Στην εξαγορά της Chipita προχώρησε η Mondelez έναντι ποσού 2 δισ. δολ. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, στη συμφωνία δεν περιλαμβάνεται η εταιρεία Π.Γ. ΝΙΚΑΣ ΑΒΕΕ και τα δικαιώματα μειοψηφίας στην κοινοπραξία της Chipita στην Ινδία.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Ειδικότερα, στην ανακοίνωσή της η Mondelez αναφέρει ότι προχώρησε στην εξαγορά της Chipita, μιας εταιρείας με ηγετικό ρόλο και υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην κατηγορία προϊόντων ζύμης και πρωινού σνακ στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
H Chipita, η οποία ιδρύθηκε στην Ελλάδα πριν από 40 χρόνια, είχε έσοδα περίπου 580 εκατομμύρια δολάρια το 2020 και διαθέτει αποδεδειγμένο ιστορικό σταθερής, αναπτυξιακής πορείας που προέρχεται από το προϊοντικό της χαρτοφυλάκιο με κρουασάν και προϊόντα ζύμης, συμπεριλαμβανομένων των 7Days, Chipicao και Fineti. Η Chipita ήταν στην πρώτη γραμμή της εξέλιξης και της ανάπτυξης σε αυτόν τον τομέα σε πολλές χώρες, λόγω της ισχυρής καινοτομίας της και των δυνατοτήτων παραγωγής που διαθέτει.
“Καλωσορίζουμε στην οικογένεια της Mondelēz International τα γευστικά προϊόντα ζύμης της Chipita τα οποία δίνουν περαιτέρω ώθηση στη στρατηγική μας για να γίνουμε ένας παγκόσμιος ηγέτης στην ευρύτερη κατηγορία των σνακ”, δήλωσε ο Dirk Van de Put, Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος της Mondelēz International. “Τα εμβληματικά brands και η σημαντική παρουσία της Chipita σε τόσες πολλές ελκυστικές αγορές αποτελούν ένα ισχυρό στρατηγικό συμπλήρωμα στο υπάρχον χαρτοφυλάκιο μας και στις μελλοντικές μας φιλοδοξίες για ανάπτυξη στην Ευρώπη και πέραν αυτής”.
Τα προϊόντα της Chipita, που παράγονται σε 13 εργοστάσια και πωλούνται σε περισσότερες από 50 χώρες, προσεγγίζουν δύο δισεκατομμύρια καταναλωτών. Η εξαγορά θα δώσει τη δυνατότητα στη Mondelēz International να προσφέρει στους καταναλωτές ένα πλήρες χαρτοφυλάκιο προϊόντων αρτοποιίας, όπως μπισκότα, κέικ και, τώρα για πρώτη φορά, προϊόντα ζύμης και να καλύψει την αυξανόμενη καταναλωτική ζήτηση για αυτό το κομμάτι της αγοράς.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Chipita Σπύρος Θεοδωρόπουλος, δήλωσε: “Η Chipita για περισσότερα από 40 έτη στηριζόμενη στην ποιότητα και την καινοτομία δημιούργησε μία νέα κατηγορία σνακ που οι καταναλωτές αγάπησαν διεθνώς. Είμαι βέβαιος ότι η εξαγορά της Chipita από την Mondelez International- μία από τις κορυφαίες εταιρείες σνακ στον κόσμο -θα δημιουργήσει νέες προοπτικές για τους ανθρώπους της και τα προϊόντα της.”
Εκτός από την προσθήκη μιας νέας κατηγορίας στο προϊοντικό χαρτοφυλάκιο της Mondelēz International, η εξαγορά αυτή θα ενισχύσει επίσης σημαντικά την παρουσία της εταιρείας στις ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης όπου η δραστηριότητα της Chipita είναι ιδιαίτερα καλά τοποθετημένη.
