
Εδώ και πολλούς μήνες, ουσιαστικά από τον Ιανουάριο του 2020, η Τουρκία επιδίδεται σε μία τακτική συνεχών προκλήσεων προς την Ελλάδα. Άλλοτε φραστικών (κυρίως) και άλλοτε έμπρακτων.
Την τακτική αυτή, ακολουθούν όλες οι τουρκικές κυβερνήσεις των τελευταίων 10-11 χρόνων, αλλά ποτέ δεν υπήρχε τόσο μεγάλη συχνότητα και τόσο υψηλή ένταση στα περιστατικά. Επίσης, εδώ και 2,5 περίπου χρόνια, οι προσβολές, οι προκλήσεις και οι τραμπουκισμοί μοιάζουν ν’ ακολουθούν συγκεκριμένο πλάνο, να υπάρχει προσπάθεια δημιουργίας συγκεκριμένου πλαισίου και καταστάσεως.
Να το πούμε απλά, όλα δείχνουν πως από την τουρκική πλευρά, υπάρχει ξεκάθαρη πρόθεση δημιουργίας συγκεκριμένου “αφηγήματος” που θα οδηγήσει σε κάποιας μορφής και έκτασης επεισόδιο με την Ελλάδα και σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Πράγμα το οποίο, εάν συμβεί, δίνει στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσες δικαιολογίες χρειάζεται για να αναβάλλει τις εκλογές, να αποκτήσει υπερεξουσίες και ουσιαστικά, να παραμείνει Πρόεδρος για όσο επιθυμεί ή του επιτρέπει η υγεία του!
Δεν θα είναι η πρώτη φορά εξάλλου, που ένας Τούρκος ηγέτης θα χρησιμοποιήσει τον “εξωτερικό εχθρό” (είτε “Δυτικό”, είτε “Ανατολικό”) για να λύσει το πολιτικό του πρόβλημα στο εξωτερικό. Το αφήγημα του εξωτερικού εχθρού, είναι για την Τουρκία ότι ακριβώς είναι για την Ελλάδα, το αντίστοιχο των “διαπλεκομένων συμφερόντων”! Απλά εκεί υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια δημιουργίας εντυπώσεων και απόκτησης υπερεξουσιών, είναι δηλαδή πολύ πιο εύκολο να εφαρμοσθεί.
Το ζητούμενο είναι, αν και κατά πόσο θα προχωρήσει ο Ερντογάν στην υλοποίηση μιας τέτοιας “λύσης” των προβλημάτων του, για πρώτη φορά μετά την ανάληψη της εξουσίας.

Η λογική λέει ότι δεν θα το πράξει. Η εμπειρία έχει δείξει πως ο νυν πρόεδρος της γείτονος δεν προχωρά σε συγκρούσεις παρά μόνον όταν είναι απολύτως βέβαιος ότι θα βγει νικητής από αυτές, αποκομίζοντας ορατά, απτά και μεγάλα κέρδη.
Κάτι το οποίο δεν ισχύει στην παρούσα περίσταση. Τόσο η ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της χώρας (τα 6 παραληφθέντα Rafale αλλάζουν δραματικά υπέρ της Ελλάδας την ισορροπία δυνάμεων, όσο κι αν αυτό δεν αρέσει σε κάποιους Δυτικά του Αιγαίου), όσο και οι εξαιρετικά βελτιωμένες σχέσεις με μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις που για πρώτη φορά εκδηλώνονται τόσο φανερά υπέρ της Ελλάδας, υπαγορεύουν πως οι ήδη αρκετά αποδυναμωμένες τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν έχουν ιδιαίτερες ελπίδες να βγουν νικητές σε μια σύρραξη ανάμεσα στις δύο χώρες.
Είτε αυτή διαρκέσει 1-2 ημέρες, είτε λίγο περισσότερο. Μεγαλύτερη διάρκεια αποκλείεται να έχει μια Ελληνοτουρκική σύγκρουση, κυρίως για τεχνικούς αλλά και για γεωπολιτικούς λόγους.
Το πρόβλημα είναι πως ο Ρ.Τ. Ερντογάν, κάθε άλλο παρά λογικά συμπεριφέρεται τον τελευταίο καιρό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του παραλόγου των κινήσεων και αποφάσεων του, η στάση του απέναντι στις αυξήσεις επιτοκίων της λίρας, που έχει κυριολεκτικά τσακίσει την τουρκική οικονομία (επίσημος πληθωρισμός στο 75%, πραγματικός >150%)!
Δυστυχώς είναι προφανές ότι είναι αδύνατον να εκτιμήσει κανείς τις πραγματικές του προθέσεις ρεαλιστικά, και επομένως να κινηθεί αναλόγως. Μοναδική επιλογή για την Ελλάδα την δεδομένη στιγμή είναι, αφενός η προετοιμασία για όλα τα ενδεχόμενα σε συνδυασμό με εξακολούθηση της μέχρι τώρα εξωτερικής πολιτικής και αφετέρου η συνεχής εποπτεία και στενή παρακολούθηση όλων των κινήσεων της Τουρκίας ούτως ώστε, η όποια αντίδραση απαιτηθεί, να είναι αστραπιαία, αποφασιστική και πλήρως αποτελεσματική.
Βέβαια πως μπορεί να υλοποιηθεί το δεύτερο όταν η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών βρίσκεται στην γωνία και στο επίκεντρο της επικαιρότητας, είναι εδώ και καιρό, απορίας άξιο. Απορίας που μπορεί ν’ απαντηθεί μόνο από αυτούς που κρατούσαν την σχετική υπόθεση στο συρτάρι τους για περισσότερο από 10 μήνες, και την ανέσυραν μόλις 9 μήνες πριν τις τουρκικές εκλογές και μόλις οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι η μέχρι τώρα πορεία τους δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα καλοφουσκωμένο μπαλόνι που έσκασε…