
Ομολογιούχοι της Credit Suisse ανακοίνωσαν την Τρίτη πως εξετάζουν το ενδεχόμενο κατάθεσης αγωγών μετά τη διαγραφή ομολόγων Additional Tier 1 αξίας 17 δισ. δολαρίων, στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εξαγορά της από τη UBS.
Η ελβετική ρυθμιστική αρχή FINMA ανακοίνωσε την Κυριακή ότι τα αυξημένου κινδύνου ομόλογα AT1 θα αποκτήσουν μηδενική αξία, την ώρα που οι μέτοχοι μετοχών θα πληρωθούν για τους τίτλους που κατέχουν.
Ο David Benamou, επικεφαλής επενδύσεων στην Axiom Alternative Investments και κάτοχος ομολόγων AT1 της Credit Suisse, δήλωσε στο CNBC την Τρίτη ότι θα συμμετάσχει στην αγωγή μαζί με, όπως εκτιμά, “τους περισσότερους κατόχους ομολόγων”.
https://www.cnbc.com/video/2023/03/21/axiom-cio-discusses-credit-suisse-bond-wipeout.html
Η δικηγορική εταιρεία Quinn Emanuel Urquhart & Sullivan, με έδρα την Καλιφόρνια, δήλωσε τη Δευτέρα ότι είχε συγκροτήσει μια “ομάδα δικηγόρων από την Ελβετία, τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο” μετά τη συμφωνία διάσωσης.
“Η εν λόγω ομάδα βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με ορισμένους κατόχους AT1 της Credit Suisse, που αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό της συνολικής ονομαστικής αξίας των AT1 που έχει εκδώσει η Credit Suisse, σχετικά με τις πιθανές νομικές επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους στον απόηχο της ανακοίνωσης για τη συγχώνευση UBS-Credit Suisse”, ανέφερε η εταιρεία.
Η νομική εταιρεία είχε εκπροσωπήσει ομολογιούχους και μετά την πώληση της ισπανικής τράπεζας Banco Popular στην Banco Santander, έναντι 1 ευρώ το 2017, όταν και πάλι “έσβησε” η αξία των τίτλων AT1.
Η νομική εταιρεία σχεδιάζει να προσκαλέσει σε συνάντηση τους ομολογιούχους την Τετάρτη για να συζητήσουν “τις πιθανές οδούς επανόρθωσης”.

Πτώχευσε η Credit Suisse;
Σε περίπτωση χρεοκοπίας μιας τράπεζας, οι τίτλοι AT1 -γνωστοί και ως CoCos- θα είχαν προτεραιότητα έναντι των μετοχών.
Τα ομόλογα αυτά δημιουργήθηκαν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ως μέσο εμπόδισης της μετάδοσης της κρίσης στους φορολογούμενους. Η απομείωση της Credit Suisse αποτελεί τη μεγαλύτερη ζημία που υπέστησαν ποτέ οι κάτοχοι ομολόγων AT1.
Η απόφαση των ελβετικών αρχών να ανατρέψουν τους καθιερωμένους κανόνες και να πλήξουν τους κατόχους ομολόγων AT1 έναντι των μετόχων καταγγέλθηκε πως πλήττει την εμπιστοσύνη στα περιουσιακά στοιχεία, δημιουργώντας ενδεχομένως δευτερογενή αποτελέσματα στις παγκόσμιες αγορές.
Η Αρχή Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ, το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση τη Δευτέρα, προσπαθώντας να καθησυχάσουν τους επενδυτές ότι η συμφωνία με την Credit Suisse είναι μεμονωμένη περίπτωση. Η Ελβετία δεν αποτελεί μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνεπώς δεν υπόκειται στους κανονισμούς του μπλοκ.
“Ειδικότερα, τα μέσα κοινού μετοχικού κεφαλαίου είναι τα πρώτα που απορροφούν τις ζημιές και μόνο μετά την πλήρη χρήση τους θα απαιτηθεί η απομείωση των ΑΤ 1”, επέμειναν οι ευρωπαϊκές αρχές.