Η Mondelēz International θα χρησιμοποιήσει το δίκτυο διανομής της Chipita στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη για να ενισχύσει τη δική της διανομή και να συνεχίσει να φέρνει τις μάρκες της στην περιοχή και πέραν αυτής. Η συμφωνία θα προσφέρει επίσης ευκαιρίες καινοτομίας και συνδυασμού σημάτων φέρνοντας τις εμβληματικές μάρκες σοκολάτας της Mondelēz International σε νέες κατηγορίες.
Με την πάροδο του χρόνου, η Mondelēz International αναμένει να επιτύχει εκτενείς συνέργειες και μια σειρά από οφέλη στην Chipita, συμπεριλαμβανομένης της ευρείας τεχνογνωσίας στον τομέα των προμηθειών και της παραγωγής, αξιοποιώντας τις υπάρχουσες διαφοροποιημένες δυνατότητες της Chipita.
Το τίμημα της εξαγοράς ανέρχεται σε περίπου δύο δισεκατομμύρια δολάρια και υπόκειται σε ορισμένες προσαρμογές κατά την ολοκλήρωση της συναλλαγής. Το εν λόγω τίμημα χρηματοδοτήθηκε μέσω ενός συνδυασμού έκδοσης νέου δανεισμού και υφιστάμενων ρευστών διαθεσίμων. Η Mondelēz International εκτιμά ότι η συναλλαγή θα συμβάλλει στην άμεση αύξηση των κερδών ανά μετοχή. Η συναλλαγή τελεί υπό την έγκριση αρχών ανταγωνισμού και την πλήρωση τελικών όρων. Στο πλαίσιο της συμφωνίας δεν περιλαμβάνεται η εταιρεία Π.Γ. ΝΙΚΑΣ ΑΒΕΕ και τα δικαιώματα μειοψηφίας στην κοινοπραξία της Chipita στην Ινδία.
Η απόκτηση της Chipita αποτελεί ένα ακόμα βήμα στη συνεχή επέκταση της Mondelēz International σε γρήγορα αναπτυσσόμενες κατηγορίες της αγοράς των σνακ. Το 2021, η εταιρεία απέκτησε την Grenade, μια κορυφαία εταιρεία προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Gourmet Food Holdings, μια κορυφαία Αυστραλιανή εταιρεία τροφίμων στην ελκυστική κατηγορία των premium μπισκότων και κράκερ, και την Hu, μια εταιρεία στην κατηγορία του well-being σνακ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Σπύρος Θεοδωρόπουλος: Ο τελειομανής “Mr Chipita”
“Η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς… κι η ζωή όσους διεκδικούν ότι τους αξίζει” είχε δηλώσει ως διοικητής του Γενικού Επιτελείου του Ηπειρωτικού Στρατού κατά τη διάρκεια της Αμερικανικής Επανάστασης ο Τζορτζ Ουάσινγκτον, παραφράζοντας τον Θουκυδίδη για να εμψυχώσει τους άνδρες του στις μάχες απέναντι στις δυνάμεις του Βρετανικού στρατού.
Στην περίπτωση του Σπύρου Θεοδωρόπουλου η επιτυχία του όχι μόνο δεν οφείλεται στον παράγοντα … τύχη αλλά αποτελεί αποκλειστικά αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και εμπιστοσύνης στο επιχειρηματικό του “δαιμόνιο”. Ειδικά στις πολύ δύσκολες στιγμές της καριέρας του, στις αποτυχίες και στις…ατυχίες. Ας δούμε τι γράφει ο Σωτήρης Γιαννάτος.
Η δημιουργία του πρώτου ελληνικού πολυεθνικού ομίλου με την επωνυμία “Chipita“, με 16 εργοστάσια σε τέσσερις ηπείρους και παρουσία σε περισσότερες από 50 χώρες, όπως και ενός τεράστιου προσωπικού χαρτοφυλακίου συμμετοχών, προήλθε από ατελείωτες ώρες δουλειάς, προσεγμένες και καλά μελετημένες κινήσεις και σε πολλές περιπτώσεις με προσωπικές θυσίες. Όσοι τον γνωρίζουν προσωπικά λένε πως ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έχει δείξει πως διαθέτει αστείρευτες ποσότητες υπομονής, επιμονής και αποφασιστικότητας. Κατάφερε να μετατρέψει τις ατυχίες και τα εμπόδια, που βρήκε στην πορεία του, σε νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Δυο φορές έχασε την ηγεσία των επιχειρηματικών του δημιουργημάτων λόγω συνθηκών και ισάριθμες φορές επέστρεψε δριμύτερος και πιο ισχυρός.
