Liberté (ελευθερία). Egalité (ισότητα). Αλλά κυρίως: Sécurité (ασφάλεια). Όλα ξεκίνησαν με τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Από τη Laura Kayali/POLITICO
Για δύο αιώνες, η Γαλλία προσπαθεί να δημιουργήσει ένα ενοποιημένο σύστημα παρακολούθησης ικανό να υποκλέπτει ιδιωτικές επικοινωνίες.
Επίσης, διατηρεί δεδομένα κυκλοφορίας και εντοπισμού για έως και ένα έτος, αποθηκεύει τα δακτυλικά αποτυπώματα και παρακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας της με κάμερες.
Αυτό το σύστημα, το οποίο ήρθε συχνά αντιμέτωπο με οργανώσεις ψηφιακών δικαιωμάτων και εμπειρογνώμονες των Ηνωμένων Εθνών, θα βρεθεί στο προσκήνιο στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 στο Παρίσι. Τον Ιούλιο του επόμενου έτους, η Γαλλία θα αναπτύξει μεγάλης κλίμακας, σε πραγματικό χρόνο, κάμερες παρακολούθησης-βίντεο που υποστηρίζονται από αλγόριθμους —για πρώτη φορά στην Ευρώπη. (Δεν περιλαμβάνεται στο σχέδιο η αναγνώριση προσώπου).
Τον περασμένο μήνα, το γαλλικό κοινοβούλιο ενέκρινε ένα αμφιλεγόμενο κυβερνητικό σχέδιο που επιτρέπει στους ερευνητές να παρακολουθούν ύποπτους εγκληματίες σε πραγματικό χρόνο μέσω της πρόσβασης στη γεωγραφική τους θέση, την κάμερα και το μικρόφωνο των συσκευών τους. Το Παρίσι άσκησε επίσης πίεση στις Βρυξέλλες για να της επιτραπεί να κατασκοπεύει δημοσιογράφους στο όνομα της εθνικής ασφάλειας.
Στον απόηχο της ατζέντας του Προέδρου Emmanuel Macron για τη λεγόμενη στρατηγική αυτονομία, οι γαλλικοί κολοσσοί άμυνας και ασφάλειας, καθώς και καινοτόμες νεοσύστατες εταιρείες τεχνολογίας, έχουν επίσης λάβει ώθηση προκειμένου να βοηθήσουν στον παγκόσμιο ανταγωνισμό με αμερικανικές, ισραηλινές και κινεζικές εταιρείες.
«Όποτε υπάρχει θέμα ασφάλειας, το πρώτο αντανακλαστικό είναι η επιτήρηση και η καταστολή. Δεν γίνεται καμία προσπάθεια ούτε με λόγια ούτε με πράξεις να το αντιμετωπίσουμε με μια πιο κοινωνική οπτική γωνία», δήλωσε η Alouette, ακτιβίστρια στη γαλλική ΜΚΟ ψηφιακών δικαιωμάτων La Quadrature du Net που χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο για να προστατεύσει την ταυτότητά της.
Καθώς οι νόμοι περί επιτήρησης και ασφάλειας έχουν συσσωρευτεί τις τελευταίες δεκαετίες, οι υπερασπιστές και οι επικριτές τους έχουν παραταχθεί σε αντίθετες πλευρές. Οι υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι η επιβολή του νόμου και οι υπηρεσίες πληροφοριών χρειάζονται τέτοιες εξουσίες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του εγκλήματος. Η αλγοριθμική βιντεοπαρακολούθηση θα είχε αποτρέψει την τρομοκρατική επίθεση στη Νίκαια το 2016, ισχυρίστηκε ο Sacha Houlié, εξέχων βουλευτής από το κόμμα της Αναγέννησης του Macron.
Οι αντίπαλοι επισημαίνουν την επίδραση των νόμων στις πολιτικές ελευθερίες και φοβούνται ότι η Γαλλία μεταμορφώνεται σε μια δυστοπική κοινωνία. Τον Ιούνιο, ο οργανισμός που είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση των υπηρεσιών πληροφοριών ανέφερε σε μια σκληρή έκθεση της ότι η γαλλική νομοθεσία δεν είναι σύμφωνη με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ειδικά όταν πρόκειται για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ γαλλικών και ξένων υπηρεσιών.
«Είμαστε σε μια πολωμένη συζήτηση με καλούς και κακούς, όπου αν αντιτίθεστε στη μαζική παρακολούθηση, είστε με το μέρος των κακών», δήλωσε η Estelle Massé, νομοθετική διευθύντρια Ευρώπης και επικεφαλής της παγκόσμιας προστασίας δεδομένων στη ΜΚΟ ψηφιακών δικαιωμάτων Access Now.
