Drones | Το Αφγανιστάν μας αφήνει “κληρονομιά”… τους πολέμους με drones

Drones | Το Αφγανιστάν μας αφήνει "κληρονομιά"... τους πολέμους με drones

Του David Hambling

Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!

Από ιστορική πλευρά, η σημαντικότερη ίσως αλλαγή που επέφερε ο πόλεμος των δυτικών δυνάμεων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν είναι ότι αποτέλεσε τον καταλύτη για μια κρίσιμη αλλαγή στον τρόπο διεξαγωγής των πολέμων, αναδεικνύοντας τον καθοριστικό ρόλο των μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones). 

Το 2000, η Πολεμική Αεροπορία και η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA) των ΗΠΑ δεν διέθεταν ούτε ένα drone εξοπλισμένο με όπλα· έως τα τέλη του 2001, όμως, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη αποτελούσαν σημαντική συνιστώσα των επιθέσεων κατά της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν. Έκτοτε, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν αυξηθεί κατά κόρον, με τον αμερικανικό στρατό να χρησιμοποιεί drones σε πολλά ακόμη πεδία μάχης.

Ο ρόλος, μάλιστα, των μεγάλων μη επανδρωμένων αεροσκαφών έχει αρχίσει πλέον να διευρύνεται, καθώς χρησιμοποιούνται και σε πιο παραδοσιακά πεδία μάχης, όχι μόνο για την αντιμετώπιση ανταρτών, ενώ τα φορητά τακτικά drones διαδραματίζουν όλο και πιο σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματικότητα των επίγειων δυνάμεων.

Τίποτα, όμως, από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί αν δεν είχε υπάρξει το Αφγανιστάν.

Άλλωστε, ο ολοένα αυξανόμενος ρόλος τους δεν έχει να κάνει μόνο με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Η ιστορία των μη επανδρωμένων αεροσκαφών ξεκινά σχεδόν παράλληλα με την ιστορία της επανδρωμένης αεροπορίας. Τα πρώτα υποτυπώδη μη επανδρωμένα αεροσκάφη έκαναν την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ ήδη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ είχε αναπτύξει μια μονάδα επιθετικών drones STAG-1, η οποία χρησιμοποιήθηκε με κάποια επιτυχία για τον βομβαρδισμό ιαπωνικών στόχων.

Μη επανδρωμένα αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν επίσης στην Κορέα και στο Βιετνάμ, αλλά τελικά μπήκαν στο περιθώριο και τα σχετικά προγράμματα τερματίστηκαν προς όφελος της επανδρωμένης αεροπορίας.

Τη δεκαετία του 1970, τα τότε μη επανδρωμένα αεροσκάφη “αναβαθμίστηκαν” καθώς εξοπλίστηκαν με νέα κατευθυνόμενα όπλα που τους επέτρεπαν να πλήξουν χερσαίους στόχους, όμως κανείς δεν έδειξε ενδιαφέρον.

Μέχρι που ξεκίνησε ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οποίου επέστρεψαν να αναδειχθεί ο καταλυτικός ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη.

Η “ενηλικίωση” των drones

Οι περιορισμοί που επέφερε τότε η χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών ήταν εξ αρχής γνωστοί. Δεν προσέφεραν πλήρη επίγνωση της κατάσταση όπως είχε ο πιλότος ενός αεροσκάφους, καθώς ο απομακρυσμένος χειριστής τους δεν μπορούσε να έχει συνολική εικόνα της κατάστασης. Επιπλέον, ο τηλεχειρισμός και η καθυστερημένη ανταπόκρισή τους τα καθιστούσε δύσκολα στον χειρισμό και λιγότερο ευέλικτα, ενώ πάντα ελλόχευε ο κίνδυνος συντριβής κατά την προσγείωση. 

Οι ανώτεροι αξιωματικοί του αμερικανικού στρατού, άλλωστε, -πολλοί εκ των οποίων είχαν υπηρετήσει ως πιλότοι μαχητικών αεροσκαφών- έτειναν να βλέπουν τα μειονεκτήματά τους και όχι τις δυνατότητές τους.

Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν τα άλλαξε όλα αυτά. 

Το drone Predator είχε ήδη χρησιμοποιηθεί ευρέως κατά τη διάρκεια του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία, τη δεκαετία του 1990. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα μη επανδρωμένο μηχανοκίνητο ανεμόπτερο που μπορούσε να κάνει αυτό που δεν ήταν σε θέση να κάνει κανένα άλλο αεροσκάφος: να πετά πάνω από μια περιοχή για 20 και πλέον ώρες, προσφέροντας συνεχή εικόνα μιας περιοχής χάρη στους αισθητήρες υψηλής ανάλυσης που διέθετε, ημέρα και νύχτα.

Το Αφγανιστάν μας αφήνει "κληρονομιά"... τους πολέμους με drones

Η συμβολή του αποδείχθηκε ανεκτίμητη για την επόπτευση χωριών και στρατοπέδων εκπαίδευσης, την παρακολούθηση στρατιωτικών κομβόι και τον εντοπισμό δυνάμενων των ανταρτών. Οι πληροφορίες που παρείχαν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Predator, σε συνδυασμό με αυτές που συγκέντρωναν οι υπηρεσίες πληροφοριών, συνέβαλαν στην αναγνώριση και στον εντοπισμό “στόχών υψηλού προφίλ” – και συγκεκριμένα των ηγετών των ανταρτών.

Ωστόσο, ήταν απογοητευτικό το γεγονός ότι ενώ το Predator μπορούσε να παρακολουθεί κάποιον στόχο, αυτός μπορούσε να εξαφανιστεί μέχρι να επιτευχθεί το αεροπορικό πλήγμα, διαδικασία που μπορούσε να απαιτήσει μισή ώρα ή και περισσότερο. Ο εξοπλισμός του Predator με όπλα ήταν, επομένως, η προφανής λύση, αν και η τοποθέτηση ενός μεγάλου πυραύλου στο μικρό, εύθραυστο drone αποτελούσε τότε πρόκληση.

Η πρώτη εκτόξευση πυραύλου Hellfire από ένα Predator, μάλιστα, τον Οκτώβριο του 2001, ήταν παντελώς αποτυχημένη, καθώς δεν πέτυχε τον στόχο του που ήταν ο ανώτατος διοικητής των Ταλιμπάν, Μουλά Ομάρ. Εξέλιξη που οδήγησε τους αξιωματούχους των ΗΠΑ να ακυρώσουν σχεδόν το πρόγραμμα των εξοπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών.

Λίγες εβδομάδες αργότερα, ωστόσο, μια δεύτερη επίθεση σκότωσε τον Μοχάμεντ Ατέφ, επικεφαλής του στρατιωτικού σκέλους της Αλ Κάιντα. Ακολούθησαν πολλές ακόμη επιτυχίες. Έτσι, ο αρχικός στόλος των 16 αναγνωριστικών Predators της Πολεμικής Αεροπορίας επεκτάθηκε γρήγορα και σύντομα αριθμούσε περίπου 360 αναγνωριστικά και επιθετικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη Predators, τα οποία αποσύρθηκαν τον Μάρτιο του 2018.

Στη θέση του Predator “υπηρετεί” πλέον το Predator 2, ευρύτερα γνωστό ως MQ-9 Reaper, που είναι μεγαλύτερο, γρηγορότερο και πιο ισχυρό. Σε αντίθεση με το Predator που μετά δυσκολίας μπορούσε να μεταφέρει δύο πυραύλους Hellfire, το Reaper μπορεί σηκώσει οκτώ, καθώς και βόμβες κατευθυνόμενες με λέιζερ.

Με άλλα λόγια, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, και αργότερα στο Ιράκ και αλλού, ουσιαστικά αποτέλεσε το σημείο καμπής για την χρήση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών στις πολεμικές συρράξεις. 

Η ανάγκη για συνεχή εναέρια παρακολούθηση δεν μπορούν να καλυφθεί διαφορετικά. Εάν, δε, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν είχε τελειώσει μετά από λίγα χρόνια, τα drones ενδεχομένως να είχαν βρεθεί και πάλι στο περιθώριο, όπως συνέβη μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ. 

Αντιθέτως, όμως, οι συνεχιζόμενες για χρόνια συγκρούσεις οδήγησαν στην ανάπτυξη πιο εξελιγμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών, με νέους αισθητήρες και αυξημένες επιχειρησιακές δυνατότητες, που κατέστησαν την τεχνολογία των drones πιο ώριμη, αξιόπιστη και λειτουργική. 

Έτσι, η κατασκευάστρια εταιρεία του Predator, General Atomics και η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ αποφάσισαν να κατασκευάσουν νέες εκδόσεις του Reaper που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε πιο παραδοσιακά πεδία μάχης, μετεξελίσσοντας τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη από “δολοφόνους” σε “στρατιώτες” που μπορούν να εκτελέσουν αποστολές αναγνώρισης, ηλεκτρονικού πολέμου ή στρατιωτικών πληγμάτων.

Η νέα γενιά drones

Η χρήση, πάντως, μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε στρατιωτικές αποστολές έχει προκαλέσει και έντονη αντιπαράθεση, καθώς πολλοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι τα drones πολλές φορές έχουν πλήξει αμάχους ή αθώους ανθρώπους που στοχοποιήθηκαν λανθασμένα ως αντάρτες. 

