
Ο Changpeng Zhao, ο ιδρυτής της Binance, του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων στον κόσμο, ομολόγησε την ενοχή του για παραβιάσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, δήλωσε η αμερικανική κυβέρνηση την Τρίτη, σε ένα συνταρακτικό πλήγμα για την πιο ισχυρή προσωπικότητα στην παγκόσμια βιομηχανία κρυπτονομισμάτων.
Από τους David Yaffe-Bellany, Emily Flitter, Matthew Goldstein και Glenn Thrush/New York Times
Η ίδια η Binance ομολόγησε επίσης την ενοχή της και συμφώνησε να πληρώσει 4,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε πρόστιμα και αποζημίωση στην κυβέρνηση, σύμφωνα με τις ομοσπονδιακές αρχές. Όπως αναφέρεται στη συμφωνία, η Binance κατέληξε σε διακανονισμούς με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το Υπουργείο Οικονομικών και την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Συμβάσεων Μελλοντικής Εκπλήρωσης Εμπορευμάτων, οι οποίες ερευνούν την εταιρεία εδώ και χρόνια.
Ως μέρος της δήλωσης ενοχής του, ο Zhao συμφώνησε να πληρώσει πρόστιμο 50 εκατομμυρίων δολαρίων και να παραιτηθεί από τον ρόλο του ως διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Ο ίδιος αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 18 μηνών, αλλά οι εισαγγελείς κρατούν ανοιχτό το ενδεχόμενο να ζητήσουν αυστηρότερη ποινή, σύμφωνα με ανώτερους αξιωματούχους του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Η Binance, ως μέρος της δικής της συμφωνίας με τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς, θα δεχτεί τον διορισμό ενός κυβερνητικού επόπτη για την επίβλεψη της επιχείρησης. Ο Zhao αποκλείεται από οποιαδήποτε ανάμειξη στη Binance για τρία χρόνια μετά τον διορισμό του επιτηρητή, δείχνουν τα δικαστικά έγγραφα.

Ο Zhao και ένας εκπρόσωπος της Binance δήλωσαν ένοχοι στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Seattle.
Σε μια δήλωση, η Binance είπε ότι η συμφωνία αναγνώρισε «την ευθύνη της εταιρείας μας για ιστορικές, ποινικές παραβιάσεις συμμόρφωσης». Η εταιρεία είπε ότι ο Richard Teng, κορυφαίο στέλεχος, θα αναλάβει τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου, αλλά ότι ο Zhao θα παραμείνει «διαθέσιμος για διαβούλευση σχετικά με ιστορικούς τομείς της επιχείρησής μας».
Ο ίδιος o Zhao έγραψε στο X, την πλατφόρμα που ήταν παλαιότερα γνωστή ως Twitter, ότι «έκανε λάθη» και ότι «πρέπει να αναλάβει την ευθύνη». Αλλά σημείωσε επίσης ότι ανυπομονεί να κάνει ένα διάλειμμα από το εξαντλητικό πρόγραμμά του και ότι σχεδιάζει να πραγματοποιήσει κάποιες «παθητικές επενδύσεις» σε διάφορα project κρυπτογράφησης.
Για τον σχετικά νέο και ταχέως αναπτυσσόμενο κόσμο των κρυπτονομισμάτων, οι δηλώσεις ενοχής από την Binance και τον Zhao αποτελεί μια μνημειώδης εξέλιξη.
Κατά καιρούς, η Binance έχει επεξεργαστεί τα δύο τρίτα όλων των συναλλαγών ψηφιακών νομισμάτων, καθιστώντας την έναν ζωτικό διαμεσολαβητή και μεσάζοντα στον κόσμο των κρυπτονομισμάτων. Ο Zhao, που πιστεύεται εδώ και καιρό ότι είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο των κρυπτονομισμάτων, είναι ο πιο εξέχων και πιο πολυσυζητημένος άνθρωπος του κλάδου, με περισσότερους από 8,5 εκατομμύρια ακόλουθους στο X.
Οι νέες δηλώσεις ενοχής έρχονται λίγες εβδομάδες αργότερα έπειτα την καταδίκη για απάτη του πρώην μεγιστάνα κρυπτογράφησης Sam Bankman-Fried κατά τη διάρκεια μιας ποινικής δίκης από την οποία προέκυψε από την κατάρρευση του ανταλλακτηρίου κρυπτογράφησης FTX.
