Last updated on 14 Απριλίου, 2021 at 08:26 μμ
Thank you for reading this post, don't forget to subscribe!Στις 7 Δεκεμβρίου 2020 έληξε στο OpenGov.gr η διαβούλευση του νέου σχεδίου νόμου (ΣΝ) «για τον εκσυγχρονισμό, την απλοποίηση και την αναμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου των δημοσίων συμβάσεων και ειδικότερες ρυθμίσεις για τις προμήθειες στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας», το δεύτερο μέρος του οποίου αφορά τις προμήθειες αμυντικού εξοπλισμού.
Αποτελεί και αυτό το ΣΝ μία ακόμη προσπάθεια επίλυσης των χρόνιων προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο εν λόγω τομέας. Είναι επαρκείς όμως οι προτεινόμενες τροποποιήσεις; Θα επιτύχουν το σκοπό τους; Πριν αναλύσουμε τα θετικά και τα αρνητικά του εν λόγω ΣΝ, θα πρέπει να περιγράψουμε με λεπτομέρειες το πρόβλημα, ώστε να δούμε αν το ΣΝ προσδίδει την απαιτούμενη λύση.
Ιστορικό – Παρούσα κατάσταση
Αν αναλύσουμε τις αμυντικές δαπάνες της τελευταίας 20ετίας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ), καθώς και τις διαδικασίες προμηθειών που ακολουθήθηκαν, καταλήγουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
1) Όλα τα μείζονα εξοπλιστικά προγράμματα (αεροσκάφη, υποβρύχια, άρματα, αντιαεροπορικά συστήματα, και τώρα αεροσκάφη και φρεγάτες) πραγματοποιήθηκαν με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης (που αργότερα μετονομάστηκε σε «διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης»).
2) Από το σύνολο του προϋπολογισμού του ΥΕΘΑ, ένα ποσοστό άνω του 75% δαπανήθηκε σε διακυβερνητικές συμβάσεις (δηλαδή σε εξαιρέσεις των διαδικασιών προμήθειας) με τη μερίδα του λέοντος να καταλαμβάνεται από το FMS.
Άρα οι διαγωνιστικές διαδικασίες προμηθειών αφορούν στην πραγματικότητα ένα μικρό κομμάτι της πίτας των αμυντικών δαπανών της Χώρας, που όμως είναι πολύ σημαντικό, αφού αφορά κυρίως δαπάνες για τη συντήρηση των υπαρχόντων οπλικών συστημάτων, με άμεσο αντίκτυπο στη διαθεσιμότητά τους. Πώς τα πήγαμε σε αυτό το κομμάτι;
Η αλήθεια είναι ότι αποτύχαμε οικτρά!!! Οι συμβάσεις που υπογράφτηκαν την τελευταία 15ετία (μετά τη δημοσίευση του ν.3433/06) με αποκλειστική χρήση των διατάξεων του νόμου και χωρίς νομοθετικές ρυθμίσεις, είναι μονοψήφιες, με τη συνολική αξία τους να αποτελεί ένα αμελητέο κλάσμα του συνόλου των αμυντικών δαπανών.
Κατά την τελευταία δεκαετία, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) διενήργησε αρκετές δεκάδες διαγωνισμούς, από τους οποίους έχουν επιτύχει ελάχιστοι. Οι κυριότερες αιτίες για τούτο (πέραν φυσικά του αναμφισβήτητα σαθρού νομικού πλαισίου) είναι αρκετές:
• Απίστευτα πολύπλοκη γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα να μεσολαβεί υπέρογκος χρόνος από τη δημιουργία υποπρογράμματος μέχρι την 1η διενέργεια διαγωνισμού, αλλά και για την επανάληψη ενός ακυρωμένου διαγωνισμού. Η διακήρυξη του διαγωνισμού υποβάλλεται «πακέτο» στη ΓΔΑΕΕ με την απόφαση ενεργοποίησης προμήθειας. Έτσι, εάν κάτι πάει στραβά κατά το διαγωνισμό (που συνήθως πάει), όλο το πακέτο ξαναγυρίζει στο Γενικό Επιτελείο και «φτου κι απ’ την αρχή».
