Οι Ισπανοί Σοσιαλιστές και οι Podemos έχουν δημιουργήσει παράδοση στενής κυβερνητικής συνεργασίας με τον Ερντογάν. Αν και αυτοπροβάλλονται σαν ευρωπαϊστές και «προοδευτικοί» δεν έχουν κανένα πρόβλημα να υποστηρίζουν έμπρακτα τη νεο-οθωμανική επεκτατική στρατηγική του Ερντογάν και ένα καθεστώς με έντονα τα ισλαμιστικά – εθνικιστικά χαρακτηριστικά.
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Η απαράδεκτη συμπεριφορά του Σοσιαλιστή πρωθυπουργού της Ισπανίας, Σάντσεθ, και των Podemos που συμπληρώνουν την κυβέρνησή του, αναδεικνύει τις αντιφάσεις της Ε.Ε. όπου ηγέτες, θεσμικοί παράγοντες, κυβερνήσεις και κόμματα άλλα λένε, άλλα εννοούν και άλλα τελικά κάνουν.
Πρωτοβουλία για το Anadolu
Τον Δεκέμβριο του 2020 πήρα την πρωτοβουλία και ζήτησα με επιστολή στον Σοσιαλιστή πρωθυπουργό της Ισπανίας, Σάντσεθ, και τον τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και ηγέτη των Podemos, Ιγκλέσιας, να σταματήσουν τη ναυπήγηση από ισπανικές εταιρείες του τουρκικού αεροπλανοφόρου Anadolu, πιστού αντίγραφου του ισπανικού αεροπλανοφόρου Χουάν Κάρλος Α’.
Το αίτημά μου υποστήριξαν υπογράφοντας την επιστολή, ο επικεφαλής της ομάδας των ευρωβουλευτών της ΝΔ, Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο επικεφαλής της ομάδας ευρωβουλευτών του ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, ο επικεφαλής της ομάδας των ευρωβουλευτών του ΔΗΣΥ, Λευτέρης Χριστοφόρου και ο επικεφαλής της ομάδας ευρωβουλευτών της ΕΔΕΚ, Δημήτρης Παπαδάκης.
Στην επιστολή ανέφερα ότι το πρόγραμμα υπερεξοπλισμού της Τουρκίας από ισπανικές εταιρείες είχε ξεκινήσει πριν την άνοδο των Σοσιαλιστών και των Podemos στην εξουσία. Επειδή όμως τα τελευταία χρόνια παρατηρείται κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας, έπρεπε να «παγώσει» η ναυπήγηση του τουρκικού αεροπλανοφόρου μέχρις ότου υιοθετήσει ο Ερντογάν μία πολιτική που δεν θα αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου και δεν θα παραβιάζει τους κανόνες του διεθνούς Δικαίου.
Άσκησα επίσης πίεση στην κατεύθυνση του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπεύθυνου για τις Εξωτερικές Σχέσεις, Μπορέλ, ο οποίος είναι και βασικό στέλεχος του ισπανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSOE). Υπέγραψα και ανάλογη επιστολή προς την καγκελάριο Μέρκελ μαζί με άλλους 53 ευρωβουλευτές διαφόρων χωρών και πολιτικών ομάδων, με την οποία της ζητούσα να «παγώσει» το πρόγραμμα κατασκευής γερμανικών υποβρυχίων για λογαριασμό του τουρκικού πολεμικού ναυτικού.
Ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Ισπανού πρωθυπουργού απέκλεισε με απαντητική επιστολή οποιοδήποτε περιορισμό στη συνεργασία στον τομέα των εξοπλισμών με την Τουρκία επικαλούμενος κοινές αρχές και αξίες στα πλαίσια της συμμαχίας του ΝΑΤΟ.
Χειρότερη η συνέχεια
Η συνέχεια αποδείχθηκε χειρότερη. Ο πρωθυπουργός της Ισπανίας αξιοποίησε την έβδομη ισπανο-τουρκική σύνοδο που πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα για να εντατικοποιήσει τη στρατιωτική και οικονομική συνεργασία με την Τουρκία.