Ιστορικό επιτήρησης
Τόσο οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου όσο και οι επιθέσεις στο Παρίσι του 2015 έχουν επιταχύνει τη μαζική παρακολούθηση στη Γαλλία, αλλά η παράδοση της χώρας στην κατασκοπεία, την επιτήρηση και τη συλλογή δεδομένων χρονολογείται από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη στις αρχές του 1800.
«Ιστορικά, η Γαλλία ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή αυτών των θεμάτων, όσον αφορά τους φακέλους και τα αρχεία της αστυνομίας. Κατά τη διάρκεια της Πρώτης Αυτοκρατορίας, η εξαιρετικά συγκεντρωτική κυβέρνηση της Γαλλίας ήταν αποφασισμένη να τετραγωνίσει ολόκληρη την επικράτεια», είπε ο Olivier Aïm, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης Celsa, ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο για τις θεωρίες παρακολούθησης. Πριν από τις ηλεκτρονικές συσκευές, το χαρτί ήταν το κύριο εργαλείο ελέγχου, επειδή τα έγγραφα ταυτοποίησης χρησιμοποιούνταν για την παρακολούθηση των ταξιδιών, εξήγησε.
Ο Γάλλος αυτοκράτορας αναβίωσε την Αστυνομία του Παρισιού (Paris Police Prefecture) —που υπάρχει μέχρι σήμερα— και ανέθεσε στις αρχές επιβολής του νόμου νέες εξουσίες προκειμένου να κρατούν υπό έλεγχο τους πολιτικούς αντιπάλους.
Στη δεκαετία του 1880, ο Alphonse Bertillon, ο οποίος εργαζόταν για την Αστυνομία του Παρισιού (Paris Police Prefecture), εισήγαγε έναν νέο τρόπο αναγνώρισης υπόπτων και εγκληματιών χρησιμοποιώντας βιομετρικά χαρακτηριστικά -τον πρόδρομο της αναγνώρισης προσώπου. Στη συνέχεια, η μέθοδος Bertillon θα αντιγραφεί ως πρακτική σε όλο τον κόσμο.
Μεταξύ 1870 και 1940, επί Τρίτης Δημοκρατίας, η αστυνομία διατηρούσε έναν τεράστιο φάκελο -που ονομάστηκε Κεντρικός Φάκελος της Εθνικής Ασφάλειας- με πληροφορίες για 600.000 άτομα, συμπεριλαμβανομένων αναρχικών και κομμουνιστών, ορισμένων αλλοδαπών, εγκληματιών και ατόμων που ζητούσαν έγγραφα ταυτοποίησης.
Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια ιδιαιτέρως τραυματισμένη Γαλλία απομακρύνθηκε από αυτές τις πρακτικές όσον αφορά την ασφάλεια μέχρι τη δεκαετία του 1970. Και στις αρχές του 21ου αιώνα, οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες σηματοδότησε ένα σημείο καμπής, εγκαινιάζοντας μια σταθερή ροή αμφιλεγόμενων νόμων παρακολούθησης -τόσο υπό αριστερές όσο και δεξιές κυβερνήσεις. Στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, οι Γάλλοι νομοθέτες ξεκίνησαν να δίνουν πρωτοφανείς εξουσίες σε υπηρεσίες πληροφοριών και επιβολής του νόμου προκειμένου να κατασκοπεύουν πολίτες, με περιορισμένη δικαστική εποπτεία.
«Τα ζητήματα ασφαλείας έχουν ενταθεί με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την οργάνωση μεγάλων γεγονότων και την παγκοσμιοποίηση» είπε ο Aïm.
Η άνοδος της τεχνολογίας
Στη δεκαετία του 1970, πριν από την εποχή των πανταχού παρόντων smartphones, η γαλλική κοινή γνώμη αρχικά απωθούσε την ιδέα της χρήσης τεχνολογίας για την παρακολούθηση των πολιτών.
Το 1974, καθώς τα υπουργεία άρχισαν να χρησιμοποιούν υπολογιστές, η Le Monde αποκάλυψε ένα σχέδιο για τη συγχώνευση όλων των αρχείων των πολιτών σε μια ενιαία ηλεκτρονική βάση δεδομένων, ένα έργο γνωστό ως SAFARI.
Το πρότζεκτ, που εγκαταλείφθηκε εν μέσω του σκανδάλου που προέκυψε, οδήγησε τους νομοθέτες να υιοθετήσουν μια ισχυρή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων, δημιουργώντας τη ρυθμιστική αρχή προστασίας της ιδιωτικής ζωής, της CNIL. Η Γαλλία έγινε τότε μια από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες με κανόνες για την προστασία των πολιτικών ελευθεριών στην εποχή των υπολογιστών.
Ωστόσο, η μαζική εξάπλωση της τεχνολογίας -και πιο συγκεκριμένα οι κάμερες παρακολούθησης στη δεκαετία του 1990- επέτρεψε σε πολιτικούς και τοπικούς αξιωματούχους να δώσουν νέες, δελεαστικές υποσχέσεις: Ασφάλεια ως αποτέλεσμα της εξέλιξης της τεχνολογίας παρακολούθησης.
Το 2020, υπήρχαν περίπου 90.000 κάμερες παρακολούθησης με βίντεο που ήταν υπό τον έλεγχο της αστυνομίας και της χωροφυλακής στη Γαλλία. Το κράτος βοηθά με χρηματοδότηση τους τοπικούς αξιωματούχους μέσω ενός ειδικού δημόσιου ταμείου. Μετά τις βίαιες ταραχές της Γαλλίας στις αρχές Ιουλίου -όπου ο Macron επέβαλλε απαγορεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε περιόδους αναταραχών- ο υπουργός Εσωτερικών Gérald Darmanin ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει ταχύτατα 20 εκατομμύρια ευρώ για την επισκευή σπασμένων συσκευών παρακολούθησης με βίντεο.
Παράλληλα, η άνοδος τεχνολογικών κολοσσών όπως η Google, το Facebook και η Apple στην καθημερινή ζωή οδήγησε στον λεγόμενο καπιταλισμό της επιτήρησης. Και για τους Γάλλους πολιτικούς, η συλλογή δεδομένων στις ΗΠΑ από τεχνολογικούς γίγαντες έχει γίνει με τα χρόνια ένα επιχείρημα προκειμένου να εξηγηθεί το γιατί θα πρέπει να επιτρέπεται στο κράτος να συλλέγει προσωπικές πληροφορίες ανθρώπων.
«Δίνουμε στις νεοφυείς επιχειρήσεις της Καλιφόρνια τα δακτυλικά μας αποτυπώματα, την αναγνώριση προσώπου ή την πρόσβαση στο απόρρητό μας από το σαλόνι μας μέσω συνδεδεμένων ηχείων και αρνούμαστε στο να αφήσουμε το κράτος να μας προστατεύει στον δημόσιο χώρο;», αναρωτήθηκε τον Ιούνιο ο γερουσιαστής Stéphane Le Rudulier από το συντηρητικό Les Républicains προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη χρήση της αναγνώρισης προσώπου στο δρόμο.
Ισχυρό κράτος, ισχυροί πολιτικοί
Σε τοπικό επίκπεδο υπάρχει στη Γαλλία αντίσταση στη μαζική επιτήρηση, ειδικά ενάντια στην ανάπτυξη των λεγόμενων ασφαλών πόλεων. Οι ΜΚΟ ψηφιακών δικαιωμάτων μπορούν να υπερηφανεύονται για μερικές νίκες: Στη νότια Γαλλία, το La Quadrature du Net σημείωσε μια νίκη σε διοικητικό δικαστήριο, εμποδίζοντας τα σχέδια για τη δοκιμή της αναγνώρισης προσώπου στα λύκεια.
Σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο, οι νόμοι για την ασφάλεια είναι πολύ ισχυροί, παρά τις συνεχιζόμενες υποθέσεις ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, η Γαλλία έχει αγνοήσει εκ των πραγμάτων πολλαπλές αποφάσεις από το ανώτατο δικαστήριο της ΕΕ που έκρινε παράνομη τη μαζική διατήρηση δεδομένων.
Συχνά στο επίκεντρο της πίεσης της Γαλλίας για περισσότερη κρατική επιτήρηση είναι ο Υπουργός Εσωτερικών.
Αυτό το αξίωμα με μεγάλη επιρροή, του οποίου οι αρμοδιότητες περιλαμβάνουν τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου και των πληροφοριών, περιγράφεται ως «σκαλοπάτι» προς την πρωθυπουργία -ή ακόμα και την προεδρία.
«Οι υπουργοί Εσωτερικών είναι συχνά ισχυροί, γνωστοί και προβεβλημένοι από τα μέσα ενημέρωσης. Κάθε νέος υπουργός πιέζει για νέες μεταρρυθμίσεις, νέες εξουσίες, που οδηγούν στην κατασκευή ενός ατελείωτου πύργου ασφαλείας», δήλωσε ο Massé της Access Now.
Επί Σοσιαλιστή François Hollande, ο Manuel Valls και ο Bernard Cazeneuve αναδείχθηκαν και οι δύο από υπουργοί Εσωτερικών πρωθυπουργοί το 2014 και το 2016 αντίστοιχα. Ο Nicolas Sarkozy, υπουργός Εσωτερικών του Jacques Chirac από το 2005 έως το 2007, εξελέγη τότε πρόεδρος. Όλοι ψήφισαν νέους νόμους περί επιτήρησης υπό τη θητεία τους.