• Κατακερματισμός δραστηριοτήτων. Άλλος αποφασίζει τι θέλει (Γενικά Επιτελεία – ΓΕ), άλλος διενεργεί την προμήθεια και καταρτίζει τη σύμβαση (ΓΔΑΕΕ) και άλλος την εκτελεί (ΓΕ). Τα δε εκτελεστικά όργανα εισηγούνται για κάθε σοβαρό θέμα της σύμβασης αποκλειστικά στον έχοντα την οικονομική εξουσία (ΕΟΥ), δηλαδή τον ΥΕΘΑ, μέσω χρονοβόρων ιεραρχικών διαδικασιών. Δηλαδή ένας αέναος κύκλος.
• Υπερβολικές απαιτήσεις των Γενικών Επιτελείων που ζητούν «τα πάντα και φθηνά» (Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι πολλές φορές ούτε οι κατασκευαστές δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ζητούμενες τεχνικές προδιαγραφές), με αποτέλεσμα, μη εκδήλωση ενδιαφέροντος από κανέναν υποψήφιο, γεγονός που οδηγεί σε ατέρμονες επαναλήψεις διαγωνισμών.
• Ατολμία των Γενικών Επιτελείων να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες που και η ίδια η Ευρωπαϊκή οδηγία τους δίνει, με αποτέλεσμα να προβαίνουν σε διαγωνισμούς ακόμη και για συστήματα με μοναδικούς κατασκευαστές.
• Κακογραμμένες διακηρύξεις διαγωνισμών, με ασαφείς όρους και δυσνόητη δομή που οδηγούν σε προσφυγές, ακυρώσεις και επαναλήψεις διαγωνισμών.
• Δυσνόητο νομοθετικό πλαίσιο, ακατανόητο σε μη εγχώριες εταιρείες (ποιος θα αισθανθεί άνετα να συμφωνήσει με μία διακήρυξη, στο 1ο άρθρο της οποίας αναφέρονται δεκάδες νόμοι, υπουργικές αποφάσεις, κανονισμοί κτλ, οι οποίοι «υπερισχύουν των όρων της προκήρυξης»;)
Προσπάθειες εκσυγχρονισμού νομικού πλαισίου
Στα μέσα του 2017 ξεκίνησε μία προσπάθεια από την προηγούμενη κυβέρνηση για την ανανέωση του νομοθετικού πλαισίου. Μία επεξεργασμένη μορφή του εν λόγω νομοσχεδίου τέθηκε σε διαβούλευση στο τέλος του 2018, αλλά δεν κατατέθηκε ποτέ στη Βουλή για ψήφιση. Η προσπάθεια συνεχίστηκε από την παρούσα κυβέρνηση. Δυστυχώς όμως φαίνεται επικράτησε η λογική των «μπαλωμάτων», αντί της πλήρους αναθεώρησης.
Το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί ουσιαστικά μία «κοπτοραπτική» του προηγούμενου νομοσχεδίου, με κάποιες επιπλέον παρεμβάσεις. Διορθώνει αναμφίβολα αρκετά προβλήματα του παρελθόντος. Αφήνει όμως άλυτα ένα σωρό άλλα, με αποτέλεσμα η ψήφισή του να μην «στρώνει το δρόμο με ροδοπέταλα» για την εφεξής απρόσκοπτη διενέργεια διαγωνισμών προμήθειας. Αποτελεί ίσως το μισό από τα τρία βήματα που χρειάζονται.
Ας ξεκινήσουμε από τα θετικά το σχεδίου νόμου:
• Καταργεί επιτέλους τα επαίσχυντα άρθρα 9 και 11 του ν.3978/11. Το γεγονός αυτό από μόνο του αποτελεί είδηση. Παρόλα αυτά διατηρούνται άλλες «χειρουργικές» διατάξεις του εν λόγω νόμου (που δεν έχουν τύχει της προσοχής που θα όφειλαν). Έτσι για παράδειγμα:
-Διατηρείται (τροποποιούμενο) το άρθρο 12, στο οποίο λίγο-πολύ λέμε στον εκάστοτε ανάδοχο ότι για κάθε αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος που δεν μας αρέσει, έχουμε δικαίωμα την εκ των υστέρων καταγγελία της σύμβασης.
-Διατηρείται στο άρθρο 80 η εξ ’ολοκλήρου ευθύνη κάθε μέρους κοινοπραξίας για το σύνολο της σύμβασης, ακόμη και αν τα παραδοτέα τους είναι διακριτά (με άλλα λόγια, για ατασθαλίες ενός μέλους μόνο μίας κοινοπραξίας, μπορούν να επιβληθούν κυρώσεις σε όλα τα μέλη της). Σημειώνεται ότι η εν λόγω διάταξη δεν συμπεριλαμβανόταν στην Ευρωπαϊκή οδηγία, αλλά αποτέλεσε εφεύρημα του συντάκτη του ν.3978/11.
• Εξορθολογίζεται η διαδικασία προγραμματισμού των προμηθειών και ιδιαίτερα η εμπλοκή της Βουλής των Ελλήνων, έτσι ώστε διατηρώντας το σύνολο των αρμοδιοτήτων της, να μην αποτελεί τροχοπέδη σε λιγότερο σημαντικά προγράμματα.
• Προστίθεται το Ενιαίο Ευρωπαϊκό Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ) και το Τυποποιημένο Έντυπο Υπεύθυνης Δήλωσης (ΤΕΥΔ). Τα δύο αυτά έντυπα απαλλάσσουν τους υποψήφιους από κοστοβόρες και χρονοβόρες διαδικασίες συλλογής δικαιολογητικών συμμετοχής στους διαγωνισμούς, οι οποίες πολλές φορές αποτελούσαν από μόνοι τους λόγο μη συμμετοχής.
• Μειώνονται οι απαιτούμενες εγγυητικές επιστολές και ιδιαίτερα για τις συμφωνίες-πλαίσια.
• Εισάγονται διατάξεις για την Κρατική Διασφάλιση Ποιότητας στο βαθμό που απαιτείται για μία τόσο σημαντική διαδικασία και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός ικανού λειτουργικού πλαισίου.
• Γίνεται επιτέλους αποδεκτή η διεθνής πρακτική προσφυγής στη διαιτησία, έστω και αν αυτό περιορίζεται εντός Ελλάδας.
Κάπου εδώ σταματούν τα καλά. Γιατί η αλήθεια είναι ότι το εν λόγω νομοσχέδιο αποτελεί μία άτολμη προσπάθεια, χωρίς να «μπήγει το μαχαίρι στο κόκκαλο» του προβλήματος. Μερικά από τα βήματα που δεν τόλμησε ο νομοθέτης είναι τα ακόλουθα:
• Δεν ενοποιήθηκε όλη η υπάρχουσα πανσπερμία νόμων σε ένα ενιαίο νομικό πλαίσιο. Η σύγχυση που προκαλούσαν οι 4 διαφορετικοί ισχύοντες νόμοι (3433/06, 3883/10, 3978/11, 4407/16) με τις τροποποιήσεις τους διατηρείται. Αντίθετα, προστίθεται ένα επιπλέον νομοθέτημα σε όλο αυτό το κολλάζ.
• Διατηρείται (με μικρές τροποποιήσεις) το μεγαλύτερο μέρος του ν.3433/06 και οι ασάφειες που προκαλεί (υπενθυμίζεται ότι ο ν.3978/11 προβλέπει αόριστα στο άρθρο 117: « … καταργείται κάθε διάταξη νόμου ή κανονιστικής πράξης που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο …» καθιστώντας νεφελώδη την συμβατότητα των εκάστοτε διατάξεων του 3433 με τον 3978, πέραν αυτών που ρητά καταργούνται) .
Επιπλέον, ο 3433/06 περιέχει μία σειρά από πολύ αυστηρές προβλέψεις που αποθαρρύνουν συστηματικά τους υποψήφιους προμηθευτές (η αδυναμία εφαρμογής τους και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν δεν έχουν γίνει αντιληπτοί μέχρι σήμερα γιατί απλά δεν έχει υπογραφεί καμία σοβαρή σύμβαση κατ’ εφαρμογή αυτού του νόμου). Ενδεικτικά αναφέρονται εν τάχει μερικές:
>Διαχωρίζονται η παράδοση των υλικών από τον προμηθευτή και η παραλαβή τους από τον αγοραστή, οι οποίες, συνδυαστικά με το παντελώς κακογραμμένο άρθρο 62, μπορεί να λαμβάνουν χώρα με σημαντικό χρονικό και τοπικό διαχωρισμό. (Οποιοσδήποτε έχει στοιχειώδεις έστω γνώσεις σύναψης συμβάσεων κατανοεί τους κινδύνους που ελλοχεύουν). Είναι χαρακτηριστικό του αναχρονισμού, το γεγονός ότι δεν αναφέρεται ούτε μία φορά στις διαδικασίες παράδοσης-παραλαβής ο όρος «INCOTERMS», που αποτελεί τη διεθνή πρακτική στον τομέα αυτό.
>Οι προβλέψεις καθυστέρησης παράδοσης και έκπτωσης προμηθευτή παραμένουν δρακόντειες. Ο προμηθευτής δεν μπορεί να παραδώσει εκπρόθεσμα, παρά μόνο μετά από την έγκριση του ΕΟΥ (δηλαδή του ΥΕΘΑ), ο οποίος έχει το δικαίωμα να τον κηρύξει έκπτωτο ακόμη και για μία ασήμαντη εκπρόθεσμη παράδοση.
>Ποινές για εκπρόθεσμες παραδόσεις. Αν και πρώτη φορά εισάγεται αόριστα η δυνατότητα οριοθέτησης «ταβανιού» ποινικών ρητρών, αναρωτιέται κανείς ποιος θα οριοθετήσει μέγιστο όριο και πόσο. Επίσης, στην παράγραφο 8 του νέου άρθρου 40, διατηρείται η διάταξη επιβολής προστίμου σε όλα τα μέλη μίας κοινοπραξίας, εάν ένα μέλος της παραδώσει εκπρόθεσμα.
Η διάταξη αυτή αποτελεί από μόνη της λόγο μη συμμετοχής κοινοπραξιών στους διαγωνισμούς αμυντικών προμηθειών. Θα οδηγεί στην σύναψη ξεχωριστών συμβάσεων με κάθε μέλος, αυξάνοντας εκθετικά τη γραφειοκρατία. Οι γνωρίζοντες το τοπίο, καταλαβαίνουν άμεσα ποιες εταιρείες επηρεάζει η διάταξη αυτή.
• Εγκαταλείφθηκαν οι προτάσεις μηχανογράφησης των συμβάσεων αμυντικού τομέα σε ένα σύστημα αντίστοιχο του ΕΣΥΔΗΣ και του Ενιαίου Μητρώου Επιχειρήσεων Αμυντικού Τομέα (ΕΜΕΑΤ), που θα επέλυε πληθώρα προβλημάτων, τόσο στη διενέργεια διαγωνισμών, όσο και στην υποβοήθηση ελληνικών εταιρειών που συμμετέχουν σε διαγωνισμούς στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ να αποκτούν εύκολα «eligibility certificate». (Είναι να αναρωτιέται κανείς γιατί! Η μηχανογράφηση αυξάνει τη διαφάνεια και την ιχνηλασιμότητα. Εκτός και εάν αυτό είναι που πρέπει να αποφευχθεί).
• Διατηρήθηκε η στρεβλή διαδικασία κατακύρωσης των διαγωνισμών, όπου η Σύμβαση – το βασικό κείμενο και το μοναδικό που έχει συνυπογράψει ο ανάδοχος – θεωρείται επουσιώδες έγγραφο, μικρότερης βαρύτητας από σειρά άλλων εγγράφων, όπως οι όροι του διαγωνισμού και η απόφαση κατακύρωσης, που αποτελούν καθαρά διοικητικά έγγραφα του Ελληνικού Δημοσίου.
• Δεν άλλαξαν ουσιαστικά οι όροι των Συμφωνιών Εν Συνεχεία Υποστήριξης. Η διάταξη αυτή δείχνει ότι ο νομοθέτης απλά δεν αντιλαμβάνεται πώς λειτουργεί η εν συνεχεία υποστήριξη των οπλικών συστημάτων (βέβαια ούτε οι υπεύθυνοι των ΓΕ φρόντισαν να του το εξηγήσουν). Ένας καθοριστικός παράγοντας που καθορίζει σειρά παραμέτρων, όπως οι ποσότητες ανταλλακτικών και αναλώσιμων, με άμεση επίπτωση στο κόστος και τη διαθεσιμότητα, είναι το λεγόμενο “turn-around time”, δηλαδή ο χρόνος που απαιτείται από τη στιγμή που το ανταλλακτικό θα φύγει από την αποθήκη με βλάβη, μέχρι να γυρίσει επισκευασμένο.
Η αναγκαιότητα σύναψης εκτελεστικών συμβάσεων επιμηκύνει υπέρμετρα τον χρόνο αυτό (αφού το υλικό παραμένει στο ράφι ανεπισκεύαστο, μέχρι την υπογραφή της επόμενης εκτελεστικής), με αποτέλεσμα είτε να αυξάνεται το κόστος για συγκεκριμένη διαθεσιμότητα, είτε να μειώνεται η διαθεσιμότητα για συγκεκριμένο κόστος.
Το προηγούμενο νομοσχέδιο που είχε τεθεί σε διαβούλευση, περιλάμβανε το άρθρο 138, το οποίο έδινε τη δυνατότητα στα ΓΕ να προχωρούν σε απευθείας τοποθέτηση παραγγελιών εντός των χρηματικών ορίων ανά κατηγορία που είχαν τεθεί στην αρχική συμφωνία – πλαίσιο (ευχέρεια που χρησιμοποιείται ευρύτατα στις λοιπές δημόσιες συμβάσεις). Η διάταξη αυτή από μόνη της ήταν καινοτόμος. Δυστυχώς έχει απαλειφθεί. Τα αποτελέσματα θα φανούν αργά ή γρήγορα.
• Διατηρήθηκε ο κατακερματισμός αρμοδιοτήτων κατά την κατάρτιση/εκτέλεση συμβάσεων, χωρίς την παραμικρή πρόβλεψη κάποιας μορφής μεταβίβασης αρμοδιοτήτων – ούτε καν σαν ευχέρεια του ΕΟΥ για λόγους βελτιστοποίησης των διαδικασιών. Όλες οι αποφάσεις, ανεξαρτήτως σπουδαιότητας, λαμβάνονται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, μετά από εκτενείς ιεραρχικές γραφειοκρατικές διαδικασίες και μακρές λίστες υπογραφών.
• Και φυσικά όλα τα έγγραφα των διεθνών μειοδοτικών διαγωνισμών συντάσσονται αποκλειστικά στα Ελληνικά.
Πρόβλεψη για το μέλλον
Υπάρχουν μερικές βασικές διεθνείς πρακτικές στη διαχείριση προγραμμάτων που διαχωρίζουν τα επιτυχημένα από τα αποτυχημένα προγράμματα:
• Οι διαδικασίες αποτελούνται από διακριτά στάδια με “Decision points” και δικλείδες ασφαλείας. Κάθε στάδιο διατηρεί την αυτονομία του ώστε να μπορεί σε μεγάλο βαθμό να επιδιορθώνει τις ανωμαλίες που δημιουργούνται κατά τη λειτουργία του, χωρίς το σύστημα να αναγκάζεται να επιστρέψει σε προγενέστερο στάδιο, εκτός εάν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο.
• Αποφεύγεται κατά το δυνατόν ο κατακερματισμός των διαδικασιών σε ξεχωριστές οντότητες. Ένας οργανισμός (π.χ. Διεύθυνση Εξοπλισμών) αναλαμβάνει την υλοποίηση όλου του προγράμματος, με το ΓΕ να διατυπώνει απλά επιχειρησιακές απαιτήσεις και μετά από εύλογο χρονικό διάστημα να παραλαμβάνει το οπλικό σύστημα που τις ικανοποιεί, έτοιμο προς χρήση.
• Υπάρχει σαφής μεταβίβαση αρμοδιοτήτων (delegation of authority) όπου αυτό είναι απαραίτητο, για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος. Οι εμπλεκόμενοι (stakeholders) εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον.
• Υπάρχει ένα σαφές πλαίσιο κατανοητών διαδικασιών, που εφαρμόζονται απαρέγκλιτα.
• Το σύστημα συνεχώς αυτοβελτιώνεται μέσω διαδικασιών αυτογνωσίας (lessons learnt).
• Η χρήση τεχνολογικών εργαλείων και μεθόδων που αυξάνουν την παραγωγικότητα είναι αυτονόητη και επιθυμητή.
• Το προσωπικό που ασχολείται με τις διαδικασίες είναι έμπειρο και εκπαιδευμένο.
Στην χώρα μας συμβαίνουν τα εξής:
• Οι διαδικασίες δημιουργούνται με βάση τη λογική ότι «όσο λιγότερη ελευθερία έχει κάποιος, τόσο δυσκολότερο είναι να διαφθαρεί» και ότι «όλα πρέπει να αποφασίζονται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο». Έτσι δημιουργούνται πολύπλοκες διαδικασίες (βλέπε Εθνικό Αμυντικό Σχεδιασμό) όπου πολλοί φορείς εμπλέκονται για ένα πρόγραμμα, με τον καθένα να «μπαίνει στα χωράφια του άλλου», με αποτέλεσμα η επίλυση σχεδόν οποιουδήποτε προβλήματος να απαιτεί πρακτικά την επανεκκίνηση της διαδικασίας.
• Οι αξιωματικοί που ξαφνικά καλούνται να παίξουν το ρόλο των “contracting officers” χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία σε αυτό το εξαιρετικά δύσκολο αντικείμενο, χωρίς καμιά εκπαίδευση και με χρόνο παραμονής το μέγιστο τρία έτη, έρχονται αντιμέτωποι με:
>Ένα κολλάζ νόμων που πρέπει τάχιστα να μελετήσουν, να κατανοήσουν να συνδυάσουν και να εφαρμόσουν.
>Ασαφείς διαδικασίες (ποιος κάνει τι, πότε, γιατί).
>Ακαταλαβίστικες και αναχρονιστικές διακηρύξεις διαγωνισμών με όρους που οδηγούν στη ματαίωση της πλειοψηφίας αυτών.
>Παντελή έλλειψη εργαλείων που θα μπορούσαν να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους.
Και πάνω που αρχίζουν να αποκτούν μία εμπειρία στο αντικείμενο, αντικαθίστανται!
• Ας μην αναφέρουμε καν τι συμβαίνει με τις επιτροπές διενέργειας διαγωνισμών, που συγκροτούνται από ανάλογους άπειρους αξιωματικούς και αναλαμβάνουν «εργολαβία» για ένα χρόνο διενέργειες διαγωνισμών και καταρτίσεις συμβάσεων. Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς τις προϊόντα παράγουν.
• Αλλά το σημαντικότερο όλων είναι ότι το σύστημα αρνείται συστηματικά να αυτοβελτιωθεί!!! Η διαδικασία αυτή απλά δεν υπάρχει!!!! Οι διαγωνισμοί αποτυγχάνουν και ξαναστέλνονται στα Επιτελεία για να επιστρέψουν ξανά μετά από αρκετό χρόνο, να ξαναπροκηρυχθούν και να ξανααποτύχουν (μία απλή καταμέτρηση στην ιστοσελίδα της ΓΔΑΕΕ, των 2ων και 3ων επαναλήψεων ακυρωμένων διαγωνισμών, θα πείσει και τον πιο δύσπιστο).
• Κανείς δεν θέλησε ποτέ να ενσκήψει στο σύστημα προμηθειών, να αναλύσει τα βαθύτερα αίτια δυσλειτουργίας και να τα βελτιώσει. «Ο κακός ο νόμος» (που όντως ήταν κακός) αποτελούσε το εξιλαστήριο θύμα που πάνω του φορτωνόταν όλες τις αμαρτίες του συστήματος. Και φυσικά, όταν ήρθε η ώρα να αλλάξει ο νόμος, κάποιος απλά «πασάλειψε».
Η πρόβλεψη λοιπόν είναι ότι, παρά τα αναμφίβολα θετικά στοιχεία του υπό εξέταση σχεδίου νόμου, τα προβλήματα θα παραμείνουν.
• Οι διαγωνισμοί θα συνεχίσουν να ακυρώνονται για τους ίδιους λόγους που ακυρώνονται και τώρα.
• Σοβαρές εταιρείες δεν θα συμμετέχουν σε διαγωνισμούς γιατί δεν θα μπορούν να συμβιβαστούν με τις απαιτήσεις των ΓΕ και τους δρακόντειους όρους των προκηρύξεων και της εκτέλεσης των συμβάσεων.
• Οι μεγάλες συμβάσεις προμήθειας θα συνεχίσουν να κατακυρώνονται με απευθείας αναθέσεις και νομοθετικές ρυθμίσεις, γιατί απλά δεν θα είναι εφικτό να γίνει αλλιώς.
• Η διαθεσιμότητα των οπλικών συστημάτων που βασίζονται σε εμπορικές συμβάσεις για τη υποστήριξή τους, δεν θα ανέλθει ποτέ στα προ του ν.3433/06 επίπεδα.
• Και αν κάποιος διαγωνισμός τελεσφορήσει αλλά η εκτέλεση της σύμβασης αντιμετωπίσει προβλήματα, τότε θα πέσει και το τελευταίο κάστρο.
Αντί επιλόγου
Ας μην κοροϊδευόμαστε! Τα προβλήματα που αναλύθηκαν παραπάνω αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου συνόλου προβλημάτων οργάνωσης που αντιμετωπίζουν οι ένοπλες δυνάμεις και ο δημόσιος τομέας γενικότερα. Οι πρακτικές οργάνωσης του ιδιωτικού τομέα, που στο εξωτερικό έχουν υιοθετηθεί σε αρκετές περιπτώσεις και από δημόσιους φορείς, οδηγώντας στη βελτιστοποίηση των διαδικασιών και την εξοικονόμηση πόρων, αδυνατούν να περάσουν την πόρτα του ΥΠΕΘΑ.
Ακατάλληλοι άνθρωποι ορίζονται σε ακατάλληλες θέσεις, διαχειριζόμενοι απλά την τρέχουσα κατάσταση, χωρίς πραγματική γνώση του τι συμβαίνει Ηγεσία, Διαχείριση Προσωπικού, Προγραμμάτων και Πόρων και βελτιστοποίηση διαδικασιών. Επιπλέον όμως, αρνούνται να αλλάξουν. Αρνούνται να κατανοήσουν τον κόσμο που μεταβάλλεται και πιστεύουν ότι η εικόνα που έχουν σχηματίσει αυτοί είναι αυτή που πραγματικά ισχύει. Αλίμονο!
Δεν είναι σκοπός της παρούσας παρέμβασης η επίρριψη ευθυνών. Η κατάντια του συστήματος δεν οφείλεται σε συγκεκριμένα άτομα, αλλά σε διαχρονικές αστοχίες για τις οποίες ευθύνεται το σύνολο της πολιτικής (και όχι μόνο) Ηγεσίας του ΥΠΕΘΑ της τελευταίας 15ετίας. Απλά αισιοδοξεί ότι θα «συγκινήσει» κάποιους αρμόδιους.
Όπως επίσης είναι και απόλυτα αναμενόμενο ότι αρκετοί αναγνώστες του παρόντος άρθρου θα αδυνατούν να το κατανοήσουν και ως εκ τούτου θα το απορρίψουν. Δεκτό!
Κάποτε ένας (καλόκαρδος κατά γενική ομολογία) Γενικός Διευθυντής τη ΓΔΑΕΕ, σε μια περίοδο που όλοι οι επιτελείς εργάζονταν στο 110% των δυνατοτήτων τους, αλλά οι διαγωνισμοί αποτύγχαναν μοιραία, έλεγε: «Δεν χρειαζόμαστε περισσότερη οργάνωση. Περισσότερη δουλειά χρειαζόμαστε». Δεν ήταν κακός. Απλά, λίγος.