Σήμερα είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους Έλληνες επιχειρηματίες και από τους ελάχιστους που μπορούν να λένε με υπερηφάνεια πως δημιούργησαν μια “αυτοκρατορία” από το μηδέν. Πολλές λεπτομέρειες για την ζωή του παραμένουν άγνωστες καθώς τις μοιράστηκε με λιγοστούς φίλους και πολύ στενούς συνεργάτες.
Στις επιτυχίες του δεν επιδίωξε να προσελκύσει την δημοσιότητα, με δηλώσεις και διαδοχικές συνεντεύξεις για προωθήσει το προφίλ του. Και στις αποτυχίες του δεν προσέτρεξε σε διαρροές και φήμες για να τις καλύψει ή να μοιραστεί τις ευθύνες με άλλους. Σπανίως έκανε δηλώσεις για τους ανταγωνιστές του και ακόμα σπανιότερα για την οικογένειά του.
Έχοντας την “στόφα” του παλιού παραδοσιακού επιχειρηματία (αλλά την νοοτροπία και την φιλοσοφία του σύγχρονου Ευρωπαίου μάνατζερ) άφηνε πάντοτε τα αποτελέσματα των εταιρειών του να… μιλούν. “Οι πράξεις, τα έργα και όχι τα λόγια” όπως θα έλεγε και ο παππούς του, ο οποίος δημιούργησε την οικογενειακή εταιρεία γλυκισμάτων και γαλακτοκομικών προϊόντων “Recor A.E.” και έβαλε στην οικογένεια Θεοδωρόπουλου το επιχειρηματικό “ζιζάνιο”.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι, ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος είναι μια χαρισματική προσωπικότητα, αλλά δύσκολος άνθρωπος, που έχει ξεκάθαρη άποψη για την ζωή και τις επιχειρήσεις, συμμετέχει σε όλες τις εταιρικές αποφάσεις και εκτιμάει απεριόριστα την ειλικρίνεια. Ως… κλασσικός εργασιομανής, ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος περνά τις περισσότερες ώρες στο γραφείο, αφού, όπως λέει, “το να είσαι επιχειρηματίας δεν είναι δουλειά, είναι τρόπος ζωής”!
Από τα Εξάρχεια στα… σπίρτα
Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος γεννήθηκε το 1957 και μεγάλωσε σε γειτονιές της παλιάς Αθήνας, ανάμεσα στα Εξάρχεια, στον Λυκαβηττό και στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Εξαιτίας της “Recor A.E.”, που είχε κληρονομήσει ο πατέρας του από τον παππού του, γνώρισε από μικρός την σημασία της επιχείρησης και απέκτησε πολύτιμες εμπειρίες.
Το 1973 ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος έχασε τον πατέρα του, η οικογένεια του δέχτηκε ένα μεγάλο πλήγμα και εκείνος αναγκάζεται σε ηλικία 16 ετών να ωριμάσει απότομα. Την ίδια χρονιά τα αδέλφια Απόστολος, Ιωάννης και Φώντας Γαβαλάκης, που έχουν μια επιτυχημένη πορεία ως εργολάβοι οικοδομών, αποφασίζουν να ιδρύσουν την εμπορική και παραγωγική εταιρεία τροφίμων και σνακ, “Chipita”. Ο ίδιος θα εργάζεται στο γαλακτοπωλείο μαζί με τους θείους του, για να ενισχύει την οικογένειά του.