Όπως είπε στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε στις 17 Νοεμβρίου 2021 με τον Ερντογάν: «Θέλουμε η Τουρκία να είναι μέρος της Ε.Ε. Η Τουρκία δεν είναι απλώς γείτονας για την Ισπανία, είναι σύμμαχος, εταίρος. Όπως είπε ο κ. Ερντογάν, θέλουμε να συνεχίσουμε τη θετική ατζέντα που προβλέπει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.»
Από την πλευρά του, ο Ερντογάν δήλωσε εξαιρετικά ικανοποιημένος από τη συνεργασία με την Ισπανία και τόνισε μεταξύ των άλλων: «Το πρώτο αεροπλανοφόρο δεν ήταν τόσο μεγάλο. Συμφωνήσαμε στην κατασκευή ενός μεγαλύτερου. Πιθανόν να μπούμε και σε μία συνεργασία και για υποβρύχιο».
Ο Τούρκος πρόεδρος αναφέρθηκε και στην πρόταση της ισπανικής τράπεζας BBVA να εξαγοράσει έναντι 2,25 δισ. ευρώ το 50,15% των μετοχών της τουρκικής τράπεζας Garanti, παρουσιάζοντάς την σαν ένδειξη εμπιστοσύνης στην τουρκική οικονομία.
Απειλή στο Αιγαίο
Το 30.000 τόνων «ελαφρύ αεροπλανοφόρο» Anadolu αποτελεί ένα εξελιγμένο οπλικό σύστημα που μετά την ένταξή του στο τουρκικό πολεμικό ναυτικό, πιθανότατα εντός του 2022, θα αποτελεί διαρκή απειλή για την Ελλάδα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε την αξιοποίηση του Anadolu ως βάση απονήωσης ειδικά διαμορφωμένων μαχητικών αεροσκαφών F-35.
Ευτυχώς για την Ελλάδα, η απόφαση του Ερντογάν να προμηθευτεί ρωσικούς πυραύλους S-400 προκάλεσε την αντίδραση των Αμερικανών, οι οποίοι απέκλεισαν την Τουρκία από τη συμπαραγωγή των F-35 και δεν της επέτρεψαν να προμηθευτεί το μαχητικό αεροσκάφος 5ης γενιάς.
Έτσι, το Anadolu έμεινε χωρίς το υπερόπλο που θα άλλαζε τον συσχετισμό δυνάμεων σε βάρος μας. Το τουρκικό Γενικό Επιτελείο προχώρησε, υποχρεωτικά, στον επαναπροσδιορισμό της βασικής αποστολής του Anadolu. Αντί για πλατφόρμα για μαχητικά αεροσκάφη F-35 θα μετατραπεί σε πλατφόρμα για drones και ελικόπτερα, ενώ θα μεταφέρει αποβατικά σκάφη, άρματα μάχης και ειδικές δυνάμεις που θα επιτρέπουν την άμεση τουρκική παρέμβαση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Πρόκειται για ένα επιθετικό οπλικό σύστημα, το οποίο Ισπανοί και Τούρκοι θέλουν τώρα να συμπληρώσουν με ένα μεγαλύτερο αεροπλανοφόρο που δεν θα έχει τους περιορισμούς που χαρακτηρίζουν το Anadolu. Επιδίωξη του Ερντογάν είναι ένας μεγαλύτερος διάδρομος προσνήωσης/απονήωσης αεροσκαφών για να μη χρειάζεται ειδική μετασκευή ώστε το νέο αεροπλανοφόρο να αποτελεί βάση για διάφορους τύπους μαχητικών αεροσκαφών.
Δυναμική υποστήριξη
Η κυβέρνηση της Ισπανίας σπεύδει να υποστηρίξει με δυναμικό τρόπο τον Ερντογάν σε μία περίοδο κατά την οποία κινδυνεύει με διεθνή απομόνωση.
