Σημαντικά πρόσφατα γεγονότα, όπως ο αποκλεισμός της Τουρκίας από το σύστημα αιχμής F-35, η απόρριψη του αιτήματος αγοράς νέων F-16 και αναβάθμισης παλαιοτέρων, οδηγούν στην ένδειξη ότι ο πρόεδρος Ερντογάν χάνει την αξιοπιστία του και αποβαίνει επιζήμιος για την πατρίδα του. Η πρόθεσή του να απομακρύνει δέκα πρεσβευτές δυτικών χωρών προκάλεσε τεράστια έκπληξη καθώς υλοποιούμενη θα απομόνωνε την Τουρκία διεθνώς.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Τα προσχήματα βρέθηκαν για να αποσοβηθεί η κρίση, έχει όμως ιδιαίτερη σημασία η φημολογούμενη αντίδραση του υπουργού εξωτερικών Τσαβούσογλου όχι μόνο κατά την έννοια ότι υποδηλώνει ρήγμα στην κυβέρνηση, αλλά και διότι φανερώνει την ύπαρξη προσώπων σε καίριες θέσεις τα οποία έχουν πληρέστερη αντίληψη του τουρκικού εθνικού συμφέροντος από τον πρόεδρο και μπορούν να διαφοροποιούνται.
Κάποιο άλλο τέτοιο πρόσωπο είναι ενδεχομένως ο υπουργός άμυνας Ακάρ. Πριν όμως τοποθετηθούμε για το αν η Τουρκία μπορεί να είναι γεωπολιτικά ισχυρότερη μετά τον Ερντογάν, είναι σημαντικό να γίνει μία αξιολόγηση εκείνων των ιδιόμορφων στοιχείων τα οποία δίνουν στην Τουρκία το σημερινό στρατηγικό της βάρος.
Ισχυρός αντίπαλος της Ρωσίας
Κατά το Ρωσικό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων ένας από τους βασικούς πυλώνες της ρωσικής στρατηγικής του 21ου αιώνα, προκειμένου η Ρωσία να είναι η κύρια ρυθμιστική δύναμη στην Ευρασία, είναι η άσκηση επιρροής σε Μουσουλμανικής πλειοψηφίας χώρες στα νότιά της από την Β. Αφρική έως την Ν. Ασία. Είναι ακριβώς κατά το ίδιο τόξο όπου εμπλέκεται η Τουρκία, περιλαμβάνοντας το θαλάσσιο εύρος από Λιβύη, Κρήτη, Κύπρο ως τις ακτές της Συρίας, τον Ν. Καύκασο και την Κεντρική Ασία όπου επηρεάζει μουσουλμανικά συγγενικά τουρανικά κράτη(-ιστάν).
H πρακτική με την οποία οι δύο χώρες προσεγγίζουν τα σημεία σύγκρουσης συμφερόντων τους είναι ο ¨φιλικός ανταγωνισμός,¨ όπου οι τοπικές διενέξεις τους δίνουν την ευκαιρία έμμεσης επέμβασης και δημιουργίας ενός status το οποίο κατά βάση επιδιώκουν να διαχειρισθούν πρώτιστα οι ίδιες. Η πρακτική αυτή βέβαια δεν αναιρεί το γεγονός μιας διαρκούς υποβόσκουσας απειλής εκ μέρους της Τουρκίας για την ισχυρότερη Ρωσία, η οποία απασχολεί την ρωσική διπλωματία
Δίνουμε μερικά παραδείγματα “φιλικού ανταγωνισμού” μεταξύ των δύο χωρών.
Λιβύη-Β. Αφρική
Το μέλλον της περιοχής θα εξαρτηθεί από το τέλος της εμφύλιας Λιβυκής σύρραξης. Όπως φαίνεται η ισορροπία θα κριθεί από τις διπλωματικές προσπάθειες Τουρκίας και Ρωσίας, οι οποίες έχουν έμμεσα στρατιωτικά υποστηρίξει η μεν πρώτη την αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης η δε δεύτερη τον στρατηγό Χαφτάρ. Η προσπάθεια της ΕΕ για πολιτική προσέγγιση μάλλον έχει αποτύχει ως τώρα ( Βερολίνο).
Μία εκτίμηση είναι ότι η χώρα θα διαιρεθεί σε δύο ζώνες επιρροής, μεταξύ Τουρκίας αφενός και αφετέρου, Αιγύπτου η οποία αν και απομακρυσμένη παραμένει φίλη της Ρωσίας, Ρωσίας, ΗΑΕ τα οποία συμμερίζονται τις Αιγυπτιακές θέσεις και Γαλλίας. Είναι κρίσιμο το γεγονός ότι η Αίγυπτος και τα ΗΑΕ συνασπίζονται στην αντι-τουρκική πλευρά δεδομένης της υποστήριξης της Τουρκίας προς τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τις σχετιζόμενες με αυτήν ανατρεπτικές δυνάμεις. Σημειώνεται ακόμη η ιστορική σχέση Ρωσίας- Αλγερίας, καθώς η δεύτερη εξοπλίζεται με βαρύ οπλισμό από την πρώτη ο οποίος περιλαμβάνει και σύγχρονα συστήματα.