Δύο χρόνια αργότερα ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος πέρασε στην ΑΣΟΕΕ (σήμερα Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών) αλλά για να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να πάρει το πτυχίο του παράλληλα εργάζεται με τους θείους του. Σε αυτή την περίοδο ως φοιτητής θα έχει πολλές δημιουργικές ιδέες για νέα προϊόντα και κυρίως για νέες επιχειρήσεις, όπως ο πατέρας του και ο παππούς.
Μια από τις ιδέες του που μερικά χρόνια αργότερα θα φέρει επανάσταση στην ελληνική αγορά και θα τον απογειώσει επιχειρηματικά την την συνέλαβε στην δεκαετία του ‘70 ως φοιτητής, όταν δοκίμασε σε ένα κατάστημα με είδη ζαχαροπλαστικής στην οδό Πατησίων για πρώτη φορά κρουασάν. Τότε σκέφτηκε πως το συσκευασμένο κρουασάν μακράς διάρκειας ως προϊόν θα μπορούσε να έχει μεγάλη ζήτηση όπως πολλά από τα σνακ της εποχής.
Όμως, μέχρι να γίνει πάλι επιχειρηματίας έπρεπε να εξασφαλίσει τα “ως προς το ζειν” ως εργαζόμενος σε άλλες εταιρείες, αφού τo 1980 αποφασίζει να εγκαταλείψει την συνεργασία με τους θείους του, μετά από διαφωνία μαζί τους και σε ηλικία 23 ετών ξεκινάει την αναζήτηση εργασίας για βιοποριστικούς λόγους αλλάζοντας αρκετές δουλειές τους επόμενους μήνες.
Όμως, το 1981 προσλαμβάνεται ως υπάλληλος στην ιταλική εταιρεία ζαχαρωδών προϊόντων και παγωτών, Aligel και εκεί μαθαίνει ουσιαστικά πως λειτουργεί ο τομέας των τροφίμων από την παραγωγή μέχρι την διανομή στον τελικό καταναλωτή. Ήταν τόσο μεγάλος ο ζήλος του για δουλειά και η ικανότητά του να εξελίσσεται αποκτώντας εμπειρίες και γνώσεις με εξαιρετικά εντατικούς ρυθμούς, ώστε πέντε χρόνια αργότερα ανέλαβε διευθύνων σύμβουλος στην εταιρεία παραγωγής και εμπορίας πραλίνας φουντουκιού Interia, μια εταιρεία που είχε σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα.
Παρά τις προτάσεις από εταιρείες την ίδια χρονιά ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος αποφασίζει να κάνει το πρώτο του… επαγγελματικό άλμα. Αποφασίζει να ξεκινήσει την δική του επιχειρηματική δραστηριότητα και μάλιστα να αφήσει τον χώρο των τροφίμων, όπου είχε αποκτήσει αξιοζήλευτη εμπειρία και καλό όνομα, για να ασχοληθεί με τις εισαγωγές σπίρτων από την Ιταλία. Ήταν η περίοδος που καταργήθηκε μετά από δεκαετίες το μονοπώλιο (!) του ελληνικού Δημοσίου στο συγκεκριμένο προϊόν και έτσι διέκρινε μια επιχειρηματική ευκαιρία.
Σε αντίθεση με τους ανταγωνιστές του εισάγει σπίρτα από την Ιταλία, τα οποία άναβαν πολύ εύκολα και η χρήσης τους ήταν πολύ απλή σε σχέση με τους αναπτήρες και τα παλιά, ξεπερασμένα, σπίρτα της κρατικής βιομηχανίας. μέσα σε μερικούς μήνες οι πωλήσεις τους είχαν απογειωθεί καθώς άναβαν με μια κίνηση και ήταν περιζήτητα από τους καπνιστές και τις νοικοκυρές και τα κέρδη της εταιρείας του αυξάνοντας κάθε εβδομάδα. Η ευκολία της χρήσης τους όμως είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν… επικίνδυνο παιχνίδι στα χέρια μικρών παιδιών και σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά την πρώτη τους εισαγωγή στην Ελλάδα η κυβέρνηση προχώρησε στην απαγόρευσή τους για λόγους ασφαλείας.
Αυτή η ατυχία όμως δεν απογοήτευσε τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο αφού η συγκεκριμένη επιχειρηματική επιλογή του είχε δημιούργησε ένα μεγάλο – για την εποχή- κεφάλαιο από τα σημαντικά κέρδη των εισαγωγών σπίρτων.
Η επιλογή της Chipita
Ένα χρόνο αργότερα, το 1987, αποφασίζει να αποκτήσει από τα αδέλφια Γαβαλάκη το 50% μιας μικρής βιοτεχνίας στο μοσχάτο που έφτιαχνε γαριδάκια και άλλα σνακ με την επωνυμία “Chipita”, χρησιμοποιώντας τα κέρδη από το εμπόριο σπίρτων (και ένα δάνειο από την Τράπεζα Εργασίας). Η εταιρεία στεγαζόταν στον δεύτερο όροφο μιας πολυκατοικίας στο μοσχάτο, είχε 45 εργαζόμενους και είχε τζίρο περίπου 14 εκατομμύρια δραχμές (περίπου 400.000 ευρώ) αλλά το όραμά του ήταν να την αναπτύξει και να την μεγαλώσει, έχοντας στο μυαλό του πολλές ιδέες για νέα προϊόντα και νέες ιδέες για την λειτουργία της. Έτσι, τρία χρόνια αργότερα ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος πήρε και το υπόλοιπο 50%, αποκτώντας την πλήρη κυριότητα της εταιρείας.
Μια από τις πρώτες του ιδέες ήταν εκείνη για την συσκευασία κρουασάν με γέμιση πραλίνας, που θα έφερνε κάτι νέο στην αγορά και με μακρά διάρκεια για αυξημένες πωλήσεις. Όμως, το επενδυτικό του σχέδιο θα συναντήσει την απόρριψη (λέγεται πως έκανε 21 παρουσιάσεις με ισάριθμες αρνητικές απαντήσεις) και η ιδέα του απορρίφθηκε ως… προδιαγεγραμμένη αποτυχία, ακόμα και από επιχειρηματίες του κλάδου των τροφίμων.
Μάλιστα, φημολογείται ότι κάποιος από τους υποψήφιους επενδυτές του μίλησε με υποτιμητικό τρόπο, λέγοντας στον νεαρό, τότε, επιχειρηματία: “παιδί μου, τι είναι αυτό το πράγμα; μακράς διάρκειας κρουασάν; Πού σου ήρθε αυτή η βλακεία;”!
Στο τέλος όμως ένα ιταλικό fund, που είχε έρθει για πρώτη φορά στην Ελλάδα μέσω της επενδυτικής Eurohellenic, κατάλαβε ότι είχε απέναντί της έναν πανέξυπνο και φιλόδοξο επιχειρηματία και μια ιδέα πρωτοποριακή για την εποχή της και απέκτησε το 50% της εταιρίας με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. με αυτή την συμφωνία και τα χρήματα για την ανάπτυξη της ιδέας του ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος κατάφερε να εξασφαλίσει και να βρει ξένους συνεργάτες με γνωριμίες για να προωθήσουν την Chipita στο εξωτερικό.
Σύντομα η εταιρεία απέκτησε νέο ιδιόκτητο εργοστάσιο στη ΒΙΠΕ της Λαμίας, ανέπτυξε σε νέα προϊόντα (και φυσικά και κρουασάν με γέμιση πραλίνας) ενώ το 1992 άρχισε την παραγωγή των mini κρουασάν, ενώ, ένα χρόνο αργότερα συμφώνησε να εξαγοράσει την ανταγωνιστική εταιρεία “Κωνσταντίνος Αραμπατζής ΑΕΒΕ Αρτοζαχαροπλαστικής”, που μετονόμασε σε “Σμάκυ ΑΕ”.
Και μπορεί η απόφαση του υπουργείου Παιδείας να απαγορεύσει τα γαριδάκια στα σχολεία να έφερε σημαντική πτώση στις πωλήσεις του προϊόντος, όμως η Chipita είχε ήδη ξεκινήσει να επεκτείνεται και ήταν θέμα χρόνο να καλύψει το χαμένο τζίρο.
Με πραλίνα στο Χρηματιστήριο
Σημαντική εξέλιξη ήταν επίσης η συμμετοχή της επενδυτικής Global Finance του Άγγελου Πλακόπητα στο μετοχικό κεφάλαιο της Chipita το 1992, με προοπτική το χρηματιστήριο και την επέκταση στις διεθνείς αγορές. Από τον Μάιο του 1994 η εταιρεία είχε όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να υποβάλει την αίτηση της εισαγωγής στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, όπως και έγινε μετά από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 2,138 δισεκατομμυρίων δραχμών (περίπου 6,3 εκατ. ευρώ) με δημόσια εγγραφή.
Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα ξεκινάει η παραγωγή των Βake Rolls, ένα νέο προϊόν, που γνώρισε μεγάλη απήχηση πανευρωπαϊκά και το 1996 η Chipita κάνει το επόμενο βήμα, με την έναρξη παραγωγικής διαδικασίας προϊόντων της στη Βουλγαρία και την Πορτογαλία. Παράλληλα, η εταιρεία αρχίζει να εξάγει ατομικά κρουασάν, mini κρουασάν και bake rolls στην ευρωπαϊκή αγορά κατακτώντας την πρώτη θέση στις εξαγωγές, ενώ το 1999 ακολουθεί μια νέα αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με δημόσια εγγραφή με στόχο την επέκταση στην τεράστια αγορά της Λατινικής Αμερικής.
Ένα χρόνο αργότερα επισφραγίζεται η συμφωνία με την Pepsico, που είχε δίκτυο διανομής σε περισσότερες από 25 χώρες στην Ευρώπη και σε πολλές χώρες στην Αφρική και μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας (2004) η Chipita υπό την ηγεσία του Σπύρου Θεοδωρόπουλου κλείνει τις συμφωνίες για την εξαγορά των εταιρειών Eldil και Krasnoselskaya και την συνεργασία με τον όμιλο Δαυΐδ – Λεβέντη για την δημιουργία εργοστασίου παραγωγής κρουασάν στη Νιγηρία!
Το 2006 η Chipita σημειώνει ρεκόρ τζίρου, πωλήσεων και κερδών αλλά ταυτόχρονα και μια σημαδιακή χρόνια για τον ίδιο, όχι μόνο για χρηματοοικονομικούς λόγους, αλλά και για προσωπικούς. Η Chipita συγχωνεύεται με τον όμιλο “ΔΕΛΤΑ” του παιδικού του φίλου από τα Εξάρχεια, Δημήτρη Δασκαλόπουλου, την “GOODY’S” και τον “μπάρμπα Στάθη”, δημιουργώντας τη Vivartia – μια εταιρεία κολοσσό για τα ελληνικά δεδομένα, στην οποία κατέχει το 50%.
μετά από ένα χρόνο όμως τα δεδομένα θα αλλάξουν απότομα καθώς ο Ανδρέας Βγενόπουλος θα υποβάλλει μια εξαιρετικά υψηλή προσφορά στους μετόχους της Vivartia για την εξαγορά της από την MIG, την οποία ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος αποδέχτηκε παρά τις αντιρρήσεις του ίδιου. Η τελική συμφωνία κλείνεται από τον Ανδρέα Βγενόπουλο μέσα σε χρόνο-ρεκόρ (δύο μέρες) κάτω από απόλυτη μυστικότητα. Λέγεται μάλιστα πως η MIG κατέβαλε στην πλευρά Δασκαλόπουλου 403 εκατομμύρια ευρώ και στην πλευρά Θεοδωρόπουλου 147 εκατ. ευρώ.