Ο Ερντογάν χάνει τη σημαντικότερη σύμμαχό του στην Ε.Ε., την Άνγκελα Μέρκελ. Η καγκελάριος τήρησε στάση ίσων αποστάσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και διευκόλυνε με τις παρεμβάσεις και τους συμβιβασμούς της τον Ερντογάν.
Η νέα γερμανική κυβέρνηση, η οποία εκτός απροόπτου θα αποτελείται από Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινους και Φιλελεύθερους, αναμένεται να είναι πιο προσεκτική στην πολιτική της έναντι της Τουρκίας.
Οι Πράσινοι θεωρούν επιθετική την πολιτική της Τουρκίας και καταπιεστικό το καθεστώς Ερντογάν. Οι Φιλελεύθεροι προβάλλουν και αυτοί τα αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά της πολιτικής του Ερντογάν.
Η νέα γερμανική κυβέρνηση δεν αναμένεται να στραφεί εναντίον του τουρκικού καθεστώτος, προβλέπεται όμως ότι θα του προσφέρει λιγότερες διευκολύνσεις.
Οι σχέσεις Άγκυρας και Ουάσιγκτον εξελίσσονται από το κακό στο χειρότερο. Ο Ερντογάν ζήτησε από τον Μπάιντεν να μετατρέψει τα 1,5 δισ. δολάρια που είχε καταβάλλει η Τουρκία σαν προκαταβολή για τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα των F-35, σε μαχητικά 4ης γενιάς F-16.
Η πολεμική αεροπορία της Τουρκίας έχει υποβαθμιστεί με ευθύνη του ίδιου του Ερντογάν. Μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016, ο Ερντογάν προχώρησε σε μαζικές εκκαθαρίσεις έμπειρων πιλότων ρίχνοντας έτσι το επίπεδο της πολεμικής αεροπορίας.
Η απόφασή του να προμηθευτεί τους ρωσικούς πυραύλους S-400 του στέρησε τη δυνατότητα να προμηθευτεί τα εκατό F-35 που είχε συμφωνήσει, με τα οποία θα ανέτρεπε τον συσχετισμό δυνάμεων σε βάρος της Ελλάδας.
Το εμπάργκο στην προμήθεια οπλικών συστημάτων που έχουν επιβάλλει οι ΗΠΑ αφορά και στην τεχνική υποστήριξη και τα ανταλλακτικά των F-16. Έτσι η Τουρκία έχει αρχίσει να έχει πρόβλημα και με τα μαχητικά 4ης γενιάς της πολεμικής αεροπορίας της.
Ο Μπάιντεν δεν φαίνεται διατεθειμένος να ικανοποιήσει, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, το αίτημα Ερντογάν για μετατροπή της προκαταβολής των F-35 για προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών F-16. Του ξεκαθάρισε ότι το σχετικό αίτημα θα πρέπει να εγκριθεί από τα νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ στα οποία έχει διαμορφωθεί πλειοψηφία κατά της ανάπτυξης στρατιωτικής συνεργασίας με την Τουρκία.
Ο Ερντογάν δεν έχει σταθερή γραμμή στο ζήτημα, γεγονός που εξασθενίζει ακόμη περισσότερο τη διαπραγματευτική του θέση έναντι του Μπάιντεν. Ανακοίνωσε ότι είναι πολύ πιθανόν να προμηθευτεί η Τουρκία και άλλους ρωσικούς πυραύλους τύπου S-400, ενώ αξιοποίησε την κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Σάντσεθ στην Άγκυρα για να επιβεβαιώσει ότι, ύστερα από πρωτοβουλία της ρωσικής πλευράς, θα υπάρξει συμπαραγωγή τμημάτων των S-400 στην Τουρκία.
