Κίνα | Ο Σι Τζινπίνγκ επιμένει εθνικιστικά

Κίνα | Ο Σι Τζινπίνγκ επιμένει εθνικιστικά

Η «εποχή Σι Τζινπίνγκ» σηματοδοτεί την ακόμη πιο εθνικιστική στροφή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας

κείμενο Παναγιώτης Σωτήρης

Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!

Το Σάββατο 16 Οκτωβρίου ξεκινά τις εργασίες του το 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, που αναμένεται ότι θα επικυρώσει την ξεχωριστή ισχύ που έχει συγκεντρώσει ο γενικός γραμματέας του Σι Τζινπίνγκ, καθώς θεωρείται βέβαιο ότι θα αποφασίσει μία επιπλέον θητεία του στην ηγεσία, καταργώντας επισήμως τον κανόνα που είχε καθιερωθεί επί των ημερών του Ντεγκ που ήθελε τον γραμματέα να μην κάνει πάνω από δύο πενταετείς θητείες.

Όμως, η επικύρωση της γραμμής του Σι για το μέλλον της Κίνας, θα σημαίνει και την επικύρωση της ιδιαίτερης εκδοχής κινεζικού εθνικισμού τον οποίο πρεσβεύει.

Η σημασία της αναφοράς στο κινεζικό έθνος

Η έννοια του έθνους γενικά και του κινεζικού έθνους ειδικότερα έφτασε στην Κίνα μέσα από τις ανάλογες συζητήσεις που υπήρχαν και στην Ευρώπη και σε άλλες περιοχές. Άλλωστε, η κατάρρευση του αυτοκρατορικού συστήματος και οι επιθετικές πολιτικές του αποικιοκρατικού ιμπεριαλισμού είχαν οδηγήσει την ανάδυση ενός αιτήματος εθνικής ανάτασης της Κίνας.

Καθόλου τυχαία που και η Κίνα είχε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα τη δική της συζήτησης για τα όρια και το χαρακτήρα του έθνους, εάν δηλαδή είναι μια «βιολογική» κοινότητα «αίματος» ή μια πολιτιστική κοινότητα. Ας μην ξεχνάμε ότι παρά την μεγάλη πληθυσμιακή βαρύτητα των Χαν, υπήρχαν πάντα και άλλες εθνοτικές ομάδες.

Ήδη η Δημοκρατία της Κίνας του 1911 υποστήριξε ότι το κινεζικό έθνος συναπαρτιζόταν από πέντε εθνοτικές ομάδες σε ενότητα: Χαν, Μαντσού, Μογγόλοι, Χούι και Θιβετιανοί.

Το νεαρό κομμουνιστικό κίνημα ήδη από τη δεκαετία του 1920 θα αποδεχτεί αυτή την εκδοχή εθνικής πολιτιστικής κοινότητας και άλλωστε από ένα σημείο και μετά θα είναι μια δύναμη που θα διεκδικήσει να είναι η κατεξοχήν πατριωτική δύναμη του κινεζικού λαού, αυτή που μπόρεσε τελικά να κάνει πράξη την ανεξαρτησία και την απαλλαγή από τον ζυγό του ιμπεριαλισμού, στοιχείο που άλλωστε αποτέλεσε έκτοτε στοιχείο της ίδιας της απήχησης του κόμματος, ήδη από την εποχή της αντίστασης ενάντια στην Ιαπωνία.

Ωστόσο, ήδη στη δεκαετία του 1930 μπορεί κανείς να παρατηρήσει στη διαφορά ανάμεσα στην ρητορική του Κουομιντάνγκ που ουσιαστικά υποστήριζε ότι δεν υπάρχει διαφορετικές εθνοτικές ομάδες και αυτή του Κομμουνιστικού Κόμματος που επέμενε ότι η Κίνα είναι μια πολύ-εθνοτική χώρα και ότι η έννοια του κινεζικού έθνους είναι το κοινό όνομα όλων των εθνοτικών ομάδων μέσα στην Κίνα.

Η σταδιακή μετατόπιση του Κομμουνιστικού Κόμματος

Παρότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας διεκδίκησε πέτυχε τελικά να γίνει αποδεκτό ως η κατεξοχήν πατριωτική αναφορά και παρά τις συχνές αναφορές του ίδιου του Μάο στην κλασική κινεζική λογοτεχνία, εντούτοις για σημαντικό διάστημα έδινε μεγαλύτερη σημασία στον επαναστατικό κοινωνικό μετασχηματισμό παρά στην εθνική ταυτότητα.

Μάλιστα, στο απόγειο της «μαοϊκής» φάσης, δηλαδή μέσα στην Πολιτιστική Επανάσταση, κεντρική διάσταση ήταν η πολεμική ενάντια σε κάθε τι το «παλαιό», συμπεριλαμβανομένης πλευρών της κινεζικής παράδοσης, που συχνά ταυτιζόταν με τη «φεουδαρχία». Οι αναφορές ήταν κατεξοχήν ταξικές και όχι εθνικές.

Όμως, σταδιακά μαζί με τα ανοίγματα προς την οικονομία της αγοράς άρχισε να επιστρέφει και μια κλασική εθνικιστική ρητορική. Αυτό είχε να κάνει και την εμφάνιση και άλλων ρευμάτων τα οποία φάνηκε να ανέχεται και το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Το πιο χαρακτηριστικό ήταν το ρεύμα του «νέο-κομφουκιανισμού» που αναπτύχθηκε μετά τη δεκαετία του 1980 και μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Ο νεοκομφουκιανισμός με την έμφαση στη σταθερότητα, στην προσήλωση σε αξία, την αντίληψη ότι στόχος πρέπει να είναι η κοινωνική αρμονία (και όχι ο κοινωνικός αναβρασμός) συναντούσε πλευρές της πιο πραγματιστικής στροφής του Κομμουνιστικού Κόμματος, που έφτασε στο σημείο του να ηγείται της δεύτερης μεγαλύτερης καπιταλιστικής οικονομίας του πλανήτη.

