Η Τουρκία εισέρχεται στο 2021 αντιμετωπίζοντας πολλές ασάφειες. Από την μια είναι ενισχυμένη από επιτυχίες σε περιφερειακές συγκρούσεις στις οποίες ενεπλάκη.
Από την άλλη αντιμετωπίζει αυξανόμενα οικονομικά προβλήματα, τα οποία υπήρχαν ήδη και προ της πανδημίας του CoViD-19. Η διαχείριση των συνεπειών της πανδημίας θα αποτελέσει την βασική έγνοια της κυβερνήσεως Ερντογάν. Μια επιλογή κρισίμων ζητημάτων για το νέο έτος ακολουθούν:
Σχέσεις Ερντογάν με το ΜΗΡ
H απόφαση του προέδρου Ερντογάν να συμπήξει συμμαχία με το ΜΗΡ το 2015 είχε ιστορικές συνέπειες για την εσωτερική και εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Η επιρροή του ΜΗΡ στις επιλογές και το στυλ της κυβερνήσεως Ερντογάν υπήρξε καίρια και περιόρισε την ηγεμονική παρουσία του κ. Ερντογάν στην τουρκική πολιτική σκηνή, ιδιαιτέρως μετά την αποχώρηση του γαμπρού του Μπεράτ Αλμπαϊράκ.
Πολλοί θα ανέμεναν μια προσπάθεια αποκαταστάσεως της απολύτου εξουσίας του κ. Ερντογάν εντός του 2021. Η κατάσταση της υγείας του ηγέτη του ΜΗΡ Ντεβλέτ Μπαχτσελί θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίση διαδοχής εντός του ΜΗΡ, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια αναμόρφωση του χάρτη των τουρκικών πολιτικών κομμάτων.
Πρόωρες Εκλογές
“…ο πρόεδρος της Τουρκίας θα μπορούσε να προσφύγει σε πρόωρες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί για άλλη μια φορά το προσωπικό του χάρισμα και δημοφιλία.”
Οι πρόωρες εκλογές αποτελούν ένα από τα ισχυρότερα πολιτικά εργαλεία στα χέρια κάθε κυβερνήσεως. Δεδομένων των αυξανομένων εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων και ότι κανένα από τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως δεν έχει μέχρι στιγμής πετύχει να προσελκύσει τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους, ο πρόεδρος της Τουρκίας θα μπορούσε να προσφύγει σε πρόωρες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί για άλλη μια φορά το προσωπικό του χάρισμα και δημοφιλία. Η κρίση στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή/και την Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πρόφαση για μια τέτοια κίνηση.
Οικονομική Κρίση
“Η ικανότητα της τουρκικής κυβερνήσεως να προσφύγει σε μη συμβατικές μεθόδους, για να αντιμετωπίσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και να υπερασπισθεί την ισοτιμία της τουρκικής λίρας, θα δοκιμασθούν εκ νέου το 2021.”
Ενώ η φράση «η τουρκική οικονομία σε κρίση» δεν έχει λείψει από τα πρωτοσέλιδα εντύπων και ηλεκτρονικών μέσων ενημερώσεως κατά τα τελευταία χρόνια, η ικανότητα της τουρκικής κυβερνήσεως να διαχειρίζεται την κατάσταση αποδείχθηκε αξιοσημείωτη. Ωστόσο, τα περιθώρια ελιγμών πιθανόν να περιορισθούν σύντομα.
Η παραίτηση του Μπεράτ Αλμπαϊράκ ανέδειξε μια διογκούμενη κρίση διακυβερνήσεως συνδεδεμένη με το προσφάτως υιοθετηθέν προεδρικό σύστημα και ένα εντόνως προσωποπαγές σύστημα διακυβερνήσεως. Η ικανότητα της τουρκικής κυβερνήσεως να προσφύγει σε μη συμβατικές μεθόδους, για να αντιμετωπίσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και να υπερασπισθεί την ισοτιμία της τουρκικής λίρας, θα δοκιμασθούν εκ νέου το 2021.
Η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), μια επιλογή την οποία ο πρόεδρος της Τουρκίας έχει επανειλημμένως απορρίψει, καθώς η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος του ΔΝΤ και η αποπληρωμή του τουρκικού χρέους προς το ΔΝΤ υπήρξαν επιτυχίες μείζονος συμβολισμού των πρώτων ετών της κυβερνήσεώς του, ίσως αποβεί αναπόφευκτη.
Η Επιλογή του Χαλιφάτου
“Εν όψει των αυξανομένων εσωτερικών και διεθνών προβλημάτων, η προσφυγή σε κινήσεις υψηλού θρησκευτικού συμβολισμού θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιτυχής κίνηση τακτικής.”
Η μετατροπή του μουσείου της Αγίας Σοφίας σε τέμενος υπήρξε μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες αποφάσεις της τουρκικής κυβερνήσεως η οποία και την εξέθεσε σε αυστηρή διεθνή κριτική, αλλά ενθουσίασε το ισλαμιστικό και εθνικιστικό τμήμα της εκλογικής πελατείας του προέδρου Ερντογάν. Εν όψει των αυξανομένων εσωτερικών και διεθνών προβλημάτων, η προσφυγή σε κινήσεις υψηλού θρησκευτικού συμβολισμού θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιτυχής κίνηση τακτικής.
Μετά την κατάργηση του Σουλτανάτου και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας της Τουρκίας την 29η Οκτωβρίου 1923, το Χαλιφάτο καταργήθηκε δια νόμου την 3η Μαρτίου 1924. Η κατάργηση του νόμου αυτού θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ανασύσταση του Χαλιφάτου, μια κίνηση που θα μπορούσε να συσπειρώσει τους Τούρκους ισλαμιστές και εθνικιστές, και πιθανόν διεθνή συμπαράσταση από την φίλα διακείμενη στην τουρκική κυβέρνηση Ισλαμική Αδελφότητα.
Η πανίσχυρη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων με τον εδραιωμένο της μηχανισμό εντός Τουρκίας και ένα ισχυρό δίκτυο διεθνών δεσμών και επιχειρήσεων, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως το θεσμικό υπόβαθρο ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Επαναπροσδιορίζοντας τις Σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες
“Ενώ η αντιαμερικανική ρητορεία της κυβερνήσεως Ερντογάν μπορεί να ενταθεί λόγω εσωτερικών υπολογισμών, η εγκαθίδρυση μιας σχέσεως συνεργασίας με την κυβέρνηση Μπάιντεν αποτελεί ζωτική προτεραιότητα για την Τουρκία.”
Ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα αποτελέσει αναπόφευκτη προτεραιότητα της κυβερνήσεως Ερντογάν, ιδιαιτέρως λόγω της επιρροής πού έχουν οι σχέσεις αυτές στις προοπτικές της τουρκικής οικονομίας.
Η αποχώρηση του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ και η ανάληψη καθηκόντων από την κυβέρνηση Μπάιντεν μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην Τουρκία για μια σειρά ζητημάτων όπως η εφαρμογή των κυρώσεων CAATSA, η δίκη εναντίον της τουρκικής τράπεζας Halkbank και η θέση της Τουρκίας εντός του ΝΑΤΟ, δεδομένων και των συστηματικών ανοιγμάτων της Τουρκίας προς την Κίνα και την Ρωσία και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου εντός Τουρκίας.
Ενώ η αντιαμερικανική ρητορεία της κυβερνήσεως Ερντογάν μπορεί να ενταθεί λόγω εσωτερικών υπολογισμών, η εγκαθίδρυση μιας σχέσεως συνεργασίας με την κυβέρνηση Μπάιντεν αποτελεί ζωτική προτεραιότητα για την Τουρκία. Οι προοπτικές, ωστόσο, δεν είναι ευοίωνες απούσης μιας ριζικής αναθεωρήσεως των σχέσεων της Τουρκίας με την Ρωσία.