
Ο αναπτυξιακός κινητήρας της Ευρώπης τρεμοπαίζει | Μπορεί να αναζωογονηθεί η γερμανική οικονομία ή αποτελεί χαμένη υπόθεση;
Δρομολόγια τρένων ακυρώθηκαν. Πτήσεις έμειναν στα αεροδρόμια. Αυτοκινητόδρομοι αποκλείστηκαν από εξαγριωμένους αγρότες.
Από τη Hanna Ziady/CNN Business
Η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο ξεκίνησε σε ανώμαλο ρυθμό φέτος. Η απεργία του πληρώματος εδάφους της Lufthansa την περασμένη Τετάρτη ήταν απλώς η τελευταία εργατική δράση που προκάλεσε ταξιδιωτικό χάος τις τελευταίες εβδομάδες, προστιθέμενη στις αποχωρήσεις μηχανοδηγών από τη δουλειά τον Ιανουάριο λόγω μισθολογικής διαφωνίας και στο κλείσιμο των δρόμων από αγρότες σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις προγραμματισμένες περικοπές στις επιδοτήσεις.
Οι εκτεταμένες αποχωρήσεις σε μια χώρα που φημίζεται για ισχυρή νομική προστασία όσον αφορά τα συμφέροντα των εργαζομένων δείχνουν το βάθος της ασθένειας που έχει κυριεύσει τη Γερμανία.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης συρρικνώθηκε πέρυσι για πρώτη φορά από την έναρξη της πανδημίας Covid-19. Και οι προοπτικές δεν είναι πολύ πιο θετικές: Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι η Γερμανία θα είναι η πιο αργά αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία το 2024, σημειώνοντας αύξηση μόλις 0,5%.
Οι πιο απαισιόδοξοι αναλυτές βλέπουν πλήρη πτώση της παραγωγής για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, καθώς η γερμανική οικονομία αντιμετωπίζει μια εκτεταμένη περίοδο υψηλών τιμών ενέργειας, υψηλού κόστους δανεισμού και αδύναμης ζήτησης για γερμανικά αγαθά στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Ο παρατεινόμενος αντίκτυπος της ενεργειακής κρίσης που πυροδότησε ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία επισημάνθηκε την Τετάρτη, με τα επίσημα στοιχεία να δείχνουν ότι η βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας μειώθηκε για έβδομο συνεχόμενο μήνα τον Δεκέμβριο, στη μεγαλύτερη ύφεση που είχε ποτέ.

Αλλά τα προβλήματα της Γερμανίας είναι επίσης διαρθρωτικά, που κυμαίνονται από ελλείψεις εργατικού δυναμικού και γραφειοκρατία έως απαρχαιωμένες φυσικές και ψηφιακές υποδομές που επιβαρύνουν την παραγωγικότητα.
Για να χρησιμοποιήσουμε μόνο ένα παράδειγμα χαμηλής ψηφιοποίησης: Μόνο το 19% των νοικοκυριών είναι συνδεδεμένα σε internet υψηλής ταχύτητας μέσω καλωδίων οπτικών ινών, σε σύγκριση με ένα μέσο όρο 56% σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αυτό που χρειάζεται, λένε οι οικονομολόγοι, δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια οικονομική αναμόρφωση.
«Η Γερμανία χρειάζεται έναν θεμελιώδη οικονομικό μετασχηματισμό», δήλωσε στο CNN ο Marcel Fratzcher, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών στο Βερολίνο. «Η μεγαλύτερη πρόκληση για τη Γερμανία δεν είναι τα επόμενα δύο χρόνια, είναι τα επόμενα 10 χρόνια… πρέπει να αναδιαμορφώσει τη βιομηχανία της».
Η κυβέρνηση έχει κάνει πρόχειρα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Έχει κινηθεί για την παροχή κινήτρων για επενδύσεις, την ενίσχυση της χρηματοδότησης για νεοσύστατες επιχειρήσεις, την επιτάχυνση των εγκρίσεων για έργα υποδομής και τη διευκόλυνση των κανόνων μετανάστευσης για ειδικευμένους εργαζομένους, προκειμένου να καλυφθούν οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού.
Χρειάζονται όμως πολλά περισσότερα για να τεθεί η οικονομία σε μια νέα πορεία. Ωστόσο, οι πολιτικοί έχουν περιορισμένη εξουσία, κυρίως λόγω των αυστηρών περιορισμών στον κρατικό δανεισμό, που κατοχυρώνονται στο σύνταγμα της Γερμανίας, που θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν μεγάλα προγράμματα δαπανών. Αυτά τα όρια αποκαταστάθηκαν στον προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους, μετά από μια προσωρινή αναστολή λόγω του διπλού σοκ της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία.
«Οποιαδήποτε αναμόρφωση της οικονομίας θα είναι σχεδόν αδύνατη όσο η δημοσιονομική λιτότητα παραμένει σαν κυρίαρχη ιδέα», δήλωσε ο Carsten Brzeski, παγκόσμιος επικεφαλής μακροοικονομίας στην ολλανδική τράπεζα ING. «Αυτό σημαίνει ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές θα πρέπει μάλλον να προέλθουν από τον εταιρικό κόσμο».

Σπασμένο επιχειρηματικό μοντέλο;
Η Γερμανία έχει ξεπεράσει πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις στο παρελθόν. Στον απόηχο της καταστροφικής της ήττας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η χώρα αντιμετώπισε δελτίο τροφίμων, ελέγχους τιμών, κατάρρευση της βιομηχανικής παραγωγής και συρρικνωμένο εργατικό δυναμικό μετά το θάνατο εκατομμυρίων ανδρών σε ηλικία εργασίας.
Ωστόσο, ήταν τόσο θεαματική η ανάκαμψη της Δυτικής Γερμανίας κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 που έγινε γνωστή ως «Wirtschaftswunder», ή οικονομικό θαύμα.
Οι καλές στιγμές κράτησαν ως επί το πλείστον αδιάκοπα μέχρι τη δεκαετία του 1990, όταν η Γερμανία έγινε γνωστή ως ο «άρρωστος άνθρωπος της Ευρώπης», καθώς η οικονομία της παράπαιε και η ανεργία εκτινάχθηκε στα ύψη κυρίως λόγω του κόστους της επανένωσης μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου.
Η Γερμανία συνέχισε να απορρίπτει αυτόν τον χαρακτηρισμό, εν μέρει εισάγοντας μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, και οι εξαγωγές και η οικονομία της σημείωσαν άνθηση τη δεκαετία μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 -τροφοδοτούμενη από το φθηνό ρωσικό αέριο και την έντονη ανάπτυξη στην Κίνα.
Η χώρα είναι εδώ και καιρό ένα από τα κορυφαία έθνη παραγωγής στον κόσμο, κατασκευάζοντας τα πάντα, από αυτοκίνητα, πλυντήρια και ηλεκτρικά εργαλεία μέχρι ιατρικές συσκευές και φαρμακευτικά προϊόντα.
Η Γερμανία εξακολουθεί να υπερηφανεύεται για τους εξαιρετικούς μηχανικούς της και συνεχίζει να κατασκευάζει πολλά προϊόντα υψηλής ποιότητας, αλλά την ίδια στγμή αρχίζουν να εμφανίζονται ρωγμές στο επιχειρηματικό της μοντέλο.

Η συναρμολόγηση της δεύτερης γενιάς του ηλεκτρικού αυτοκινήτου ID.3 της Volkswagen τον Μάιο του 2023 στο Zwickau της Γερμανίας
Το έθνος υφίσταται τις συνέπειες του να έχει πάρει «ένα στρατηγικό στοίχημα στην πλήρη αγκαλιά της αλληλεξάρτησης και της παγκοσμιοποίησης», σύμφωνα με την Constanze Stelzenmuller, διευθύντρια του Κέντρου για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη στο Ινστιτούτο Brookings.
«Ανάθεσε την ασφάλειά της στις ΗΠΑ, την εξαγωγική ανάπτυξή της στην Κίνα και τις ενεργειακές της ανάγκες στη Ρωσία», έγραψε τον Ιούνιο. «Βρίσκεται πλέον εξαιρετικά ευάλωτη στις αρχές του 21ου αιώνα που χαρακτηρίζεται από μεγάλο ανταγωνισμό δυνάμεων και μια αυξανόμενη οπλοποίηση της αλληλεξάρτησης τόσο από συμμάχους όσο και από αντιπάλους».
Η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Κίνα, μέχρι πρόσφατα τη δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Γερμανίας, έχει μειώσει τη ζήτηση για αγαθά και οι θεμελιώδεις αλλαγές στην κινεζική οικονομία σημαίνουν ότι η ζήτηση μπορεί να μην επιστρέψει. «Η Κίνα έχει γίνει επίσης αντίπαλος. Τώρα είναι σε θέση να παράγει παρόμοια προϊόντα που εισήγαγε συνήθως από την Ευρώπη», δήλωσε ο Brzeski της ING.
