
Για χρόνια, η Υπηρεσία Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών (UNRWA) έστελνε εκατομμύρια δολάρια κάθε μήνα στη Γάζα για να πληρώνει τους εργαζομένους της και να υποστηρίζει νοσοκομεία, σχολεία και άλλες υποδομές, σύμφωνα με μια νέα αγωγή που κατατέθηκε. Τα χρήματα μεταφερόντουσαν από τη Νέα Υόρκη, όπου έχει γραφεία η υπηρεσία, στη Δυτική Όχθη, όπου τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα φόρτωναν μερικά από αυτά τα μετρητά σε φορτηγά για να μεταφερθούν μέσω του Ισραήλ στη Γάζα.
Από τους Ken Belson και Katherine Rosman*/New York Times
Στην αγωγή, που κατατέθηκε τη Δευτέρα στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν, αναφέρεται ότι ορισμένα από αυτά τα δολάρια κατέληξαν να χρηματοδοτούν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Hamas, της ισλαμιστικής οργάνωσης που ελέγχει τη Γάζα για σχεδόν 20 χρόνια και έχει δεσμευτεί να διαγράψει από το χάρτη το εβραϊκό κράτος.
Αυτή η πορεία του χρήματος βρίσκεται στο επίκεντρο της υπόθεσης εναντίον επτά σημερινών και πρώην ανώτατων αξιωματούχων της UNRWA που κατηγορούνται ότι γνώριζαν ότι η Hamas άρπαξε περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο δολάρια από την υπηρεσία για να πληρώσει, μεταξύ άλλων, εξοπλισμό και όπλα για τη διάνοιξη σήραγγας που βοήθησαν στην τρομοκρατική επίθεση στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου.
Περίπου 100 Ισραηλινοί ενάγοντες -συμπεριλαμβανομένου τουλάχιστον ενός που κρατήθηκε όμηρος από τη Hamas στη Γάζα, άλλων που επέζησαν από την επίθεση, καθώς και των κληρονόμων ορισμένων που έχασαν τη ζωή τους- ζητούν από το δικαστήριο απροσδιόριστες οικονομικές αποζημιώσεις. Ισχυρίζονται ότι η UNRWA ευθύνεται επειδή βοήθησε στη χρηματοδότηση της Hamas, την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες θεωρούν τρομοκρατική οργάνωση.
Η UNRWA έχει μηνυθεί πολλές φορές μετά τις επιθέσεις, με ορισμένες αγωγές να υποστηρίζουν ότι η υπηρεσία παρότρυνε τη Hamas και άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις. Η υπόθεση που κατατέθηκε τη Δευτέρα προχωρά περαιτέρω, περιγράφοντας το πώς οι ενάγοντες πιστεύουν ότι τα χρήματα της υπηρεσίας κατέληξαν στα χέρια της Hamas και πώς οι τρομοκράτες χρησιμοποίησαν τους πόρους της στην επίθεση κατά του Ισραήλ.
Στην αγωγή αναφέρεται ότι στη Γάζα, σε αντίθεση με άλλες περιοχές που δραστηριοποιείται η υπηρεσία, η UNRWA πληρώνει τους 13.000 ντόπιους υπαλλήλους της σε δολάρια ΗΠΑ που πρέπει να μετατραπούν σε σέκελ, το ισραηλινό νόμισμα που χρησιμοποιείται στη Γάζα, από αλλοδαπούς που συνδέονται με τη Hamas και οι οποίοι επεμβαίνουν για λογαριασμό της οργάνωσης. Η αγωγή ωστόσο θέτει και πολλά άλλα ερωτήματα, ιδιαίτερα για το εάν μια συνθήκη μπορεί να παρέχει στους αξιωματούχους του ΟΗΕ ασυλία. Εάν η υπόθεση προχωρήσει, θα μπορούσε να επιτρέψει και σε άλλα θύματα των επιθέσεων της Hamas να ζητήσουν αποζημιώσεις από τον ΟΗΕ.