Τον περασμένο χρόνο, ο Darmanin έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της χρήσης αστυνομικών drones, ακόμη και ενάντια στην CNIL (ρυθμιστική αρχή προστασίας της ιδιωτικής ζωής).
Για τους πολιτικούς, ακόμη και σε τοπικό επίπεδο, ελάχιστα έχουν να κερδίσουν εκλογικά με την επιχειρηματολογία κατά της διευρυμένης κατασκοπείας και της παρακολούθησης του δημόσιου χώρου. «Πολλοί στην αριστερά, ειδικά σε δύσκολες πόλεις, αισθάνονται υποχρεωμένοι να συνεχίσουν, φοβούμενοι τις κατηγορίες ότι είναι ήπιοι [απέναντι στο έγκλημα]», είπε η Noémie Levain, νομική και πολιτική αναλύτρια στο La Quadrature du Net. «Το πολιτικό κόστος της ανατροπής ενός νόμου για την ασφάλεια είναι πολύ υψηλό», πρόσθεσε.
Είναι επίσης γεγονός ότι συχνά υπάρχει χαμηλό ενδιαφέρον από το κοινό: Τον Μάρτιο, την ίδια μέρα, μια χούφτα Γάλλων βουλευτών ψήφισαν για να επιτραπούν κάμερες παρακολούθησης με βίντεο με τεχνητή νοημοσύνη στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το 2024, ενώ περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος του Macron.
Η ηγεμονία των καμερών
Για τους πολιτικούς, διακυβεύεται επίσης η βιομηχανική ανταγωνιστικότητα της Γαλλίας. Η χώρα φιλοξενεί εταιρείες-γίγαντες που ασχολούνται τόσο με τον στρατιωτικό όσο και με τον πολιτικό τομέα, όπως η Thalès και η Safran. Την ίδια στιγμή, η Idemia ειδικεύεται στη βιομετρία και την ταυτοποίηση.
«Αυτό που επιταχύνει τη νομοθεσία είναι επίσης ένα παγκόσμιο βιομηχανικό και γεωπολιτικό πλαίσιο: Οι τεχνολογίες επιτήρησης είναι ένας δούρειος ίππος για την τεχνητή νοημοσύνη», δήλωσε η Caroline Lequesne Rot, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Κυανής Ακτής, προσθέτοντας ότι οι Γάλλοι πολιτικοί ανησυχούν για τους ξένους αντιπάλους της χώρας. «Η Ευρώπη έχει παγιδευτεί ανάμεσα στον ασφυκτικό κλοιό της Κίνας και των ΗΠΑ. Η ιδέα είναι να δώσουμε στις εταιρείες μας πρόσβαση στις αγορές και να τους επιτρέψουμε να εκπαιδεύονται».
Το 2019, ο τότε υπουργός ψηφιακής πολιτικής Cédric O είπε στη Le Monde ότι ο πειραματισμός με την αναγνώριση προσώπου ήταν απαραίτητος για να επιτραπεί στις γαλλικές εταιρείες να βελτιώσουν την τεχνολογία τους.
Για τη βιομηχανία βιντεοπαρακολούθησης —η οποία κέρδισε 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ στη Γαλλία το 2020— οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2024 στο Παρίσι θα είναι μια χρυσή ευκαιρία να δοκιμάσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους και να δείξουν τι μπορούν να κάνουν όσον αφορά την επιτήρηση με τεχνητή νοημοσύνη.
Η XXII, μια startup τεχνητής νοημοσύνης με χρηματοδότηση από το υπουργείο ενόπλων δυνάμεων και με πολιτική υποστήριξη, έχει ήδη δηλώσει ότι είναι έτοιμη να εξασφαλίσει την ασφάλεια του μεγάλου αθλητικού γεγονότος.
«Εάν δεν ενθαρρύνουμε την ανάπτυξη γαλλικών και ευρωπαϊκών λύσεων, διατρέχουμε τον κίνδυνο να εξαρτηθούμε αργότερα από λογισμικά που αναπτύχθηκαν από ξένες δυνάμεις», έγραψαν οι νομοθέτες Philippe Latombe, από το συμμαχικό κόμμα του Macron Modem, και Philippe Gosselin, από το Les Républicains, σε μια κοινοβουλευτική έκθεση για την παρακολούθηση με βίντεο που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο. «Όταν πρόκειται για την τεχνητή νοημοσύνη, η απώλεια του ελέγχου σημαίνει υπονόμευση της κυριαρχίας μας», πρόσθεσαν.