
Σε νέους ιδιοκτήτες πέρασαν ακίνητα, τα οποία στο παρελθόν ανήκαν σε γνωστά ονόματα της εγχώριας επιχειρηματικής και καλλιτεχνικής ζωής στους πλειστηριασμούς που διενεργήθηκαν κατά τις προηγούμενες μέρες.
Ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγεται και το νεοκλασικό κτίριο στο Μεταξουργείο, το οποίο είχε σχεδιάσει ο Γιάννης Τσεκλένης, ο διεθνώς καταξιωμένος σχεδιαστής μόδας, ο οποίος από τη δεκαετία του 1990 ασχολήθηκε ενεργά και με την αισθητική των χώρων.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδρομής ο Γιάννης Τσεκλένης, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2020 σε ηλικία 82 ετών, απέκτησε και την νεοκλασική οικία, η οποία βρίσκεται επί της διασταύρωσης των οδών Κυναιγείρου 7 και Γερμανικού 13 στο Μεταξουργείο, μια περιοχή η οποία όπως είχε δηλώσει ο ίδιος κατά το παρελθόν “αν είχε αναπλαστεί είκοσι χρόνια νωρίτερα θα ήταν το ωραιότερο μέρος της Ευρώπης”.
Η ανάπλαση του κτιρίου έγινε με βάση την αισθητική προσέγγιση του γνωστού Έλληνα σχεδιαστή, ο οποίος υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της άποψης ότι τα νεοκλασικά κτίρια θα πρέπει να έχουν χρώμα. Σε αυτή την κατεύθυνση επέλεξε το χρώμα της ελιάς για την εξωτερική όψη της οικοδομής, μια κίνηση η οποία αρχικά είχε προσκρούσει στην σθεναρή αντίσταση της Διεύθυνσης Νεωτέρων Μνημείων. Το συγκεκριμένο ακίνητο, το οποίο κληρονόμησε ο γιος του Κωνσταντίνος, βρέθηκε μπλεγμένο στη δίνη των πλειστηριασμών και πρόσφατα άλλαξε χέρια καθώς υπήρξε πλειοδότης στον οποίο κατακυρώθηκε η εμβληματική κατοικία στο κέντρο της Αθήνας.
Το πόσο της κατακύρωσης διαμορφώθηκε στα 505.000 ευρώ, δηλαδή κατά 5.000 ευρώ υψηλότερα από την τιμή εκκίνησης. Πρόκειται για ένα κτίριο, το οποίο έχει ανεγερθεί σε ένα οικόπεδο συνολικής έκτασης ς 146,87 τ.μ. και αποτελείται από περιλαμβάνει χώρο εισόδου, τέσσερες αποθηκευτικούς χώρους και χωλ, υπερυψωμένο ισόγειο όροφο επιφανείας 133,50 τ.μ. και πρώτο όροφο (δώμα), στο οποίο υπάρχει ένα κτίσμα εμβαδού 15 τ.μ.. Σύμφωνα με προηγούμενη τεχνική έκθεση και με την αυτοψία, πρόκειται για αυτοτελές κτίριο πλήρως ανακαινισμένο, με χαρακτηρισμό ως διατηρητέο με αυστηρώς περιορισμένες χρήσεις.
Σε καινούργιο ιδιοκτήτη πέρασε μια διώροφη κατοικία, η οποία έχει θέα στην θάλασσα και βρίσκεται στην περιοχή Χρυσόνησσς στον Λωτό της Σύρου. Το ακίνητο ανήκε στην εταιρεία Μυκονιάτικες Κατοικίες, μια εκ των πολλών επιχειρήσεων που συνδέονται με την οικογένεια Πατρώνη, η οποία έχει δει το τελευταίο διάστημα έναν μεγάλο αριθμό ακινήτων της να βγαίνουν προς εκποίηση. Με τιμή πρώτης προσφοράς τα 525.000 ευρώ και επισπεύδουσα την Τράπεζα Πειραιώς, η κατοικία κατακυρώθηκε με μόλις ένα ευρώ παραπάνω.
Να σημειωθεί ότι η κατοικία που κατασκευάσθηκε με οικοδομική άδεια του 2003 αποτελείται από ισόγειο 178.82 τ.μ. και α΄ όροφο 67,80 τ.μ. με χρήση κατοικίας, γκαράζ 48 τ.μ. και αποθήκη 79,5 τ.μ. και πισίνα 95,2 τ.μ.. Από την άλλη άγονος αναδείχθηκε ο πλειστηριασμός για ένα άλλο ακίνητο στην Μύκονο της Βικτώρια Τουριστικές Επιχειρήσεις, η οποία και αυτή είναι συμφερόντων της οικογένειας Πατρώνη. Το εν λόγω ακίνητο δύσκολα θα μπορέσει να προσελκύσει το ενδιαφέρον επίδοξων αγοραστών καθώς έχουν γίνει σε αυτό έχουν γίνει μια σειρά από αυθαιρεσίες.