Μακρόν και Ντράγκι
Μεγάλη πίεση στην Τουρκία ασκεί και ο πρόεδρος της Γαλλίας, Μακρόν, ο οποίος θεωρεί ότι η πολιτική που εφαρμόζει ο Ερντογάν έναντι της Ελλάδας, της Κύπρου, στην Ανατολική Μεσόγειο και σε χώρες της Αφρικής βλάπτει τα ευρωπαϊκά και εθνικά συμφέροντα της Γαλλίας.
Ο Γάλλος πρόεδρος προχώρησε σε μία στρατηγική συμμαχία με την Ελλάδα ενισχύοντας εντυπωσιακά τη θέση της έναντι της Τουρκίας. Η πρόσκληση που απηύθυνε στην Ελλάδα για συμμετοχή στη Διεθνή Διάσκεψη για τη Λιβύη που οργάνωσε η Γαλλία ανέδειξε και τη διαφορά του με τη Μέρκελ. Η καγκελάριος δίνει προτεραιότητα στην Άγκυρα έναντι της Αθήνας, ενώ ο Γάλλος πρόεδρος επενδύει στις σχέσεις με τον Μητσοτάκη και την Αθήνα.
Αρκετά αυστηρός με την Τουρκία και τον Ερντογάν είναι και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Ο Ντράγκι έχει αναφερθεί σε πρακτικές δικτάτορα του Ερντογάν και, χωρίς να παρεμβαίνει με τον δυναμισμό που χαρακτηρίζει τον Μακρόν, στέλνει τα δικά του μηνύματα στην Άγκυρα ότι πρέπει να αλλάξει στρατηγική.
Το δίδυμο Μακρόν – Ντράγκι αναμένεται να ενισχύσει τον πολιτικό του ρόλο στην Ε.Ε. τώρα που φεύγει η Μέρκελ από την καγκελαρία και θα χρειαστεί χρόνο η κυβέρνηση συνασπισμού στη Γερμανία για να ξεκαθαρίσει και να εφαρμόσει τη στρατηγική της.
Σε αυτές τις συνθήκες, η φιλοτουρκική παρέμβαση των Ισπανών Σοσιαλιστών και των Podemos αποκτά ξεχωριστή σημασία για την Τουρκία. Οι Ισπανοί «προοδευτικοί» στέλνουν μήνυμα στον Ερντογάν ότι είναι πρόθυμοι να καλύψουν, έναντι ανταλλαγμάτων, το διπλωματικό κενό που δημιουργεί για την Τουρκία η αποχώρηση Μέρκελ.
Στέλνουν επίσης μήνυμα ότι η πολιτική της Γαλλίας και της Ιταλίας δεν δεσμεύει την Ισπανία, η οποία είναι αποφασισμένη να ακολουθήσει τη δική της μεσογειακή πορεία διευκολύνοντας τη νεο-οθωμανική πολιτική του Ερντογάν.
Τέλος, οι Ισπανοί Σοσιαλιστές και οι Podemos διαχωρίζουν τη θέση τους και από τις ΗΠΑ, τη βασική δύναμη του ΝΑΤΟ, οι οποίες σε αυτή τη φάση ασκούν πίεση στην Τουρκία ματαιώνοντας ή περιορίζοντας τα εξοπλιστικά προγράμματα. Η κυβέρνηση της Ισπανίας επιμένει στον υπερεξοπλισμό της Τουρκίας σε βάρος της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ακόμη και της συνοχής του ΝΑΤΟ.
Σε δύσκολη θέση
Ορισμένοι αναλυτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα εντυπωσιακά ανοίγματα του Σάντσεθ προς τον Ερντογάν μπορεί να οφείλονται στη μεγάλη έκθεση των ισπανικών τραπεζών στην τουρκική οικονομία. Εκτιμούν ότι οι Ισπανοί είναι αναγκασμένοι να στηρίξουν οικονομικά την Τουρκία γιατί ενδεχόμενη κατάρρευση της οικονομίας της θα είχε μεγάλο κόστος γι’ αυτούς.
Ο Ερντογάν ακολουθεί μία ιδιόμορφη οικονομική πολιτική. Επιβάλλει κάθε τόσο στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας να μειώνει τα βασικά επιτόκια, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός είναι της τάξης του 20% και η τουρκική λίρα βρίσκεται σε μεγάλη πτώση. Η συναλλαγματική ισοτιμία είναι περισσότερες από 10 τουρκικές λίρες για ένα δολάριο ΗΠΑ.
Ο εισαγόμενος πληθωρισμός έρχεται να κάνει ακόμη πιο δύσκολη την κατάσταση. Εκτιμάται ότι οι ανατιμήσεις στα εισαγόμενα προϊόντα για την τουρκική βιομηχανία είναι της τάξης του 40%. Επικριτές του Ερντογάν υποστηρίζουν ότι ακολουθεί πολιτική μείωσης των επιτοκίων –αναδομώντας κάθε τόσο τους διοικητές και υποδιοικητές της Κεντρικής Τράπεζας που έχουν αντίρρηση– για να διευκολύνει έναν κλειστό κύκλο μεγάλων υπερχρεωμένων επιχειρηματιών, οι οποίοι τον υποστηρίζουν.
Ανεξάρτητα από τις αναλύσεις και τις ερμηνείες, η τουρκική οικονομία εμφανίζεται ταυτόχρονα δυναμική και αποσταθεροποιημένη. Ο ρυθμός με τον οποίο αναπτύσσεται ξεπερνάει τον ρυθμό με τον οποίο ανακάμπτει η ελληνική οικονομία, αλλά το εθνικό νόμισμα διολισθαίνει συνεχώς παρασύροντας προς τα κάτω τη δανειοληπτική ικανότητα μεγάλων τουρκικών επιχειρήσεων που είναι υπερχρεωμένες σε συνάλλαγμα αλλά και το βιοτικό επίπεδο των μη προνομιούχων Τούρκων.
Επικίνδυνος συνδυασμός
Ο συνδυασμός αλλοπρόσαλλης και επιθετικής εξωτερικής πολιτικής και αποσταθεροποίησης της τουρκικής οικονομίας είναι εξαιρετικά επικίνδυνος.
Μπορεί να ενθαρρύνει τον Ερντογάν στον τυχοδιωκτισμό του σε μια προσπάθεια να στρέψει την προσοχή του τουρκικού λαού μακριά από τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και να επιχειρήσει την εθνική συσπείρωση σε νέα βάση.
Τα τελευταία χρόνια, ο Ερντογάν εξασφαλίζει κοινοβουλευτική πλειοψηφία συνεργαζόμενος με τους ακροδεξιούς εθνικιστές του Μπαχτσελί. Με βάση τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, το κόμμα του Ερντογάν παραμένει πρώτο αλλά με σημαντικές απώλειες της τάξης των δέκα μονάδων σε σχέση με τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, ενώ οι ακροδεξιοί σύμμαχοί του δεν περνάνε το 10% που εξασφαλίζει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Κατά συνέπεια, αυξάνονται οι πιθανότητες να επενδύσει ο Ερντογάν στην πόλωση στο εσωτερικό ή σε περιπέτειες στο εξωτερικό, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τη θέση του έναντι των πολιτικών αντιπάλων του.
Ελληνική δυσαρέσκεια
Η παρέμβαση των Σοσιαλιστών και των Podemos έναντι του Ερντογάν είναι λογικό να δυσαρεστεί την ελληνική πλευρά. Η Ελλάδα ήταν πάντα ιδιαίτερα προσεκτική σε ζητήματα που άπτονται των εθνικών συμφερόντων και της ίδιας της εθνικής ακεραιότητας της Ισπανίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η επίσημη Ελλάδα δεν έδωσε ποτέ ευκαιρίες στο αυτονομιστικό κίνημα της Καταλονίας που έχει μετατραπεί σε πλειοψηφικό ρεύμα, ελέγχει την περιφερειακή κυβέρνηση και διεκδικεί την πραγματοποίηση δημοψηφίσματος για την έγκριση της απόσχισης της Καταλονίας από την Ισπανία.