Οι ενέργειες εναντίον της Binance και του Zhao ανακοινώθηκαν σε συνέντευξη Τύπου στην Ουάσιγκτον, στην οποία συμμετείχαν η υπουργός Οικονομικών Janet L. Yellen και ο γενικός εισαγγελέας Merrick Garland. Ο Zhao και άλλα στελέχη «συμμετείχαν σε μια σκόπιμη και υπολογισμένη προσπάθεια για να επωφεληθούν από την αγορά των ΗΠΑ χωρίς να εφαρμόσουν τους ελέγχους που απαιτούνται από τη νομοθεσία των ΗΠΑ», είπε ο Garland.

Ο Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ Merrick Garland δήλωσε ότι η Binance θα πληρώσει 4,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε ποινές. Ο Changpeng Zhao, ο ιδρυτής του, θα πληρώσει πρόστιμο 50 εκατομμυρίων δολαρίων και θα παραιτηθεί από διευθύνων σύμβουλος.
Όπως συγκεκριμένα είπε ο Garland, «Βρισκόμαστε εδώ σήμερα για να ανακοινώσουμε ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης εξασφάλισε τις ομολογίες ενοχής τέλεσης κακουργημάτων εκ μέρους του μεγαλύτερου χρηματιστηρίου κρυπτονομισμάτων στον κόσμο, Binance, και του ιδρυτή και C.E.O. του, Changpeng Zhao, γνωστό και ως C.Z.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης απαιτεί από την Binance να πληρώσει 4,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε ποινές και κατασχέσεις. Αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες ποινές που έχουμε λάβει ποτέ από εταιρικό κατηγορούμενο σε ποινική υπόθεση. Το μήνυμα εδώ θα πρέπει να είναι σαφές: Η χρήση της νέας τεχνολογίας για την παραβίαση του νόμου δεν σας κάνει επαναστάστη. Σε κάνει εγκληματία».
Από την κατάρρευση του FTX πριν από ένα χρόνο, οι ομοσπονδιακές αρχές έχουν κατηγορήσει ποινικά μια μεγάλη ομάδα στελεχών κρυπτογράφησης και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (S.E.C.) έχει καταθέσει αγωγές εναντίον ορισμένων από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, συμπεριλαμβανομένης της Coinbase, του δημοσίου αμερικανικού χρηματιστηρίου που λειτουργεί μια πλατφόρμα ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων. Τη Δευτέρα το S.E.C. μήνυσε την Kraken, ένα άλλο ανταλλακτήριο κρυπτογράφησης, κατηγορώντας το ότι λειτουργεί χωρίς κατάλληλη εγγραφή και ότι συνδυάζει καταθέσεις πελατών με δικά του εταιρικά περιουσιακά στοιχεία.
Τα δικαστικά έγγραφα που δόθηκαν στη δημοσιότητα την Τρίτη περιγράφουν την ευρεία προσπάθεια του Zhao και άλλων ανώτερων υπαλλήλων της Binance να αποφεύγουν τους αμερικανικούς νόμους, συμπεριλαμβανομένων μερών του νόμου περί τραπεζικού απορρήτου, που απαιτούν από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τους υπαλλήλους τους να γνωρίζουν την πραγματική ταυτότητα των πελατών τους, τις συναλλαγές με εγκληματίες ή με άτομα με οικονομικές κυρώσεις και να καταχωρούν στο πελατολόγιο τους επιχειρήσεις με έδρα τις ΗΠΑ. Επιπλέον, πελάτες από το Ιράν, την Κούβα και τη Συρία -οι οποίες αντιμετωπίζουν κυρώσεις- είχαν επίσης πρόσβαση στην πλατφόρμα Binance, αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα.
Στη συνέντευξη Τύπου, αξιωματούχοι του Υπουργείου Οικονομικών σημείωσαν ότι η Binance απέτυχε να θεσπίσει προγράμματα για την αναφορά ύποπτων συναλλαγών που αφορούσαν τρομοκρατικές ομάδες -συμπεριλαμβανομένης της Hamas στη Λωρίδα της Γάζας, της Al Qaeda και του ISIS. «Η Binance επέτρεπε σε παράνομους να συναλλάσσονται ελεύθερα, υποστηρίζοντας δραστηριότητες από τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών έως τα παράνομα ναρκωτικά και την τρομοκρατία», είπε η Yellen.

Οι αρχές δήλωσαν επίσης ότι ο Zhao γνώριζε ότι οι προσπάθειες της Binance να εμποδίζει τους ανθρώπους σε χώρες που υπόκεινται σε κυρώσεις να δραστηριοποιούνται στο χρηματιστήριο ήταν ανεπαρκείς. Οι εισαγγελείς κατηγόρησαν συγκεκριμένα τη Binance για συνωμοσία όσον αφορά τη διαχείριση επιχείρησης μεταφοράς χρημάτων χωρίς άδεια και για παραβίαση τραπεζικών νόμων και κυρώσεων.
Εκτός από τις παράνομες συναλλαγές στο εξωτερικό, η Binance είχε συναλλαγές με εταιρείες που εδρεύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρόλο που υποτίθεται ότι δεν θα έπρεπε να διαθέτει τέτοιους πελάτες στην πλατφόρμα της Binance.com, ανέφεραν οι αρχές. Αντ’ αυτού, μια διαφορετική πλατφόρμα -η Binance.US, την οποία κατείχε επίσης ο Zhao- θα έπρεπε να διαχειρίζεται αυτήν την επιχείρηση και η οποία θα έπρεπε να λειτουργεί με βάση τους νόμους της χώρας κατά του ξεπλύματος χρήματος. Ωστόσο, ο Zhao και άλλοι υπάλληλοι της Binance πίστευαν ότι θα ήταν καλύτερο για το κύριο ανταλλακτήριο κρυπτονομισμάτων να χειρίζεται τους μεγάλους πελάτες, αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα.
Σύμφωνα με τα αρχεία, ο Zhao, ευρέως γνωστός ως C.Z., προσπάθησε προσωπικά να κρύψει τις συναλλαγές της Binance με μεγάλους πελάτες που εδρεύουν στις ΗΠΑ, οι οποίοι αναφέρονταν ως VIP και τους χειριζόταν ένας ειδικός διευθυντής, προκειμένου να «να μην προκαλούν οι υπηρεσίες εποπτείας των ΗΠΑ προβλήματα».
Στις καταθέσεις αναφέρεται συγκεκριμένα μια κλήση του Ιουνίου 2019 στην οποία ο Zhao συμβούλεψε άλλους υπαλλήλους της Binance να μιλήσουν με πελάτες VIP που εδρεύουν στις ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας μεθόδους όπως τηλεφωνικές κλήσεις που δεν θα άφηναν «κανένα ίχνος» των αλληλεπιδράσεων.
Η Binance πρόσφερε επίσης σε ορισμένους σημαντικούς πελάτες την ευκαιρία να ανακτήσουν ξανά την πρόσβαση στην κύρια πλατφόρμα συναλλαγών της, ακόμη και μετά την αναγκαστική αποβολή τους λόγω ανησυχιών ότι εμπλέκονταν σε εγκληματικές δραστηριότητες, ανέφεραν τα δικαστικά έγγραφα. Στα τελευταία αναφέρεται ένα περιστατικό τον Ιούλιο του 2020 στο οποίο οι υπάλληλοι της Binance εντόπισαν έναν συγκεκριμένο χρήστη ως έναν από τους «κορυφαίους συνεισφέροντες στην παράνομη δραστηριότητα», απέκλεισαν τον χρήστη από την πλατφόρμα και στη συνέχεια συζήτησαν μαζί του προκειμένου να του δώσουν οδηγίες για το πώς να ανοίξει έναν νέο λογαριασμό Binance.

Η ποινή στον διακανονισμό της Binance είναι μία από τις μεγαλύτερες που έχει επιβληθεί ποτέ από την κυβέρνηση των ΗΠΑ σε χρηματοπιστωτική εταιρεία. Είναι κοντά στα περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια που κατέβαλε η Goldman Sachs στις αρχές στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο το 2020 προκειμένου να επιλυθούν κατηγορίες ξένων δωροδοκιών. Αλλά υπολείπεται των 8,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων που κατέβαλε η BNP Paribas στους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς το 2014 για παραβίαση των κανόνων κυρώσεων των ΗΠΑ.
Η τύχη του Zhao παραμένει ασαφής καθώς η εκτέλεση της ποινή του είναι ακόμα μακριά. Η εγγύηση του ορίστηκε στα 175 εκατομμύρια δολάρια με εξασφάλιση 15 εκατομμυρίων δολαρίων σε μετρητά και ο ομοσπονδιακός δικαστής του επέτρεψε να επιστρέψει στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου ζει φέτος. Στην ανάρτησή του την Τρίτη είπε ότι δεν μπορεί να δει τον εαυτό του να διευθύνει ξανά μια start-up. «Εάν υπάρχουν ακροατές, μπορεί να είμαι ανοιχτός στο να γίνω προπονητής/μέντορας σε έναν μικρό αριθμό επερχόμενων επιχειρηματιών, ιδιωτικά», έγραψε. «Αν για τίποτα άλλο, μπορώ τουλάχιστον να τους πω τι να μην κάνουν».