“Αυτή η προσέγγιση έχει εφαρμοστεί με συνέπεια σε προηγούμενες περιπτώσεις και θα συνεχίσει να οδηγεί τις ενέργειες του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης και της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ στις παρεμβάσεις τους σε κρίσεις. Τα ΑΤ1 αποτελούν και θα συνεχίσουν να αποτελούν σημαντικό στοιχείο της κεφαλαιακής διάρθρωσης των ευρωπαϊκών τραπεζών”, ανέφεραν.
Στο τέλος του 2022, η Credit Suisse διέθετ δείκτη CET1 στο 14,1% και δείκτη κάλυψης ρευστότητας 144%. Τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν ότι η τράπεζα ήταν φερέγγυα και διέθετε άφθονη ρευστότητα, οδηγώντας τον Benamou της Axiom να αμφισβητήσει το κατά πόσον η τράπεζα θα έπρεπε να θεωρηθεί “χρεοκοπημένη” με την κλασική έννοια.
Η τράπεζα έχασε την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των καταθετών τις τελευταίες δύο εβδομάδες, με αποτέλεσμα την ελεύθερη πτώση της μετοχής και τις μαζικές εκροές κεφαλαίων. Η FINMA διευκρίνισε την Κυριακή ότι υπήρχε κίνδυνος η Credit Suisse να μην πληροί τις απαιτήσεις ρευστότητας, ακόμη και αν δεν ήταν αφερέγγυα.
Το πολιτικό υπόβαθρο
Καταλύτης για την πιο πρόσφατη κατρακύλα της μετοχής της ελβετικής τράπεζας ήταν η ανακοίνωση του Νο1 επενδυτή, της Saudi National Bank, ότι δεν μπορούσε να προσφέρει περαιτέρω οικονομική στήριξη.
Το 9,9% της Credit Suisse που απέκτησαν τον Οκτώβριο οι Σαουδάραβες έπαιξε μεγάλο ρόλο στη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης της Credit Suisse, ενώ η Αρχή Επενδύσεων του Κατάρ έγινε ο δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας αφού διπλασίασε το μερίδιό της στο 6,8% στα τέλη του 2022.
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι υπήρχε πολιτικό κίνητρο πίσω από την απόφαση να εξασφαλιστούν οι μετοχές πριν από τους ομολογιούχους AT1, ο Benamou είπε ότι αυτή είναι η “μόνη λογική εξήγηση”.
Εκπρόσωπος της FINMA δεν ήταν άμεσα διαθέσιμος για σχολιασμό που του ζητήθηκε από το CNBC.
Τα ομόλογα AT1 της Credit Suisse προσέφεραν υψηλότερες αποδόσεις από πολλά άλλα περιουσιακά στοιχεία, σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και 10%, αντανακλώντας τον εγγενή κίνδυνο που αναλάμβαναν οι επενδυτές.
Περιείχαν επίσης μια ρήτρα που επέτρεπε τη μηδενική τους διαγραφή από τις ελβετικές αρχές σε περίπτωση που η τράπεζα δεν ήταν πλέον βιώσιμη, ανεξάρτητα από το εάν οι μέτοχοι “εξοντώνονταν” επίσης.
Ο Benamou αναγνώρισε ότι η απόδοση αντανακλούσε τον κίνδυνο χρεοκοπίας ή “μη βιωσιμότητας”, αλλά απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η απομείωση καλύπτεται από την υφιστάμενη ρήτρα.
“Στην πραγματικότητα, άλλαξαν το νόμο την Κυριακή για να επιτρέψουν στη FINMA να διαγράψει το AT1 χωρίς κανένα περιορισμό. Φυσικά, υπάρχει ένας βαθμός ευελιξίας στα ενημερωτικά δελτία, αλλά αν άλλαξαν τον νόμο την Κυριακή, είναι επειδή δεν είχαν αρκετή ευελιξία για να μηδενίσουν τα AT1”, δήλωσε.