Αυτό από μόνο του απειλεί το μεγαλύτερο εξαγώγιμο προϊόν της Γερμανίας: Τα αυτοκίνητα.
Οι αποστολές αυτοκινήτων της Κίνας ξεπέρασαν τις γερμανικές το 2022 χάρη στην εκπληκτική άνοδο των εμπορικών σημάτων ηλεκτρικών οχημάτων της χώρας, ιδίως της BYD. Αυτό είναι ένα πρόβλημα όχι μόνο για το πολύτιμο τέκνο της γερμανικής κατασκευής -τη Volkswagen- αλλά και για χιλιάδες εταιρείες στην αλυσίδα εφοδιασμού αυτοκινήτων στη Γερμανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο κορυφαίος προορισμός για τις εξαγωγές της Γερμανίας από το 2015, έχουν κάνει μια στροφή προστατευτισμού, με επιδοτήσεις σε παραγωγούς πράσινης ενέργειας και φιλικών προς το κλίμα προϊόντων που εδρεύουν στις ΗΠΑ βάσει του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού της κυβέρνησης Biden.
Μια άνοδος στις τιμές του φυσικού αερίου το 2022 μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι επίμονα υψηλές τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχουν ακρωτηριάσει τμήματα της γερμανικής βιομηχανίας. Η χώρα εξαρτάται ιδιαίτερα από το καύσιμο αφού έχει κλείσει εντελώς την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας, μια απόφαση που ελήφθη μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία το 2011.

Οι ηγέτες του τριμερούς κυβερνητικού συνασπισμού της Γερμανίας, από τα αριστερά: Ο υπουργός Οικονομικών Christian Lindner του Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, ο καγκελάριος Olaf Scholz του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και ο αντικαγκελάριος Robert Habeck του Κόμματος των Πρασίνων
Εγχώρια προβλήματα
Παράλληλα με το εξωτερικό περιβάλλον που έχει γίνει πιο εχθρικό προς την εξωστρεφή οικονομία της Γερμανίας, το εσωτερικό πολιτικό κλίμα της χώρας έχει επιδεινωθεί.
Οι εντάσεις εντός του τριμερούς κυβερνητικού συνασπισμού εμποδίζουν τη χάραξη ενιαίας πολιτικής, εντείνοντας την αβεβαιότητα για τις επιχειρήσεις και αφήνοντας πολλούς Γερμανούς να αισθάνονται ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει ελάχιστες λύσεις μπροστά στα μυριάδες προβλήματα της χώρας.
Οι διχασμοί και διαφωνίες έχουν ωφελήσει την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), ένα ακροδεξιό κόμμα κατά της μετανάστευσης που θέλει τη Γερμανία να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το οποίο έχει κερδίσει υποστήριξη σε ορισμένα ανατολικά κρατίδια.
Ο συναγερμός για την άνοδο του AfD έφτασε στο αποκορύφωμά του τον περασμένο μήνα, αφού προέκυψε ότι ανώτερα μέλη του κόμματος είχαν συναντηθεί για να συζητήσουν ένα «κύριο σχέδιο» για μαζική απέλαση μεταναστών. Η ηγεσία του AfD έχει αποστασιοποιηθεί από τη συγκέντρωση, αλλά οι αποκαλύψεις προκάλεσαν τεράστιες διαμαρτυρίες κατά του AfD σε ορισμένες μεγάλες γερμανικές πόλεις.

Διαδήλωση κατά του κόμματος AfD και του δεξιού εξτρεμισμού στη Φρανκφούρτη στις 20 Ιανουαρίου 2024
Και αρκετοί Γερμανοί διευθύνοντες σύμβουλοι, που σπάνια μπαίνουν σε ζητήματα πολιτικής, έχουν προειδοποιήσει για την απειλή που θέτει ο δεξιός εξτρεμισμός για την οικονομία.
«Η άνοδος της ακροδεξιάς αντιπροσωπεύει σοβαρό κίνδυνο για τις δημοκρατικές μας ελευθερίες και τη Γερμανία ως τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας», έγραψε πρόσφατα στο LinkedIn ο Christian Sewing της Deutsche Bank.
«Ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία δεν πρέπει να έχουν θέση σε μια ελεύθερη χώρα με παγκόσμια οικονομία. Οι επενδυτές, που προσελκύονται από τη Γερμανία και για τις ισχυρές δημοκρατικές μας αξίες, βλέπουν αυτές τις εξελίξεις και διστάζουν να χρησιμοποιήσουν κεφάλαια».
Οι επικεφαλής της εταιρείας λογισμικού SAP και της κατασκευάστριας τσιπ Infineon αναφέρθηκαν επίσης στο σοβαρό ζήτημα.
«Βαθιές» δυνάμεις
Παρά τους αγώνες της, η Γερμανία παραμένει παγκόσμιος ηγέτης σε πολλούς κλάδους. Και συνεχίζει να προσελκύει ροές ξένων άμεσων επενδύσεων, μεταξύ άλλων από κατασκευαστές ημιαγωγών, όπως η Intel και η TSMC, που κατασκευάζουν τσιπ που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Η Γερμανία διαθέτει επίσης χιλιάδες εγχώριους κατασκευαστές, γνωστούς για την τεχνογνωσία και την καινοτομία τους.
Μεταξύ αυτών η Jungheinrich με έδρα το Αμβούργο, η οποία κατασκευάζει περονοφόρα ανυψωτικά και άλλα οχήματα και εξοπλισμό για αποθήκες. Πέρυσι, η 70χρονη εταιρεία έγινε ένας από τους πρώτους κατασκευαστές περονοφόρων ανυψωτικών μηχανών στον κόσμο που κατάργησε τους κινητήρες εσωτερικής καύσης, χάρη στην πρωτοποριακή χρήση της τεχνολογίας μπαταριών ιόντων λιθίου.

Ένα από τα οχήματα Powerline της Jungheinrich με μπαταρίες ιόντων λιθίου, που χρησιμοποιείται για τη διακίνηση εμπορευμάτων σε αποθήκες
Στην άλλη πλευρά της χώρας, στο Άουγκσμπουργκ, δυτικά του Μονάχου, η MAN Energy Solutions επαναχρησιμοποιεί συμπιεστές, που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου, για έργα δέσμευσης άνθρακα μεγάλης κλίμακας και για την κατασκευή του μεγαλύτερου συστήματος αντλίας θερμότητας στον κόσμο στην πόλη του Esbjerg στη Δανία. Η εταιρεία κατασκευάζει γεννήτριες ντίζελ για δεκαετίες, αλλά πλέον έχει υιοθετήσειο τεχνολογίες φιλικές προς το κλίμα στο επίκεντρο των αναπτυξιακών της σχεδίων.
Επιχειρήσεις όπως αυτές, που μπορούν να βρουν νέες αγορές και εφαρμογές εξαιτίας της τεχνογνωσίας τους, μπορεί να κρατούν το κλειδί για την αναζωογόνηση της ετοιμοθάνατης οικονομίας της Γερμανίας. Και υπάρχουν πολλές ακόμη μικρότερες εταιρείες που μεταμορφώνονται επίσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παλαιότερα εξυπηρετούσαν τις πολύ σημαντικές παραδοσιακές αλυσίδες εφοδιασμού της αυτοκινητοβιομηχανίας.
«Πριν από επτά ή οκτώ χρόνια κανείς δεν σκεφτόταν καν την κατασκευή κυψελών μπαταριών», είπε ο Karl Haeusgen, πρόεδρος του Γερμανικού Συνδέσμου Κατασκευαστών Μηχανημάτων και Εξοπλισμού (VDMA), που αντιπροσωπεύει ως επί το πλείστον μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν το φημισμένο «Mittelstand» της Γερμανίας.
«Σήμερα, έχουμε πάνω από 100 εταιρείες-μέλη στον σύλλογό μας που επικεντρώνονται σε διαφορετικά στάδια (αυτής της) αλυσίδας αξίας». Η Γερμανία πρέπει να «δουλέψει σε πολλά πράγματα», αλλά ξεκινά από «μια θέση δύναμης, η οποία είναι πραγματικά βαθιά», είπε στο CNN.
«Η βιομηχανική βάση στη Γερμανία… τα δυνατά σημεία που έχουμε σε πολλές τεχνολογίες μηχανικής και κατασκευής εξακολουθούν να είναι κορυφαία και μοναδικά και πιστεύω ακράδαντα στην ικανότητα των εταιρειών να προσαρμοστούν σε ένα μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον».
*Ο Sebastian Shukla και ο Chris Stern συνεισέφεραν στο ρεπορτάζ από το Βερολίνο