Τυπικά το ακίνητο με βάση την οικοδομική άδεια περιλαμβάνει 14 οριζόντιες ιδιοκτησίες, οι οποίες έχουν κατασκευαστεί σε ένα αγροτεμάχιο επιφάνειας 4.200 τ.μ., ωστόσο η εξωτερική αυτοψία έδειξε ότι η οικοδομική άδεια δεν ταυτίζεται με τα κτίσματα που στην πραγματικότητα κατασκευάστηκαν καθώς η υλοποίηση των οριζόντιων ιδιοκτησιών δεν έγινε ποτέ και στη θέση τους έχουν ανεγερθεί δύο κτίρια με συνολική επιφάνεια 1.440 τ.μ..

Ποιος ήταν ο διάσημος σχεδιαστής Γιάννης Τσεκλένης
Πέρασαν δύο χρόνια από τις 29 Ιανουαρίου 2020 όταν ο διάσημος σχεδιαστής Γιάννης Τσεκλένης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών.
Ήταν ο άνθρωπος που οδήγησε την ελληνική μόδα στα πέρατα του κόσμου, στις βιτρίνες των πιο φημισμένων μπουτίκ και πολυκαταστημάτων για μια ολόκληρη 25ετία, από το 1965 έως το 1991. Δίνοντας με την αστείρευτη έμπνευσή του ελληνικό χρώμα στα διεθνή ντεφιλέ.
Ο Τσεκλένης όμως δεν σχεδίαζε μόνο ρούχα και αξεσουάρ, αλλά ασχολήθηκε επισταμένα, ιδιαίτερα από το 1991 και μετά, με την αισθητική των χώρων.
«Ήταν το 1991, που χωρίς φανφάρες πήρα την μεγάλη απόφαση για το καινούργιο άλμα… από τη μόδα της ένδυσης, στη μόδα της ζωής. Είχα κουραστεί να παλεύω επί χρόνια με τους ανεμόμυλους του ελληνικού παράλογου και της άγνοιας. Με το ξύλινο σπαθί μου της γνώσης των διεθνών συγκυριών. Και μπήκα τότε με φόρα στην άλλη μου αγάπη, την αισθητική των χώρων» όπως είχε δηλώσει ο ίδιος.
Και σε αυτή τη σπουδαία διαδρομή του δημιούργησε εμβληματικά projects, αρχικά για τις δικές του κατοικίες, όπως το “Black & White” στην Οία της Σαντορίνης, στο Διόνυσο κ.α. Ακολούθησε το Vedema Hotel στο Μεγαλοχώρι της Σαντορίνης που αποτελεί το πρώτο Art Boutique Hotel στην Ελλάδα, το οποίο σχεδιάστηκε εξ’ ολοκλήρου από εκείνον, με πλήρη εποπτεία του design, καθώς και άλλες ξεχωριστές δουλειές σε μικρά ξενοδοχεία, όπως το Zannos Melathron πάλι στη Σαντορίνη, στην περιοχή Πύργος, το La Maltese στο Ημεροβίγλη, οικιστικά σύνολα, όπως τα “Kelia” στην Τήνο και βέβαια αναπλάσεις νεοκλασικών κτιρίων και στην Αθήνα.
Ο ίδιος πίστευε, άλλωστε, ότι «πρέπει να αναπλαστεί το παλιό. Ό,τι έχει ονομαστεί διατηρητέο να το σώσουμε. Πρέπει όλοι να δώσουμε σημασία να φτιαχτεί ένα κομμάτι της αρχιτεκτονικής της πόλης, σε όσα νεοκλασικά κτήρια σώθηκαν» και ακόμη ότι «τα νεοκλασικά αν σωθούν θέλουν χρώμα».

Με ζέση διακήρυττε ακόμη ότι «το Μεταξουργείο αν είχε αναπλαστεί είκοσι χρόνια νωρίτερα θα ήταν το ωραιότερο μέρος της Ευρώπης».
Αυτή την ακράδαντη πίστη του την έκανε πράξη. Έτσι, ένα από τα πιο ξεχωριστά έργα του αφορούσε δικό του ακίνητο στο Μεταξουργείο για το οποίο αντιμετώπισε αρκετά εμπόδια. Όπως έχει εξιστορήσει «σήμερα έχουμε μια ξεβαμμένη πόλη γιατί τα χρώματα που υπήρχαν πολύ πριν βγουν ακρυλικά χρώματα, κάτι νεροχρώματα με χρωστικές κακής ποιότητας, ξεβάφανε. Από την άλλη μεριά η Διεύθυνση Νεωτέρων Μνημείων έχει μία κολλημένη εμμονή. Για παράδειγμα δυσκολεύτηκε πολύ να δεχτεί το νεοκλασικό που σχεδίασα στο Μεταξουργείο στο χρώμα του φύλλου της ελιάς».