Είναι τουλάχιστον προκλητικό να μη λαμβάνει η Ισπανία υπόψη της τα δικά μας καλώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα όταν αντιμετωπίζει η ίδια ένα τόσο σημαντικό πρόβλημα και στηρίζεται στην ευρωπαϊκή μας αλληλεγγύη, την οποία εκδηλώνουμε με συνέπεια.
Ο ηγέτης της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης, Πάμπλο Κασάντο, διαχώρισε τη θέση του από τις επιλογές Σάντσεθ σε σχέση με τον Ερντογάν.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επενδύσει στην ανάπτυξη της συνεργασίας με την Ισπανία, αλλά δεν πρόκειται να δεχθεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Μαδρίτης στον υπερεξοπλισμό της Τουρκίας. Υπάρχουν ήδη αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που επιβάλλουν αυτοσυγκράτηση στην ισπανική πλευρά, ενώ είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστούν οι ελληνικές παρεμβάσεις στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και μεταξύ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για να αλλάξει η πολιτική της κυβέρνησης της Ισπανίας σε όφελος της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και σε βάρος των επιλογών του Ερντογάν.
Το μήνυμα της Λευκορωσίας
Τα πολιτικά ανοίγματα Σάντσεθ προς τον Ερντογάν αγνοούν επιδεικτικά και τα μηνύματα που μας στέλνει η κρίση που προκάλεσε ο δικτάτορας της Λευκορωσίας, Λουκασένκο, στα σύνορα με την Πολωνία και τη Λιθουανία.
Ο Λουκασένκο υιοθέτησε τη μέθοδο Ερντογάν και μετέτρεψε τις ροές προσφύγων και μεταναστών σε μέθοδο άσκησης πίεσης σε βάρος της Ε.Ε.
Η Ε.Ε. έχει επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στο καθεστώς της Λευκορωσίας εξαιτίας της βίας και της νοθείας στις εκλογές, αλλά και της κρατικής αεροπειρατείας που οργάνωσε ο Λουκασένκο προκειμένου να συλλάβει έναν αντικαθεστωτικό blogger.
Ακολουθώντας το κακό παράδειγμα του Ερντογάν, ο Λουκασένκο αντεπιτέθηκε στέλνοντας πρόσφυγες και μετανάστες στα σύνορα της Λευκορωσίας με την Πολωνία και τη Λιθουανία. Το εκπληκτικό είναι ότι έφερε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες αεροπορικώς από το Ιράκ, τη Συρία, τον Λίβανο και την Τουρκία.
Οι ενδιαφερόμενοι κατέβαλαν 6.000-7.000 δολάρια ο καθένας σε αναζήτηση μιας νέας ζωής στην Ε.Ε., μέσω Λευκορωσίας. Υπήρξαν εβδομάδες με 40 πτήσεις τσάρτερ από διάφορα μέρη προς το Μινσκ της Λευκορωσίας και με πρωταγωνιστική συμμετοχή των τουρκικών αερογραμμών στην όλη επιχείρηση.
Χρειάστηκαν οι προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αποκλεισμό από τα ευρωπαϊκά αεροδρόμια των αεροσκαφών των αεροπορικών εταιρειών με συμμετοχή στη μεταφορά προσφύγων και μεταναστών για να ελεγχθούν και στη συνέχεια να περιοριστούν οι ροές.
Ενώ, λοιπόν, ο Λουκασένκο εκβιάζει την Ε.Ε. με τη μέθοδο Ερντογάν –έχει τεκμηριωθεί από τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες ότι η Τουρκία τον διευκόλυνε σε διάφορες φάσεις του σχεδίου του– ο Σάντσεθ παρεμβαίνει δυναμικά υπέρ του Ερντογάν.