Ταϊβάν | Αν θες να γονατίσεις τη Δύση …  “εμπάργκο” στους μικροεπεξεργαστές

Ταϊβάν | Αν θες να γονατίσεις τη Δύση ...  "εμπάργκο" στους μικροεπεξεργαστές
Ταϊβάν | Αν θες να γονατίσεις τη Δύση …  “εμπάργκο” στους μικροεπεξεργαστές

Έχουμε αναφερθεί αρκετές φορές στις αυξήσεις τιμών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Από τις ακραίες καιρικές συνθήκες που πλήττουν τις σοδειές μέχρι την ανεπάρκεια στην προσφορά των τσιπ, οι στρεβλώσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες είναι πολυμέτωπες σε μια εποχή που το παγκόσμιο εμπόριο αναπληρώνει ένα μεγαλύτερο κομμάτι της κατανάλωσης λόγω της πανδημίας της νόσου Covid-19.

Παρά τη μνημειώδη ύφεση στην παγκόσμια οικονομία που προκλήθηκε από την πανδημία του ιού SARS-CoV-2, οι τιμές των βιομηχανικών εμπορευμάτων έχουν σκαρφαλώσει σε πολύ υψηλά εάν όχι ανεπανάληπτα επίπεδα εδώ και ένα 12μήνο.

Από τις αρχές του περσινού Ιουνίου, η τιμή spot του χαλκού έχει αναρριχηθεί τουλάχιστον 54% από τα 5.905 δολάρια τον τόνο στα 9.148 δολάρια, με αποκορύφωμα τα 10.373 δολάρια τον τόνο που καταγράφηκαν τον Μάιο στο χρηματιστήριο του Λονδίνου.

Παρομοίως, η τιμή spot του αλουμινίου έχει ενισχυθεί πάνω από 50% εδώ και ένα 12μήνο, ξεκινώντας από τα 1.627 δολάρια τον τόνο για να φθάσει αυτήν την εβδομάδα στα 2.544 δολάρια.

Αν θες να γονατίσεις τη Δύση …  “εμπάργκο” στους μικροεπεξεργαστές

Οι ημιαγωγοί, ή μικροεπεξεργαστές ή μικροτσίπς , αποτελούν την καρδιά κάθε τεχνολογικής συσκευής και ως εκ τούτου την καρδιά της σύγχρονης οικονομίας. Τηρουμένων των αναλογιών οι μικροεπεξεργαστές αποτελούν την καρδιά της σύγχρονης οικονομίας όπως το πετρέλαιο τη δεκαετία του ’70 αποτελούσε το “αίμα” κάθε  οικονομικής δραστηριότητας. 

Όταν ο ΟΠΕΚ επέβαλε εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου στη Δύση λόγω της υποστήριξης στο Ισραήλ, η τιμή του πετρελαίου τετραπλασιάστηκε, ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε και οι ΗΠΑ με την Ευρώπη επέβαλαν δελτίο στα καύσιμα. Ένα μέρος των πληθωριστικών πιέσεων στην παγκόσμια οικονομία αυτή την περίοδο οφείλεται στη μειωμένη προσφορά μικροεπεξεργαστών.

Αν κάποιος θα ήθελε να γονατίσει τη Δύση σήμερα θα της επέβαλε “εμπάργκο” στους μικροεπεξεργαστές. Περίπου το 80% όλων των μικροεπεξεργαστών σήμερα κατασκευάζονται στη βορειοανατολική Ασία. Τη μερίδα του λέοντος της παραγωγής κατέχει η Ταϊβάν η οποία αποτελεί εδώ και δεκαετίες στόχο προσάρτησης της Κίνας.

Στις ΗΠΑ έχουν συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο και φέτος ο Πρόεδρος Μπάιντεν εξήγγειλε ένα πρόγραμμα ύψους 50 δισ. δολ.  μεταφοράς της παραγωγής στις ΗΠΑ.  Τούτο όμως θα χρειαστεί αρκετά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί. 

Εταιρείες όπως οι  αμερικάνικες  Intel (INTC) και  AMD (AMD) των οποίων οι μικροεπεξεργαστές βρίσκονται σε κάθε υπολογιστή παράγουν τα προϊόντα τους στην Taiwan Semiconductor Manufacturing (TSM).

Μια εισβολή της Κίνας στην Ταιβάν σήμερα θα ισοδυναμούσε με έλεγχο όλων των χωρών του Περσικού Κόλπου τη δεκαετία του ’70 από την ΕΣΣΔ.

