
H δυτική κοινωνία τα τελευταία χρόνια ζει στους ρυθμούς του «me too» κινήματος, το οποίο παρά τις όποιες υπερβολές του κατά καιρούς, είναι μία γροθιά στο στομάχι για το πώς μερίδα του αντρικού πληθυσμού συμπεριφέρεται στις γυναίκες.
Στο γενικότερο πλαίσιο της επαναξιολόγησης που πρέπει να κάνει η δυτική κοινωνία για ζητήματα όπως ο ρατσισμός, τα δικαιώματα της gay κοινότητας καλό είναι να εξεταστεί και η θέση της γυναίκας στο εργασιακό της περιβάλλον.
Θα εξετάσουμε τα δεδομένα των εργαζόμενων γυναικών στην Ελλάδα, οι οποίες όταν μένουν έγκυες αντιμετωπίζουν μία εργοδοτική κόλαση. Θέλουμε να τονίσουμε, πέρα από το παράνομο και ανήθικο του πράγματος, πως η Ελλάδα είναι χώρα με μεγάλο δημογραφικό πρόβλημα που θα έπρεπε να έχει ακόμα μεγαλύτερη ευαισθησία απέναντι στις γυναίκες που θα φέρουν ένα παιδί στον κόσμο.
Πολλές είναι οι γυναίκες στην Ελλάδα που έχασαν τη δουλειά τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους κι εξαιτίας αυτής.
Το καθεστώς προστασίας των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα και των αυτοαπασχολούμενων είναι ανεπαρκέστατο, δεν υπάρχουν επίσημες έρευνες για τον αριθμό των καταγγελιών που γίνονται ετήσια, ωστόσο τα περιστατικά είναι πολλά και σήμερα, όπως επισημαίνουν εργατολόγοι και άλλοι επαγγελματίες που αναλαμβάνουν κατ’ εξακολούθηση την διαχείριση τέτοιων υποθέσεων.
Η Επιθεώρηση Εργασίας είναι υποστελεχωμένη και αδυνατεί να ελέγξει όσους κατηγορούνται για παρανομία και φυσικά να πράξει τα δέοντα όπου απαιτείται. Το κράτος υποτίθεται πως εξαγγέλλει συχνά πυκνά μέτρα για την ενίσχυση της μητρότητας στο πλαίσιο της δημογραφικής κρίσης κι ενός φτηνού πολιτικού λαικισμού με αποτέλεσμα να έχουμε επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, με μηδενική ουσία.
Πολλοί είναι οι εργοδότες που απολύουν όσες γυναίκες ανακοινώνουν εγκυμοσύνη και για να καλύψουν την παρανομία τους, εξαναγκάζουν την εργαζόμενη να δηλώσει οικειοθελή αποχώρηση.
Άλλες φορές πάλι δημιουργούν τεράστια εμπόδια στην επάνοδο της νέας μητέρας στην εργασία, πάλι παράνομα ενεργώντας.
Πιστεύουμε πως όλοι έχετε ακούσει, διαβάσει, ίσως και βιώσει κάτι αντίστοιχο.
Προς γνώση θα παραθέσουμε τα όσα η εργατολόγος , κ. Μαριάννα Τσότρα δήλωσε στη Huffington Post για το τι προβλέπει η νομοθεσία για το θέμα.
Τι προβλέπει ο νόμος για την εργασία και την εγκυμοσύνη-μητρότητα
Όπως επισημαίνει η κ. Τσότρα, η άδεια μητρότητας που δικαιούται κάθε εργαζόμενη γυναίκα έχει σήμερα διάρκεια 17 εβδομάδων, μετά από διαδοχικές νομοθετικές αυξήσεις.
Οκτώ (8) εβδομάδες χορηγούνται υποχρεωτικά πριν από την πιθανή ημερομηνία τοκετού και οι υπόλοιπες εννέα (9) εβδομάδες μετά τον τοκετό. Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από τον αρχικώς πιθανολογούμενο, το υπόλοιπο της άδειας θα χορηγηθεί υποχρεωτικά μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλιστεί ο συνολικός χρόνος άδειας 17 εβδομάδων.
