.
Είναι ακόμη 16η στον κόσμο(!) και από τις πρώτες στην Ευρώπη σε αριθμό μαχητικών αεροσκαφών, διαθέτοντας 187. Εχει περισσότερα από το Ηνωμένο Βασίλειο (133) και τη Γερμανία (128), υστερώντας μόνο έναντι της Γαλλίας (269). Η Τουρκία διαθέτει 206, μόλις 19 περισσότερα.
Η ελληνική Πολεμική Αεροπορία έχει 231 ελικόπτερα, γεγονός που την κατατάσσει στην 18η θέση παγκοσμίως. Η Τουρκία είναι 8η στην κατάταξη με 497.
Συνυπολογίστε τις γαλλικές φρεγάτες, τα Rafale, τα αναβαθμισμένα f-16 και ίσως και τα f-35 μαζί με την άρτια εκπαίδευση των Ελλήνων στρατιωτικών και καταλαβαίνετε πως μαζί με τους Αιγύπτιους (αλλά και μόνοι) οι Τούρκοι καλό είναι να μην κοιμούνται ήσυχα.
Πληροφορίες έχουν αντληθεί κι από το άρθρο του Ευθύμιου Τσιλιόπουλου για το slpress