Νότιος Καύκασος
Η Ρωσία είχε μια σημαντική ειρηνευτική επιτυχία τον Νοέμβριο 2020 στο Καραμπάχ, όπου σεβόμενη το διεθνές δίκαιο δεν υποστήριξε την παράνομη κατοχή Αζέρικων εδαφών από την Αρμενία, ενώ παράλληλα σεβόμενη τις αμυντικές υποχρεώσεις της προς το Εριβάν προειδοποίησε το Μπακού και κατ΄επέκταση την συμμαχική του Άγκυρα να μην επιτεθούν στην Αρμενία, πέρα από την ανάκτηση των Αζέρικων εδαφών.
Σημαντικός ήταν ο ρόλος των μη επανδρωμένων ιπτάμενων σκαφών τα οποία η Τουρκία είχε πωλήσει στο Αζερμπαϊζάν. Η κατάπαυση των εχθροπραξιών προωθεί σημαντικά τα εμπορικά συμφέροντα της Ρωσίας στην περιοχή, όπως και της Τουρκίας και της Περσίας.
Συρία
Με την συμφωνία της Αστάνα, πρωτεύουσας του Καζακστάν, τον Μάϊο 2017, η Ρωσία, η Τουρκία και η Περσία ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να ενεργήσουν ως εγγυητές για την αποκλιμάκωση των συγκρούσεων στην Συρία. Η συμφωνία προβλέπει ζώνες επιρροής μεταξύ των εγγυητριών οι παραβιάσεις των οποίων ένθεν και ένθεν, με κινητοποίηση και υποστήριξη των καθεστωτικών δυνάμεων από την Ρωσία και την Περσία, οδηγούν στις σημερινές εχθροπραξίες .
Η τελική έκβαση είναι απρόβλεπτη αλλά αν οι συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ευοδωθούν, θα μπορούσε η χώρα αυτή έντιμα να αποχωρήσει. Η Τουρκία θα μπορούσε να ελέγξει τις περιοχές της Ιντλίμπ, και η Ρωσία να είναι ο κύριος εγγυητής του νέου Συριακού καθεστώτος.
Με τα παραπάνω παραδείγματα “φιλικού ανταγωνισμού” μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας γίνεται σαφής η δυνατότητα και ο ρόλος της πρώτης να μπορεί να ενεργεί εξισορροπητικά, προς ίδιον συμφέρον βέβαια, σχετικά με τις επιδιώξεις της δεύτερης. Αυτή είναι η οπτική την οποία υιοθετεί και ο Δυτικός παράγοντας για τον ρόλο της Τουρκίας, η οποία δεν διαφεύγει βέβαια από τις εκτιμήσεις της Τουρκικής ελίτ.
Το βασικό ερώτημα το οποίο αναφύεται είναι, αν μετά την απέλευση Ερντογάν οι Τούρκοι ηγέτες θα ήταν διατεθειμένοι και ως ποιο βαθμό να υιοθετήσουν μία σαφέστερη δυτικόστροφη στρατηγική για την χώρα τους, εγκαταλείποντας την Μουσουλμανική Αδελφότητα και εισάγοντας μία νέα κοσμοπολίτικη κοινωνική νοοτροπία. Βέβαια μία τέτοια επιλογή δεν θα ήταν απαλλαγμένη διλημμάτων, όμως θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι έτσι η Τουρκία θα πλησίαζε πχ την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ με προφανή οικονομικά και γεωστρατηγικά οφέλη ενώ θα μπορούσε να διατηρεί μια ισόρροπη σχέση με το Κατάρ.
Αυξάνοντας την αξιοπιστία της προς τον Δυτικό παράγοντα θα μπορούσε να συμμετάσχει στα νέα συστήματα 5ης γενιάς F35, τα οποία θα της έδιναν εξαιρετική ισχύ, και να ισχυροποιήσει τις θέσεις της σε όλα τα σημεία γεωγραφικής σύμπτωσης με την Ρωσική παρουσία. Μία τέτοια Τουρκία θα είχε εξέχουσα θέση στην Δυτική στρατηγική για άσκηση πίεσης προς την Ρωσία.
Υπάρχει βέβαια και το παράλληλο ερώτημα, ποιος θα ήταν ο αντίκτυπος μιας τέτοιας τουρκικής μεταλλαγής στις ελληνικές θέσεις. Εκτιμούμε ότι θα υπήρχαν σημαντικά στοιχεία σύμπτωσης, όπως πχ στις σχέσεις με τον Αραβικό κόσμο και ενδεχόμενα μια ηπιότερη σχέση μεταξύ των δύο χωρών. Παραμένει όμως προς διερεύνηση η διαμόρφωση των τουρκικών θέσεων στα θέματα του Αιγαίου, του Κυπριακού και της Ανατολικής Μεσογείου, όπου ο ερντογανισμός έχει αφήσει ισχυρό διεκδικητικό αποτύπωμα.
Κατά την άποψή μας η λύση θα δινόταν σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, το οποίο σέβονται οι κοινοί σύμμαχοι των δύο χωρών καθώς και η Ρωσία. Ίσως στην περίπτωση αυτή η ελληνική διπλωματία θα έκαλείτο να ξεπεράσει κάποια ταμπού στην πορεία προς το Διεθνές Δικαστήριο.
* Ο κ. Νικήτας Σίμος είναι οικονομολόγος, γεωπολιτικός αναλυτής