Σε περίπτωση δε που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο μεταγενέστερο από τον αρχικώς πιθανολογούμενο, η άδεια θα παραταθεί μέχρι την ημέρα του τοκετού, χωρίς η παράταση αυτή να συνεπάγεται την αντίστοιχη μείωση του χρόνου της άδειας που πρέπει υποχρεωτικά να ληφθεί μετά τον τοκετό.
Σε περίπτωση ασθένειας προκληθείσας από την κύηση ή τον τοκετό, η ανωτέρω άδεια θα παραταθεί ανάλογα. Η άδεια είναι υποχρεωτική και χορηγείται στις εργαζόμενες γυναίκες που απασχολούνται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, ανεξάρτητα από την ιδιότητα με την οποία εργάζονται (υπάλληλοι ή εργατοτεχνίτριες).
Κατά το διάστημα της άδειας μητρότητας, η γυναίκα δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη της αμοιβή 15 ημερών, εάν δεν έχει συμπληρώσει υπηρεσία ενός έτους, ή ενός μηνός, εάν την έχει συμπληρώσει.
Από τις αποδοχές αυτές εκπίπτει ό,τι καταβλήθηκε στην εργαζόμενη από τον ασφαλιστικό της οργανισμό. Η ασφαλισμένη στο ΙΚΑ εργαζόμενη δικαιούται να λάβει από το ΙΚΑ επιδόματα μητρότητας (κυοφορίας – λοχείας), τα οποία υπολογίζονται με βάση τον μέσο όρο αποδοχών των τελευταίων 30 ημερών ασφάλισης του προηγούμενου έτους. Η εργαζόμενη δικαιούται να λάβει το 50% του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσης στην οποία κατατάσσεται.
Απαραίτητη προϋπόθεση η εργαζόμενη να έχει συμπληρώσει 200 ημερομίσθια κατά τα δύο τελευταία έτη πριν από την πιθανολογούμενη ημερομηνία τοκετού της και να βρίσκεται ήδη σε άδεια κυοφορίας.
Το επίδομα κυοφορίας μπορεί να προκαταβληθεί, ενώ το επίδομα λοχείας καταβάλλεται πάντοτε μετά τον τοκετό. Επίσης, καταβάλλεται και από τον ΟΑΕΔ ως συμπληρωματική παροχή η διαφορά μεταξύ των τακτικών της αποδοχών και του επιδόματος μητρότητας που έλαβε από το ΙΚΑ, που καλύπτει εν τέλει το σύνολο των τακτικών αποδοχών της επί τις 17 εβδομάδες της άδειας μητρότητας.
Η εργαζόμενη γυναίκα παράλληλα, δικαιούται, ως άδεια φροντίδας τέκνου, για χρονικό διάστημα 30 μηνών από τον τοκετό, να προσέρχεται αργότερα στην εργασία της ή να αποχωρεί νωρίτερα από αυτήν, κατά μία ώρα κάθε ημέρα.
Εναλλακτικά, και μόνο εφόσον ζητηθεί από τη μητέρα και υπάρχει σύμφωνη γνώμη του εργοδότη, δύναται η μείωση του ωραρίου εργασίας να ορισθεί σε δύο ώρες ημερησίως για τους πρώτους 12 μήνες και 1 ώρα ημερησίως για 6 επιπλέον μήνες.
Επίσης, δίδεται η δυνατότητα, μετά από συμφωνία εργαζόμενης και εργοδότη, το μειωμένο ωράριο να μετατραπεί σε συνεχόμενη ισόχρονη άδεια μετ’ αποδοχών. Η άδεια φροντίδας τέκνου αρχίζει από τη λήξη της άδειας μητρότητας και θεωρείται και αμείβεται κανονικά ως χρόνος εργασίας.
Η ως άνω άδεια αποτελεί δικαίωμα της εργαζόμενης μητέρας, την οποία δύναται να ζητήσει από τον εργοδότη. Εάν η εργαζόμενη μητέρα δεν αιτηθεί την παρεχόμενη εκ του νόμου άδεια, δεν δικαιούται πρόσθετης αμοιβής για τις ώρες που εργάσθηκε, εκτός εάν ζήτησε την άδεια από τον εργοδότη και εκείνος επέβαλε την εργασία της κατά το πλήρες αντί του μειωμένου ωραρίου.