Το ιδιαίτερο καθεστώς της Ταϊβάν

Το ιδιαίτερο καθεστώς της Ταϊβάν παραμένει ακόμη  ασαφές, καθιστώντας τη νήσο κατά πολλούς «γκρίζα ζώνη». Παρά το γεγονός πως – μεταξύ άλλων –  έχει δικό της σύνταγμα, ενεργά στρατεύματα στις ένοπλες δυνάμεις του και δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες (BBC News, 2019), η πλειοψηφία των διεθνών δρώντων δεν την αναγνωρίζει ως ανεξάρτητο κράτος. Φυσικό επακόλουθο της εν λόγω διχοτόμησης είναι η αποδοχή του δυσδιάκριτου νομικού καθεστώτος της Ταϊβάν και η τήρηση ουδέτερης, κατά το δυνατόν, στάσης, με τα κράτη που αναγνωρίζουν επίσημα τη ROC και διατηρούν διπλωματικές σχέσεις μαζί της να μην ξεπερνούν τα δεκαπέντε (The Guardian, 2019).

Αξιοσημείωτο παράδειγμα, στην πρόσφατη ιστορία, της συνεχούς αντιπαράθεσης και των συγκρουσιακών διπλωματικών πρακτικών μεταξύ των δύο πλευρών αποτελεί η δήλωση πολιτικών των Νήσων του Σολομώντα, οι οποίοι υποστηρίζουν πως τόσο η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (Κίνα), όσο και η αυτοαποκαλούμενη Δημοκρατία της Κίνας (Ταϊβάν) τους προσέφεραν μεγάλα χρηματικά ποσά σε μια απόπειρα να τους δωροδοκήσουν, επιδιώκοντας να καρπωθούν την υποστήριξή τους.  Χαρακτηριστικό είναι πως το Σεπτέμβρη, ο Manasseh Sogavare, πρωθυπουργός των Νήσων του Σολομώντα, τερμάτισε τις μακρόχρονες διπλωματικές επαφές με την Ταϊβάν, στρέφοντας το ενδιαφέρον του στο Πεκίνο (The Guardian, 2019).

Οι ΗΠΑ ακολουθούν μια στρατηγική ασάφειας, επιδιώκοντας να ισορροπία  τόσο με το Πεκίνο, όσο και με την Ταϊπέι.

Ενδεικτικό παράδειγμα της εν λόγω στρατηγικής αποτελεί το γεγονός πως, παρά την κατάργηση της διπλωματικής αναγνώρισης της Ταϊβάν το 1979 από πλευράς των Αμερικανών, το Κογκρέσο της χώρας ψήφισε την ίδια μέρα την πράξη νομοθετικού περιεχομένου, «Taiwan Relations Act». …«οποιαδήποτε προσπάθεια να προσδιοριστεί το μέλλον της Ταϊβάν με άλλα εκτός από ειρηνικά μέσα… [αποτελεί] απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια του χώρου του Δυτικού Ειρηνικού και [θα θεωρηθεί] σοβαρή ανησυχία για τις Ηνωμένες Πολιτείες», ενώ παράλληλα γίνεται λόγος και για την παροχή αμυντικών όπλων στις δυνάμεις της νήσου (RFI, 2019, BBC News, 2019), αναφέρει η πράξη νομοθετικού περιεχομένου.

Η αμερικανική εμπλοκή κατέστη πασιφανής το έτος 1996, κατά το οποίο διεξήχθησαν οι πρώτες άμεσες προεδρικές εκλογές στην Ταϊβάν. Η κυβέρνηση του Πεκίνου, σε μια απόπειρα να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα, προκάλεσε την Ταϊπέι μέσω πυραυλικών δοκιμών, με τους Αμερικανούς να απαντούν αμέσως, στέλνοντας στρατιωτικές δυνάμεις στο στενό της Ταϊβάν (BBC News, 2019).

Στο πλαίσιο των κακών σχέσεων που έχουν, ειδικά μετά τον COVID-19, Ουάσινγκτον και Πεκίνο είναι δεδομένο πως η Ταιπέι αποκτά αναβαθμισμένο ρόλο. Μόνο τον χάρτη να δει κανείς καταλαβαίνει πως πρόκειται για στρατηγικής σημασίας νησί που όποιος το κατέχει, μπορεί να προκαλέσει πλήγμα στο μαλακό υπογάστριο της Κίνας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *