
Η συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων η οποία ανακοινώθηκε στα μέσα Αυγούστου είναι προϊόν μιας τρίτης φάσης της ισραηλινής πολιτικής για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, που βασίζεται σε διδάγματα που αντλήθηκαν από προηγούμενες συμφωνίες ειρήνης με την Αίγυπτο και την Ιορδανία, καθώς και από τις αποτυχημένες ειρηνευτικές συμφωνίες με τους Παλαιστινίους.
Του Seth J. Frantzman
Θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της αποδυνάμωσης της αμερικανικής εμπλοκής στη Μέση Ανατολή – ιδιαίτερα της απομάκρυνσης στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ από την περιοχή – και των αυξανόμενων προκλήσεων από πλευράς Τουρκίας και Ιράν.
Η “μάχη” του Ισραήλ για ειρηνικές σχέσεις με γείτονες και μουσουλμανικό κόσμο
Από την ίδρυσή του το 1948, το Ισραήλ αγωνίζεται να δημιουργήσει δεσμούς με τα κράτη της Μέσης Ανατολής και τα κράτη με πλειοψηφικό το μουσουλμανικό στοιχείο σε Αφρική και Ασία.
Η πρώτη φάση της ειρήνευσης από πλευράς Ισραήλ σχεδιάστηκε για να εξουδετερώσει αυτήν την δυσκολία, με αναζήτηση σχέσεων με χώρες που βρίσκονται στην περιφέρεια του αραβικού κόσμου, όπως η Τουρκία, το Ιράν πριν από την ισλαμική επανάσταση του 1979 και η Αιθιοπία.
Μετά τους συμβατικούς πολέμους με τους Άραβες γείτονές του μεταξύ του 1950 και του 1973, το Ισραήλ πέτυχε μια σημαντική διπλωματική νίκη όταν η Αίγυπτος έσπασε την αντιισραηλινή “ομοφωνία” του Αραβικού Συνδέσμου και υπέγραψε μαζί του μια συνθήκη ειρήνης το 1979. Στην πράξη, αυτό τερμάτισε τυχόν υποβόσκοντες φόβους ότι η δημιουργία και η ύπαρξη του Ισραήλ θα μπορούσαν να αντιστραφούν μέσω πολέμου.
Η συνθήκη με την Αίγυπτο, ωστόσο, συνέπεσε με την ιρανική επανάσταση: όχι μόνο το Ισραήλ έχασε τις διπλωματικές σχέσεις του με την Τεχεράνη, αλλά η νέα Ισλαμική Δημοκρατία έγινε ένας από τους πλέον εχθρικούς παράγοντες έναντι του εβραϊκού κράτους.
Η δεύτερη φάση
Η δεύτερη φάση της πολιτικής ειρήνευσης από πλευράς του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή ήρθε με την ώθηση στα δικαιώματα των Παλαιστινίων και στην προοπτική για κρατική υπόσταση της Παλαιστίνης στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την εμφάνιση μιας αμερικανικής παγκόσμιας ηγεμονίας, δημιουργήθηκε ένα κλίμα γενικής ειρήνευσης και επίλυσης συγκρούσεων, από τη Βόρεια Ιρλανδία έως τη Νότια Αφρική. Σε αυτό το πλαίσιο, το Ισραήλ και οι Παλαιστίνιοι συμφώνησαν σε μια ειρηνευτική διαδικασία, γνωστή ως Συμφωνία του Όσλο, το 1993.
Η τελευταία άνοιξε τον δρόμο στην Ιορδανία ώστε τελικά να υπογράψει μια ειρηνευτική συνθήκη με το Ισραήλ (άλλη μια αραβική χώρα, η Μαυριτανία, σύναψε διπλωματικές σχέσεις με το Τελ Αβίβ το 1999, για να τις αναστείλει το 2009).
Εάν η συμφωνία με την Αίγυπτο αποτελούσε το τέλος της συμβατικής στρατιωτικής απειλής ενάντια στο Ισραήλ, οι Συμφωνίες του Όσλο είχαν ως στόχο τον τερματισμό της παλαιστινιακής εξέγερσης. Το πέτυχαν – είναι η αλήθεια – για λίγα χρόνια, πριν ωστόσο ξεσπάσει η αιματηρή δεύτερη Ιντιφάντα. Σταθεροποίησαν πάντως έναν αυτόνομο παλαιστινιακό έλεγχο στη Γάζα και σε τμήματα της Δυτικής Όχθης.
Η απειλή Τουρκίας – Ιράν “οδηγός” της τρίτης φάσης
Στην τρίτη φάση, το Ισραήλ κινείται πέραν των Παλαιστινίων και του “δαχτυλιδιού” των γύρω κρατών του. Η συμφωνία με τα ΗΑΕ αναμένεται να είναι η πρώτη μιας σειράς ειρηνευτικών συνθηκών. Αυτό κατέστη δυνατό εν μέρει λόγω της αμερικανικής υποστήριξης, η οποία ήταν το “κλειδί” για τις συνθήκες με την Αίγυπτο και την Ιορδανία, καθώς και για τις Συμφωνίες του Όσλο.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που λειτουργούν ως κίνητρα. Τα ΗΑΕ αναμένουν η συμφωνία να αποτρέψει την προσάρτηση στο Ισραήλ μεγάλων τμημάτων της Δυτικής Όχθης, και ως εκ τούτου να διατηρήσει την ελπίδα για ένα παλαιστινιακό κράτος. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η συμφωνία ενισχύει τις συμφωνίες με την Αίγυπτο, την Ιορδανία και τους Παλαιστινίους.
Τα ΗΑΕ προσφέρουν επίσης στο Ισραήλ οικονομικές ευκαιρίες που δεν υπήρχε πεδίο να αναπτυχθούν με το Κάιρο, το Αμμάν ή τη Ραμάλα.
Στον πυρήνα της, ωστόσο, η συμφωνία βασίζεται στους κοινούς αντιπάλους των δύο μερών, συμπεριλαμβανομένου του Ιράν και της Χαμάς στη Γάζα.
Οι Εμιρατιανοί βλέπουν τη Χαμάς ως μέρος μιας ευρύτερης απειλής για την περιφερειακή σταθερότητα από πλευράς της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Τα ΗΑΕ και το Ισραήλ ανησυχούν επίσης για την αυξανόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας στη Μεσόγειο και σε ολόκληρη την περιοχή. Αυτό αποτελεί τη βάση μιας στρατηγικής συμμαχίας, η οποία περιλαμβάνει την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η τρίτη φάση της ισραηλινής πολιτικής για την ειρήνευση μπορεί να οδηγήσει στην ομαλοποίηση των σχέσεων με άλλες αραβικές και μουσουλμανικές χώρες με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο οι άμεσες επιπτώσεις της βρίσκονται στις περιφερειακές στρατηγικές διαρρυθμίσεις.
Καθώς οι ΗΠΑ αποσύρονται από τις βάσεις τους στο Ιράκ και σταθμίζουν εκ νέου τις δεσμεύσεις τους στο Αφγανιστάν και τη Συρία, μια μετα-αμερικανική Μέση Ανατολή εμφανίζεται στον ορίζοντα – και σε αυτήν οι περιφερειακές συμμαχίες αποκτούν μεγαλύτερη σημασία.
Η Τουρκία χτίζει τη δική της συμμαχία, με το Κατάρ και τη λιβυκή κυβέρνηση της Τρίπολης, καθώς και με τη Χαμάς και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το δίκτυο του Ιράν περιλαμβάνει τη Συρία, τη λιβανική Χεζμπολάχ και σιιτικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ και την Υεμένη. Τόσο η Τουρκία όσο και το Ιράν έχουν ήδη καταδικάσει τη συμφωνία Ισραήλ-ΗΑΕ.
Μια πιο θερμή σχέση
Ως αποτέλεσμα αυτής της εχθρότητας, οι δεσμοί του Ισραήλ με τα ΗΑΕ πιθανότατα θα είναι στενότερες σε σχέση με τις χώρες με τις οποίες το Τελ Αβίβ είχε υπογράψει ειρηνευτικές συμφωνίες στο παρελθόν.
Παρά τις διπλωματικές σχέσεις του με την Ιορδανία και την Αίγυπτο, σπάνια υπήρξαν τις τελευταίες δεκαετίες δημόσιες διμερείς συναντήσεις μεταξύ των ηγετών τους. Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου και ο πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ Μπιν Ζάγεντ αναμένεται ωστόσο να έχουν μια πιο θερμή σχέση, καθώς μοιράζονται μια κοινή περιφερειακή κοσμοθεωρία.
Αυτό θα απαιτούσε βέβαια να ξεπεραστούν ορισμένα αρχικά εμπόδια, όπως η αντίθεση του Ισραήλ στην πώληση F-35 στα ΗΑΕ. Τα κοινά τους συμφέροντα, όμως, πιθανότατα θα διασφαλίσουν ότι τα δύο μέρη θα αναπτύξουν μια παροιμιωδώς όμορφη φιλία.
To πρωτότυπο κείμενο του Bloomberg
THE AGREEMENT between Israel and the United Arab Emirates announced in mid-August is the product of a third phase of Israeli peacemaking that builds on lessons learned from previous treaties with Egypt and Jordan, and the failed peace accords with the Palestinians. It should be viewed in the context of weakening American engagement in the Middle East — particularly, of the drawdown of US forces in the region — and the mounting challenges from Turkey and Iran.
Since its founding in 1948, Israel has struggled to establish ties with the states in the Middle East and Muslim-majority nations in Africa and Asia. Israel’s first phase of peacemaking was designed to counteract this predicament by seeking relations in countries on the periphery of the Arab world, such as Turkey, pre-revolution Iran, and Ethiopia.
After conventional wars with its Arab neighbors between 1950 and 1973, Israel achieved a breakthrough when Egypt broke with the Arab League and signed a peace treaty in 1979. In practical terms, this ended any lingering fears that the creation of Israel could be reversed through war.
But the treaty with Egypt coincided with the Iranian revolution: Not only did Israel lose diplomatic relations with Tehran, the new Islamic Republic became one of its most hostile adversaries.
The second phase of Israeli peacemaking in the Middle East came with the push for Palestinian rights and statehood in the West Bank and Gaza Strip. With the end of the Cold War and the emergence of an American global hegemony came an era of peacemaking, from Northern Ireland to South Africa. Against that backdrop, Israel and the Palestinians agreed to a peace process, known as the Oslo Accords, in 1993. This paved the way for Jordan to sign a peace treaty with Israel. (One other Arab nation, Mauritania, opened diplomatic relations with Israel in 1999, only to suspend them in 2009.)
If the agreement with Egypt ended the conventional military threat to Israel, the Oslo Accords were meant to end the Palestinian uprising. They succeeded for a few years before the bloody Second Intifada broke out. Nevertheless, they cemented in place an autonomous Palestinian control of Gaza and parts of the West Bank.
In the third phase, Israel has been reaching beyond the Palestinians and the ring of states around it. The agreement with the UAE is expected to be the first of many. It was made possible in part by American support, which was key to treaties with Egypt and Jordan, as well as the Oslo Accords.
There are other motivating factors. The UAE expects the agreement to forestall Israeli annexation of large parts of the West Bank, and therefore preserve the hope for a Palestinian state. In effect, then, the agreement bolsters the deals with Egypt, Jordan, and the Palestinians. The UAE also offers Israel economic opportunities that it has been unable to develop with Cairo, Amman, or Ramallah.
But at its core, the agreement is based on common adversaries, including Iran and Hamas in Gaza. The Emiratis view Hamas as part of a broader menace to regional stability from the Muslim Brotherhood. The UAE and Israel are also alarmed by Turkey’s growing assertiveness in the Mediterranean and across the region. This forms the basis of a strategic alliance that includes Greece and Cyprus.
The third phase of Israeli peacemaking may result in the normalization of relations with other Arab and Muslim countries over time, but its immediate ramifications are to be found in regional strategic arrangements. As the US withdraws from bases in Iraq and weighs its commitments in Afghanistan and Syria, a post-American Middle East is coming into view, in which regional alliances take on more importance.
Turkey is building its own alliance, with Qatar and the Libyan government in Tripoli, as well as Hamas and the Muslim Brotherhood. Iran’s network includes Syria, the Lebanese Hezbollah and militias in Iraq and Yemen. Both Turkey and Iran have already condemned the Israeli-UAE agreement.
As the result of this hostility, Israel’s ties to the UAE will likely be closer than those with its older treaty partners. Despite its diplomatic relations with Jordan and Egypt, there have rarely been public meetings between the countries’ leaders. But Prime Minister Benjamin Netanyahu and Crown Prince Mohammed bin Zayed can be expected to have a warmer relationship because they share a regional worldview.
This would require getting over some initial hurdles, such as Israel’s opposition to the sale of F-35s to the UAE. But their shared interests will ensure that they develop the proverbial beautiful friendship.
BLOOMBERG OPINION