Ωστόσο, ο Mark Yallop, πρόεδρος του Financial Markets Standards Board του Ηνωμένου Βασιλείου και πρώην διευθύνων σύμβουλος της UBS UK, δήλωσε στο CNBC ότι είναι εύλογο να έλαβε η FINMA μια “τεχνική απόφαση” με βάση την ερμηνεία της προαναφερθείσας ρήτρας απομείωσης.
“Πρόκειται για μια νομική ερμηνεία του εν λόγω εγγράφου και είμαι βέβαιος ότι θα συζητηθεί στο δικαστήριο εν ευθέτω χρόνω, αλλά νομίζω ότι δεν είναι σωστό να το βλέπουμε αυτό ως μια πολιτική κίνηση για να ικανοποιήσει ορισμένους μετόχους”, δήλωσε.
“Η FINMA δικαιολογείται να θεώρησε πως αυτή η κίνηση ήταν εντός των δικαιωμάτων της”, σημείωσε.
Η δικηγορική εταιρεία Stewarts, με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, εκτιμά ότι η ελβετική ρυθμιστική αρχή και οι αρμόδιοι φορείς έχουν λάβει νομική γνωμάτευση πριν “εξαφανίσουν” τους ομολογιούχους AT1.
“Δεδομένου του διακυβεύματος, ίσως έκριναν ότι ο κίνδυνος μιας δικαστικής διαμάχης στο μέλλον είναι προτιμότερος από την εναλλακτική λύση, αν και υπάρχει προηγούμενο με την εξαγορά της Banco Popular από τη Santander το 2017, που οργανώθηκε από τη μονάδα εποπτείας της ΕΚΤ, όταν διαγράφηκαν τα ομόλογα AT1”, ανέφερε η δικηγορική εταιρεία σε ανακοίνωσή της.
Ορισμένοι από τους μετόχους της Credit Suisse αντέδρασαν επίσης με θυμό στη χρήση “έκτακτων μέτρων” από τις αρχές για να προωθήσουν εσπευσμένα τη συμφωνία χωρίς να περάσει από ψηφοφορία.
Οι μέτοχοι θα αποζημιωθούν στην αξία της εξαγοράς της Credit Suisse από τη UBS, εν ολίγοις θα πάρουν ένα ποσοστό της αξίας των μετοχών τους πριν από τη συμφωνία.
Ο Βίνσεντ Κάουφμαν, διευθύνων σύμβουλος του Ιδρύματος Ethos, το οποίο κατέχει μερίδιο άνω του 3% στην ελβετική τράπεζα, δήλωσε στο CNBC τη Δευτέρα ότι ο οργανισμός θα ακούσει τους νομικούς συμβούλους του σχετικά με κάθε πιθανή νομική δράση.
Η Ethos, η οποία απαρτίζεται από 246 ελβετικά συνταξιοδοτικά προγράμματα και ιδρύματα κοινής ωφέλειας, κατηγορεί τις ελβετικές αρχές ότι χρησιμοποίησαν τις εξουσίες “έκτακτης ανάγκης” για να περάσουν δύο βασικά νομοθετήματα χωρίς την έγκριση των μετόχων.

Explainer: Τι σημαίνει για την UBS η εξαγορά της Credit Suisse
Δύο ημέρες αφότου η UBS συμφώνησε να δαπανήσει 3,25 δισεκατομμύρια δολάρια για να διασώσει την ανταγωνίστριά της, Credit Suisse, κορυφαία τραπεζικά στελέχη προσπαθούν να πείσουν τους επενδυτές για τα οφέλη ενός «γάμου» ο οποίος «έγινε υπό την απειλή όπλου», σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι Financial Times.
Ο Ραλφ Χάμερς, διευθύνων σύμβουλος της UBS, δήλωσε στους FT ότι η συμφωνία «έχει να κάνει όχι απλώς με τη συνένωση δύο εταιρειών» αλλά με το «πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε μια ακόμη μεγαλύτερη UBS».
Αυτή η διάσωση, μέσα από την οποία δημιουργείται η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα στον κόσμο βάσει περιουσιακών στοιχείων (με 120.000 υπαλλήλους και 5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία), κάποιοι ανησυχούν ότι θα μπορούσε να αποσπάσει την προσοχή των στελεχών της UBS.