Η ασφαλισμένη στο ΙΚΑ εργαζόμενη μητέρα, μετά τη λήξη της άδειας λοχείας και της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο άδειας, δικαιούται ειδική άδεια προστασίας μητρότητας 6 μηνών.
Εάν δεν έκανε χρήση της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο άδειας, δικαιούται την ως άνω ειδική άδεια προστασίας μητρότητας αμέσως μετά τη λήξη της άδειας λοχείας και, στην συνέχεια, να λάβει και το μειωμένο ωράριο για το υπόλοιπο από τους 30 μήνες από την λήξη της άδειας λοχείας διάστημα. Κατά την διάρκεια της άδειας αυτής, η μητέρα δικαιούται από τον ΟΑΕΔ τον εκάστοτε κατώτατο μισθό, καθώς και αναλογία δώρων εορτών και επιδόματος αδείας.
Σημαντικό είναι επίσης να αναφερθεί πως ο εργαζόμενος γονέας, που έχει συμπληρώσει 1 έτος εργασίας στον ίδιο εργοδότη, δικαιούται γονική άδεια ανατροφής τέκνου μέχρις ότου το παιδί συμπληρώσει την ηλικία των 6 ετών.
Η άδεια είναι άνευ αποδοχών, χορηγείται εγγράφως για περίοδο τουλάχιστον 4 μηνών, εφάπαξ ή τμηματικά, με βάση σχετική αίτηση του εργαζόμενου, όπου διευκρινίζεται η έναρξη και η λήξη της, και αποτελεί ατομικό δικαίωμα του κάθε γονέα.
Όσον αφορά τις εργαζόμενες στο Δημόσιο, η άδεια που λαμβάνουν είναι 2 μήνες προ και 3 μήνες μετά τον τοκετό, στους οποίους προστίθενται 2 μήνες για κάθε τέκνο πέραν του 3ου. Επίσης, ο χρόνος εργασίας των γονέων υπαλλήλων μειώνεται κατά 2 ώρες ημερησίως επί δύο έτη για τέκνα έως 2 ετών και κατά μία ώρα κατά τα επόμενα δύο έτη για τέκνα από 2 έως 4 ετών, ενώ ο γονιός που δεν κάνει χρήση του ανωτέρω μειωμένου ωραρίου, δικαιούται να λάβει άδεια εννέα μηνών με αποδοχές για ανατροφή του παιδιού.
Για το τέλος αφήσαμε το κομμάτι των επιχειρημάτων που η πλευρά της εργοδοσίας προβάλλει. Το σύνηθες λοιπόν εργοδοτικό επιχείρημα που επικαλείται η άλλη πλευρά κάθε φορά που τερματίζει την εργασία εγκύου ;
«Οι εργοδότες διατείνονται ότι δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδα πρόσληψης και, εν συνεχεία, απόλυσης νέου εργαζομένου κατά το διάστημα που η έγκυος εργαζόμενη βρίσκεται στην άδεια εγκυμοσύνης. Επίσης, ότι κατά την επιστροφή της, και παρ’ ότι εκείνη θα έχει αποξενωθεί από τις συνθήκες παροχής της εργασίας της, ο εργοδότης υποχρεούται να την απασχολεί για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 18 μηνών», αναφέρει η κ. Τσότρα.
Πιστεύουμε πως, πέρα από την εφαρμογή του νόμου, είναι εξαιρετικά ανήθικο κι απάνθρωπο η εγκυμοσύνη να αντιμετωπίζεται ως κάτι το κακό από την εκάστοτε εργοδοσία. Η εργασία είναι ιερή. Η εγκυμοσύνη είναι ιερή. Θεωρούμε αυτονόητο πως το κράτος ΟΦΕΙΛΕΙ να κοιτάξει το θέμα με μεγαλύτερη προσοχή.