Ο εθνικισμός του Σι

Ο Σι Τζινπίνγκ στο πλαίσιο της αντίληψής του για το «σοσιαλισμό με κινεζικά χαρακτηριστικά» ασπάζεται σε μεγάλο βαθμό την αντίληψη ότι αυτό που διαμορφώνει μια κοινότητα είναι τελικά οι ιδέες, πεποιθήσεις, αξίες, νόρμες, δεξιότητας και το πολιτιστικό φορτίο που αυτή φέρει.

Αυτό εξηγεί και το πόσο συχνά επανέρχονται στο λεξιλόγιο του αναφορές στο διακριτό κινεζικό «πνεύμα» και τις διακριτές αξίες που έχει ο κινεζικός λαός, στη διακριτή κινεζική ιδεολογία και κουλτούρα και τον τρόπο που όλα αυτά διακρίνουν τους Κινέζους από τα άλλα έθνη.

Αυτό συνδέεται άλλωστε και με τον ίδιο την αντίληψη του «σοσιαλισμού» που ο Σι πρεσβεύει που έχει πολύ περισσότερο τη μορφή της «κοινωνικής αρμονίας» και «ισορροπίας», παρά αυτή των μεγάλων ανατροπών. Μια αντίληψη που φαντάζει περισσότερο «συντηρητική» παρά «επαναστατική».

Και παρότι συχνά στα δυτικά ΜΜΕ εμφανίζεται συχνά η διαπίστωση ότι ο Σι σηματοδότησε μια πιο «μαρξιστική» ή ακόμη και «μαοϊκή» αντίληψη για την οικονομία και τον έλεγχό της από το κράτος, πιο κοντά στην πραγματικότητα θα ήταν να πούμε ότι ήταν πιο παρεμβατικός σε αυτά που θα απειλούσαν την προσπάθεια για κοινωνική ισορροπία και «αρμονία», από την υπερβολική ισχύ των τεχνολογικών γιγάντων έως την εκτεταμένη διαφθορά.

Όμως, είναι ορθή η διαπίστωση που γίνεται για ρητορική πιο εθνικιστική που έρχεται να συναντήσει μια αρκετά από επιθετική εξωτερική πολιτική, ξεκινώντας από τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα έχει κάνει σαφές ότι δεν εγκαταλείπει τον στόχο της ενσωμάτωσης της Ταϊβάν στον «εθνικό κορμό» και θα απαντήσει ένοπλα σε οποιοδήποτε βήμα προς την ανεξαρτησία.

Το ζήτημα των Ουιγούρων και των άλλων μειονοτήτων

Η εθνικιστική τοποθέτηση αποκτά πρακτική μορφή και στον τρόπο που η Κίνα αντιμετωπίζει τη μειονότητα των Ουιγούρων. Οι Τουρκογενείς και μουσουλμάνοι Ουιγούροι, που κατοικούν κυρίως στην επαρχία της Σιντσιάνγκ αποτελούν μια εθνική μειονότητα υπό συνεχή επιτήρηση καθώς η κινεζική κυβέρνηση έχει έναν διαρκή φόβο ότι θα μπορούσαν ανάμεσα στους Ουιγούρους να υποκινηθούν εξωγενώς αποσχιστικές τάσεις και δη με ισλαμιστικό πρόσημο.

Βεβαίως, το αποτέλεσμα είναι η κινεζική κυβέρνηση να έχει κατηγορηθεί για συστηματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ουιγούρων, για πρακτικές συστηματικής προπαγανδιστικής προσπάθειας να αλλάξει η εθνική τους συνείδηση, για μορφές εξαναγκαστικής εργασίας και για άρνηση ουσιαστικά της ιδιαίτερης ταυτότητάς τους, κατηγορίες τις οποίες η κινεζική κυβέρνηση αρνείται συστηματικά.

Αλλά πέραν των Ουιγούρων και άλλες εθνοτικές ομάδες όπως οι Μογγόλοι, οι μουσουλμάνοι Χούι και οι Θιβετιανοί επίσης είναι στο στόχαστρο διαδικασιών συμμόρφωσής τους με την ιδεολογία της κοινότητας του «κινεζικού έθνους», ενώ εντείνεται η προσπάθεια να παρουσιαστεί π.χ. το Θιβέτ ως ανέκαθεν τμήμα του ιστορικού κινεζικού χώρου.

Πάντως ο Σι δεν πτοείται και όχι μόνο επιμένει στην ενότητα του έθνους αλλά και δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ανάγκη για μια «αρχαιολογία με κινεζική χαρακτηριστικά» που θα αναλάβει να φέρει την τεκμηρίωση για τη μακραίωνη ιστορική και πολιτιστική συνέχεια του κινεζικού έθνους.

Γι’ αυτό και όχι μόνο αφιέρωσε ειδική συνεδρίαση του πολιτικού γραφείου το 2020 στην αρχαιολογία, αλλά και αυτή τη στιγμή τρέχουν πλήθος αρχαιολογικά προγράμματα αφού η «αρχαιολογία με κινεζικά χαρακτηριστικά» είναι ενταγμένη στους στόχους του 14ου Πενταετούς Σχεδίου (2021-2015).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *