Η Ελλάδα και η ευρωπαϊκή άμυνα

Η Ελλάδα και η ευρωπαϊκή άμυνα

Η Ε.Ε. είναι μια παγκόσμια δύναμη που προστατεύει τα συμφέροντά της, είπε πρόσφατα ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ. Μπορεί να μην είμαστε κοντά στην αμυντική ολοκλήρωση, όμως οι δηλώσεις αυτές αντικατοπτρίζουν τις αμυντικές πρωτοβουλίες της Ε.Ε. και την απόφασή της να σπάσει το ταμπού που τη θέλει να εξαιρείται από την άμυνα εγκρίνοντας πόρους σε αυτόν τον τομέα.

κείμενο Υβόννη Ευσταθίου*

Ενα πρώτο δείγμα ευρωπαϊκών αμυντικών κεφαλαίων πήρε η Ελλάδα τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, λαμβάνοντας επιχορήγηση 27 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη τεσσάρων αμυντικών προγραμμάτων από το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανικής Ανάπτυξης (ΕΠΑΒΑ). Η Ελλάδα μαζί με τις υπόλοιπες χώρες που συνεργάζονται στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων, έλαβαν περίπου το 14% του συνολικού διαθέσιμου ποσού του ΕΠΑΒΑ, που ανέρχεται στα 205 εκατ. ευρώ.

Τα προγράμματα με τα οποία συμμετείχε η Αθήνα στον διαγωνισμό αφορούν την ανάπτυξη ενός μη επανδρωμένου συστήματος (drone), ενός λογισμικού για την ανίχνευση απειλών στον κυβερνοχώρο, ενός λογισμικού υποστήριξης για τη λήψη αποφάσεων σε θέματα θαλάσσιας επιτήρησης και ενός τακτικού συστήματος για την ασφάλεια των τηλεπικοινωνιών.

Πρακτικά, τα ευρωπαϊκά κονδύλια μπορούν να σηματοδοτήσουν μια νέα εποχή για την ελληνική αμυντική βιομηχανία. Η υλοποίηση των παραπάνω προγραμμάτων αναμένεται να προσφέρει έργο στην ελληνική αμυντική βιομηχανία, να δημιουργήσει πιθανώς νέες θέσεις εργασίας, αλλά και κίνητρο σε εγχώριους και ξένους επενδυτές να δραστηριοποιηθούν σε αυτόν τον κλάδο της εθνικής οικονομίας.

Τα προγράμματα θα προωθηθούν διεθνώς και όχι μόνο στις εγχώριες Ενοπλες Δυνάμεις. Συμπερασματικά αναμένεται η χώρα να ωφεληθεί από τις οικονομίες κλίμακας. Ετσι, δεν θα ενισχυθεί μόνο η ελληνική αμυντική βιομηχανία, αλλά και οι στρατιωτικές δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας με χαμηλότερο κόστος. Ωστόσο, η Ελλάδα όπως και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη θα πρέπει να περιμένουν μια δεκαετία πριν αποδώσουν καρπούς τα προγράμματά τους. Για παράδειγμα, η Ευρωκορβέτα, στο πρόγραμμα της οποίας ενσωματώθηκε η Ελλάδα στις αρχές του χρόνου, θα είναι διαθέσιμη αρχικά ως πρωτότυπο το νωρίτερο το 2025.

Ετσι, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση που η Αθήνα αναζητεί εναλλακτικές, όπως με την κορβέτα «Θεμιστοκλής», η οποία βασίζεται στην ισραηλινή κορβέτα τύπου Saar 72. Οσον αφορά την ανάπτυξη και την παραγωγή, θα απαιτηθεί τα κράτη-μέλη να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη. Μπορεί πέρα από τις κρατικές επιχορηγήσεις η Ε.Ε. να έχει διαθέσει κεφάλαια για αμυντικούς σκοπούς, ωστόσο δεν είναι πανάκεια.

Το Ευρωπαϊκό Αμυντικό Ταμείο, που για πρώτη φορά συμπεριλήφθηκε στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. με 7 δισ., θα υποστηρίζει μέσω επιχορηγήσεων τη συνεργατική έρευνα σε καινοτόμες αμυντικές τεχνολογίες και προϊόντα, όπου θα πρέπει να συμμετέχουν τουλάχιστον τρεις χώρες και μόνο για το στάδιο ανάπτυξης πρωτοτύπων. Ως εκ τούτου, η ανάπτυξη των δυνατοτήτων είναι καθαρά υπόθεση των συμμετεχόντων κρατών-μελών.

Η πρόσφατη επιτυχία της Ελλάδας στην εξασφάλιση χρηματοδότησης από το ΕΠΑΒΑ, αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία αλλά και πρόκληση. Θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ικανότητα της χώρας να διεκδικήσει μεγαλύτερες χρηματοδοτήσεις στο μέλλον, όπως και για τις ίδιες τις εξοπλιστικές εταιρείες που συμμετέχουν στα προγράμματα.

Είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Αμυνας θα συντονίσει και θα οργανώσει εταιρείες και πανεπιστήμια, δεδομένου ότι οι επιχειρησιακές απαιτήσεις έχουν καθοριστεί από το ΓΕΕΘΑ. Σε περίπτωση που η Αθήνα δεν διαθέσει τα χρήματα του ΕΠΑΒΑ αποτελεσματικά ή δεν προχωρήσει στην ανάπτυξη των προαναφερθεισών δυνατοτήτων, κινδυνεύει να αμαυρώσει τη φήμη της. Το στοίχημα είναι μεγάλο δεδομένου ότι η χώρα σκοπεύει να αναζητήσει χρηματοδότηση από τα 7 δισ. του Ευρωπαϊκού Αμυντικού Ταμείου.

Στο ΥΠΕΘΑ εργάζονται ήδη με γοργούς ρυθμούς για την αξιολόγηση των παραγόντων που οδήγησαν στην επιχορήγηση μέσω του ΕΠΑΒΑ, με σκοπό την εξασφάλιση ευρωπαϊκών πόρων και από το Ευρωπαϊκό Αμυντικό Ταμείο.

Ωστόσο τα αμυντικά κεφάλαια δεν είναι απεριόριστα και η E.E. πρέπει να αποφασίσει ποιες είναι οι απειλές που αντιμετωπίζει και στη συνέχεια ποιες δυνατότητες θα χρηματοδοτήσει. Μια τέτοια ενέργεια είναι ακόμη πιο επιτακτική, καθώς η Αμερική δείχνει εσωστρεφής και απρόβλεπτη, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο με την αποχώρησή του από την Ε.Ε. αφαιρεί ένα σημαντικό ποσοστό αμυντικών εξοπλισμών που θα συνέβαλλε στις επιχειρήσεις και αποστολές της Ενωσης.

Η ευρωπαϊκή άμυνα μπορεί να κινείται αργά, όμως η αρχή για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία έχει γίνει. Ας ελπίσουμε σε περισσότερες επιτυχίες και μια στρατηγική που θα προωθήσει τις επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα της οικονομίας μας.
 
* H κ. Υβόννη Ευσταθίου εργάζεται στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης. Οι απόψεις είναι αποκλειστικά προσωπικές και αποτέλεσμα της έρευνάς της «National Expectations regarding the European Defence Fund: The Greek Perspective» για τη γαλλική δεξαμενή σκέψης «Institute for International and Strategic Affairs» (ΙRIS).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *