Ebury | Νέο έτος με νέες προκλήσεις για την Παγκόσμια Οικονομία
Μόλις πριν ένα μήνα και εν μέσω των γιορτών, οι αγορές
φαίνονταν να επενδύουν στην επιστροφή στην
κανονικότητα και να προεξοφλούν την ομαλοποίηση της
νομισματικής πολιτικής τόσο από πλευράς FED όσο και
από την ΕΚΤ, αρχής γενομένης από την άνοιξη του ‘24,
οπότε και ανέμεναν τις πρώτες περικοπές επιτοκίων.
Η χαραυγή του 2024 ωστόσο έφερε μαζί της και τον
αποσταθεροποιητικό παράγοντα των Χούθι της Υεμένης,
να απειλεί βασικές οδούς της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και
των παγκόσμιων μεταφορών βάζοντας φωτιά στις τιμές
των ναύλων, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα τις τιμές
του πετρελαίου παρά την πτωτική ζήτηση της
τελευταίας περιόδου, διαταράσσοντας την εφοδιαστική
αλυσίδα και δυνητικά επαναφέροντας στο προσκήνιο ένα
νέο γύρο πληθωριστικών πιέσεων στις εύθραυστες
δυτικές οικονομίες.
Σε παλαιότερη ανάλυσή μας, είχαμε επισημάνει ότι η κατάσταση στο πεδίο της Λωρίδας της Γάζας με την επέμβαση των Ισραηλινών δυνάμεων μετά τις επιθέσεις των Παλαιστινιακών τρομοκρατικών οργανώσεων (Χαμάς, Ισλαμική Τζιχάντ κτλ) της 7ης Οκτωβρίου, δεν θεωρήθηκε από τις αγορές ως ένας ανησυχητικός παράγοντας, όσο η σύγκρουση δεν διαχέετο σε άλλες πλευρές της Μέσης Ανατολής.
Η διάθεση ωστόσο του Ισραήλ να χρησιμοποιήσει την αφορμή της επίθεσης προκειμένου να προχωρήσει σε ένα γενικότερο ξεκαθάρισμα με τις γειτονικές απειλές από πλευράς Λιβάνου (Χέζμπολαχ) και Συρίας, φάνηκε να ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά του Ιράν που θεωρεί αυτές τις 2 περιοχές, ως ζώνη ασφαλείας στο ζωτικό του χώρο και να επαναφέρει τις δικές του ανησυχίες ασφαλείας και ανάγκης ταχύτερου εξοπλισμού του με πυρηνικά στο προσκήνιο.
Στο πλαίσιο αυτό, της πίεσης του Ιράν προς τη διεθνή κοινότητα, και δει τις ΗΠΑ που βρίσκονται σε εκλογική τροχιά, εντάσσεται η ενεργοποίηση του παράγοντα Χούθι (οργάνωση που στηρίζεται από το Ιρανικό καθεστώς), καθώς και οι πρόσφατες επιθέσεις του στο Πακιστάν στενού συμμάχου των ΗΠΑ, αλλά και εναντίον θέσεων των αμερικανικών δυνάμεων που σταθμεύουν στη Συρία και στο Ιρακ.
Επομένως, η προαναφερθείσα διάχυση που φόβιζε τις αγορές δεν είναι πλέον μία πιθανότητα αλλά μάλλον μία πραγματικότητα η οποία εντάσσεται στην γεωπολιτική σκακιέρα της Μέσης Ανατολής και θα μπορούσε όπως και ο εν εξελίξει πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας να έχουν έναν χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον μέχρι τις Αμερικανικές εκλογές τον Νοέμβριο αν όχι και αργότερα.
Υπενθυμίζουμε σε αυτό το σημείο, πως επι διακυβέρνησης του δημοκρατικού προέδρου Ομπάμα, είχε επιτευχθεί η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και η άρση των κυρώσεων σε αυτό, ενώ η έλευση του Τράμπ ανέτρεψε την εικόνα. Εν προκειμένω μία πιθανή επανεκλογή Τράμπ (μετά και την απόσυρση του Ron DeSantis μόνο η Nkiki Haley παραμένει αυτή την ώρα στην κούρσα ανάδειξης του υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών απέναντι στον Τράμπ, αλλά με ισχνές πιθανότητες επικράτησης) είναι το στοιχείο που αποτελεί και καταλύτη για τις κινήσεις του Ιράν που μέσα από την όξυνση των απειλών προς την παγκόσμια κοινότητα ελπίζει σε κέρδη από μία συμφωνία με τον Δημοκρατικό Μπάιντεν.
Παρόλα αυτά, η παράταση αυτής της κατάστασης θα μπορούσε να οδηγήσει όχι μόνο σε ένα πισωγύρισμα στο χρονοδιάγραμμα της νομισματικής χαλάρωσης, που η ίδια η Λαγκάρντ σε ομιλία της στο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός το τοποθέτησε στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, αλλά και σε μία ανατροπή του σκηνικού και σε ένα νέο ράλι τιμών που θα θύμιζε εκείνο του 2022 με το Δολάριο να μπορούσε να καρπωθεί την μερίδα του λέοντος ως το ασφαλέστερο καταφύγιο εν μέσω μίας τόσο ρευστής κατάστασης.
Τα παραπάνω θα κληθούν να προσμετρήσουν σε συνδυασμό φυσικά με την πορεία των μακροοικονομικών στοιχείων οι κεντρικοί τραπεζίτες κατά τις πρώτες συνεδριάσεις του 2024, με την ΕΚΤ να προηγείται την ερχόμενη Πέμπτη 25/1 και τις FED (31/1) και ΒΟΕ (1/2) να ακολουθούν την ερχόμενη εβδομάδα.