Όμως, ακόμα και αν καταπέσει, η αγωγή θα μπορούσε να πιέσει τα κράτη που δωρίζουν χρήματα στην UNRWA να επανεκτιμήσουν την υποστήριξή τους προς αυτήν. «Η Hamas δεν διεξήγαγε αυτές τις φρικαλεότητες χωρίς βοήθεια», αναφέρει η καταγγελία. «Βοηθήθηκε και υποκινήθηκε» από ανώτερους αξιωματούχους της Υπηρεσίας που για πάνω από μια δεκαετία χρηματοδότησαν την «τρομοκρατική υποδομή» της Hamas και γνώριζαν ότι «της παρείχαν τα αμερικανικά δολάρια σε μετρητά που χρειαζόταν για να πληρώνει τους λαθρέμπορους για όπλα, εκρηκτικά και άλλο τρομοκρατικό υλικό».
Η Juliette Touma, εκπρόσωπος της UNRWA, δήλωσε τη Δευτέρα ότι γνωρίζει για την αγωγή, αλλά ότι «δεν έχει επιδοθεί σε κάποιον νομικό εκπρόσωπο» και πρόσθεσε: «Τα Ηνωμένα Έθνη, συμπεριλαμβανομένης της UNRWA, απολαμβάνουν ασυλίας από νομικές διαδικασίες, όπως και αξιωματούχοι των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που υπηρετούν στην UNRWA». Ανώτερος αξιωματούχος της Hamas δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα για σχόλιο από τους New York Times.
Η Hamas δεν έχει πρόσβαση στις παγκόσμιες τραπεζικές δομές που να της επιτρέπει την εύκολη διασυνοριακή μεταφορά χρημάτων. Για πολλά χρόνια, το Ισραήλ επέτρεπε εξωτερικά κεφάλαια, συμπεριλαμβανομένων χρημάτων της UNRWA, να στέλνονται στη Γάζα για να πληρώνουν τα είδη πρώτης ανάγκης. Η ισραηλινή κυβέρνηση διευκόλυνε μια προσπάθεια πολλών ετών από τους Καταριανούς να στένουν μετρητά για επιχειρήσεις ανθρωπιστικών σκοπών. Ωστόσο, υπήρξαν ευρέως διαδεδομένα ερωτήματα σχετικά με το εάν τα χρήματα του Κατάρ έχουν εκτραπεί από τη Hamas για να πληρώσει για στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Η UNRWA δημιουργήθηκε το 1949 και χρηματοδοτείται κυρίως από δωρεές από κράτη μέλη του ΟΗΕ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εδώ και καιρό ο μεγαλύτερος συνεισφέρων, δίνοντας 371 εκατομμύρια δολάρια το 2023, σχεδόν το 30 τοις εκατό των συνεισφορών του οργανισμού, σύμφωνα με έκθεση του Κογκρέσου.
Οι κατηγορούμενοι που κατονομάζονται στηn αγωγή είναι ο Philippe Lazzarini, γενικός επίτροπος της UNRWA, ο Pierre Krähenbühl, πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας, ο οποίος είναι τώρα στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, οι Leni Stenseth, Sandra Mitchell και Margot Ellis, που είναι πρώην αναπληρωτές γενικοί επίτροποι, η Greta Gunnarsdottir, διευθύντρια του γραφείου της Υπηρεσίας στη Νέα Υόρκη και o Filippo Grandi, Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Μία εκπρόσωπος της Leni Stenseth αρνήθηκε να σχολιάσει την κατάθεση της αγωγής και ένας εκπρόσωπος του Filippo Grandi παρέπεμψε όλες τις ερωτήσεις στο γραφείο του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ. Οι προσπάθειες επικοινωνίας με τους άλλους κατηγορούμενους δεν στέφθηκαν με επιτυχία. Σε ένα δοκίμιο γνώμης που γράφτηκε για τους New York Times τον περασμένο μήνα, ο Lazzarini ξεχώρισε τις πράξεις «μεμονομένων ατόμων» από το έργο της Υπηρεσίας και είπε ότι οι ισχυρισμοί ότι η UNRWA ή άλλες οργανώσεις του ΟΗΕ εμπλέκονται σε τρομοκρατία «θα μειώσουν περαιτέρω τα εργαλεία μας για την ειρήνη και την άμυνα εναντίον της απανθρωπιάς σε όλο τον κόσμο».
Σύμφωνα με μια συνθήκη μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των Ηνωμένων Εθνών, τα τέσσερα ανώτατα επίπεδα αξιωματούχων του ΟΗΕ έχουν πλήρη διπλωματική ασυλία, σύμφωνα με τον Larry Johnson, πρώην αναπληρωτή νομικό σύμβουλο στον ΟΗΕ, όταν μηνύονται για ενέργειες που έγιναν στο πλαίσιο της εργασίας τους. «Δεν πιστεύουμε ότι η UNRWA έχει ασυλία για βοήθεια και υποκίνηση» στις επιθέσεις στο Ισραήλ, δήλωσε ο Gavi Mairone, δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων που εκπροσωπεί τους ενάγοντες.
Οι δικηγόροι των εναγόντων υποστηρίζουν ότι οι αξιωματούχοι της UNRWA μπορούν να μηνυθούν στα δικαστήρια των ΗΠΑ επειδή η Υπηρεσία έχει γραφείο στη Νέα Υόρκη, συγκέντρωσε κεφάλαια στη Νέα Υόρκη και χρησιμοποίησε τράπεζες με έδρα τη Νέα Υόρκη.
Οι δικηγόροι είπαν επίσης ότι το καταστατικό περί αδικοπραξιών αλλοδαπών επιτρέπει σε μη Αμερικανούς να καταθέτουν μηνύσεις και αγωγές στο ομοσπονδιακό δικαστήριο των ΗΠΑ για τραυματισμούς που υπέστησαν ως αποτέλεσμα παραβίασης του διεθνούς δικαίου. Η αγωγή, πέρα όλων, στηρίζεται στη μακρά και δαιδαλώδη διαδρομή μετρητών που εκτείνονταν από το Μανχάταν στη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα με την καταγγελία, η υπηρεσία ζητούσε κάθε μήνα από την JPMorgan Chase να στέλνει εκατομμύρια δολάρια στο υποκατάστημα της Arab Bank στη Νέα Υόρκη, η οποία έχει την έδρα της στην Ιορδανία και είναι ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της περιοχής. Στη συνέχεια, η Arab Bank μετέφερε τα χρήματα στο υποκατάστημά της στη Ramallah, στη Δυτική Όχθη. Εκεί, τα χρήματα που προορίζονταν για τις επιχειρήσεις της UNRWA στη Γάζα μεταφέρονταν στην Bank of Palestine στη Ramallah και στη συνέχεια μετατρεπόντουσαν από αμερικανικά δολάρια σε μετρητά σέκελ, φορτώνονταν σε φορτηγά και οδηγούνταν από το Ισραήλ στη Γάζα.
Η JPMorgan Chase αρνήθηκε να σχολιάσει. Η Arab Bank και η Bank of Palestine δεν απάντησαν στα αιτήματα των New York Times να μιλήσουν για την υπόθεση. Η αγωγή υποστηρίζει ότι εφόσον η UNRWA πλήρωνε το προσωπικό της στη Γάζα σε σέκελ, τα χρήματα θα μπορούσαν κάλλιστα να στέλνονται ηλεκτρονικά, μειώνοντας την ανάγκη πληρωμής χαρατσιών σε ανταλλακτήρια συναλλαγών που συνδέονται με τη Hamas. «Μόνο η Χαμάς επωφελείται από τις τρέχουσες πρακτικές διαχείρισης μετρητών της UNRWA», σύμφωνα με την καταγγελία.