Ακόμα και η απόφαση του αείμνηστου Βγενόπουλου να τον ορίζει διευθύνοντα σύμβουλο της Vivartia ABEE, δεν θα αλλάξει την στάση του και παρότι θα ασκήσει υποδειγματικά τα καθήκοντά του για τα επόμενα χρόνια, ο στόχος του παραμένει η επιχειρηματική… ανεξαρτησία.
Πουλάει και την τελευταία του συμμετοχή και αποχωρεί…αλλά για να επιστρέψει. μπορεί να διατέλεσε διευθύνων σύμβουλος της Vivartia ABEE από την 1η Σεπτεμβρίου του 2006 έως τις 15 Απριλίου του 2010 αλλά για εκείνον η συμφωνία ήταν μια λανθασμένη κίνηση, χωρίς στρατηγική και όραμα. Έτσι, το 2010 που η οικονομική κρίση ξεσπάει στην Ελλάδα και η MIG προσπαθεί να μειώσει τις απώλειες και να αυξήσει την ρευστότητά της ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος προτείνει την εξαγορά της Chipita στην MIG, με την υποστήριξη του Σαουδαραβικού ομίλου (με έδρα στην Αθήνα) Ολαγιάν, του επενδυτικού fund της Global Finance και δυο ελληνικών τραπεζών (Εθνική, Εurobank) και την συνεργασία από τους επιστήθιους φίλους του και γνωστούς επιχειρηματίες Αχ. Φώλια, Λ. Φρέρη, Στ. Νένδο, σε μια συμφωνία ύψους 730 εκατ. ευρώ!
Για την ολοκλήρωση της συμφωνίας θα καταβάλλει 400 εκατ. ευρώ και θα αναλάβει χρέη και δάνεια ύψους 327 εκατ. Ευρώ σε μια ιστορική κίνηση που τάραξε την ελληνική αγορά.
Επιστροφή με νέο όραμα
Στην νέα εποχή της “Chipita”, που επανασυστάθηκε ως εταιρεία το 2010, ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος έχει ακόμα υψηλότερους στόχους. Ο “Mr Chipita”, όπως αποκαλούν τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο σε όλο τον κόσμο, εκτός από τις επιχειρήσεις έχει και μια ακόμη μεγάλη αγάπη: τις επενδύσεις. Έτσι, το 2011 μαζί με τους Σταύρο Νένδο (Select Αρτοσκευάσματα), Αχιλλέα Φώλια και Μιχάλη Αραμπατζή (Ελληνική Ζύμη) και Θέμη μακρή ίδρυσαν στη Δράμα την επιχείρηση “Wonderplant” και ανέπτυξαν μια μονάδα υδροπονικής καλλιέργειας ντομάτας. μια επένδυση συνολικού ύψους 200 εκατ. ευρώ.
Στην συνέχεια το φθινόπωρο του 2014 κάνει γνωστά τα σχέδια του για την εξαγορά της αλλαντοβιομηχανίας “Νίκας”, για την οποία θα αφιερώσει σχεδόν τρία χρόνια μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας. Και τον Ιούλιο του 2017 ανέλαβε την προεδρία της “Νίκας”, δίνοντας νέα ώθηση σε μια από τις σημαντικότερες εταιρείες του κλάδου. Και στις αρχές Φεβρουαρίου του 2018 ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος απέκτησε το 33% της εταιρείας “μέγας Γύρος” από τον βασικό μέτοχο της, Γιώργο Νίκα, τον μέτοχο μειοψηφίας (23%) και διευθ. σύμβουλο, Νίκο Λούστα και από διάφορους μικρομετόχους, έναντι 7,5 εκατ. ευρώ. Σήμερα η “μέγας Γύρος”, που ιδρύθηκε το 2007, είναι η μεγαλύτερη εταιρεία σε παράγωγη γύρου στην Ευρώπη, παράγοντας ημερησίως πάνω από 30 τόνους γύρο, 200.000 σουβλάκια και 5 τόνους κρεατοσκευασμάτων με προορισμό χώρες της ευρωπαϊκής αγοράς.