Στελέχη της UBS υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι δεν υποχρεώθηκαν από προχωρήσουν σε αυτήν τη συμφωνία η οποία θα έχει, το αργότερο ως το 2027, ενισχύσει τα κέρδη της τράπεζας ανά μετοχή. Τα ίδια στελέχη υπογραμμίζουν τη χαμηλή τιμή που πλήρωσαν για μια επιχείρηση που είχε κεφαλαιοποίηση 7,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων την περασμένη εβδομάδα αλλά και τα 108 δισεκατομμύρια δολάρια που έχει δεσμευτεί ότι θα χορηγήσει ως πιστωτική γραμμή ρευστότητας η Κεντρική Τράπεζας της Ελβετίας σαν δίχτυ ασφαλείας.
Με wealth management assets ύψους 3,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, η UBS θα γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη ιδιωτική τράπεζα στον κόσμο, πίσω από τη Morgan Stanley. Θα γίνει, επίσης, ο μεγαλύτερος διαχειριστής πλούτου σε νοτιοανατολική Ασία και Μέση Ανατολή, και ένας από τους κορυφαίους διαχειριστές στη Λατινική Αμερική χάρη στο τμήμα Βραζιλίας της Credit Suisse.
Ωστόσο, η συμφωνία δεν θα βοηθήσει την UBS να αναπτυχθεί στις ΗΠΑ, αφού η Credit Suisse αποχώρησε από την αμερικανική αγορά το 2015.
Τους τελευταίους μήνες η UBS είδε να έρχονται προς το μέρος της πελάτες που έφευγαν από την Credit Suisse. «Οι εισροές που είδαμε την περασμένη εβδομάδα, αποδεικνύουν ότι είμαστε ένα ασφαλές καταφύγιο», είπε ο Ραλφ Χάμερς μιλώντας σε αναλυτές.
Ωστόσο, η UBS θα πάψει πλέον να αντιμετωπίζεται ως εναλλακτική στην Credit Suisse, και οι πλούσιοι πελάτες θα μπορούσαν για αυτόν τον λόγο να μπουν στον πειρασμό να στείλουν τα χρήματά τους αλλού. Η Julius Baer, που έχει ισχυρή παρουσία στην Ασία, αναμένεται να επωφεληθεί: η αξίας της μετοχής της αυξήθηκε κατά 13% αυτήν την εβδομάδα.
UBS και Credit Suisse έχουν μαζί, έπειτα από τη διάσωση, περισσότερους από 35.000 υπαλλήλους μόνο στην Ελβετία (η Credit Suisse έχει εκεί περίπου 17.000). Πολλές από αυτές τις θέσεις εργασίας ενδέχεται ωστόσο στο μέλλον να χαθούν όταν η UBS αρχίσει να κλείνει υποκαταστήματα και να καταργεί θέσεις που θα είναι πλέον διπλές. Προς το παρόν πάντως, η UBS δεν φαίνεται να δείχνει διάθεση να «ξεφορτωθεί» την εγχώρια τράπεζα της Credit Suisse η οποία είναι, όπως αναφέρουν οι FT, και το πλέον πολύτιμο από τα περιουσιακά στοιχεία της ελβετικής τράπεζας που διασώθηκε.
Εάν η ύψους 1,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων asset management business της UBS συνδυαστεί με την ύψους 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων αντίστοιχη δράση της Credit Suisse, αυτό θα δημιουργήσει τον τρίτο μεγαλύτερο διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη.
Κατά τα λοιπά, το πιο επισφαλές από τα τμήματα της Credit Suisse είναι η επενδυτική της τράπεζα, όπως σημειώνουν οι FT. Αυτό είναι το τμήμα από το οποίο προήλθαν τα περισσότερα από τα σκάνδαλα και οι απώλειες της Credit Suisse τα τελευταία χρόνια, όπως αναφέρεται, και υπό αυτό το πρίσμα πολλοί από τους 17.000 investment bankers της Credit Suisse θα μπορούσαν να χάσουν τις δουλειές τους.