Η αγωγή αναφέρει ότι η τρομοκρατική ομάδα χρησιμοποίησε τα χρήματα «για να αγοράσει μέσω λαθρέμπορων όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικά, υλικά κατασκευής για τις σήραγγες και προμήθειες κατασκευής πυραύλων». Οι δικηγόροι των εναγόντων δήλωσαν ότι οι πηγές που χρησιμοποίησαν για να καθορίσουν λεπτομέρειες σχετικά με την πορεία των χρημάτων περιελάμβαναν αναφορές ελέγχων του ΟΗΕ στα οικονομικά της UNRWA, μία έρευνα του ΟΗΕ για την Υπηρεσία, καθώς και αναφορές στον Τύπο που περιελάμβαν σχόλια από την UNRWA σχετικά με τη μεταφορά χρημάτων από τη Νέα Υόρκη στη Γάζα και τη διάθεση αυτών των κεφαλαίων. Η αγωγή δεν αποκαλύπτει ποια στοιχεία θα παρουσιάσουν οι ενάγοντες για να αποδείξουν με βεβαιότητα ότι τα χρήματα της UNRWA στη Γάζα χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση της επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου.
Ούτε η καταγγελία παρέχει συγκεκριμένες λεπτομέρειες προκειμένου να υποστηριχθεί ο ισχυρισμός ότι η Hamas ελέγχει τις ανταλλαγές συναλλάγματος. Ωστόσο, μια έκθεση της Key Aid Consulting για την UNRWA το 2018 ανέφερε ότι οι ανταλλαγές είναι ευάλωτες σε «διαρροές», στις οποίες περιλαμβάνονται «κατάχρηση, απάτη, διαφθορά, διπλή καταμέτρηση και οποιαδήποτε παρατυπία θεωρείται ως εκτροπή επιχορηγήσεων μετρητών ή κουπονιών από νόμιμες χρήσεις». Η αγωγή της Δευτέρας ισχυρίζεται επίσης ότι δεν έχει σημασία το αν οι αξιωματούχοι γνώριζαν συγκεκριμένα για τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, γιατί γνώριζαν ότι «η Hamas είχε διακηρύξει ανοιχτά τον στόχο της να στοχεύσει και να δολοφονήσει αθώους πολίτες» και γνώριζαν ότι οποιαδήποτε υποστήριξη θα βοηθούσε. Η UNRWA καταγγέλλεται εδώ και καιρό ότι έχει σχέσεις με τη Hamas. Τον Ιανουάριο, το Ισραήλ κατηγόρησε δώδεκα υπαλλήλους της Υπηρεσίας ότι έπαιξαν ρόλο στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου ή και στη συνέχεια.
Ο ΟΗΕ ανέφερε ότι απέλυσε αρκετούς υπαλλήλους αφού ενημερώθηκε για τις καταγγελίες. Οι τελευταίες ώθησαν οκτώ χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, να αναστείλουν σημαντική βοήθεια προς την UNRWA. Τον Απρίλιο, μια ανεξάρτητη αναθεώρηση που ανατέθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη ανέφερε ότι το Ισραήλ δεν είχε παράσχει στοιχεία ότι πολλοί από τους χιλιάδες υπαλλήλους της UNRWA είναι μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων. Αυτό ώθησε πολλά έθνη να αρχίσουν να κάνουν ξανά δωρεές.
>
*Ο Adam Rasgon και ο Patrick Kingsley συνέβαλαν στο ρεπορτάζ.
Ο Ken Belson είναι ρεπόρτερ των Times που καλύπτει τον αθλητισμό, την εξουσία και το χρήμα στο N.F.L. και άλλα επαγγελματικά αθλητικά πρωταθλήματα. Η Katherine Rosman καλύπτει δημοσιογράφους, ισχυρούς παίκτες και άτομα που αφήνουν ένα αποτύπωμα στη Νέα Υόρκη.