Η απομακρυσμένη φύση του πολέμου με drones, χωρίς ανθρώπινο παράγοντα στο έδαφος να επιβεβαιώσει τον στόχο, αποτελεί πράγματι ένα υπαρκτό πρόβλημα, το οποίο μάλιστα δεν φαίνεται να έχει εξομαλυνθεί παρά τα 20 χρόνια επιχειρήσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη. 

Και μπορεί ο μικρός πολιτικός κίνδυνος που ενέχουν τα πλήγματα με drones να καθιστά τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη ελκυστική επιλογή -ειδικά μετά την αποτυχία των επίγειων δυνάμεων στο Αφγανιστάν- ωστόσο η χρήση τους εγείρει σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Παρότι δε τα μεγάλα drones έχουν τραβήξει όλη την προσοχή των μέσων ενημέρωσης, τα μικρότερα drones ενδεχομένως να αποτελέσουν σοβαρότερο πρόβλημα μακροπρόθεσμα.

Όπως για παράδειγμα το RQ-11 Raven, ένα drone μπαταρίας που ζυγίζει περίπου 2 κιλά και μοιάζει με τηλεκατευθυνόμενο αεροπλανάκι. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε από τις Ειδικές Δυνάμεις των ΗΠΑ για εναέρια αναγνώριση κατά τη διάρκεια χερσαίων επιχειρήσεων. Ο αμερικανικός στρατός συνειδητοποίησε γρήγορα την σημασία του για την προστασία περιμέτρων, τη φύλαξη νηοπομπών και περιπόλων και τον εντοπισμό πιθανών εχθρικών θέσεων, και έτσι έχει ήδη εφοδιαστεί με χιλιάδες τέτοια, γεγονός που καθιστά το Raven τον πιο συνηθισμένο τύπο drones που χρησιμοποιείται σε στρατιωτικές αποστολές.

Raven 17.08.2021

Οι χειριστές των Raven είχαν, ωστόσο, το ίδιο πρόβλημα που είχαν και οι χειριστές των πρώτων Predators: μπορούσαν να παρακολουθούν έναν στόχο αλλά όχι να βάλουν εναντίον του. 

Τη λύση έδωσε στα τέλη της δεκαετίας του 2000 το SwitchBlade, που χρησιμοποιεί την ίδια τεχνολογία με το Raven, και κατασκευάζεται επίσης από την AeroVironment. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα drone-καμικάζι, το οποίο εκτοξεύεται από σωλήνα και φέρει μια μικρή εκρηκτική κεφαλή. Αρχικά και αυτό χρησιμοποιήθηκε από τις Ειδικές Δυνάμεις του αμερικανικού στρατού, ωστόσο η ικανότητά του να πλήττει αθόρυβα και με εξαιρετική ακρίβεια από χιλιόμετρα μακριά τον στόχο του, ουσιαστικά το κατατάσσει σε μια εντελώς νέα κατηγορία.

Πιθανότατα τέτοιου τύπου drones να είχαν αναπτυχθεί και χωρίς την ώθηση από τον πόλεμο του Αφγανιστάν. Δεδομένου όμως ότι παρόμοιες ιδέες υπήρχαν εδώ και δεκαετίες, φαίνεται ότι το Αφγανιστάν αποτέλεσε τον καταλύτη για να γίνουν πράξη. 

Τα “αυτοσχέδια” drones

Εν τω μεταξύ, και οι αντάρτες έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν δικά τους μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τροποποιώντας εμπορικής χρήσης drones τα οποία μετατρέπουν σε “βομβαρδιστικά” που πλήττουν τον στόχο με χειροβομβίδες. Παρότι την τακτική αυτή πρωτοχρησιμοποίησε το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ, το 2016, μέχρι τα τέλη του 2020 αντίστοιχα drones είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν και οι Ταλιμπάν. Εξέλιξη που τότε οι New York Times είχαν χαρακτηρίσει ως “ανησυχητική”. Και σε αυτήν την περίπτωση, “πηγή του κακού” φαίνεται πως ήταν ο πολυετής πόλεμος.

Το Αφγανιστάν, λοιπόν, πιθανότατα θα μείνει στην ιστορία ως ο πρώτος πόλεμος με drones. Καθώς, εφεξής σε οποιονδήποτε πόλεμο τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και οχήματα πιθανότατα θα διαδραματίζουν όλο και μεγαλύτερο ρόλο, αναμφισβήτητα ως απόρροια της αφγανικής εμπειρίας. 

Αλλά στους μελλοντικούς πολέμους το σίγουρο είναι ότι θα διαθέτουν drones και οι δύο πλευρές.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *